Ο βασιλεύς των Ρωμαίων (αυτοκράτορας του Βυζαντίου), ως μόνος αληθινός αυτοκράτορας και αντιπρόσωπος του Θεού στη Γη, ήταν ντυμένος με πανάκριβα ενδύματα και έφερε στέμμα, σκήπτρο και άλλα σύμβολα από πολύτιμους λίθους και χρυσό.
Από όλα τα ενδύματα και τα διακριτικά όμως, μόνο ένα στοιχείο αποτέλεσε διαχρονικά το αποκλειστικό σύμβολο της εξουσίας του:…τα υποδήματα του!
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Ο βασιλιάς φορούσε και άλλων ειδών υποδήματα, τα επίσημα όμως αυτοκρατορικά ήταν τα πορφυρά τσαγγία (ή τζαγγία). Τα τσαγγία κάλυπταν τις κνήμες, φτάνοντας ως το γόνατο. Δεν είναι ξεκάθαρο αν ήταν ψηλές μπότες (όπως φαίνονται σε κάποιες απεικονίσεις) ή μάλλον πιο σύνθετα υποδήματα, αποτελούμενα από ″πέδιλα″ και ″περικνημίδες″.
Το χρώμα τους ήταν το πορφυρό, βαθύ κόκκινο, ενώ τα αντίστοιχα τσαγγία του σεβαστοκράτορα (το δεύτερο τη τάξει αξίωμα) ήταν κυανά. Αν ο σεβαστοκράτωρ ήταν και αδελφός του αυτοκράτορα τότε αυτά έφεραν χρυσούς αετούς. [1]
Αετοί από πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια ή χρυσοΰφαντοι στόλιζαν και τα βασιλικά τσαγγία στα πλάγια των κνημών, ως τους ταρσούς.
Τα βασιλικά υποδήματα κατασκευάζονταν από ειδικό τεχνίτη, τον τζαγγά, φυλάσσονταν στο βεστιάριο και τα έφερνε στο βασιλιά ένα παιδί επιφορτισμένο με αυτήν την εργασία.[2] Ο αυτοκράτορας τα φορούσε σε περιπάτους, στις επίσημες τελετές (προκύψεις), αλλά και στη μάχη.
«Η μέντοι σπάθη του βασιλέως αεί εις το ρουχαρείον ευρίσκεται, τα δε υποδήματα εις το βεστιάριον. έστι δε και έτερον είδος υποδημάτων, α καλούνται τζαγγία, έχοντα εκ των πλαγίων κατά τας κνήμας και επί των ταρσών αετούς δια λίθων και μαργάρων, άτινα και φορεί ο βασιλεύς εις τε τους περιπάτους και τας προκύψεις. και ταύτα ποιών ού τζαγγάριος, ως οι έτεροι, αλλά τζαγγάς ονομάζεται. οπήνικα γουν δεήσει τον βασιλέα καβαλλικεύσαι, φέρει ατ υποδήματα παιδόπουλον του βεστιαρίου, ούτω κοινώς ονομαζομένου αλλαξιμαρίου.» (Γεώργιος Κωδινός, Περί Οφφικίων…,κεφ.5, 8-16).
Στο Λέοντα το Γραμματικό και αλλού αναφέρεται το εξής περιστατικό: Ο αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Γ′ (839-867), έχοντας νικήσει σε αρματοδρομία, κάλεσε τον πατρίκιο Βασιλισκιανό να φορέσει τα βασιλικά υποδήματα. Στο παλάτι του Αγίου Μάμαντα βρίσκονταν εκτός των άλλων ο Βασίλειος ο Μακεδόνας και η σύζυγός του, Ευδοκία. Οταν ο πατρίκιος δίστασε να φορέσει τα τσαγγία μπροστά στον ήδη συναυτοκράτορα Βασίλειο, ο Μιχαήλ δήλωσε πως στον ίδιο πηγαίνουν καλύτερα και ότι όπως έχρισε το Βασίλειο μπορεί να κάνει το ίδιο με κάποιον άλλο. [3] [4]
Ως γνωστόν, αργότερα τον Μιχαήλ έφαγε το μαύρο σκοτάδι από τον ευεργετηθέντα Μακεδόνα, που ανακηρύχθηκε αυτοκράτωρ ως Βασίλειος Α’. Το περιστατικό πάντως φανερώνει για άλλη μια φορά, πως τα βασιλικά υποδήματα ήταν το κύριο σύμβολο της εξουσίας του Αυτοκράτορα.
Τα μπλε τσαγγία…
Μετά τη μεγάλη νίκη στην Πελαγονία (1259), ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος έχρισε σεβαστοκράτορες τον πεθερό του Κωνσταντίνο Τορνίκιο και τον αδελφό του Κωνσταντίνο Παλαιολόγο (εικ. κάτω) που διακρίθηκαν στη μάχη.
Τα υποδήματα και των δύο ήταν μπλε, του Παλαιολόγου όμως, ως αδελφού του βασιλέα έφεραν χρυσούς αετούς:
«…(ο Μιχαήλ Παλαιολόγος) τὸν δὲ πενθερὸν αὐτοῦ τὸν Τορνίκην Κωνσταντῖνον μέγαν πριμμικήριον ὄντα τῷ τῶν σεβαστοκρατόρων τετίμηκεν ἀξιώματι. ἀλλὰ καὶ τὸν αὐτάδελφον αὐτοῦ Κωνσταντῖνον ἐκ καισάρων σεβαστοκράτορα κατωνόμακεν. ἐν τούτοις δὲ τὰ τῶν σεβαστοκρατόρων διέφερον, ἐν οἷς ὁ μὲν αὐτάδελφος τοῦ βασιλέως τοῖς κυανοῖς πεδίλοις ἐγκεκολλαμένους εἶχε καὶ χρυσουφεῖς ἀετούς, ὁ δὲ Τορνίκης γυμνὰ τούτων τὰ πέδιλα ὑπεδέδετο» [1].
30 Μαΐου 1453…
Μετά την Άλωση της Πόλης ο Μωάμεθ αναζήτησε το άψυχο σώμα του τελευταίου αυτοκράτορα, Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Παρά τις προσπάθειες ήταν αδύνατο να βρεθεί από τα χαρακτηριστικά του ή άλλα διακριτικά της στολής του. Τελικά η σορός του αυτοκράτορα εντοπίστηκε από τα πορφυρά τσαγγία με τους αετούς:
«ένθα δη τα πτώματα των αναιρεθέντων έκειτο σωροειδώς Χριστιανών τε και ασεβών. και πλείστας κεφαλάς των αναιρεθέντων έπλυναν, ει τύχη και την βασιλικήν γνωρίσωσι. και ούκ εδυνήθησαν γνωρίσαι αυτήν ει μη το τεθνεός πτώμα του βασιλέως ευρόντες, ο εγνώρισαν εκ των βασιλικών περικνημίδων ή και πεδίλων, ένθα χρυσοί αετοί ήσαν γεγραμμένοι, ως έθος υπήρχε τοις βασιλεύσι. και μαθών ο αμηράς περιχαρής και ευφραινόμενος υπήρχε. και προστάξει αυτού οι ευρεθέντες Χριστιανοί έθαψαν το βασιλικό πτώμα μετά βασιλικής τιμής.» [6]
Πηγές – Αναφορές:
[1]Γεώργιος Ακροπολίτης, Χρονική Διήγησις, 82[2]Γεώργιος Κωδινός, Περί Οφφικίων…,κεφ.5, 8-16
[3]Λέων Γραμματικός , 249-251
[4]Γεώργιος Μοναχός (Συνεχιστής Θεοφάνους), 835-836
[5]Αδαμάντιος Κοραής, ‘Ατακτα
[6]Γεώργιος Φραντζής, Χρονικόν…,Β.3,κεφ.9, 1-10