Το πρώτο του διάγγελμα
Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, με στολή στρατηγού, προχωρούσε μόνος σε ευρύχωρο κενό διάστημα, ενώ σε μικρή απόσταση πίσω, βάδιζαν ο διάδοχος Γεώργιος και ο πρίγκιπας Αλέξανδρος. Πιο πίσω ακολουθούσαν ο πρίγκιπας Γεώργιος με στολή αντιναυάρχου, και οι πρίγκιπες Νικόλαος, Ανδρέας και Χριστόφορος, με στολή υπασπιστών του Βασιλέως. Οι ξένοι αντιπρόσωποι ακολουθούσαν σε τριπλή σειρά, με τις στολές και τα παράσημα τους.
Το πιο αξιοθαύμαστο σημείο της όλης πένθιμης πομπής υπήρξε η παράταξη του κλήρου. Εξήντα Μητροπολίτες και Αρχιεπίσκοποι της Παλιάς Ελλάδος, της Ηπείρου, της Μακεδονίας, των Νήσων του Αρχιπελάγους, ολόκληρος η Ιερά Σύνοδος της Κύπρου και της Κρήτης, έλαβαν μέρος στην νεκρώσιμη ακολουθία και την εκφορά.
Χρυσοστόλιστοι, με τις απαστράπτουσες μίτρες και τις ποιμαντορικές ράβδους, οι εξήντα ανώτατοι κληρικοί, απέδωσαν τέλεια την μεγαλοπρέπεια και την επιβολή της Ελληνικής Εκκλησίας. Οι ξένοι έμειναν έκπληκτοι.
Ένας διάλογος λίγο πριν το τέλος
«Την μεσημβρίαν ο Βασιλεύς επρογευμάτισε μετά του Κυβερνητικού Επιτρόπου των Σιδηροδρόμων Μακεδονίας κ. Διαμαντίδου.
Ο κύριος Διαμαντίδης αφηγείτο κατόπιν, ότι ο Βασιλεύς ήτο φαιδρότατος και ομιλητικός καθ΄όλην την διάρκειαν του προγεύματος. Ήτο αισιόδοξος και ωμίλει με θέρμην και υπερηφάνειαν δια την μεγεθυνομένην Ελλάδα, εκφρασθείς πολλάκις αισιοδόξως περί του μέλλοντος της Ελληνικής φυλής, το οποίον προέβλεπεν ευρύτατον και ένδοξον. Ο βασιλεύς έδειξεν ιδιαίτερον ενδιαφέρον δια την μελετωμένην ένωσιν των σιδηροδρόμων μας, συστήσας μάλιστα ταχυτάτην εργασίαν προς περάτωσιν αυτής.
Λόγου γενομένου περί της Θεσσαλονίκης, ο Μεγαλειότατος εξεδήλωσεν εις τον κύριον Διαμαντίδην την αγάπην του προς την πόλιν του Αγίου Δημητρίου, και τον επιβεβαίωνεν ότι θα επεδίωκε να την εξωραΐση και να την καταστήση εντελώς Ευρωπαϊκήν.
Ο Βασιλεύς ανεμνήσθη επίσης, κατά την συνομιλίαν του με τον κ. Διαναντίδην, και των ναυμαχιών του Ελληνικού Στόλου προ του Ελλησπόντου, προσθέσας μεθ΄υπερηφάνειας:
-Εγώ έπρεπε κατά τας ναυμαχίας του στόλου μας να ευρισκόμην επί της γεφύρας του «Αβέρωφ». Δεν θα υπήρχε δι ΄εμέ ευτυχεστέρα στιγμή, διότι έζησα από μικρό παιδί εις την θάλασσαν.
Ο κ. Διαμαντίδης απαντών τότε προς τον Βασιλέα είπε:
– Σας θαυμάζομεν, Μεγαλιότατε, δια το προσωπικόν θάρρος Σας, αλλά Σας θέλομεν μακράν των κινδύνων.
Και ο Βασιλεύς απάντησε γελών:
– Μη φοβήσθε. Δεν με θίγουν εμένα αι σφαίραι…. »
Επιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου.
βιβλιογραφία και φωτογραφίες: Μηνιαία Εκονογραφημένη ΑΤΛΑΝΤΙΣ, Απρίλιος 1913. Ευχαριστώ τον κύριο Λ. Βουγιούκα για την παραχώρηση.