Την 18η Μαρτίου 1863 η «εν Αθήναις Β΄ των Ελλήνων Συνέλευσις» αναγορεύει παμψηφεί τον πρίγκιπα της Δανίας Χριστιανόν-Γουλιέλμον- Φερδινάνδον-Αδόλφον-Γεώργιον, δευτερότοκο υιό του πρίγκιπος Χριστιανού Θ’ της Δανίας, συνταγματικό Βασιλέα των Ελλήνων υπό του ονόματος Γεώργιος Α΄ Βασιλεύς των Ελλήνων.
Επιμέλεια κειμένου: Ιωάννη Καστρινάκη
Ο Γεώργιος, που είχε γεννηθεί στην Κοπεγχάγη στις 24 Δεκεμβρίου 1845, υπηρετούσε εκείνη την εποχή ως δόκιμος στο Πολεμικό Ναυτικό της Δανίας και αγνοούσε τις διαπραγματεύσεις που διεξαγόταν μεταξύ της αγγλικής κυβέρνησης, του θείου του Βασιλέως Φρειδερίκου Z’ της Δανίας και του πατέρα του Χριστιανού Θ’ σχετικά με την αποδοχή του ελληνικού στέμματος εκ μέρους του.
Στις 13 Απριλίου κατέφτασε στην Κοπεγχάγη επιτροπή αποτελούμενη από το θρυλικό Ναύαρχο Κωνσταντίνο Κανάρη, τους Θρασύβουλο Ζαΐμη και Δημήτριο Γρίβα καθώς και βοηθητικά μέλη για να προσφέρει το ελληνικό στέμμα στο νεαρό Γεώργιο. Μετά την παρέλευση αρκετών ημερών διαπραγματεύσεων και συνομιλιών, σχετικά με το δυναστικό ζήτημα, μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων και της δανέζικης Αυλής, τελικά περί τα τέλη Μαΐου, ο Φρειδερίκος αποδέχτηκε τον ελληνικό θρόνο για τον ανήλικο τότε ανιψιό του, πρίγκιπα Γουλιέλμο-Γεώργιο. Ο Δανός βασιλιάς κατάφερε να γίνουν αποδεκτοί και οι τρείς όροι που είχε θέσει σε Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία και οι οποίοι ήταν: η παραίτηση της βαυαρικής δυναστείας των Βίττελσμπαχ από τον ελληνικό θρόνο, η προσάρτηση των Ιονίων νήσων στην Ελλάδα καθώς και η ενίσχυση της βασιλικής χορηγίας από τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Έτσι στις 25 Μαΐου/06 Ιουνίου 1863 πραγματοποιήθηκε με κάθε μεγαλοπρέπεια η λαμπρή τελετή προσφοράς και αποδοχής του ελληνικού στέμματος στην αίθουσα του Θρόνου, στο Ανάκτορο του Χριστιανοβούργου στην Κοπεγχάγη. Κάθε λεπτομέρεια της ιστορικής αυτής τελετής περιγράφεται στην υποβληθείσα επίσημη έκθεση της ελληνικής Επιτροπής προς την Εθνική Συνέλευση και που γράφτηκε από τον Τιμολέοντα Φιλήμονα τον μετέπειτα γραμματέα του νεαρού βασιλέως Γεωργίου Α’. Εκείνη την μέρα η πρωτεύουσα της Δανίας ήταν επί ποδός. Η πόλη είχε σημαιοστολιστεί ενώ πλήθος κόσμου είχε κατακλύσει όλους τους δρόμους από όπου θα περνούσε η πομπή των Ελλήνων πληρεξούσιων για να μεταβεί από το ξενοδοχείο «Φοίνικος» μέχρι τα Ανάκτορα. Οι Έλληνες αξιωματούχοι, με επίσημη περιβολή, επέβησαν στις βασιλικές άμαξες και κατευθύνθηκαν τις πρωινές ώρες στο Ανάκτορο του Φρειδερίκου εν μέσω ζητωκραυγών όπου τους απονεμήθηκαν εξαιρετικές τιμές.
