Από το ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά :
28 Οκτωβρίου, Δευτέρα
Νύκτα στις τρεις με ξυπνούν, ο Τραυλός,Έρχεται ο Grazzi. – Πόλεμος! – Ζητώ αμέσως Νικολούδη, Μαυρουδή. – Αναφέρω Βασιλέα. – Καλώ Πάλαιρετ και ζητώ βοήθειαν Αγγλίας. – Κατεβαίνω 5 Υπουργικόν Συμβούλιον. Όλοι πιστοί και Μαυρουδής.- Όλοι πλην Κύρου. – Βασιλεύς. Περιφορά μαζί του. Φανατισμός του λαού αφάνταστος. – Μάχαι εις σύνορα Ηπείρου. – Βομβαρδισμοί. Σειρήνες. – Αρχίζουμε και τακτοποιούμεθα.
Ο Θεός βοηθός!!!
—————————————————————————————————————————
Ο Τραυλός για τον οποίον γίνεται λόγος, ήταν ο Αρχιφύλαξ , ο οποίος, ίσως διότι μέσα στο σκοτάδι ο σκοπός πήρε την ιταλική σημαία του αυτοκινήτου για γαλλική, τηλεφώνησε στον Μεταξά ότι ζητούσε να τον δή ο Πρέσβυς της Γαλλίας.
Θεολόγος Νικολούδης, Υπουργός Τύπου και Τουισμού. Ήτνα ο πρώτος που άκουσε την εξιστόρηση όταν έφθασε στο σπίτι του Μεταξά λίγο μετά την αναχώρηση του Γκράτσι.
Νικόλαος Μαυρουδής, μόνιμος Υφυπουργός Εξωτερικών.
Μίκαελ Πάλαρετ, Πρέσβυς Μεγάλης Βρεταννίας.
Αλέξης Κύρου, τμηματάρχης Υπουργείου Εξωτερικών.
Αμβρόσιος Τζίφος, Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας.
ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ ΤΖΙΦΟΥ «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ»
Εις τας 4 το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, μόλις με ξύπνησε το τηλέφωνο και πριν καν πάρω το ακουστικό, ήξερα ότι ο πόλεμος είχε ξεσπάσει.
Πράγματι μου είπαν να πάω αμέσως στο γραφείο του Προέδρου.
Σε λίγα λεπτά έσπευδα προς το Πολιικόν Γραφείον. Ο σωφέρ του ταξί, που ευτυχώς βρήκα στη γωνία του δρόμου μας, κατάλαβε και αυτός από την νυκτερινή αυτή κλήσι ότι κάτι το εξαιρετικό είχε συμβή.
Μόλις έφθασα στην εξώπορτα του Πολιτικού Γραφείου, έμαθα από τους κλητήρες ότι προ ώρας είχεν επιδώσει ο Ιταλός Πρεσβευτής τελεσίγραφο στον Πρόεδρο, το οποίον είχε απορριφθή και ότι ο Ιταλικός στρατός ευρίσκετο ήδη εν κινήσει στα σύνορά μας.
Εις το Γραφείον του Προέδρου έφθασα πρώτος εκ των Υπουργών. Τον βρήκα καθισμένο σε μία πολυθρόνα με το ύφος του ανθρώπου που είχε βγάλει από τους ώμους του ένα τεράστιο βάρος, και του ανθρώπου που αισθάνεται ότι έχει εκτελέσει και απέναντι της πατρίδος του και απέναντι του εαυτού του το καθήκον του.
Το πρόσωπό του έλαμπε και εφαίνετο δέκα χρόνια νεώτερος.
Εν τούτοις, αν και δεν μπορούσε να κρύψη τα συναισθηματά του, δεν θέλησε να προβή σε ανακοινώσεις προτού συγκεντρωθούμε όλοι.
Εν τω μεταξύ έφθασαν και οι άλλοι Υπουργοί και κατά τις 4.15΄ συγκεντρωθήκαμε όλοι στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου.
Εν μέσω νεκρικής σιγής και με συγκίνησιν ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων, ο Πρόεδρος μας είπε ότι στας 3 το πρωί έλαβε τηλεφώνημα ότι δήθεν ο Γάλλος Πρεσβευτής ήθελε να τον συναντήση αμέσως.
Απήντησε ότι θα τον εδέχετο σπίτι του στην Κηφισιά. Μετά ολίγα λεπτά άνοιξε μόνος του, με την ρόμπα καθώς ήταν, την εξώπορτα και με έκπληξι βρήκε μπροστά του, αντί του Μωγκράς που περίμενε, τον Γκράτσι.
Αμέσως κατάλαβε περί τίνος επρόκειτο. Χωρίς καμία ούτε και παραμικρά εξήγησι, ο Γκράτσι με μεγάλη συγκίνησι επέδωσε τον φάκελο με το τελεσίγραφον, που έλεγε ότι η Ελλάς δεν είχε κρατήσει πραγματική ουδετερότητα, ιδίως εις τα ζητήματα της ναυτιλίας και εζητείτο να επιτραπή εις τα Ιταλικά στρατεύματα να καταλάβουν μέχρι τέλους του πολέμου μερικά επίκαιρα σημεία του Ελληνικού εδάφους, χωρίς να προσδιορίζονται τα σημεία αυτά.
