Όταν έχει καθαρό ορίζοντα, “βλέπει” από εκεί τον Όλυμπο. Στα πόδια του απλώνεται η Θεσσαλονίκη με τον Θερμαϊκό της. Στέκεται βουβό, άδειο, δίχως ζωή, στην άκρη του Καραμπουρνού, σε μια από τις πιο εντυπωσιακές γωνιές της Καλαμαριάς. Το Παλατάκι ή Κυβερνείο, παρά το μεγαλοπρεπές του τίτλου του είναι σήμερα ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο που αναζητά ρόλο. Τα τελευταία 8 χρόνια έχει μείνει εντελώς ανεκμετάλλευτο. Ρημάζει…
Το κτίριο φυλάσσεται όλο το 24ωρο αλλά κανείς δεν μπορεί να το προστατεύσει από την “εισβολή” της υγρασίας και τη φθορά του χρόνου.
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Το Παλατάκι, χτίστηκε στη Θεσσαλονίκη κατά την πενταετία της «ανασυγκρότησης» του 1955-1960, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Χριστόπουλου, σε μια έκταση 1.200 τ. μ. που παραχωρήθηκε από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας και σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, προοριζόταν για Κυβερνείο. Είναι ένα επιβλητικό διώροφο, ακριβώς επάνω στο ακρωτήρι του Μικρού Καραμπουρνού ή Μικρού Εμβόλου στον κόλπο του Θερμαϊκού. Από εκεί βλέπει ολόκληρη την πόλη και το παραλιακό της μέτωπο, «επιβλέπει» τη ναυσιπλοΐα στον Θερμαϊκό Κόλπο και ατενίζει δυτικά και νότια τις κορυφογραμμές των Πιερίων, του Ολύμπου και του Πηλίου.
Το 1964 μετατράπηκε σε Βασιλικό Ανάκτορο, καθώς με απόφαση του υπουργείου Οικονομικών αλλά και με σχετική μελέτη του υπουργείου Δημοσίων Έργων, παραχωρήθηκε για χρήση ως κατοικία του Βασιλιά Κωνσταντίνου.
Το Υπουργείο όμως, δυο χρόνια μετά, αναγκάστηκε να ανακαλέσει την απόφαση, καθότι ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος δεν έμεινε εκεί παρά μόνο μια νύχτα καθώς προτιμούσε το ξενοδοχείο «Μεντιτερανέ» στην παλιά παραλία.
Τα χρόνια πέρασαν και το κτίριο χρησιμοποιήθηκε κυρίως ως κατοικία των μη Θεσσαλονικιών υπουργών Μακεδονίας-Θράκης – και παλαιότερα Βορείου Ελλάδος -, ενώ προτιμούσε να διαμένει σ’ αυτό ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν επισκεπτόταν τη Θεσσαλονίκη, τόσο ως πρωθυπουργός όσο και ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας.
Το Παλατάκι είναι διώροφο με υπόγειο, συμμετρικά δομημένο, χαρακτηριστικό δείγμα «ανακτορικής» νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, με προπύλαιο και περιστύλιο από ιωνικούς κίονες και ιωνική κιονοστοιχία, σε όλο το μήκος της νότιας πλευράς. Ειδικότερα, το ισόγειο έχει έκταση 922 τ.μ. με εξώστη 660 τ.μ., ο 1ος όροφος 682 τ.μ. με εξώστη 445 τ.μ. και το υπόγειο 1.330 τ.μ. Στον πρώτο όροφο βρίσκονται τα βοηθητικά δωμάτια και δύο σουίτες. Τα σαλόνια, η αίθουσα χορού, το αίθριο, αλλά και οι άλλοι χώροι του ήταν εκπληκτικοί, ωστόσο λίγοι είχαν την τύχη να επισκεφθούν το εσωτερικό του πριν την εγκατάλειψη.
Το 2006 «σφραγίστηκε» το ιστορικό μνημείο για να ανακαινιστεί, μια ανακαίνιση όμως που ποτέ δεν έγινε.
Μια «αυτοψία» στο εσωτερικό του προκαλεί θλίψη, αφού θυμίζει ελάχιστα την παλιά του αίγλη. Τοίχοι και ταβάνια έχουν «φουσκώσει» από την υγρασία, η σκουριά αλλοιώνει τα μέταλλα στις πόρτες, οι υδραυλικές και ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, τα συστήματα θέρμανσης δεν λειτουργούν και όσα έπιπλα έχουν απομείνει είναι πακεταρισμένα σαν έτοιμα για μετακόμιση.
Ότι πολύτιμο κοσμούσε το σπίτι, όπως πίνακες, χαλιά, έργα τέχνης και αντικείμενα μουσειακής αξίας, έχει απομακρυνθεί και βρίσκεται φυλαγμένο σε αποθήκες ή μουσεία.
Τα τελευταία χρόνια αξιοποιείται μόνο ο αύλιος χώρος του Κυβερνείου. Τον παραχωρεί το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης (στου οποίου τη δικαιοδοσία ανήκει) στο δήμο Καλαμαριάς.
Άλλο ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα χάνεται από αδιαφορία….
Είναι κρίμα αυτή η ελληνική συνήθεια να επαναλαμβάνεται και μάλιστα υπό την επίβλεψη του κράτους. Κάποια στιγμή πρέπει να μάθουμε να ενδιαφερόμαστε για τον αρχιτεκτονικό πλούτο της χώρας μας και να τον προστατεύουμε αλλά και να τον «ζούμε»…
♦ Απαγορεύεται ρητά η αντιγραφή του παρόντος άρθρου ολόκληρου ή μέρους αυτού καθώς και η αναδημοσίευση του με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσω.