Στο δεύτερο αφιέρωμα των βασιλικών γάμων, από τα έξι που θα παρουσιάσουμε, θα αναφερθούμε στους γάμους του διαδόχου Κωνσταντίνου και της πριγκίπισσας Σοφίας της Πρωσίας, στην Αθήνα, στις 27 Οκτωβρίου 1889 .
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Τους πρώτους της βασιλικούς γάμους είδε η πρωτεύουσα της Ελλάδος είκοσι δύο χρόνια μετά την υποδοχή του Γεωργίου Α′ και της Όλγας. Οι ευχές των Ελλήνων για «ευτεκνία» εκπληρώθηκαν. Ήδη το βασιλικό ζεύγος είχε αποκτήσει επτά παιδιά και το πρώτο, ο διάδοχος του θρόνου Κωνσταντίνος, θα τελούσε τους γάμους του στην πρωτεύουσα του κράτους του. Ήταν η πρώτη Δυναστική γαμήλια τελετή που θα πανηγύριζε ο Ελληνικός λαός στον τόπο του. Ο πρώτος βασιλιάς, ο Όθωνας, είχε τελέσει τους γάμους του με την Αμαλία στην Βαυαρία. Ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄είχε επίσης τελέσει τους γάμους του με την Όλγα στην Ρωσία. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος ήταν ο πρώτος Έλληνας πρίγκιπας που θα παντρευόταν στην Ελλάδα. Και ο λαός ετοιμαζόταν να γιορτάσει αυτούς τους γάμους του διαδόχου ως ένα γεγονός μεγάλης εθνικής σημασίας.
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Η Αθήνα του 1889 πολύ λίγο έμοιαζε με την Αθήνα του 1867. Μεγαλοπρεπή μέγαρα υψώνονταν στα κεντρικότερα σημεία της, και το σπουδαιότερο, για την εποχή εκείνη, κεντρικοί δρόμοι διέθεταν ηλεκτροφωτισμό. Φυσικά δεν πρέπει κανείς να βιαστεί να σχηματίσει την εντύπωση πως ήταν μια ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Κάθε άλλο μάλιστα. Με λίγη προσπάθεια όμως θα μπορούσε να κάνει και βασιλικούς γάμους. Και σε αυτήν, ακριβώς την προσπάθεια ρίχτηκαν, πάση δυνάμει, οι Αθηναίοι και οι αρμόδιες Αρχές.
Το εγχείρημα δεν ήταν καθόλου εύκολο. Βασική διαφορά μεταξύ των γάμων του Γεωργίου Α′ και της Όλγας στη Ρωσία και των επιχειρούμενων στην Αθήνα, υπήρξε η πληθώρα των βασιλικών προσκεκλημένων, που δεν ήταν δυνατόν να μην παρευρεθούν, εξ′ αιτίας των συγγενικών δεσμών που είχαν δημιουργηθεί μεταξύ πολλών βασιλικών οίκων της Ευρώπης. Που θα έμεναν όλοι αυτοί; Πως θα μετακινούνται; Για του βασιλείς είχαν ετοιμαστεί ειδικά διαμερίσματα στα ανάκτορα. Οι συνοδοί τους όμως; Μόνο ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος, αδελφός της Σοφίας, είχε 140 άτομα στην ακολουθία του. Ευτυχώς, οι ευεργέτες της χώρας μας, παραχώρησαν τα μέγαρα τους, ώστε να λυθεί αυτό το πρόβλημα «λίαν φιλοτίμως, ίνα καταλύσωσι εις αυτά τα μέλη των ακολουθιών των ξένων ηγεμόνων» μας πληροφορούν οι εφημερίδες της εποχής. Επίσης, παραχώρησαν τις άμαξές τους, μαζί με τους αμαξάδες, και έτσι το ζήτημα των καταλυμάτων και της μετακίνησης των φιλοξενούμενων τακτοποιήθηκε από τα μέσα Σεπτεμβρίου.
Ο βασιλιάς Γεώργιος, έδωσε εντολή να ντυθούν όλοι οι αμαξάδες με τις θαλασσιές λιβρέες της αυλής για την τήρηση της ομοιομορφίας που επιβαλλόταν σ΄ ένα τόσο σημαντικό γεγονός. Το θέαμα που παρουσίαζαν μερικοί από αυτούς τους αμαξάδες ήταν μάλλον κωμικό. Οι στολές ήταν σε άλλους στενές και σε άλλους φαρδιές. Τα δε καπέλα, σε πολλούς σκέπαζαν τα μάτια γιατί ήταν μεγάλα και τους έπεφταν, δημιουργώντας τους μεγάλη δυσφορία που συνοδευόταν από τις ανάλογες κραυγές απελπισίας γιατί δεν μπορούσαν να κινηθούν ούτε να δουν εύκολα… Άθελα τους και μέσα στον πανικό τους διασκέδαζαν τους Υψηλούς καλεσμένους αλλά και τους Αθηναίους.
Το δυσκολότερο πρόβλημα ήταν η υποδοχή των ξένων ηγεμόνων, και βασικό στοιχείο, ο ευπρεπισμός του κέντρου των Αθηνών και του Πειραιά. Αν σήμερα η λύση ενός παρόμοιου προβλήματος συναντά δυσκολίες, φαντάζεται κανείς πως ήταν η κατάσταση το 1889. Οι αρμοδιότητες των διαφόρων κρατικών, ημικρατικών και δημοτικών οργάνων μπερδεύτηκαν και δεν υπήρχε η παραμικρή οργάνωση, και για τον λόγο αυτό, επενέβη ο ίδιος ο βασιλιάς Γεώργιος αναλαμβάνοντας την διευθέτηση των ετοιμασιών.
