Τον Οκτώβριο του 1949, μετά την λήξη του εμφυλίου πολέμου, η βασίλισσα Φρειδερίκη παραχώρησε συνέντευξη στον Καναδό δημοσιογράφο Μαξ Ήστμαν του περιοδικό Reader’s Digest στα Ανάκτορα των Αθηνών, με σκοπό να γίνει γνωστό στον υπόλοιπο κόσμο το δράμα που ζούσε η Ελλάδα την εποχή εκείνη.
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
«Γνωρίζετε τι μπορεί να κάνει μία γυναίκα σε μία χώρα με κατεστραμμένα 4.000 χωριά και πόλεις από τους Ιταλούς, τους ναζί και τους κομμουνιστές;
Με τόσες χιλιάδες ορφανά παιδιά που λιμοκτονούν, χωρίς αγάπη, χωρίς οικογένεια;
Αυτή και αν είναι δουλειά για μένα. Να τα σώσω, να τα βοηθήσω να μεγαλώσουν σωστά και να μην καταντήσουν ανάπηρα σωματικά ή διανοητικά».
Η ίδια έκανε λόγο για 18.000 παιδιά τα οποία ως τη στιγμή εκείνη είχαν συγκεντρωθεί σε 48 στρατόπεδα ενώ σύντομα αναμενόταν ο αριθμός τους να αυξηθεί σε 25.000.
«Μόνο στο στρατόπεδο του Αγίου Ανδρέα, στην Αττική, στις εγκαταστάσεις ενός καζίνο που είχαν χτίσει οι Γερμανοί, φιλοξενούμε 700 κορίτσια ηλικίας 6-14 ετών. Εκεί περνάω πολύ χρόνο, δοκιμάζοντας το φαγητό τους, ελέγχοντας τους ξενώνες και τα κρεβάτια που κοιμούνται, συζητώντας με τις ανάδοχες οικογένειες που ενδιαφέρθηκαν να τα υιοθετήσουν. Όλα αυτά τα έργα, κύριε Ήστμαν, έγιναν χωρίς δεκάρα κρατική ή ξένα χρήματα. Ήταν αρκετή μία μόνο έκκληση μου μέσω ραδιοφώνου και εφημερίδων για να συγκεντρωθούν 4 εκατομμύρια δολάρια. Έδωσαν όλοι τον οβολόν τους, πλούσιοι και φτωχοί. Με απόφαση των εργατικών συνδικάτων και εθελοντική εργασία μίας μόνο Κυριακής συγκεντρώθηκαν 240.000 δολάρια. Φυσικά,οι κομμουνιστές αντέδρασαν καταγγέλλοντας τους μοναρχοφασίστες, όπως αποκαλούν την κυβέρνηση, και εμένα ότι τάχα η βασίλισσα τούς κλέβει τα λεφτά. Τα συνδικάτα όμως τους αγνόησαν. Οι Έλληνες εργάτες είναι από τα πιο τίμια και φωτισμένα στοιχεία της ελληνικής κοινωνίας και ξέρουν καλά πόσα υπέφεραν τα ελληνόπουλα από τους κομμουνιστές».
Ο Ήστμαν, που δεν έκρυψε στο κείμενό του πόσο γοητευμένος ένιωσε από την πρώτη στιγμή που συνάντησε «αυτή τη μικρόσωμη, λεπτή σαν κοριτσάκι μητέρα τριών παιδιών», η οποία εισέβαλε στο δωμάτιο αναμονής όπου μια κυρία επί των τιμών τον είχε οδηγήσει, προσφέροντάς του καφέ. «Πουθενά στην Ελλάδα δεν αρχίζεις μία δουλειά χωρίς να πιεις ένα φλιτζάνι τούρκικο καφέ» σημείωνε ο ίδιος, ενώ περιέγραφε τη Φρειδερίκη «μέσα στο ροζ λινό της φόρεμα απέραντα απλή, χαμογελαστή, χωρίς κοσμήματα παρά μόνο ένα ασημένιο βραχιόλι με πέτρες νεφρίτη στον αριστερό της καρπό, με μικρά μπλε ζωηρά μάτια και μπούκλες γύρω από το κεφάλι της, χαριτωμένη γαλλική μύτη και, φυσικά, πλατιά φρύδια που περιέργως δεν είχε φροντίσει να αλλοιώσει το σχήμα τους και μακάρι να το έκαναν όλες οι γυναίκες!».
Αξίζει να σημειωθεί η εξής επισήμανση του Ήστμαν: «Αν και η βασίλισσα από μικρή ανέφερε ότι προσπάθησε να ερμηνεύσει τις κοινωνικές ανισότητες διαβάζοντας πολύ Πλάτωνα, Έλληνα φιλόσοφο, γνωστό για τις συντηρητικές ″Περί Πολιτείας″ απόψεις του, η ίδια είχε καταφέρει με τη δράση της να μετατρέψει το πολίτευμα της χώρας από απλή βασιλεία σε ″κοινωφελές βασιλικό πολίτευμα″».