Από το ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά :
29 Οκτωβρίου, Τρίτη – 2α ημέρα
Τίποτε νεώτερον. Σύμπτυξις προφυλακών μας Ηπείρου εις την κυρίαν γραμμήν μάχης. Πίεσις αριστεράς πτέρυγος – όπισθεν Καλαμά. – Εδώ εργασία τακτοποιείται.- Επίσης σπίτι.- Κανείς βομβαρδισμός.- Με ανησυχεί η υπεραισιόδοξος Κοινή Γνώμη.
ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ ΤΖΙΦΟΥ «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ» (συνέχεια)
Και εσυνέχισε: ( Ο Μεταξάς)
«Από την στιγμήν αυτήν είναι περιττό να προσθέσω ότι η κατεύθυνσις του Έθνους είναι μία και μόνη και ότι οιαδήποτε κριτική θα θεωρηθή ως ηττοπάθεια, ως προδοσία και θα παταχθή αμειλίκτως.
Είμαι βέβαιος εν τούτοις, ότι το έθνος θ΄απαντήση ως εις άνθρωπος εις την φωνήν της Πατρίδος και όλοι θ΄αντιληφθούν ότι ο αγών αυτός είναι υπέρ βωμών και εστιών και ότι ουδέποτε η Πατρίς μας διέτρεξε παρομοίους κινδύνους από την εποχήν των Μηδικών Πολέμων».
Μετά από αυτές τις δηλώσεις, υπαγόρευσε στον γραμματέα το διάγγελμά του προς τον Ελληνικόν λαόν που κατέληγε με τον παιάνα της Σαλαμίνος: «Νυν υπέρ πάντων αγών».
Μέσα σε απόλυτο σιγήν εκυκλοφόρησαν αμέσως προς υπογραφήν τα διαγγέλματα της Γενικής Επιστρατεύσεως, στρατού, στόλου και αεροπορίας, της Πολιτικής Επιστρατεύσεως και πλείστα άλλα διατάγματα, τα οποία ήσαν καθ’ όλα έτοιμα και εις τας μικροτέρας λεπτομερείας από τον καιρό της ειρήνης και εκρατούντο μέσα σε σφραγισμένους φακέλλους.
Μετά την υπογραφήν των διαταγμάτων ο Πρόεδρος μας εζήτησε να εγκρίνωμε νόμο, συμβολικού προς το παρόν χαρακτήρος, ο οποίος αργότερα θα μπορούσε να καταστή ουσιαστικός με διατάγματα, με άρθρον μονον το εξής: » Ουδείς Έλλην καθίσταται πλουσιώτερος εκ του πολέμου».
Δεν γνωρίζω εάν ο νόμος αυτός εδημοσιεύθη ή αν, όπως είναι πιθανώτερον, προσέκρουσεν εις νομικάς αντιρρήσεις ή εάν αι πολλαί ασχολίαι του Προέδρου και ο πρόωρος θανατός του δεν επέτρεψαν την συμπλήρωσιν του νόμου δια των αναγκαίων νομοθετικών μέτρων. Πάντως η σκέψις αυτή κατεδείκνυε τας προθέσεις του.
Το Συμβούλιον αυτό ήτο συντομότατον και βάσταξε μόλις ένα τέταρτο της ώρας. Ο Βασιλεύς κατέφθασεν εν τω μεταξύ από το Τατόϊ και επηκολούθησε Πολεμικόν Συμβούλιον υπό την Προεδρίαν του με τους αρχηγούς του Στρατού και του Στόλου.
Μετ’ ολίγα λεπτά ευρισκόμουν στο Υπουργείο μου, όπου είχα χίλιες δύο διαταγές να δώσω και εκάλεσα αμέσως τους διευθυντάς των υπηρεσιών του Υπουργείου μου, τον Κεντρικόν Λιμενάρχη Πειραιώς και τους Διευθυντάς των Μεταφορών.
Ακόμα δεν είχε ξημερώσει.Ήταν περίπου 5 π.μ. Περιμένοντας να φθάσουν οι αξιωματικοί, βγήκα εις τον εξώστη του Γραφείου μου απέναντι από τα Παλαιά Ανάκτορα στην Λεωφόρο Αμαλίας, δια να δω εάν είχε αρχίσει καμία εξαιρετική κίνησις.
Η πόλις ήτο βυθισμένη ακόμη σε μία απόλυτη ηρεμία, εντελώς ανύποπτη από το δράμα που την περίμενε.
Φαντάζομαι ότι όλοι οι Έλληνες, ανεξαρτήτως φρονημάτων, εκείνο το πρωί εξύπνησαν και έμαθαν τα νέα με τα ίδια ακριβώς συναισθήματα: αγανάκτησις και μίσος κατά των Ιταλών δια την άδικη επίθεσι, αποφασιστικότης δια τον άνισο αγώνα, υπερηφάνεια δια την υπέροχον στάσιν του Μεταξά.
Εν τω μεταξύ κατέφθαναν ένας ένας οι ανώτεροι αξιωματικοί του Υπουργείου.
Η εργασία του Υπουργείου μας ήταν πολύ μεγάλη, διότι με την έκρηξιν του πολέμου, άλλων μεν Υπουργείων η εργασία είχε πολύ ελαττωθή ενώ αντιθέτως άλλων Υπουργείων η εργασία είχε διπλασιασθή και τριπλασιασθή.
Εις τους ώμους μου έπεφτε βάρος εντελώς δυσανάλογον, διότι εκτός από τα πολλά ζητήματα της ναυτιλίας είχα διορισθή μέλος της Ανωτάτης Επιτροπής ανεφοδιασμού, Διοικητής των θαλασσίων μεταφορών – ευθύνη κολοσσιαία διότι από αυτήν μεγάλως εξηρτάτο η επιτυχία του αγώνος και ο επισιτισμός – και τέλος Πρόεδρος της Αγγλο-Ελληνικής Επιτροπής Συντονισμού, από την οποίαν περνούσαν όλες οι συνεννοήσεις μεταξύ Υπουργείων και Αγγλικής Πρεσβείας, πλην των στρατιωτικής φύσεως που εγίνοντο απ΄ευθείας από τα Επιτελεία.
Είναι περιττόν άλλωστε και αδύνατον ν΄απαριθμήσω όλα τα μέτρα αυτά και τις τεράστιες δυσκολίες που είχαμε να υπερνικήσωμεν, χάρις όμως εις την πολύτιμον συνδρομήν όλων των υπηρεσιών μας και την μεγάλην βοήθεια της Αγγλικής Πρεσβείας κατωρθώσαμε ν’αντιμετωπίσωμεν με επιτυχίαν την πρώτην περίοδον της επιστρατεύσεως.
Ο ενθουσιασμός ήτο τόσος, ώστε γνωστός μου δικηγόρος κλάσεως μη επιστρατευομένης με παρεκάλεσε να του επιτραπή να βοηθήση εις την φόρτωσιν πλοίων στον Πειραιάν με πολεμοφόδια.
Μία φόρτωσις μουλαριών, που έπρεπε κανονικώς να πάρη 6 ώρες, είχε τελειώσει σε μία και μόνη ώρα.Τόσος ήτο ο ενθουσιασμός και η προθυμία όλων και μεταξύ των εργατών λιμένος δεν εγεννήθηκε το παραμικρό ζήτημα δι΄αμοιβάς και υπερωρίας παρά την υπεράνθρωπη εργασίαν των.
Αφού είχαν ληφθή τα πρώτα μέτρα, κατέβηκα στον Πειραιά, εις το Λιμεναρχείον και στην Διεύθυνσι Μεταφορών. Και εκεί επικρατούσε το ίδιο πνεύμα και η ίδια προθυμία όλων.
Κατά τις 11 το πρωί φάνηκαν τα πρώτα εχθρικά αεροπλάνα σε μεγάλο ύψος και άρχισε εντονώτατο το αντιαεροπορικό πύρ.
Ο κόσμος εν τω μεταξύ έμενε απαθέστατος σε σημεία επικίνδυνα και δεν έσπευδε στα καταφύγια, αλλά έμενε συγκεντρωμένος σε ομάδες κυττάζοντας τον ουρανό σαν να μην αντιλαμβάνεται τον κίνδυνον.
Το μεσημέρι εγύρισα στας Αθήνας και επήγα στο Στρατηγείο, να μάθω τα πρώτα νέα του μετώπου. Είχε μεταφερθεί εις το Ξενοδοχείον της Μεγάλης Βρεττανίας, όπου επίσης είχε συγκεντρωθή το γραφείο του Βασιλέως και του Προέδρου και η αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου.
Η συγκέντρωσις αυτή είχε προκαθορισθή, έως ότου να ετοιμασθούν τα μεγάλα καταφύγια με υπόγεια τηλέφωνα κλπ. κάτω από τα παλαιά Ανάκτορα. Ολόκληρο δίκτυο τηλεφωνικό ήταν καθ΄όλα έτοιμο στο Ξενοδοχείον.
Το θέαμα της μεγάλης τραπεζαρίας ήτο επιβλητικότατον. Άνω των διακοσίων αξιωματικοί όλων των όπλων σκυμμένοι επάνω σε επιτελικούς χάρτας και έγγραφα. Η κίνησις των αγγελιοφόρων ακατάπαυστη. Επικρατούσε εν τούτοις θαυμαστή τάξις και ησυχία, που έδιδε την εντύπωσιν ότι όλα είχαν προκαθορισθή και στις πιό μικρές λεπτομέρειες και τίποτε δεν είχε αφεθή στην τύχη.
Σε λίγο εσήμανε και δεύτερος συναγερμός και όλοι κατέβηκαν στο μεγάλο καταφύγιο του Ξενοδοχείου. Εκεί είχαν συγκεντρωθή, Βασιλεύς, Πρωθυπουργός, Υπουργοί, Στρατηγοί, Ναύαρχοι, Αξιωματικοί και πολιτικοί υπάλληλοι παντός βαθμού.
Τώρα που το σκέπτομαι, βρίσκω ότι αυτή η συγκέντρωσις όλων των αρχών σε ένα μόνον καταφύγιον ήταν πολύ επικίνδυνη, διότι τί θα είχε συμβεί εάν έπεφτε εκεί μία από τις πρώτες βόμβες;
Ενόσω ήμουν στον Πειραιά και παρά τα μέτρα που είχαν ληφθή δια να αποφευχθούν διαδηλώσεις λόγω του αεροπορικού κινδύνου, είχε σχηματισθή μεγάλη λαϊκή συγκέντρωσις απ΄έξω από το στρατηγείο με Αγγλικές και Τουρκικές σημαίες.
Μου είπαν ότι ο ενθουσιασμός ήτο απερίγραπτος και για ώρες ο κόσμος εζητωκραύγαζε υπέρ των συμμάχων μας, του Βασιλέως και του Μεταξά.
Η πρωτεύουσα είχε λάβει την πολεμικήν όψιν και όλοι ησχολούντο με την συσκότισιν των φώτων. Οι δρόμοι ήσαν γεμάτοι από στρατιωτικά αυτοκίνητα και μοτοσυκλέτες και τα τράμ, ιδίως τα άγοντα προς τα παραπήγματα, ήσαν γεμάτα μέχρι ασφυξίας επιστράτους.
βιβλιογραφία : Ιωάννου Μεταξά, Το προσωπικό του Ημερολόγιο, τόμος τέταρτος, 1933-1941 .Εκδόσεις Ίκαρος.
Κείμενο: Τεπη Πιστοφιδου