Εκεί στην μεγάλη αίθουσα του Θρόνου ο βασιλιάς της Δανίας έχοντας εκ’ δεξιών του τους πρίγκιπες Φερδινάνδο και Φρειδερίκο και εξ’ αριστερών τον πρίγκιπα Διάδοχο Χριστιανό με τον υιό του, τον μέλλοντα βασιλιά της Ελλάδος ο οποίος ήταν ενδεδυμένος με στολή πλοιάρχου δικρότου, δέχτηκε την ελληνική επιτροπή σε επίσημη ακρόαση. Παρίσταντο επίσης το Υπουργικό Συμβούλιο, οι πρέσβεις των Προστάτιδων της Ελλάδος Δυνάμεων και πίσω από αυτούς οι Έλληνες ακόλουθοι της Επιτροπής. Ο ναύαρχος Κανάρης αφού προσφώνησε ελληνιστί το Φρειδερίκο του διάβασε το Ψήφισμα της εκλογής του Γεωργίου από τη Β’ Εθνική Συνέλευση και τοποθετημένο εντός κυλίνδρου από κυανό βελούδο το παρέδωσε στο Δανό βασιλιά. Εκείνος με αντιφώνηση αποδέχτηκε για το νεαρό συγγενή του το ελληνικό στέμμα λέγοντας: «Αποδεχόμεθα διά τον νεαρόν συγγενήν ημών, τον πρίγκηπα Γουλιέλμον Γεώργιον, το Στέμμα, όπερ ο ελληνικός λαός εκάλεσεν αυτόν να φέρη…» Ύστερα κάλεσε τον Γεώργιο προς το μέρος του και αφού του απένειμε τον «Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Ελέφαντος» μεταξύ άλλων του είπε: «Είσαι αδελφέ μου, ήδη βασιλεύς των Ελλήνων, μιμήθιτι κατερχόμενος εις την νέαν πατρίδα σου το παράδειγμά μου, αγάπα τον Λαόν σου, διότι η αγάπη αυτού αποτελέσει την ισχύν σου. Σέβου το Σύνταγμα της πατρίδος σου, διότι όταν το σέβεσαι Συ, θέλουσι το σεβασθή και πάντες οι άλλοι.»
Το μεσημέρι πραγματοποιήθηκε η επίσημη επίσκεψη της Επιτροπής στο νέο βασιλιά της Ελλάδος στο Ανάκτορο του πατέρα του διαδόχου Χριστιανού. Με συγκινητικά λόγια ο Κανάρης τον προσφώνησε από μέρους της ελληνικής αποστολής καταλήγοντας: «Το επ’ εμοί, Μεγαλειότατε, αρκετά έζησα, όπως, ιδών την ημέραν αυτήν, δυνηθώ να είπω τους λόγους του Συμεώνος “Nυν απολύεις τον δούλον Σου, Δέσποτα.”» Ιδιαίτερα συγκλονιστική ήταν η απάντηση του Γεωργίου Α’ στην προσφώνηση του Κωνσταντίνου Κανάρη: «Η ψυχή μου είνε πεπληρωμένη χαράς δεχομένου σήμερον τους πρώτους χαιρετισμούς του ελληνικού λαού και βαθέως συγκινούμαι ακούων τους χαιρετισμούς τούτους από του στόματος ανδρός, ου το ένδοξον όνομα αχωρίστως μένει ηνωμένον με τα της αναγεννήσεως της Ελλάδος. Κατανοώ από τούδε πάσαν την ευθύνην της ανατεθείσης μοι εντολής υπισχνούμαι να αφιερώσω αυτή τας καλλίστας δυνάμεις της ζωής μου. Πέποιθα δε επί της ειλικρινούς και αμεταπτώτου συνδρομής του ελληνικού λαού, όπως επιτευχθεί ο κοινός σκοπός ημών, ήτοι η ευτυχία της Ελλάδος. Γεννηθείς και ανατραφείς εν χώρα, εν η νόμιμος τάξις, βαδίζει εκ παραλλήλου μετά της αληθούς συνταγματικής ελευθερίας, και ήτις προέβη ούτως εις ανάπτυξιν παραγωγόν και επωφελή, θέλω φέρει εις την νέαν πατρίδαν μου δίδαγμα, όπερ ουδέποτε λησμονήσω και όπερ θέλω χαράξει εν τη καρδία μου δι’ ανεξαλείπτων χαρακτήρων το ρήμα τούτο του βασιλέως της Δανιμαρκίας: Ισχύς μου έστιν η αγάπη του λαού μου».
Τέλος το βράδυ της ίδιας μέρας παρατέθηκε στο Ανάκτορο του Χριστιανοβούργου επίσημο γεύμα για τους Έλληνες αντιπροσώπους, στο οποίο παρακάθισαν 260 προσκεκλημένοι. Κατά τη διάρκεια του ο βασιλιάς Φρειδερίκος απένειμε ανώτατα παράσημα της χώρας του στα μέλη της Επιτροπής και της ακολουθίας τους. Το ιστορικό αυτό γεύμα αποτέλεσε και την πρώτη επίσημη δεξίωση του νέου Βασιλέως τον οποίον εδέχθησαν με μεγάλες επισημότητες ολόκληρη η βασιλική Αυλή της Δανίας, η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία αλλά και οι πρέσβεις της Δανίας.
Ξυλογραφίες από το ιστορικό αρχείο εφημερίδων Ιωάννη Καστρινάκη.