Στις αρχές του Ιανουαρίου του 1966 το περιοδικό «ΕΙΚΟΝΕΣ» παρουσίασε στο εξώφυλλό του την βασίλισσα Άννα-Μαρία φωτογραφημένη στα ανάκτορα του Τατοΐου. Το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό. Η πιο νέα και όμορφη βασίλισσα του κόσμου, σεμνή και κυρίως απλή, δέχτηκε να φωτογραφηθεί για τον ερχομό του Καινούργιου Χρόνου. Τότε αγνοούσαν όλοι πως αυτός ο νέος χρόνος έφερνε την βασιλική οικογένεια πιο κοντά στην εξορία και τα ανάκτορα του Τατοΐου στην σημερινή εξαθλίωσή τους. Η φωτογράφηση αυτή είναι ένα μικρό τεκμήριο από το εσωτερικό του ανακτόρου το 1966. Δυστυχώς τα περισσότερα ιστορικά αντικείμενα της βασιλικής οικογένειας έχουν χαθεί. Και δεν αναφερόμαστε μόνο στα έπιπλα και στους πίνακες. Πολύτιμα ασημένια αντικείμενα από την εποχή της βασιλείας του Κωνσταντίνου Ι και της Σοφίας που υπήρχαν στα ανάκτορα των Αθηνών, κατέληξαν στα σπίτια των στρατιωτικών την περίοδο της Χούντας. Ιστορικές φωτογραφίες, αλληλογραφίες με ιστορικά πρόσωπα στα τέλη του 19ου και 20ου αιώνα καταστράφηκαν. Αυτά τα λίγα που διασώθηκαν και βρίσκονται σε αποθήκες, συνεχίζουν την θλιβερή πορεία της καταστροφής τους, γιατί οι συνθήκες φύλαξής τους δεν είναι οι ιδανικές. Στην Ελλάδα δεν ξέρουμε να ξεχωρίζουμε τις πολιτικές πεποιθήσεις από την ιστορική αξἰα. Η διαφύλαξη ενός ιστορικού τεκμηρίου, ενός αντικειμένου τέχνης, η αποκατάσταση του ανακτόρου του Τατοΐου, δεν σημαίνει πως θα αναστήσουν … «τον μαρμαρωμένο βασιλιά»…… Η ιστορία μιας χώρας δεν διασὠζεται επιλεκτικά.
Κείμενο απο το περιοδικό «ΕΙΚΟΝΕΣ»
«Τα παλιά ρολόγια χτυπούσαν εννέα με ασημένιους ήχους. Στο τζάκι της «βιβλιοθήκης» έκαιγαν αρωματικά πευκόξυλα. Το ανάκτορο του Τατοΐου ησύχαζε μέσα στην χειμωνιάτικη νύχτα. Ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε, πλαισιώνοντας μιά ωραιότατη κοπέλλα. «Καλησπέρα σας!» Η βασίλισσα Άννα-Μαρία, αρχίζει με ωραία, μελωδικώτατα ελληνικά.
Πολύ συχνά η Βασιλική Οικογένεια δέχεται τους φωτογράφους. Άλλοτε έναν-έναν, άλλοτε πολλούς μαζί, άλλοτε Έλληνες και άλλοτε ξένους. Από τα παλιά χρόνια, ως τις πρόσφατες «φωτογραφικές συνεντεύξεις», το χιούμορ και η εγκαρδιότης – του Βασιλέως Παύλου πρώτα, του Βασιλέως Κωνσταντίνου ύστερα – υπήρξαν παράδοση. Αλλά αυτή την φορά στο πελώριο δωμάτιο «ποζάρει» μόνη η Άννα-Μαρία.
Ένα μακρύ φόρεμα από μπλε βελούδο σε ρομαντική γραμμή, κοσμήματα από διαμάντια και ρουμπίνια, λυγερή σιλουέττα και γοητευτικό χαμόγελο. Πάνω απ΄όλα όμως, ένας πράος και απόλυτα θετικός χαρακτήρας που έδειξε συνέπεια και αυτοκυριαρχία την «ώρα της δουλειάς» κάτω από εκτυφλωτικά φώτα. Κοιτάζοντας κενείς την Βασίλισσα να χαμογελάη, να βοηθάη τους φωτογράφους στο φτιάξιμο μιας κουρτίνας, να πατάη το πόδι της εκεί, ακριβώς, που το χαλί ανασηκωνένο δημιουργούσε μια δυσάρεστη σκιά, θυμάται τις «σταρ», τις μικρές και μεγάλες βεντέτες της οθόνης και της σκηνής. Ευγενική οικοδέσποινα η Άννα-Μαρία και πειθήνιο «μοντέλο», μοιάζει να έχη κάθε στιγμή την αίσθηση πως επικοινωνεί με τον κόσμο.
-«Θέλετε ν΄ανοίξω το πιάνο;» ρωτάει κάποια στιγμή.
-«Μάλιστα και αν θέλετε, να παίξετε, Μεγαλειοτάτη».
-«Δυστυχώς δεν ξέρω να παίζω πιάνο. Σκέφθηκα μόνο πως μπορεί να σας βοηθήσουν τα μαύρα και τα άσπρα των πλήκτρων!»
Σηκώνεται. Τακτοποιεί τα λουλούδια στο βάζο. Μετακινεί κάποιο από τα αντικείμενα, που βρίσκονται στο σαλόνι. Στέκεται σε γωνιές, που προσφέρουν «χρώμα», χαμογελάει, παρ΄όλο που είναι στόχος δέκα τουλάχιστον προβολέων.
-«Ζεσταίνεσθε Μεγαλειοτάτη;»
-«Λίγο. Αλλά τι σημασία έχει. Ο σκοπός είναι να βοηθήσω να κάνετε την δουλειά σας σωστά».
«Σπουδαίο κορίτσι η Άννα-Μαρία», είπε έξω από τα ανάκτορα κάποιος. Κ΄η συμφωνία υπήρξε ομὀφωνη.
Περιοδικό «ΕΙΚΟΝΕΣ» , τεύχος 533.