Ο πυρετός του εξωραϊσμού έφτασε και μέχρι τον άθλιο σιδηροδρομικό σταθμό. Οι εφημερίδες μας πληροφορούν: «Ο σιδηροδρομικός σταθμός Αθηνών διεσκευάσθη αρκετά φιλοκάλως. Άπας ο από της γέφυρας μέχρι του καφενείου χώρος εκαθαρίσθη, η αποθήκη των αμαξών, η σκιάς, και όλος ο σταθμός εχρωματίσθησαν, στύλοι δε σιδηροί ετέθησαν όπως υποβαστάσωσιν ηλεκτρικούς λαμπτήρες. Έξωθεν δε ηγέρθησαν δυο αρκετά κομψαί αψίδες υψηλαί και λεπτοκαμωμέναι».
Από τις πρώτες μέρες του Οκτωβρίου ο πυρετός των ετοιμασιών, στα ανάκτορα, είχε φτάσει στο έπακρο. Η Ελληνική Αυλή, με την λιτή και περιορισμένη κίνηση της, χρειάστηκε να καταβάλει ιδιαίτερες προσπάθειες για να ανταποκριθεί στην φιλοξενία τόσων υψηλών προσώπων. Στις 4 Οκτωβρίου κατέπλευσαν στον Πειραιά δυο αυστριακά ατμόπλοια φέρνοντας «πλείστας όσας προμηθείας μεταξύ των οποίων άφθονα επιτραπέζια σκεύη, ωραιότατα και απλούστατα εκ πορσελάνης». Όμως εκτός των προμηθειών χρειάστηκε να εκσυγχρονιστούν και οι χορευτικές ικανότητες του αυλικού προσωπικού, διότι όπως έγραφαν οι εφημερίδες «θα γίνουν και ολίγαι κύκλοι πολονέζας. Η πολονέζα, είναι συνηθεστάτη εν τοις μεγάλοις χοροίς των ευρωπαϊκών ανακτόρων».
Επίσης, έγινε συγχρονισμός, με τους αντίστοιχους τίτλους άλλων βασιλικών αυλών. Στις 3 Οκτωβρίου έγραφαν οι εφημερίδες: «Χθες, ο βασιλεύς διώρισε τον κ. Κουντουριώτην Μέγαν Αυλάρχην των Ανακτόρων. Αυλάρχης υπό τοιούτον τιμητικόν τίτλον, τώρα κατά το πρώτον διορίζεται εν τη ημετέρα Αυλή». Πρόβλημα επίσης ανέκυψε και για τον διορισμό Δεσποινίδων επί των Τιμών της πριγκίπισσας Σοφίας. Τελικά, προτιμήθηκαν οι δεσποινίδες Ελίζα Σούτσου και Αγγελική Κοντοσταύλου. Ένα άλλο ζήτημα ήταν η αποβίβαση από τα πλοία που δεν θα πλεύριζαν στο λιμάνι, και δεν θα μπορούσε να γίνει με οποιοδήποτε λέμβο. Και εδώ την λύση την έδωσε η γερή μνήμη ενός παλιού ναυτικού. Στον ναύσταθμο υπήρχε μια πολυτελής λέμβο του βασιλιά Όθωνα: «… η οποία από τριακονταετίας δεν εχρησιμοποιήθη. Πολυτελέστατη και χρυσοστιβής, δεκαεξάκωπος, εξ ξύλου μαονίου, με χρυσάς ραβδώσεις, φέρει κατά την πλώρην χρυσούν αετόν με ανοικτάς πτέρυγας, επί των οποίων στηρίζεται ολόχρυσον στέμμα. Εναυπηγήθη εν Πόρω υπό του περίφημου τότε ναυπηγού Δρίβα, μετά τοσαύτα δε έτη χρησιμοποιείται αποβιβάζουσα επί της πειραϊκής ακτής την μέλλουσαν βασίλισσα της Ελλάδος και τον κραταιόν της Γερμανίας μονάρχην.»
Εν τω μεταξύ, με κατεπείγον διαταγή, εξοπλίστηκαν το καταδρομικό «Ναύαρχος Μιαούλης» και το τορπιλοφόρο «Ψαρά» ώστε να έχει και η Ελλάδα να παρατάξει μικρό στολίσκο δίπλα στα ξένα πολεμικά πλοία στο λιμάνι του Πειραιά.
Όσο περνούσαν οι μέρες, οι διαρκείς περιγραφές των δώρων, που πρόσφεραν οι Έλληνες ανά τον κόσμο καθώς και οι ξένοι ηγεμόνες δημοσιεύονταν σε όλες τις εφημερίδες. Μεταξύ αυτών, τα δώρα των Ελλήνων του Λονδίνου, εκ των οποίων οι μεν άνδρες προσέφεραν στην Σοφία «ολόκληρον επιτραπέζιον συσκευήν, εξ αργύρου δια πεντήκοντα συνδαιτημόνας, εντός δυο περίκομψων ερμαρίων εκ καρυάς φερόντων την επιγραφήν ταύτην: Τη Α.Β.Υ. τη πριγκηπίσση Σοφία οι εν Λονδίνω παρεπιδημούντες Έλληνες ευσεβάστως και (με χαρά) γηθοσύνως.» Οι δε γυναίκες προσέφεραν «ολόχρυσον συσκευήν καλλυντηρίου ( σετ ομορφιάς) εντός και αυτή δυο ομοίων ερμαρίων.» αξίας 1200 στερλινών. Ένας άλλος ομογενής από την Προύσσα, έφτασε στην Ελλάδα φέρνοντας για την βασίλισσα Όλγα και την πριγκίπισσα Σοφία «ανά τεσσαράκοντα πήχες τεμαχίων υφάσματος, χρυσομετάξου, χρώματος γλυκυτάτου κυανού, μετά αστέρων εγκατεσπαρμένων, υφασμένων μετά τέχνης και λεπτότητος.» Αξιοσημείωτα είναι και τα δώρα του τσάρεβιτς Νικολάου, ανεψιός της βασίλισσας Όλγας, ο οποίος έστειλε «συσκευή τεΐου αρχαίου ρωσσικού ρυθμού εκ κεχρυσομένου αργυρού. Επί των ποτηρίων, αι μεν βάσεις είναι αργυραί αυτά δε κρυστάλλινα, φέρονται συνδεδεμένα τα ονόματα Κωνσταντίνος και Σοφία δι’ αρχαίων σλαυικών χαρακτήρων.» Ο ίδιος προσέφερε στον βασιλιά Γεώργιο «τέσσαρες γενναιοτάτους ίππους.»
Σε συνέχεια δημοσιευμάτων στον τύπο, αίσθηση είχε προκαλέσει η αυστηρότητα και η επισημότητα της πρωσικής αυλής, κατά το δείπνο που δόθηκε πριν την αναχώρηση της Σοφίας, στα ανάκτορα του Βερολίνου, όπως μας το περιγράφουν οι εφημερίδες της εποχής.
Το αξιοθαύμαστο εκείνο δείπνο δόθηκε στην Λευκή Αίθουσα των ανακτόρων του Βερολίνου. Πάνω από το αυτοκρατορικό τραπέζι υπήρχε «ουρανός εκ χρυσού υφάσματος. Θεράποντες, αυλικοί και Ιππόται του Μέλανος Αετού έφερον μεγάλας στολάς. Παρά τας θέσεις που θα κατελάμβανον η αυτοκρατορική οικογένεια και οι κεκλημένοι της, ήτο τεταγμένη διπλή σειρά εξ ηγεμονοπαίδων.» Στις 7 μ.μ. ακριβώς, με χτυπήματα της ράβδου του ο αρχιτελετάρχης ανήγγειλε την προσέλευση της αυτοκρατορικής οικογένειας. «Ο αυτοκράτωρ, φέρων την ερυθράν στολήν των σωματοφυλάκων και την αλυσίν του Μέλανος Αετού, ωδηγεί την πριγκίπισσαν Σοφίαν, ης το επίσυρμα εβάσταζον δυο ηγεμονόπαιδες.» Ακολουθούσαν η αυτοκράτειρα Φρειδερίκου, μητέρα του Γουλιέλμου και η σύζυγος του αυτοκράτειρα Αυγούστα-Βικτωρία. Ανά δυο εισέρχονταν στην αίθουσα και οι άλλοι πρίγκιπες και πριγκίπισσες, καθώς και οι προσκεκλημένοι μεταξύ των οποίων ο Βίσμαρκ και ο Έλληνας πρέσβης Άγγελος Βλάχος.
Μετά το δείπνο, σερβιρίστηκε καφές στην «Στοά των Εικόνων». Ύστερα η αυτοκράτειρα Φρειδερίκου και η πριγκίπισσα Σοφία με την συνοδεία του αρχιτελετάρχη, προσήλθαν στην «Αίθουσα των Ιπποτών» όπου είχε συγκεντρωθεί για να υποβάλει τα σέβη του το διπλωματικό σώμα και στη συνέχεια μετέβησαν στην «Αίθουσα του Βραδεμβούργου» όπου περίμεναν οι σύζυγοι των αρχηγών των πριγκιπικών οίκων, των διπλωματών και άλλων επισήμων.
Η ΑΦΙΞΗ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ
Τελευταίες ημέρες. Καταστόλιστη η Αθήνα περίμενε τους υψηλούς ξένους της. Κατά μήκος των οδών Πειραιώς και Σταδίου καθώς και γύρω από τις πλατείες Συντάγματος και Ομόνοιας είχαν στηθεί κυανόλευκοι κοντοί στολισμένοι με ελληνικά και γερμανικά εθνόσημα, με σημαίες και ασπίδες. Γιρλάντες από δάφνες ένωναν τον έναν κοντό με τον άλλο. Στην πλατεία Συντάγματος είχε στηθεί μεγαλοπρεπής αψίδα με τρία τόξα. Στην κορυφή της υπήρχαν τέσσερα αγάλματα και στις γωνίες υπερμεγέθη αντίγραφα αττικών αγγείων με παραστάσεις γάμου. Στο διάζωμα της είχε επιγραφή με χρυσά γράμματα: «Ο ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΚΑΙ ΑΙ ΣΥΝΤΕΧΝΙΑΙ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΕΥΧΟΝΤΑΙ ΤΩ ΔΙΑΔΟΧΩ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΩ ΚΑΙ ΤΗ ΣΟΦΙΑ ΕΥΔΑΙΜΟΝΙΑΝ».
Ο σιδηροδρομικός σταθμός του Πειραιά απέκτησε νέα είσοδο, η οποία στολίστηκε με μεγάλη βασιλική σημαία και φωτογραφίες των νεονύμφων. Τάπητες και γαλανόλευκες ταινίες συμπλήρωναν την διακόσμηση. Εντυπωσιακή ήταν και η αψίδα που έστησε ο Δήμος Πειραιά στην αποβάθρα του λιμανιού, για την υποδοχή των ξένων προσκεκλημένων. «…Η άσπιλος κατ απομίμησιν μαρμάρου λευκότης αυτής έρχεται εις θαυμάσιαν αρμονίαν με τα λαμπρά και επιτυχή χρυσώματα, με τα απαστράπτοντα χρυσά μονογράμματα των νυμφίων και με τους αγγέλους τους τείνοντας προς άλληλα χρυσάς υδρίας…» γράφουν οι εφημερίδες. Όλα, λοιπόν, ήταν έτοιμα. Ορίστηκε και νέος τελετάρχης «ο αβρός και λεπτεπίλεπτος βουλευτής Ύδρας κ. Σταμάτιος Μπουδούρης.»
Πρώτος, από τους επίσημους ξένους, έφτασε ο τσάρεβιτς Νικόλαος, ανεψιός της βασίλισσας Όλγας, με το καταδρομικό «Κορνίλωφ», στο οποίο είχε επιβιβαστεί και η μεγάλη ορχήστρα της Οδησσού. Η ορχήστρα αυτή, κάθε απόγευμα ψυχαγωγούσε τους Αθηναίους στην ακτή Τσελέπη. Τον τσάρεβιτς υποδέχθηκαν στον Πειραιά ο βασιλιάς Γεώργιος και ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Στην Αθήνα έφτασαν σιδηροδρομικώς, με αμαξοστοιχία «αποτελούμενην εκ τεσσάρων αμαξών εν αίς και η χρυσότευκος βασιλική άμαξα.» Στον σιδηροδρομικό σταθμό Αθηνών ανέμενε η βασίλισσα Όλγα, και όλοι μαζί, επιβαίνοντας «της τεθρίππου χρυσοποικλίτου βασιλικής αμάξης και τη συνοδεία ιλών ιππικού ανέβησαν εις τα ανάκτορα.» κάτω από τις επευφημίες του λαού, που μόλις άφηναν να διακρίνονται οι βροντές των πυροβόλων του λόφου Νυμφών.
Την Τρίτη 10 Οκτωβρίου, έφτασαν σιδηροδρομικώς από την Κόρινθο, όπου είχαν καταπλεύσει την ίδια ημέρα, οι βασιλείς της Δανίας Χριστιανός Θ′ και Λουΐζα, γονείς του βασιλιά Γεωργίου. Πολύ επιβλητική ήταν, την Πέμπτη 12 Οκτωβρίου, η άφιξη του διαδοχικού ζεύγους της Μεγάλης Βρετανίας. Οι πρίγκιπες της Ουαλίας, που έφτασαν με την θαλαμηγό «Όσμπορν» συνοδεύονταν από τα παιδιά τους Αλβέρτο, Γεώργιο, Βικτωρία και Μαρία, καθώς και από οκτώ θωρηκτά σκάφη. Στις 1 μ.μ. οι Άγγλοι πρίγκιπες αποβιβάστηκαν και συνοδευόμενοι από τους βασιλείς και τον διάδοχο Κωνσταντίνο αναχώρησαν σιδηροδρομικώς για την Αθήνα όπου τους περίμεναν πλήθος κόσμου και επισήμων.
Στο μεταξύ, η πριγκίπισσα Σοφία συνοδευόμενη από την μητέρα της αυτοκράτειρα Φρειδερίκου και τις αδελφές της πριγκίπισσες Βικτωρία και Μαργαρίτα, έφταναν στην Βενετία όπου θα επιβιβάζονταν στην θαλαμηγό του Λόϋδ «Αυτοκράτειρα». Πριν επιβιβαστούν στη θαλαμηγό, επισκέφθηκαν τον ελληνικό ναό του Αγ. Γεωργίου, και στο βιβλίο των επισκεπτών, η Σοφία έγραψε το όνομα της στα ελληνικά. Η «Αυτοκράτειρα» κατέπλευσε στην Κόρινθο το απόγευμα της Παρασκευής, 14 Οκτωβρίου, απ’ όπου η μητέρα της Σοφίας τηλεγράφησε προς τον Κωνσταντίνο: «Πρίγκιπα διάδοχον Κωνσταντίνον, Αθήναις. Ώρα 4:45 μ.μ. – Αφίχθημεν ταύτην την στιγμήν μετά ωραίον ταξείδιον. Σας αναμένομεν.»
Ο ποιητής Γεώργιος Σουρής έγραφε στον»Ρωμηόν» εκείνη την ημέρα :
«Καλώς τη Νύφη την καλή στα φωτισμένα μέρη
καθένας νοιώθει μέσα του λαχτάρα να την δή
κι΄ο κόσμος την επρόσμενε ωσάν το περιστέρι
ὀπου στον Νώε ΄πέταξε με της εληάς κλαδί
Καλώς τη Νύφη την καλή και την νοικοκυρά
που έχει το βελόνι της για μοναχή χαρά
πριγκίπισσα στον αργαλειό και στου σπιτιού την τάξη
δεν εἰναι σαν αρχόντισσα μη βρέξη και μη στάξη
στολίδι και στις Ρήγισσαις και στις νοικοκυραίς
σε όλα μοιάζει της σεμνής και φρόνιμης Αρήττης
και τα βαρειά μεταξωτά και όλαις τις ουραίς
κουρέλια μόνον δύο λεπτών τα κάν΄ η αρετή της….»
Τα ξημερώματα της επόμενης έφτασαν στο Καλαμάκι, με την θαλαμηγό «Αμφιτρίτη» και το καταδρομικό «Ναύαρχος Μιαούλης», ο βασιλιάς Γεώργιος και ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Στις 9:30 π.μ. έφτασαν στην Κόρινθο σιδηροδρομικώς και στις 10:30 π.μ. υποδέχθηκαν την Σοφία, την αυτοκράτειρα και τις πριγκίπισσες. Μια μεγάλη βάρκα με διλπά κουπιά απομακρύνθηκε από την θαλαμηγό, διέσχισε γοργά την ήρεμη θάλασσα και πλησίασε στην ξηρά. Τα βλέμματα όλων ήταν προσηλωμένα προς τα εκεί. Η πριγκίπισσα Σοφία ντυμένη μ΄ένα λευκό φόρεμα πατούσε για πρώτη φορά το ελληνικό έδαφος. Ο βασιλιάς Γεώργιος την ασπάσθηκε πρώτος. Ἐπειτα ζωηρά συγκινημένος αντήλλαξε ασπασμό μαζί της και ο διάδοχος, ενώ το πλήθος ζητωκραύγαζε. Τα πρώτα λόγια της Σοφίας προς τον διάδοχο ήταν: «Διηνύσαμεν έξοχον πλόον….». Η αρχαιοπρεπής καθαρεύουσα της πριγκίπισσας είχε κάνει το θαύμα της. Ο καθηγητής της στην Γερμανία της έμαθε αρχαία ελληνικά!!
Με αμαξοστοιχία κατευθύνθηκαν στο Καλαμάκι και επιβιβάστηκαν στο «Αμφιτρίτη» υπό τους ήχους των πυροβόλων του «Μιαούλη». Δυο ώρες αργότερα τα ξένα και ελληνικά πολεμικά πλοία χαιρετούσαν την είσοδο της θαλαμηγού στο λιμάνι του Πειραιά με κανονιοβολισμούς. Οι ναύτες είχαν ανέβει στις κεραίες και τα κατάρτια των πλοίων και παρουσίαζαν ένα πολύ γραφικό θέαμα. Λίγο αργότερα η βασιλική οικογένεια της Ελλάδος και οι ξένοι βασιλείς ήρθαν να προϋπαντήσουν την πριγκίπισσα Σοφία στον προλιμένα. Νέοι κανονιοβολισμοί ανήγγειλαν ότι η Σοφία με ειδική αμαξοστοιχία συνοδευόμενη από την ελληνική βασιλική οικογένεια και όλους τους υψηλούς καλεσμένους και τους στρατιωτικούς με τις φανταχτερές στολές τους, θα έφταναν στην πρωτεύουσα που βρισκόταν σε αληθινό συναγερμό. Η μετάβαση από τον σιδηροδρομικό σταθμό Αθηνών μέχρι τα ανάκτορα ήταν μεγαλειώδης. Ο βασιλιάς και ο διάδοχος ήταν έφιπποι δεξιά και αριστερά της χρυσής άμαξας και η Σοφία σε όλη την διαδρομή ευχαριστούσε στα… αρχαία ελληνικά τον λαό που την επευφημούσε. Ακολουθούσαν δέκα αμάξια των ανακτόρων με τους συγγενείς της μνηστής και τους ξένους πρίγκιπες. Οι μαθήτριες των σχολείων της Αθήνας ντυμένες όλες στα λευκά, έρραιναν με άνθη την μέλλουσα βασίλισσα της Ελλάδος. Τα πλήθη που ακολουθούσαν συγκεντρώθηκαν στην πλατεία των ανακτόρων και ζητούσαν με φωνές και με θόρυβο να δουν την Σοφία. Ο βασιλιάς Γεώργιος τότε παρουσίασε την Υψηλή Μνηστή στον εξώστη των Ανακτόρων. Νέες εκδηλώσεις, ζητωκραυγές, τραγούδια, δάκρυα χαράς ήρθαν από το πλήθος.
Τελευταίος έφτασε στην Αθήνα ο αδελφός της Σοφίας, αυτοκράτορας Γουλιέλμος. Μυθικά πράγματα λέγονταν για τον Γερμανό αυτοκράτορα, τα οποία, άλλωστε, υποδαύλιζαν τόσο οι ελληνικές όσο και οι ξένες εφημερίδες. Πρόσφατο, στην μνήμη των Αθηναίων, ήταν το άρθρο της γαλλικής εφημερίδας «Φιγκαρό», που έλεγε ότι, στην Αθήνα, ο αυτοκράτορας δεν θα ασχοληθεί μόνο με την εγκατάσταση της αδελφής του, αλλά και με την εγκατάσταση της γερμανικής επιρροής στην Ελλάδα. Η άφιξή του ήταν γεμάτη επιβλητική μεγαλοπρέπεια. Στον Πειραιά έφθασε μιά ολόκληρη μοίρα από 10 πολεμικά πλοία, που υπογράμμιζε την δύναμη και το γόητρο της Γερμανίας, που βρισκόταν τότε στην ακμή της, έπειτα από δύο νικηφόρους πολέμους. Στον Κάϊζερ έγινε εξαιρετική υποδοχή. Και όταν βγήκε στον εξώστη των Ανακτόρων να χαιρετήσει τα πλήθη, είχε μια ωραία έμπνευση που προξένησε μεγάλη εντύπωση στους Αθηναίους της εποχής. Στράφηκε προς την Ακρόπολη, στάθηκε σε προσοχή και φέρνοντας το χέρι στο κράνος, χαιρέτησε τον Παρθενώνα, που λουζόταν στο γλυκό φως του φθινοπωρινού δειλινού.
Το βράδυ εκείνο, της παραμονής των γάμων, οι βασιλικοί προσκεκλημένοι παρακολούθησαν από τους εξώστες των ανακτόρων, μεγάλη λαμπαδηδρομία, και μετά το τέλος της, το πλήθος αξίωνε να δει από κοντά την Σοφία. Πράγματι, ο βασιλιάς Γεώργιος, η αυτοκράτειρα Φρειδερίκου και ο διάδοχος Κωνσταντίνος υποβαστάζοντας την Σοφία, κατέβηκαν την μεγάλη εξωτερική κλίμακα των Ανακτόρων για να βρεθούν, ακόμη πιο κοντά, στο λαό που τους επευφημούσε διαρκώς:
«Παιδιά, είπε ο Γεώργιος, αφού με πολλούς κόπους επέβαλε σιωπή. Σας εκφράζω εξ ονόματος όλων των παρ ημίν ξενιζομένων ηγεμόνων την ευγνωνοσύνην και την ευχαρίστησιν των δια την υποδοχήν και ενθουσιασμόν ον εδείξατε. Τα αισθήματα αυτά τιμώσι πάντα λαόν και εκτιμώνται παρά των ξένων. Εγώ είμαι πολύ ευχαριστημένος δια τα αισθήματα σας και σας ευχαριστώ πολύ. Ζήτω η Ελλάς.»
ΟΙ ΓΑΜΟΙ
Όταν τα πυροβόλα από τον λόφο Νυμφών ανήγγειλαν την ανατολή του ηλίου της Κυριακής 15 Οκτωβρίου 1889 (με το παλαιό ημερολόγιο), χιλιάδες Αθηναίοι είχαν, ήδη κατακλύσει τα πεζοδρόμια και τους εξώστες της διαδρομής που θα ακολουθούσε η γαμήλιος πομπή. Στις 12:15 κανονιοβολισμοί από τον λόφο Νυμφών ανήγγειλαν ότι η γαμήλια πομπή ξεκίνησε από τα ανάκτορα. Προηγείτο η χρυσή βασιλική άμαξα με την Σοφία και την αυτοκράτειρα Φρειδερίκου, ενώ έφιπποι δεξιά και αριστερά ο βασιλιάς Γεώργιος και ο Κωνσταντίνος, παραμέριζαν με τρόπο ευγενικό το πλήθος που είχε σπάσει την ζώνη των έφιππων χωροφυλάκων και έλουζε την Σοφία με ρύζι και κουφέτα. Ο αττικός ουρανός χαμογελούσε. Θα έλεγε κανείς πως ήταν άνοιξη και όχι φθινόπωρο. Η άμαξα που χρησιμοποιήθηκε για να μεταφέρει την πριγκίπισσα Σοφία της Πρωσίας από τα ανάκτορα στην Μητρόπολη την ημέρα των γάμων είχε την δική της ιστορία. Η άμαξα αυτή ανήκε στον εγγονό του βασιλέως της Γαλλίας Καρόλου Χ, τον δούκα του Σαμπόρ που πίστευε πως ο βασιλικός θεσμός θα επανήρχετο στην Γαλλία. Την είχε ετοιμάσει για να κάνει την επίσημη είσοδο του στο Παρίσι ως νέος βασιλιάς της χώρας. Αλλά ο δούκας ντε Σαμπόρ πέθανε το 1883 χωρίς να γίνει πραγματικότητα το όνειρό του. Ο βασιλιάς Γεώργιος αγόρασε την άμαξα του που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στους γάμους της Σοφίας και του Κωνσταντίνου. Η ίδια άμαξα μετέφερε όλες τις νύφες στους βασιλικούς και πριγκιπικούς γάμους που έγιναν στην Μητρόπολη των Αθηνών. Για πολλά χρόνια αγνοούσαμε την τύχη της άμαξας αυτής. Βρέθηκε το καλοκαίρι του 2020 στους στάβλους του Γεωργίου Α’ στο Τατόι σε πολύ καλή κατάσταση και έχει μεταφερθεί σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο.
Την επιβλητικότερη εμφάνιση έκανε ο αυτοκράτορας Γουλιέλμος, και όπως μας πληροφορούν οι εφημερίδες: «έφερε κράνος επί του οποίου αργυρούς αετός επικαθήμενος επί την κορυφήν εταπείνου τον τράχηλον και ανέτεινε τας πτέρυγας. Ο ξανθός άναξ εν τη εξαστραπτούση εκείνη στολή δεν είχε πλέον την όψη θνητού, εφαίνετο μυθικόν τι πρόσωπον, αληθής Λοέγγριν της παραδόσεως.» Η ωραιότερη εμφάνιση ήταν της πριγκίπισσας της Ουαλίας. «Εξ όλων των στομάτων εξέφευγεν αλαλαγμός θαυμασμού εις την θέαν της πριγκιπίσσης της Ουαλίας, ης η ένθεος καλλονή εν τη βαρυτιμοτάτη περιβολή της είχε τι ομοιάζον προς οπτασίαν, προς αποκάλυψιν…»
Ο Μητροπολιτικός ναός του οποίου οι καμπάνες κάλυπταν τις κωδωνοκρουσίες των άλλων ναών, ασφυκτιούσε από στολές, λοφία, παράσημα. Στην είσοδο του υπήρχε μια τεραστίων διαστάσεων ελληνική σημαία με κεντημένη την εικόνα του ευαγγελισμού στο κέντρο της. Πρώτοι εισήλθαν οι βασιλικοί καλεσμένοι και τελευταίοι ο διάδοχος Κωνσταντίνος με την πριγκίπισσα Σοφία. Τα μόνα κοσμήματα που φορούσε η νύφη, ήταν σειρά μαργαριταριών στο στήθος τα οποία συνδεόντουσαν με δυο διαμαντένιες πόρπες και στο κεφάλι της, μαζί με τα άνθη, ένα μεγάλο διαμάντι. Εξαιρετική εντύπωση έκανε και το φόρεμα της βασίλισσας Όλγας: «Είναι η γνωστή στολή των χωρικών της Αττικής, ολίγον τροποποιημένη, εκ λευκής τσόχας εγχωρίου, μετά πλαισίου εξ ερυθρού βελούδου. Άνωθεν δε, του μετώπου φέρει περιδέραιον βαρυτίμων φλωρίον.»
Με μεγαλοπρέπεια προχώρησε το ζεύγος προς την εξέδρα που είχε στηθεί απέναντι από την Ωραία Πύλη, η οποία είχε καλυφθεί με γαλανόλευκο τάπητα, του εργαστηρίου απόρων γυναικών. Μπροστά τους, αντί της συνηθισμένης τραπέζης είχε τοποθετηθεί:
«ο εν τω ναϊδρίω του Αγίου Ελευθερίου σωζόμενος λίθος, ο μετενεχθεις εκ Κανά της Γαλιλαίας και εφ ου εκάθησεν, κατά την παράδοσιν, ο Ιησούς ότε ηυλόγησε τον τελεσθέντα εκεί γάμον και ετέλεσε τα θαύμα της μεταβολής του ύδατος εις οίνον. Η χρησιμοποίησις του ιστορικού αρρήτου αρώματος και ιερότητος μνημείου δια τους γάμους του πρώτου Έλληνος διαδόχου γίνεται πόθω και διαταγή της φιλοχρίστου βασιλίσσης μας.»
Το μυστήριο άρχισε με μεγάλη κατάνυξη. Τις βέρες αντάλλαξε δακρυσμένη η βασίλισσα Όλγα, ενώ παράνυμφοι ήταν ο τσάρεβιτς Νικόλαος και ο πρίγκιπας Ερρίκος της Πρωσίας που κρατούσαν τα βυζαντινά στέμματα πάνω από τα κεφάλια του διαδοχικού ζεύγους. Μία ώρα κράτησε η ιεροτελεστία. Οι χρυσοΰφαντες και αργυροΰφαντες στολές των ηγεμόνων, τα ξίφη και τα κράνη που άστραφταν, οι Έλληνες αξιωματικοί και οι αξιωματικοί των ξένων πλοίων, οι πλούσιες και κομψές εσθήτες των βασιλισσών, των πριγκιπισσών και των κυριών της ακολουθίας, οι πολυποίκιλες στολές των διπλωματών, οι γραφικές ενδυμασίες των Δημάρχων της χώρας με τις φουστανέλες με τα χρυστοστολισμένα σελάχια, οι Αρχιερείς με τα χρυσά τους άμφια και τις μίτρες με τα πετράδια που λαμποκοπούσαν, τα κηροπήγια με τις συμβολικές επτάφωτες λυχνίες τους, η βαρειά και συγκινημένη φωνή του Μητροπολίτου, η χορωδία που έψαλλε, όλα αυτά έδιναν έναν τόνο επιβλητικού μεγαλείου και θρησκευτικού δέους στην τελετή.
Όταν το μυστήριο τέλειωσε, άρχισε ο ασπασμός των νεονύμφων, ενώ οι καμπάνες όλων των εκκλησιών εσήμαναν χαρμόσυνα και κανονιοβολισμοί δονούσαν την πόλη. Συγχρόνως η Στρατιωτική μουσική στην πλατεία έπαιζε εθνικά εμβατήρια και ο Στρατός παρουσίαζε όπλα.
Η έξοδος των νεονύμφων έδωσε το σύνθημα σε νέες ενθουσιώδεις εκδηλώσεις του πλήθους. Και το θέαμα του λαού εκείνου δεν ήταν απλώς ένα ξέσπασμα χαράς. Ήταν κάτι περισσότερο.
Ήταν ένα φτερούγισμα της Ελληνικής ψυχής, που άγγιζε τα μεγάλα όνειρα του Γένους.
Η επιστροφή της πομπής στα ανάκτορα έγινε με μεγάλη τάξη και αυστηρό πρωτόκολλο. Η άμαξα με τους νεονύμφους ήταν πρώτη. Αμέσως μετά την επιστροφή έγινε και άλλη ιεροτελεστία σύμφωνα με το δόγμα των Διαμαρτυρομένων στο οποίο ανήκε η Σοφία.
Ολόκληρη εκείνη η μέρα πέρασε με χορούς και τραγούδια από τον λαό που πανηγύριζε για το ευτυχισνένο γεγονός της Δυναστείας της χώρας του.
Ένα ακόμη ασυνήθιστο θέαμα για τους Αθηναίους ήταν τα πυροτεχνίματα που κάηκαν το βράδυ στο πεδίο του Άρεως και η φωταγώγηση της Ακροπόλεως.
Ιδιαίτερα λαμπρό ήταν το επίσημο γεύμα των ανακτόρων, στο οποίο παρακάθησαν 240 προσκεκλημένοι.
«Προπίνω εις την υγείαν του αυτοκράτορος της Γερμανίας, είπε ο βασιλιάς Γεώργιος…… Εκφράζω την ευγνωμοσύνην μου προς τον βασιλέα των Ελλήνων, απήντησε ο Γουλιέλμος, και τον λαόν της Ελλάδος και ιδιαιτέρως το δήμον Αθηναίων δια την εγκάρδιον υποδοχήν ην μοι έκαμαν. Χαίρω δε πολύ, ότι την πεφιλημένην μου αδελφήν εμπιστεύομαι εις τόσον ευγενή λαόν. Ζήτω ο βασιλεύς των Ελλήνων.»
Οι γιορτές των βασιλικών γάμων ήταν λαμπρές και παραμυθένιες. Το ξημέρωμα βρήκε τον λαό να γιορτάζει στις γειτονιές των Αθηνών, και οι εγκάρδιες ευχές όλων, προς το νεόνυμφο ζεύγος για «ευδαιμονίαν και ευκαρπίαν», αντηχούσαν από άκρη σε άκρη της πόλης.
Την επόμενη ημέρα έγινε στ΄Ανάκτορα η τελετή του χειροφιλήματος. Σ΄αυτή την τελετή η πριγκίπισσα Σοφία, σύμφωνα με το έθιμο που είχε καθιερωθεί στην Ελληνική Αυλή από την εποχή της Αμαλίας, εμφανίστηκε με εθνική ενδυμασία. Και η γνώμη όλων ήταν πως η Σοφία ήταν πολύ όμορφη και χαριτωμένη αν και την φορούσε για πρώτη φορά.
Την ίδια ημέρα ο βασιλιάς Γεώργιος παρέθεσε γεύμα στους τετρακόσιους Δημάρχους της Ελλάδος. Και ήταν μία γραφική και ανοιχτόκαρδη συγκέντρωση όπου φορούσαν οι περισσότεροι τις τοπικές τους ενδυμασίες. Ο Γεώργιος μίλησε εγκαρδίως με όλους χωρίς διακρίσεις και με μεγάλη απλότητα. Στο πρόσωπο ενός Δημάρχου μικρού δήμου, ο βασιλιάς ανεγνώρισε έναν παλιό του μάγειρα, που δειλός και ντροπαλός του έδωσε το χέρι.
– Μπράαβο Γιάννη, του είπε ο βασιλιάς Γεώργιος. Και Δήμαρχος λοιπόν; Σε συγχαίρω και δεν το περίμενα. Εύχομαι να σε δω και Βουλευτή.
– Ευχαριστώ Μεγαλειότατε, ετραύλησε ο Δήμαρχος. Προόδευσα…
– Ναι, το βλέπω, Γιάννη, απάντησε ο Γεώργιος. Μόνο του λόγου μου δεν προόδευσα. Βασιλιά με άφησες, βασιλιά με βρίσκεις….
Ο πανηγυρισμός των γάμων από το λαό εξακολούθησε αρκετές ημέρες ακόμα. Η μικρή τότε πρωτεύουσα με τους επίσημους ξένους και τους Έλληνες που είχαν έλθει από τις επαρχίες και το εξωτερικό παρουσίαζε όψη αυνήθιστη. «Ενόμιζε τις – έγραφαν με ενθουσιασμό οι δημοσιογράφοι της εποχής – ότι ευρίσκετο εν μεγαλοπόλει τινί της Δύσεως. Τοιαύτη κίνησις, θόρυβος, φωναί, ανησυχία, συνωστισμός επικρατούσε».
Τις πρώτες μέρες το Διαδοχικό ζεύγος τις πέρασε στο ανάκτορο του Τατοΐου ανάμεσα στην ειδυλλιακή ατμόσφαιρα του ελληνικού τοπίου. Ύστερα εγκαταστήθηκε σ΄ένα από τα ωραιότερα σπίτια των Αθηνών που ανήκε στο Νεγρεπόντη και βρισκόταν στην οδό Όθωνος και Αμαλίας. Το ανακτορό τους ολοκληρώθηκε το 1897 στην οδό Ηρώδου Αττικού. Σήμερα στεγάζει την Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας.
* Δείτε ΕΔΩ το πρώτο μέρος του αφιερώματος στους Βασιλικούς Γάμους στην Ελλάδα!
♦ Απαγορεύεται ρητά η αντιγραφή του παρόντος άρθρου ολόκληρου ή μέρους αυτού καθώς και η αναδημοσίευση του με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσον!