″Καθώς η χώρα αντιμετωπίζει κατάρρευση, ο πρώην μονάρχης κάνει μια δραματική επιλογή″.
Η συνέντευξη που παραχώρησε ο βασιλεύς Κωνσταντίνος στους Nicholas Gage και Johan Paulson Gage στο περιοδικό Town & Country.
Επιμέλεια μετάφρασης: Ανδρέας Μέγκος
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα βασίλειο δίπλα στη θάλασσα, ένας όμορφος 24χρονος βασιλιάς παντρεύτηκε μια όμορφη 18χρονη πριγκίπισσα, οι άνθρωποι του βασιλείου χάρηκαν και ο βασιλιάς και η βασίλισσα ζούσαν σε ένα χρυσό παλάτι στην πρωτεύουσα, περικυκλωμένο από το Βασιλικό Κήπο. Ο βασιλιάς σε αυτό το παραμύθι ήταν ο Κωνσταντίνος Β′ της Ελλάδας. Η έφηβη νύφη του ήταν η πριγκίπισσα Άννα-Μαρία της Δανίας. Αλλά το 1967, τρία χρόνια μετά το γάμο τους, μετά από ένα πραξικόπημα και ένα αποτυχημένο κίνημα, το νεαρό ζευγάρι και τα δύο μικρά παιδιά τους εκδιώχθηκαν από την Ελλάδα και έζησαν περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες στην εξορία. Το 1974, ενώ ο Κωνσταντίνος ζούσε στην Αγγλία και χωρίς να μπορεί να υποστηρίξει τις θέσεις του, οι υπήκοοι του κατάργησαν τη μοναρχία και αφαίρεσαν από τη βασιλική οικογένεια τα ανάκτορα, τους τίτλους, τα ακίνητα και τα διαβατήριά τους.
Τώρα, σχεδόν 50 χρόνια αφού εγκατέλειψε την Ελλάδα, τη στιγμή που η υδρόγειος κοιτά τη χώρα με οίκτο και θλίψη, ενώ πλούσιοι Έλληνες έχουν κρύψει από καιρό τα χρήματά τους σε άλλες χώρες και καθώς οι νέοι Έλληνες αναζητούν απεγνωσμένα τρόπους για να πάνε οπουδήποτε αλλού για να βρουν δουλειά, ο Κωνσταντίνος, όχι νέος πλέον, επέλεξε να επιστρέψει στην πατρίδα του, επενδύοντας μεγάλα ποσά σε ένα νέο σπίτι για τα υπόλοιπα χρόνια του και ζει ως κοινός θνητός.
Δεν είναι ότι η ζωή στην εξορία δεν του έδωσε χαρές. Ο Κωνσταντίνος έχει διαπρέψει επί δεκαετίες στην κορυφή της διεθνούς κοινωνίας, έχοντας στενές φιλικές σχέσεις με τους βασιλείς της Ευρώπης (οι περισσότεροι από αυτούς είναι συγγενείς του). Το 1986, για να γιορτάσει τα 40α γενέθλια της βασίλισσας Άννας-Μαρίας , ο Κωνσταντίνος παρέθεσε δεξίωση στο ξενοδοχείο Claridges του Λονδίνου στην οποία ήταν προσκεκλημένοι η βασίλισσα Ελισάβετ και ο πρίγκιπας Φίλιππος (ξάδελφος του Κωνσταντίνου), μαζί με τον πρίγκιπα Κάρολο και την πριγκίπισσα Νταϊάνα, ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος της Ισπανίας και η σύζυγός του, βασίλισσα Σοφία (αδελφή του Κωνσταντίνου), η βασίλισσα Μαργκρέτε της Δανίας (κουνιάδα του) και σχεδόν όλοι οι άλλοι βασιλείς της Ευρώπης. Η λαμπερή ομήγυρη χόρεψε υπό τους ήχους της ορχήστρας του Lester Lanin μέχρι την αυγή, οπότε και σερβιρίστηκε το πρωινό. Όταν ο Κωνσταντίνος έγινε 60 ετών, το 2000, ο πρίγκιπας Κάρολος παρέθεσε ένα γκαλά στο σπίτι του στο Highgrove. Ήταν με την ευκαιρία αυτή που η βασίλισσα Ελισάβετ και η Καμίλα Πάρκερ Μπόουλς είχαν την πρώτη τους ιδιωτική συνομιλία.
Έτσι, το ερώτημα πρέπει να τεθεί: Γιατί, κατά την περίοδο της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης, o Κωνσταντίνος επέλεξε να επιστρέψει ως κοινός θνητός στην Ελλάδα, στη χώρα που του αφαίρεσε το στέμμα του και την υπηκοότητα;
«Είναι ένα μυστήριο για μας» λέει ο Ντίνο Αναγνωστόπουλος, δια βίου φίλος του τέως βασιλιά και πρώην συμμαθητής του. «Δεν καταλαβαίνω πώς ένας άνθρωπος που ξέρει όλους τους σημαντικούς ανθρώπους του κόσμου θα επέλεγε να πάει πίσω στην Ελλάδα, και ιδιαίτερα τώρα, όταν η χώρα περνάει τέτοιες δύσκολες εποχές».
Το ″γιατί″ έχει γίνει το κεντρικό μυστήριο της ζωής του Κωνσταντίνου. Από κοντά είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Μιλάει άπταιστα αγγλικά με λίγη βρετανική προφορά και απολαμβάνει να ακούει και να λέει ένα καλό αστείο, ακόμα και εις βάρος του. Παρ′ όλα αυτά, είναι δύσκολο να γίνουν αντιληπτοί οι λόγοι της απόφασης του 75χρονου τέως βασιλιά να επιστρέψει στον τόπο γέννησής του. Στην πραγματικότητα, χρειάστηκαν τρεις συνεντεύξεις – δύο στην Αθήνα, μία στο Λονδίνο- πριν μιλήσει σχετικά με το θέμα.
Όλοι θα το καταλάβαιναν αν δεν ήθελε να επιστρέψει, λόγω των συχνά τραυματικών γεγονότων της ζωής του, αρχίζοντας με τη φυγή της οικογένειάς του από την Ελλάδα με την εισβολή των Γερμανών, όταν ήταν ενός έτους. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο Κάιρο, όπου ο πρίγκιπας, βρέφος, παραλίγο να πεθάνει μετά από μια σκόπιμα λανθασμένη διάγνωση από έναν γιατρό, ο οποίος ήταν κομμουνιστής πράκτορας (μια δεύτερη γιατρός διέγνωσε οξεία σκωληκοειδίτιδα και συνέστησε έγκαιρη χειρουργική επέμβαση). Ένα χρόνο αφότου η οικογένειά του επέστρεψε στην Ελλάδα, όταν ήταν 6 ετών, έγινε ο διάδοχος του θρόνου όταν ο άτεκνος θείος του, ο βασιλιάς Γεώργιος Β′, πέθανε και ο πατέρας του πήρε το θρόνο ως βασιλιάς Παύλος.
Οι γονείς του πρίγκιπα ίδρυσαν ένα αυστηρό οικοτροφείο, τα Ανάβρυτα, για την εκπαίδευσή του και επέλεξαν 14 αγόρια για να γίνουν συμμαθητές του. Έγιναν οι στενότεροι φίλοι του δια βίου. Τα Σαββατοκύριακα, μακριά από το καθεστώς του ″σπαρτιάτικου″ σχολείου – κρύο ντους και τρέξιμο στις έξι το πρωί -, ο νεαρός πρίγκιπας καλούσε τους φίλους του στα θερινά ανάκτορα του Τατοΐου, βόρεια της Αθήνας, όπου οι γονείς του έδιναν χορούς, με τις Ελληνίδες κόρες να ονειρεύονται να κλέψουν την καρδιά του. Δεν ήταν γραφτό. Στα 19 του, σε μια επίσημη επίσκεψη στη Δανία, ερωτεύθηκε κεραυνοβόλα την πριγκίπισσα Άννα-Μαρία, μικρότερη κόρη του βασιλιά Φρειδερίκου Θ′ της Δανίας και αδελφή της σημερινής βασίλισσας, Μαργκρέτε Β′. Εκείνη ήταν μόλις 13. Κατά τη δεύτερη συνάντησή τους, το 1961, όταν εκείνη ήταν 15 και αυτός 21 ετών, ανακοίνωσε στους γονείς του ότι επρόκειτο να παντρευτεί την Άννα-Μαρία . «Δε ζήτησα άδεια, ούτε πρότεινα. Μίλησα γι′ αυτό ως τετελεσμένο γεγονός» θυμάται.
Το να πείσει τον πατέρα της Άννας-Μαρίας ήταν πιο δύσκολο. Όταν ζήτησε την άδεια του Φρειδερίκου για να παντρευτεί την κόρη του, ο βασιλιάς κλείδωσε τον Κωνσταντίνο στο μπάνιο. Όταν ο Φρειδερίκος είπε στη σύζυγό του, βασίλισσα Ίνγκριντ, για την πρόταση γάμου, αυτή του πρότεινε να απελευθερώσει τον Κωνσταντίνο και να ανοίξει ένα μπουκάλι σαμπάνια.
Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν αδέξιος. Ήταν ένας τολμηρός νεαρός Ολυμπιονίκης, καθώς είχε κερδίσει το Χρυσό Μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, το 1960, το πρώτο χρυσό μετάλλιο για την Ελλάδα από το 1912. «Είναι το πιο υπέροχο συναίσθημα που είχα ποτέ, έπειτα από τον αρραβώνα με τη γυναίκα μου» λέει.
Το Μάρτιο του 1964, ο βασιλιάς Παύλος πέθανε από καρκίνο, και έτσι ο 23χρονος γιος του έγινε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος. Ο νέος βασιλιάς και η Άννα-Μαρία παντρεύτηκαν έξι μήνες αργότερα, στην Αθήνα, δύο εβδομάδες μετά τη συμπλήρωση των 18 ετών της νύφης. «Ήμουν ο πρώτος βασιλιάς που παντρεύτηκε στην Ελλάδα» λέει με ένα χαμόγελο. «Και πέρυσι είχαμε την τύχη να γιορτάσουμε την 50η μας επέτειο στην Αθήνα, στο πρώην βασιλικό Yacht Club στον Πειραιά».