Εξ άλλου η προθεσμία του τελεσιγράφου ήτο τρίωρος, ήτοι ως τας 6 το πρωί, ώστε δεν εδίδετο καν καιρός δια οιανδήποτε ενέργειαν, έστω και αν υπήρχε η παραμικρά διάθεσις.
Μόλις το διάβασε ο Μεταξάς εκοίταξε τον Γκράτσι στα μάτια και αντί άλλης απαντήσεως του είπε: «Donc, Monsieur, c’ est la guerre». ( Επομένως Κύριε έχουμε πόλεμο.)
Mόλις έφυγε ο Γκράτσι, αφού ετηλεφώνησε στον Βασιλέα, διέταξε να συγκλιθή αμέσως το Υπουργικόν Συμβούλιον και έσπευσε προς τας Αθήνας.
Στο δρόμον σταμάτησε ( κατά τας 3.30 π.μ.) εις την Αγγλικήν Πρεσβείαν και ανεκοίνωσε τα διατρέξαντα εις τον Πρεσβευτήν Σερ Μάϊκλ Πάλαιρετ, επιμείνας να σταλή επείγον τηλεφράφημα αμέσως στον Ναύαρχο Κάνιγκαμ στην Αλεξάνδρεια ίνα ολοταχώς πλεύση ο Αγγλικός στόλος στα Ελληνικά νερά και προληφθή κάθε πραξικόπημα κατά της Κερκύρας και λοιπών Ιονίων νήσων του εχθρικού στόλου ή καμία ιταλική απόβασις στην Πελοπόννησον.
Ο Σέρ Μάϊκλ Πάλαιρετ ηθέλησε να στείλη κρυπτογραφικό τηλεγράφημα, αλλά ο Μεταξάς επέμεινε και επέτυχε ν΄αποσταλή απλό τηλεγράφημα, δια να μή χαθή κάν ο καιρός της αποκρυπτογραφήσεως. Επίσης συνέταξε και έστειλε μέσω του Άγγλου Πρεσβευτού ένα θερμό τηλεγράφημα στον Τσώρτσιλ διά την ταχυτάτην αποστολήν βοηθείας, ιδίως αεροπορικής.
Αφού μας είπε τα διατρέξαντα, μας είπε:
» Μη νομίζετε ότι ο πόλεμος αυτός τον οποίον αναλαμβάνει η Ελλάς είναι πόλεμος π.χ. του 1912, όπου οι σκοποί μας ήσαν απελευθερωτικοί, και όπου τα φοβερά δεινά του πολέμου ήτο δυνατόν να μετριασθούν από την μέθη της νίκης.
Σήμερα αναλαμβάνομεν σκληρότατον αγώνα, με μέσα τελείως άνισα και δεν πρέπει να αυταπατώμεθα ότι θα πολεμήσωμεν μόνον τους Ιταλούς.
Τα συμφέροντα του Άξονος είναι αναπόσπαστα και α ρ γ ά ή γ ρ ή γ ο ρ α θ α π ο λ ε μ ή σ ο υ μ ε κ α ι τ ο υ ς Γ ε ρ μ α ν ο ύ ς.
Το πιθανότατο λοιπόν είναι να χάσωμε προσωρινώς την Μακεδονίαν και την Ήπειρον και δεν αποκλείεται και αυτάς τας Αθήνας και τας εστίας μας και ό,τι άλλο έχουμε να εγκαταλείψωμεν προσωρινώς, μεταβαίνοντες εις Πελοπόννησον ή εις την Κρήτην.
Ο πόλεμος λοιπόν που σήμερα αναλαμβάνει το Έθνος είναι μόνον και μόνον πόλεμος τ ι μ ή ς και επειδή πιστεύω βαθύτατα ότι αι ηθικαί αξίαι τελικώς θα θριαμβεύσουν επί των υλικών, έχω απόλυτον την πεποίθησιν ότι η νίκη θα είναι τελικώς με το μέρος των Συμμάχων.
Η γενική τύχη του πολέμου δεν θα κριθή στην Βαλκανικήν.
Εν τω μεταξύ βεβαίως θα υποφέρουμε τα πάνδεινα, αλλά με το θαυμάσιο φρόνημα του λαού με την ολόψυχον ένωσιν όλων των Ελλήνων και με το μεγάλο μίσος κατά των Ιταλών που επροκάλεσε η «Έλλη», εις το θαύμα πιστεύω, εις την Νίκην.
Και επειδή είμαι βαθύτατα θρήσκος, νομίζω ότι η Παναγιά θα προστατεύση τα όπλα μας».
τέλος του πρώτου μέρους.
βιβλιογραφία : Ιωάννου Μεταξά, Το προσωπικό του Ημερολόγιο, τόμος τέταρτος, 1933-1941. Εκδόσεις Ικαρος, 1960.
Κείμενο: Τεπη Πιστοφιδου