Λιγότερο από τρία χρόνια, αφότου ο Κωνσταντίνος έγινε βασιλιάς, μια ομάδα ακροδεξιών αξιωματικών του στρατού με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο οργάνωσε πραξικόπημα, στις 21 του Απρίλη του 1967, περικυκλώνοντας το Τατόι με τανκς. Πολλοί Έλληνες υπέφεραν κάτω από τη δικτατορία του Παπαδόπουλου. «Εκείνο το βράδυ οι συνταγματάρχες συνέλαβαν κάπου μεταξύ 6.000 και 8.000 άτομα, συμπεριλαμβανομένου και όλου του προσωπικού μου, σε λιγότερο από δύο ώρες» είπε ο Κωνσταντίνος: «Έπρεπε να σκεφτώ όλο αυτό το αίμα που θα χυνόταν εάν εγώ τους αντιτασσόμουν ανοιχτά». Ένα μήνα μετά το πραξικόπημα, ο βασιλιάς συνάντησε μια ομάδα παλιών συμμαθητών του. Σύμφωνα με τον Αναγνωστόπουλο, όταν επέπληξε τον Κωνσταντίνο για την αναγνώριση του καθεστώτος, εκείνος τους είπε: «Μην ανησυχείτε, σε έξι μήνες όλα θα ρυθμιστούν».
Στις 13 Δεκεμβρίου 1967, πριν από την αυγή, ο βασιλιάς ξεκίνησε ένα κίνημα και έφυγε μαζί με την έγκυο σύζυγό του, τη δύο ετών κόρη τους, Αλεξία, τον επτά μηνών πρίγκιπα Παύλο, τη μητέρα του Κωνσταντίνου, βασίλισσα Φρειδερίκη, και την αδελφή του, πριγκίπισσα Ειρήνη, στην Καβάλα, μια πόλη στη βόρεια Ελλάδα, ένα μέρος όπου πίστευε ότι ο στρατός και οι στρατηγοί του ήταν ακόμη πιστοί σε αυτόν. Σκόπευε να δημιουργήσει μια εναλλακτική κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη στην Ελλάδα. Η αεροπορία και το ναυτικό συντάχθηκαν αμέσως με τον βασιλιά, αλλά οι συνταγματάρχες στην Αθήνα συγκρότησαν μια δύναμη που κατευθύνθηκε βόρεια και μέσα σε λίγες ώρες ήταν σαφές ότι το κίνημα είχε αποτύχει. «Κατάλαβα αργότερα πως όταν ξεκινάς κάτι τέτοιο, θα πρέπει να πιάσει από την πρώτη ώρα, δύο ώρες, κατ′ ανώτατο όριο, αλλιώς είναι χάσιμο χρόνου» λέει ο Κωνσταντίνος. «Θα πρέπει να το επιβάλεις με πολλή αιματοχυσία. Οι Έλληνες είχαν περάσει έναν τρομερό εμφύλιο πόλεμο και εγώ δεν επρόκειτο να τους υποβάλω ξανά σε κάτι τέτοιο». Εκείνο το βράδυ, για να αποφύγει την ανοιχτή σύγκρουση, ο Κωνσταντίνος έφυγε με την οικογένειά του από τη χώρα, για την Ιταλία, με τον ίδιο στο τιμόνι του αεροπλάνου. «Είχαμε λιγότερο από τρία λεπτά καύσιμα όταν προσγειωθήκαμε» λέει. «Έπρεπε να δανειστώ 300 δολάρια από τον ιπποκόμο μου για να ανεφοδιαστεί με καύσιμα το αεροπλάνο, και χρειάστηκε ο κουνιάδος μου, ο βασιλιάς Χουάν Κάρλος, να μου στείλει ρούχα».
Αμέσως μετά τα αγωνιώδη γεγονότα, η βασίλισσα Άννα-Μαρία υπέστη αποβολή. «Ήταν μια πολύ σκοτεινή περίοδος της ιστορίας μας» λέει ο Κωνσταντίνος με εμφανή συγκίνηση. «Πολλοί αξιωματικοί οι οποίοι με υποστήριξαν είχαν άσχημη αντιμετώπιση από τους συνταγματάρχες όταν απέτυχε το κίνημα. Αλλά τουλάχιστον είχαμε όλοι κάνει μια μεγάλη προσπάθεια για την απελευθέρωση της χώρας μας από εκείνη τη δικτατορία».
Από τη Ρώμη, ο Κωνσταντίνος δήλωσε: «Είμαι σίγουρος ότι θα επιστρέψω όπως έκαναν οι πρόγονοί μου». (Τόσο ο παππούς του βασιλιά Κωνσταντίνου όσο και ο θείος του βασιλιάς Γεώργιος Β′ πέρασαν μεγάλο μέρος της βασιλείας τους στην εξορία κατά τη διάρκεια των παγκόσμιων πολέμων, με τον Γεώργιο Β′ να σχολιάζει ότι ″το πιο σημαντικό εργαλείο για έναν βασιλιά της Ελλάδας είναι μια βαλίτσα″). Ο Κωνσταντίνος και η οικογένειά του έζησαν για δύο μήνες στην ελληνική πρεσβεία στη Ρώμη και στη συνέχεια για πέντε χρόνια σε ένα σπίτι σε προάστιο. Κατά τη διάρκεια του επόμενου έτους η χούντα έστειλε βολιδοσκοπήσεις προς τον βασιλέα, προσπαθώντας να διαπραγματευτεί τους όρους της επιστροφής του, αλλά εκείνος επέμενε για την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Ο ίδιος πιστεύει ότι οι συνταγματάρχες οργάνωσαν δύο απόπειρες κατά της ζωής του. «Τη δεύτερη φορά», είπε, «ήμουν έτοιμος να πάω στην Τεχεράνη για να συναντήσω το Σάχη. Όταν έφτασα στο αεροδρόμιο του Heathrow, παρατήρησα ότι η πτήση ήταν αρκετά μεγάλη, με δύο στάσεις, γι′ αυτό άλλαξα σε μια απευθείας πτήση με την British Airways. Όταν έφτασα στην Τεχεράνη, ο Σάχης μου είπε ότι στο δεύτερο μέρος της πτήσης οι άνθρωποι του συνέλαβαν έναν πληρωμένο δολοφόνο. Τι συνέβη στον άνθρωπο; – ρώτησε τον Σάχη. «Θέλεις πραγματικά να μάθεις;» του απάντησε εκείνος.
Το 1973 οι συνταγματάρχες της χούντας αντικαταστάθηκαν από νεότερους αξιωματικούς, και όταν οι νέοι ηγέτες προσπάθησαν να οργανώσουν πραξικόπημα στην Κύπρο, το καλοκαίρι του 1974, προκαλώντας την εισβολή της Τουρκίας στο νησί, το στρατιωτικό καθεστώς στην Ελλάδα κατέρρευσε. Δεδομένου ότι η δικτατορία κατέρρεε, ο βετεράνος πολιτικός ηγέτης Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην αυτοεξορία του στο Παρίσι, ήταν σε συνεχή τηλεφωνική επαφή με τον εξόριστο βασιλιά στο Λονδίνο. «Είχαμε μιλήσει στη διάρκεια της ημέρας», λέει ο Κωνσταντίνος, «και εκείνο το απόγευμα ο Καραμανλής μου είπε ότι του είχαν ζητήσει να πάει πίσω στην Αθήνα. Ρώτησα, ″ποιοι;″ και μου απάντησε άνθρωποι που εκπροσωπούσαν τη χούντα. Τον ρώτησα ″να έρθω μαζί σου;″ και μου απάντησε ″όχι, επιτρέψτε μου να πάω και να δω τι συμβαίνει και θα σας τηλεφωνήσω το πρωί″. ″Φυσικά″, συνεχίζει ο Κωνσταντίνος, ″δε με πήρε ποτέ″».
Ο Καραμανλής ίδρυσε ένα κόμμα, τη Νέα Δημοκρατία, που κέρδισε μια μεγάλη νίκη το Νοέμβριο του 1974 και, στη συνέχεια,ο πρώην σύμμαχος του Κωνσταντίνου ζήτησε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για τη μοναρχία στις 8 Δεκεμβρίου. Ο βασιλιάς δεν επιτρεπόταν να πάει στην Ελλάδα για να κάνει καμπάνια ή να μιλήσει με τους ανθρώπους και όταν τα αποτελέσματα ανακοινώθηκαν, μόνο το 31% του πληθυσμού είχε ψηφίσει υπέρ της επιστροφής του βασιλιά. Έχοντας χάσει κάθε ελπίδα για την επιστροφή της μοναρχίας, ο έκπτωτος βασιλιάς εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο, όπου είχε μετακομίσει το 1973. Άνοιξε ένα γραφείο στο Mayfair και διατήρησε την επαφή με τους υποστηρικτές του, στους οποίους περιλαμβάνονται πλούσιοι Έλληνες πλοιοκτήτες με βάση τη Βρετανία.
Το 1980, ο Κωνσταντίνος και η Άννα-Μαρία ίδρυσαν το Ελληνικό Κολλέγιο του Λονδίνου, όπου τα δικά τους παιδιά εκπαιδεύτηκαν στην ελληνική και την αγγλική. (Μετά τη διαφυγή από την Ελλάδα και την αποβολή, η Άννα-Μαρία γέννησε στη Ρώμη τον πρίγκιπα Νικόλαο, το 1969, και στη συνέχεια, στο Λονδίνο, την πριγκίπισσα Θεοδώρα, το 1983, και τον πρίγκιπα Φίλιππο το 1986).
Μια καταστροφική στιγμή στη μακρά εξορία του Κωνσταντίνου ήρθε το Φεβρουάριο του 1981, όταν η μητέρα του πέθανε, σε ηλικία 63 ετών, στη Μαδρίτη από καρδιακή ανεπάρκεια κατά τη διάρκεια επέμβασης στα βλέφαρα. Η ελληνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει στον πρώην βασιλιά και την οικογένειά του να έρθουν για λίγες μόνο ώρες για να θάψει τη μητέρα του στο νεκροταφείο της οικογένειας στο Τατόι, όπου ο Κωνσταντίνος και οι αδελφές του είχαν περάσει ειδυλλιακά καλοκαίρια ως παιδιά.
Ο Κωνσταντίνος άρχισε τις διαπραγματεύσεις το 1986 με την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου προκειμένου να γίνει μια ρύθμιση για τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία που του ανήκαν: το 10.000 στρεμμάτων κτήμα του Τατοΐου, το βασιλικό κτήμα του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα (γενέτειρα πολλών βασιλέων αλλά και του πρίγκιπα Φιλίππου, που είναι πλέον ένα δημόσιο πάρκο και μουσείο) και 7.500 στρέμματα δάσους στην Κεντρική Ελλάδα. Δύο χρόνια αργότερα, «καταλήξαμε σε μια συμφωνία που ο Παπανδρέου επρόκειτο να υπογράψει την Πέμπτη», λέει ο Κωνσταντίνος, «αλλά Τετάρτη κατέρρευσε από ένα πρόβλημα με την καρδιά του και μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο στην Αγγλία. Η συμφωνία μας δεν υπογράφηκε ποτέ». Όταν ο Παπανδρέου έχασε τις εκλογές τον επόμενο χρόνο, οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν με τη νέα κυβέρνηση και επιτεύχθηκε μια προσωρινή συμφωνία. Αλλά όταν ο Παπανδρέου επέστρεψε στην εξουσία το 1993, την ανακάλεσε.
Όπως εξηγεί ο Κώστας Στρογγυλός, παλιός φίλος του Κωνσταντίνου και γραμματέας του από το 1999, «σύμφωνα με το νέο νόμο, που ψηφίστηκε το 1994, το σύνολο της περιουσίας του βασιλιά είχε κατασχεθεί από το ελληνικό κράτος. Ο νόμος αναφέρει ακόμη ότι, προκειμένου ο βασιλιάς και η οικογένειά του να πάρουν ελληνικά διαβατήρια, θα έπρεπε να δεχτούν το δημοψήφισμα για την κατάργηση της μοναρχίας και να επιλέξουν ένα επώνυμο, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται από όλους τους Έλληνες πολίτες». Ο βασιλιάς τότε απευθύνθηκε στο Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο παρέκαμψε το ζήτημα του επιθέτου και ζήτησε αποτιμήσεις των ιδιοκτησιών του τέως βασιλιά. Εκτιμητές της κυβέρνησης έθεσαν την αξία στα 550 εκατομμύρια δολάρια – σύμφωνα με τον Στρογγυλό ο βασιλιάς την υπολόγισε στα 500 εκατομμύρια. Το δικαστήριο παρέδωσε την υπόθεση σε επιτροπή, η οποία αγνόησε τις εκτιμήσεις και αποφάσισε πως ο βασιλιάς θα έπρεπε να συμβιβαστεί με 12 εκατομμύρια και η αδελφή του, Ειρήνη, με 900.000. Η ελληνική κυβέρνηση περίμενε μέχρι την τελευταία ημέρα της προθεσμίας για την πληρωμή και τότε πλήρωσε τον βασιλιά, παίρνοντας χρήματα από το Ταμείο υπέρ των θυμάτων φυσικών καταστροφών, προκειμένου να φανεί ο Κωνσταντίνος ως υπεύθυνος για μείωση των πόρων έκτακτης ανάγκης της χώρας του. Εκείνος αντέδρασε με την τοποθέτηση των χρημάτων στο Ίδρυμα Άννα-Μαρία, που έχει σκοπό να διαθέτει τα κεφάλαια αυτά στον ελληνικό λαό για χρήση σε «έκτακτες φυσικές καταστροφές και άλλους φιλανθρωπικούς σκοπούς». Ο Κωνσταντίνος επιμένει ότι έχει δεχτεί εδώ και χρόνια την κατάλυση της μοναρχίας. «Αν οι Έλληνες αποφάσισαν ότι θέλουν μια δημοκρατία, έχουν το δικαίωμα να την έχουν και θα πρέπει να αφεθούν σε ηρεμία για να την απολαύσουν» δήλωσε στο «Time» το 2002.
Ήταν όμως αδύνατο να αποδεχθεί την αναγκαστική εξορία. Για να κρατήσουν τον Κωνσταντίνο και την οικογένειά του εκτός Ελλάδας, στις αρχές του 1980, η κυβέρνηση έστειλε παραγγελία σε όλα τα προξενεία να αρνηθούν οποιοδήποτε αίτημα από τα μέλη της τέως βασιλικής οικογένειας για ανανέωση των διαβατηρίων τους, καθιστώντας τους ουσιαστικά απάτριδες. Για λίγο διάστημα ταξίδευαν με τα διαβατήρια που τους είχε εκδώσει η ισπανική κυβέρνηση, στα οποία ο τέως βασιλιάς αναγραφόταν ως ″Constantino de Grecia″. Τώρα ο ίδιος και η σύζυγός του ταξιδεύουν με διαβατήρια της Δανίας, ως ″Βασιλέας Κωνσταντίνος″ και ″Βασίλισσα Άννα-Μαρία″. Η πρώτη φορά που η τέως βασιλική οικογένεια επέστρεψε στην Ελλάδα μετά την ταφή της βασίλισσας Φρειδερίκης ήταν το 1993, όταν πήγαν στη Θεσσαλονίκη, επιβιβάστηκαν σε σκάφος ενός φίλου και έπλευσαν στο Αιγαίο με προορισμό το Πόρτο Χέλι. Ο Κωνσταντίνος θυμάται ότι σε όλη τη διάρκεια της διαδρομής τον ακολουθούσαν σκάφη του ναυτικού, λες και η θαλαμηγός του ήταν δύναμη εισβολής.
Καθώς οι Θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004 στην Αθήνα πλησίαζαν, όλοι γνώριζαν ότι ο πρώην βασιλιάς θα έπρεπε να έρθει στην Ελλάδα ως επίτιμο μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. «Από τότε που ανακηρύχθηκε η δημοκρατία μέσω δημοψηφίσματος, το 1974, αποφάσισα να μείνω μακριά και να μην παρεμβαίνω» λέει. «Αλλά με την πάροδο του χρόνου είχα την αίσθηση ότι επρόκειτο να πουν ότι θα εκμεταλλευθώ την παρουσία μου στους Ολυμπιακούς Αγώνες για να επιστρέψω ως βασιλιάς. Δε θα δεχόμουν κάτι τέτοιο. Έτσι επέστρεψα στη Ελλάδα, το 2003, το έτος πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όλοι αιφνιδιάστηκαν». Όταν ο Κωνσταντίνος και η Άννα-Μαρία προσγειώθηκαν στην Αθήνα, «ήταν σαφές ότι κανείς δε συνειδητοποίησε ότι ήμασταν στο αεροπλάνο. Δείξαμε τα διαβατήρια και ξαφνικά κάποιος είπε: ″Ο βασιλιάς είναι στο VIP lounge!″ και επικράτησε αναταραχή. Τότε κάλεσα τον Έλληνα πρέσβη στο Λονδίνο και του είπα: πες στην κυβέρνηση ότι ο βασιλιάς είναι πίσω στην Ελλάδα και πως αυτό είναι το δρομολόγιό μου. Πάω στο Τατόι για να κάνω ένα μνημόσυνο για τους γονείς μου και στη συνέχεια θα πάω στο ξενοδοχείο Πεντελικόν να περάσω τη νύχτα. Θα φύγω το επόμενο πρωί. Ήρθα για να τους δείξω ότι μπορούσα να έρθω όταν ήθελα εγώ να έρθω, όχι όταν κάποιος μου πει ότι μπορώ». Μετά την πρώτη επίσκεψη-έκπληξη, ο βασιλιάς και η οικογένειά του άρχισαν να έρχονται πιο συχνά, χωρίς να προκαλούν αναταραχή.
Αλλά η άφιξή του στην Ελλάδα, ως εκπρόσωπου των Ολυμπιακών Αγώνων το καλοκαίρι του 2004 είχε αναπάντεχη στήριξη από όλα τα μέρη του πολιτικού φάσματος. «Καθώς πλησίασα τον Πρόεδρο, όλα τα μάτια ήταν πάνω μας» θυμάται ο Κωνσταντίνος. «Είπα στον καημένο τον άνθρωπο: Κύριε Πρόεδρε, θα μου κάνεις ένα ρουσφέτι; Και εκείνος ρώτησε: Τι έχεις στο μυαλό σου; Του είπα θέλω να καλέσεις την οικογένειά μου στο ανάκτορο για να δούμε πώς είναι σήμερα». ″Φυσικά″ μου απάντησε. ″Απλά πείτε στη γραμματέα μου και τον δικό σας να συμφωνήσουν σχετικά με την ημερομηνία″.
Η επίσκεψη στο αλλοτινό ανάκτορο και σημερινό Προεδρικό Μέγαρο έγινε στις 24 Δεκεμβρίου 2004. «Ήταν φρικτό!» αναφωνεί ο Κωνσταντίνος. «Όλα τα παλιά υπνοδωμάτια δεν υπήρχαν. Χάθηκαν! Όλα τα άλλα, κάθε δωμάτιο, είναι πλέον γραφεία. Ρώτησα τον Πρόεδρο ″πόσοι άνθρωποι εργάζονται εδώ;″ και μου είπε 120. Εγώ είχα 13″. «Σήμερα για την ασφάλεια του Προέδρου δαπανάται ένα τεράστιο ποσό, και σύμφωνα με το Σύνταγμα αμείβεται με μισθό και τα χρήματά είναι δικά του» λέει ο Κωνσταντίνος. «Πλέον η λειτουργία του Προεδρικού Μεγάρου πληρώνεται με χρήματα των φορολογουμένων. Τα τηλέφωνα του προέδρου, η θέρμανση, τα αυτοκίνητα, οι οδηγοί, τα ρούχα, οι επισκέψεις αρχηγών κρατών – όλα είναι πληρωμένα από το κράτος. Για μας ήταν το ακριβώς αντίθετο. Μας έδιναν το ποσό των επτά εκατομμυρίων δραχμών νομίζω και πλήρωσα για τη δική μου εκπαίδευση από την κληρονομιά μου, επειδή τα χρήματα του πατέρα μου τελείωναν. Δεν ήθελαν τη βασιλεία γιατί έλεγαν ότι κοστίζει πολύ. Αλλά κοστίζει πολύ λιγότερο! Σήμερα έχουμε, δεν ξέρω, τρεις ή τέσσερις πρώην επικεφαλής του κράτους εν ζωή. Όλοι παίρνουν σύνταξη, το ίδιο και η ασφάλειά τους, οι οδηγοί και οι γραμματείς».
Μέσα από όλες τις αντιξοότητες, που ο Κωνσταντίνος έχει περάσει όλα αυτά τα χρόνια, ο μόνος ″θεσμός″ που του έχει δώσει την αίσθηση της ασφάλειας είναι η φιλία των 14 ανδρών που, πριν από χρόνια, επελέγησαν να είναι συμμαθητές του στη νεοσυσταθείσα τότε Σχολή Αναβρύτων. Τα αγόρια είχαν επιλεγεί μέσα από τεστ νοημοσύνης και αντιπροσώπευαν όλα τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. «Η Σχολή ιδρύθηκε στην Κηφισιά από τον βασιλέα Παύλο, έτσι ώστε ο Κωνσταντίνος να εκπαιδευτεί παρέα με έξυπνα Ελληνόπουλα από διαφορετικά υπόβαθρα» λέει ο Παναγιώτης Σουκάκος, ο οποίος ήταν ένας από εκείνα τα 14 αγόρια και τώρα είναι καθηγητής της ορθοπεδικής χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. «Ιδρύθηκε με τις αρχές του γερμανικού εκπαιδευτικού, Kurt Hahn, ο οποίος ίδρυσε το Gordonstoun στη Σκωτία, όπου έχουν φοιτήσει μέλη της βασιλικής οικογένειας της Αγγλίας, όπως ο πρίγκιπας Φίλιππος και ο πρίγκιπας Κάρολος. Από τους 14 συμμαθητές, οι 13 είναι ακόμη ζωντανοί. Όλοι τα πήγαν καλά. Πέντε έγιναν πανεπιστημιακοί καθηγητές, τέσσερις στην ιατρική και ένας στην πυρηνική φυσική. Οι άλλοι έγιναν πετυχημένοι επιχειρηματίες».
Ιστορίες της πίστης και την ευγένειας του Κωνσταντίνου για τους παλιούς συμμαθητές του αφθονούν. «Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν μόνο κουμπάρος στο γάμο μου και στο γάμο της κόρης μου, αλλά βάφτισε και τις δύο εγγονές μου» λέει ο Αναγνωστόπουλος, ο οποίος θεωρεί ότι η απόφαση του φίλου του να επιστρέψει στην Ελλάδα, τελικά, έχει να κάνει με το ότι ″θέλει να τερματίσει τη ζωή του εκεί όπου ξεκίνησε αυτό. Ο Κωνσταντίνος είναι πιο ευτυχισμένος όταν είναι εδώ″. «Είναι νοσταλγία για την πατρίδα», λέει ο Σουκάκος. «Εκτός από την οικογένειά του και το ότι αντιστάθηκε στη χούντα, αυτός είναι πιο περήφανος για το ολυμπιακό χρυσό μετάλλιο που κέρδισε για την Ελλάδα. Ποτέ δεν έχει σκεφτεί οποιοδήποτε άλλο μέρος σαν πατρίδα». Πίσω στο 2002, ο Κωνσταντίνος είχε πει στον Larry King ότι το μόνο καλό πράγμα σχετικά με τη ζωή στην εξορία ήταν ότι «είχα πολύ περισσότερο χρόνο για να δω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν».
Αλλά τα παιδιά έχουν πια μεγαλώσει και έχουν φύγει. Ο μικρότερος γιος του, ο Φίλιππος, 29 ετών, εργάζεται σε χρηματιστηριακή εταιρεία στη Νέα Υόρκη και η μικρότερη κόρη του, Θεοδώρα, 31, είναι ηθοποιός στο Χόλιγουντ. Ο Νικόλαος, 45, είναι παντρεμένος με την Τατιάνα Μπλάτνικ και ζει στο Καστρί, σε ένα διαμέρισμα που ανήκει στην κόρη της παλαιάς Νέμεσης του βασιλιά, του Ανδρέα Παπανδρέου. Ο μεγαλύτερος γιος του, Παύλος, 48, παντρεύτηκε τη Μαρί Σαντάλ Μίλερ, και ζουν με τα πέντε παιδιά τους στο Λονδίνο . Η πρωτότοκη, Αλεξία, 50, είναι παντρεμένη με τον αρχιτέκτονα, Κάρλος Μοράλες Κιντάνα, και ζουν με τα τέσσερα παιδιά τους στην Ισπανία. «Ο μεγαλύτερος εγγονός μου έγινε 16 χθες» λέει ο Κωνσταντίνος. «Είναι δύτης, κωπηλάτης, μαθητής… Είμαστε πολύ τυχεροί με τα εγγόνια μας».
Πριν από επτά χρόνια, σε ηλικία 68 ετών, ο Κωνσταντίνος υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση καρδιάς στο Λονδίνο, μια υπενθύμιση της θνητότητας του, που τροφοδότησε αναμφισβήτητα την επιθυμία του να μετακομίσει. Όταν είναι στην Ελλάδα, ζει στο Πόρτο Χέλι, την παραθαλάσσια πόλη που επισκέφτηκε χρόνια πριν ακολουθούμενος από το Ελληνικό Ναυτικό. Σύμφωνα με τον Κώστα Στρογγυλό, ο Κωνσταντίνος χρηματοδότησε την αγορά του σπιτιού από την «πώληση ακινήτων του Λονδίνου με καλό κέρδος. Έβγαλε επίσης χρήματα από επιχειρηματικές συμφωνίες στη Μέση Ανατολή». Το αποτέλεσμα είναι ένας πλούσιος, αν και λιγότερο βασιλικός, τρόπος ζωής που συμπεριλαμβάνει την άλλη μεγάλη του αγάπη: τη θάλασσα. «Μπορεί να βγει με το καΐκι του όποτε θέλει, και το κάνει σχεδόν κάθε απόγευμα» λέει ο Στρογγυλός. «Είναι στη θάλασσα από τις τρεις έως επτά, βρίσκει ένα ήσυχο όρμο, και ρίχνει άγκυρα εκεί για να κολυμπήσει και να χαλαρώσει».
Κοντά στο τέλος των συνεντεύξεων μας, ο Κωνσταντίνος μιλά για τους λόγους της επιστροφής του. «Καθόμασταν στο εστιατόριο Βυζαντινό του Hilton Αθηνών με τον Νικόλαο. ″Κοίτα την αρχαία ελληνική ιστορία″ μου λέει. ″Όλοι οι Έλληνες που ζουν στην εξορία θέλουν να επιστρέψουν. Είναι στο αίμα″. Παραδόξως, εκείνη που το ήθελε περισσότερο ήταν η γυναίκα μου. Νομίζω ότι συνειδητοποίησε ότι θα ήμουν ευτυχής μόνο αν ερχόμουν πίσω στο σπίτι μου».
Αλλά γιατί, όταν τόσοι πολλοί άλλοι έχουν επιλέξει να φύγουν, ο ίδιος έχει πάει προς την αντίθετη κατεύθυνση και ρισκάρει τη διόλου ευκαταφρόνητη περιουσία του στη χώρα που τον έδιωξε; Γιατί να επιστρέψει στην πατρίδα του, όταν αυτή βρίσκεται σε οικονομικό χάος;
Κατά κάποιο τρόπο, οι λόγοι για την επιστροφή του αντανακλούν τη στάση του σχετικά με το μέλλον της χώρας του. Η Ιστορία παρουσιάζει επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για την ανθεκτικότητα των Ελλήνων. «Έχουν δει το βιοτικό επίπεδο να πέφτει κατά 30% και η ανεργία είναι στα ύψη» λέει. «Είναι οδυνηρό να βλέπουμε πόσο υποφέρουν. Αλλά οι Έλληνες είναι δυνατοί άνθρωποι, που όχι μόνο ξέρουν πώς να απολαύσουν τη ζωή, αλλά και πώς να υπομείνουν δυσκολίες. Έχουμε υποστεί αιώνες υποδούλωσης υπό τους Οθωμανούς Τούρκους, μια βίαιη ναζιστική κατοχή και έναν καταστροφικό εμφύλιο πόλεμο, αλλά ανακάμψαμε. Ο καθένας μας πρέπει να προσέξει ώστε η ένδοξη χώρα μας να μην πέσει στο εθνικό διχασμό, που έφερε τόση δυστυχία στο παρελθόν. Έχω την πίστη ότι οι Έλληνες θα αντιμετωπίσουν τα τρέχοντα προβλήματα με υπομονή και αποφασιστικότητα και ότι θα τα καταφέρουν».
Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας, ο Κωνσταντίνος εκμυστηρεύτηκε πως έχει ήδη αποφασίσει πού θα ταφεί: στο βασιλικό νεκροταφείο του Τατοΐου. «Στην οικογένειά μου δεν αρέσει όταν μιλάω γι′ αυτό, αλλά έχω επιλέξει το σημείο… το μέρος όπου βρίσκονται οι τάφοι κάτω από τα δέντρα, πιο κάτω και λίγο προς τα αριστερά του πατέρα μου, στραμμένοι προς τη θάλασσα…».
Είναι το κατάλληλο μέρος για να περάσεις την αιωνιότητα, με θέα ό,τι έχει κάνει τους Έλληνες να αναζητούν την επιστροφή στην πατρίδα τους, όπως ο Οδυσσέας την Ιθάκη. Όπως ο θρυλικός ήρωας του Ομήρου, ο πρώην βασιλιάς έχει επιστρέψει χωρίς τίτλο για να βρει ένα παλάτι που καταρρέει σε ερείπια, αλλά θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που βρίσκεται και πάλι στη μητρική γη, στη ζωή και στο θάνατο. Όπως έγραψε ο Καβάφης για τη μακροχρόνια αναζήτηση του Οδυσσέα:
Τὸ φθάσιμον ἐκεῖ εἶν᾿ ὁ προορισμός σου.
Ἡ Ἰθάκη σ᾿ ἔδωσε τ᾿ ὡραῖο ταξίδι.
Χωρὶς αὐτὴν δὲν θἄβγαινες στὸν δρόμο.
Ἄλλα δὲν ἔχει νὰ σὲ δώσει πιά.
Κι ἂν πτωχικὴ τὴν βρῇς, ἡ Ἰθάκη δὲν σὲ γέλασε.
Ἔτσι σοφὸς ποὺ ἔγινες, μὲ τόση πείρα,
ἤδη θὰ τὸ κατάλαβες οί Ἰθάκες τί σημαίνουν.
♦ Απαγορεύεται ρητά η αντιγραφή του παρόντος άρθρου ολόκληρου ή μέρους αυτού καθώς και η αναδημοσίευση του με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσον!