Ήταν 7 Σεπτεμβρίου 1960 και δεν υπήρχε τηλεόραση στην Ελλάδα. Φυσικά, δεν υπήρχε διαδίκτυο και το ραδιόφωνο σπάνια μετέδιδε αθλητικά γεγονότα. Περιοριζόταν στο ποδόσφαιρο. Κι όμως εκείνη τη μέρα το κρατικό ραδιόφωνο διέκοψε το πρόγραμμα του για να ανακοινώσει σ′ όλη τη χώρα τη μεγάλη είδηση:
Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος, σημαιοφόρος της Ελληνικής αποστολής στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης και μέλος της ελληνικής ομάδας ιστιοπλοΐας κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην ιστιοπλοϊκή κλάση «Ντράγκον» με το σκάφος του «Νηρεύς».
Κείμενο: Ανδρέας Μέγκος
Ο Διάδοχος Κωνσταντίνος ως πηδαλιούχος του σκάφους με πλήρωμα τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γιώργο Ζαϊμη, χάρισαν στην Ελλάδα το πρώτο της Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο, από το 1912 (όπου η Ελλάς κατέκτησε στην Στοκχόλμη δύο μετάλλια με τον Κώστα Τσικλητήρα) κερδίζοντας στην κλάση «Ντράγκον» της ιστιοπλοΐας, στον Κόλπο της Νάπολης.
Ο Οδυσσέας Εσκιτζόγλου απεβίωσε την Κυριακή 26 Αυγούστου 2018 σε ηλικία 86 ετών και ήταν ο πρώτος – μετά το 1896 – χρυσός ολυμπιονίκης μας που πεθαίνει. Αναδείχθηκε πέντε φορές πρωταθλητής Ελλάδας, ήταν πρωταθλητής Ευρώπης, αλλά και Μεσογειονίκης, ενώ είχε πετύχει και πολλές ακόμα σημαντικές διεθνείς διακρίσεις. Πήρε μέρος και σε ακόμα δύο Ολυμπιακούς Αγώνες, το 1964 στο Τόκιο, όταν κατετάγη στην όγδοη θέση με τον Θέμη Μαγουλά και τον Γιώργο Ζαΐμη, αλλά και το 1968 στο Μεξικό, όταν έφτασε στη 15η θέση με τον Αναστάσιο Βογιατζή και τον Γιώργο Ζαΐμη.
Ο Γιώργος Ζαϊμης έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών την Παρασκευή 1η Μαϊου 2020. Είχε γεννηθεί στον Πειραιά στις 28 Ιουλίου του 1937 και υπήρξε σπουδαίος αθλητής αλλά και καταξιωμένος παράγοντας, προσφέροντας ανεκτίμητες υπηρεσίες στον αθλητισμό, τον οποίο υπηρέτησε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Η σχέση του Κωνσταντίνου με την ιστιοπλοΐα άρχισε στην εφηβική ηλικία. Από μικρό παιδί, όμως, αγαπούσε τη θάλασσα και πολλές φορές, μαζί με τον πατέρα του Βασιλιά Παύλο, ξανοίγονταν σε αυτή και χαλάρωναν ψαρεύοντας με το σκάφος τους στα νερά του Σαρωνικού Κόλπου. Την ίδια αγάπη για το υγρό στοιχείο έτρεφαν και οι Πριγκίπισσες Σοφία και Ειρήνη.
Η ιστιοπλοΐα αποτελούσε ένα άθλημα, με το οποίο ασχολούνταν πολλά μέλη των βασιλικών οικογενειών της Ευρώπης, της ελληνικής μη εξαιρουμένης. Αρκετές φορές διεξάγονταν και αγώνες μεταξύ των μελών των βασιλικών οικογενειών, κάποιοι εκ των οποίων έλαβαν χώρα στο Μικρολίμανο.
Η επιθυμία του Διαδόχου να μάθει τα «μυστικά» της ιστιοπλοΐας αποτέλεσε αιτία για να αναζητήσει έναν από τους καλύτερους ιστιοπλόους της εποχής για δάσκαλο. Αυτός δεν ήταν άλλος από τον Οδυσσέα Εσκιτζόγλου, ο οποίος υπηρετούσε εκείνη την εποχή στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, στον Πειραιά. Μαζί με τον κατά οκτώ χρόνια μεγαλύτερό του ιστιοπλόο και την αδελφή του Σοφία, ξεκίνησαν τις πρώτες τους κούρσες με σκάφη τύπου «Lightning». Στη συνέχεια, ασχολήθηκαν με τα «Ντράγκον».
Η αντίστροφη μέτρηση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης είχε αρχίσει και σιγά σιγά ωρίμασε η ιδέα της συμμετοχής στη διοργάνωση. Ο Οδυσσέας Εσκιτζόγλου προτείνει στον Κωνσταντίνο ότι η Σοφία έπρεπε να αντικατασταθεί από έναν άνδρα προκειμένου το πλήρωμα να είναι πιο δυναμικό και η πριγκίπισσα από τακτικό μέλος έγινε αναπληρωματικό η οποία λάμβανε και εκείνη μέρος σε όλες τις προπονήσεις. Τη θέση της πήρε ο Γιώργος Ζαΐμης.
Η τριάδα άρχισε εντατικές προπονήσεις για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1960. Δίπλα τους βρέθηκε ένα να… ιερό τέρας του χώρου ο Πολ Έλβστρομ. Ο Δανός ιστιοπλόος είχε, ήδη, στη συλλογή του τρία χρυσά μετάλλια από Ολυμπιακούς Αγώνες, πέντε χρυσά και ένα ασημένιο από παγκόσμια πρωταθλήματα. Ο θρύλος της θάλασσας αποτέλεσε τον ιδανικότερο δάσκαλο για τους τρεις Έλληνες ιστιοπλόους.
Στις 13 Ιουλίου 1960, το πλήρωμα του «Νηρεύς», έφυγε για την Ιταλία. Αγωνίστηκε στη διεθνή διοργάνωση της Γένοβα και στη Ναυτική Εβδομάδα του Κιέλου. Εκεί, οι τρεις αθλητές διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να πετύχουν κάτι περισσότερο από τη συμμετοχή στην κορυφαία αθλητική διοργάνωση του κόσμου. Πλέον ήταν αποφασισμένοι να δώσουν τον καλύτερο τους εαυτό ώστε να κατακτήσουν το χρυσό.
Στην τελετή έναρξης των Αγώνων στο «Stadio Olimpico» της Ρώμης, σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, η οποία αποτελείτο από 48 αθλητές, τέθηκε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος. Στη συνέχεια, οι τρεις ιστιοπλόοι μετέβησαν στη Νάπολη, στα ανοιχτά της οποίας επρόκειτο να διεξαχθεί ο αγώνας τους. Η ολυμπιακή ρεγκάτα ξεκίνησε την 1η Σεπτεμβρίου και τη διοργάνωση παρακολουθούσε σύσσωμη η βασιλική οικογένεια της Ελλάδος.
Το ελληνικό σκάφος από τις πρώτες κούρσες έδειξε ότι μπορεί να βρεθεί ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και στις 7 Σεπτεμβρίου οι κούρσες των «Ντράγκον» ολοκληρώθηκαν με την ελληνική σημαία στην πρώτη θέση του βαθμολογικού πίνακα.
Αφενός η σκληρή προπόνηση του ελληνικού πληρώματος και αφετέρου η επιλογή του Κωνσταντίνου να γίνει η προετοιμασία στα ιταλικά νερά για μεγαλύτερη εξοικείωση αφού η θαλάσσια περιοχή σύμφωνα με τους Έλληνες ιστιοπλόους είχε πολλά κοινά χαρακτηριστικά με τον κόλπο του Φαλήρου απέδωσε καρπούς καθώς δύο γύρους πριν το τέλος των αγώνων τους, η ελληνική ομάδα είχε καταφέρει να εξασφαλίσει μία θέση στο βάθρο.
Ο βασικός αντίπαλος της Ελλάδας στην κλάση «Ντράγκον», στην οποία συμμετείχε το πλήρωμα του «Νηρεύς» ήταν η Αργεντινή. Η νέα τακτική να μένουν κοντά στο σκάφος της Αργεντινής απέδωσε καρπούς και το χρυσό μετάλλιο ταξίδεψε για την Ελλάδα. Συγκέντρωσαν 6.733 βαθμούς έναντι 5.715 του 2ου Αργεντινού.
Όπως περιγράφει η «Καθημερινή»… «Πραγματική “Ναπολιτάνική” εορτή ωργανώθη εις τον μικρόν λιμένα της «Σάντα Λουτσία» επ’ ευκαιρία της θριαμβευτικής ελληνικής νίκης εις τους ιστιοπλοϊκούς της 17ης Ολυμπιάδος. Ευθύς ως ο «Νηρεύς» μετά την διεξαγωγήν του 7ου αγώνος, προσήγγιζεν εις τον λιμένα ερρίφθησαν φωτοβολίδες. Ο Διάδοχος, ιστάμενος εις την πρύμνην του «Νηρέως» εγένετο δεκτός με αποθεωτικάς επευφημίας υπό της βασιλικής Οικογενείας της Ελλάδος, της ελληνικής παροικίας της Νεαπόλεως και πλέον των 1.000 θεατών.
Η πριγκίπισσα Σοφία, εμπλεώς ενθουσιασμού, ήρπασε ένα σωλήνα ο οποίος χρησιμοποιείται δια την πλύιν των πλοίων και ενώ ο Υψηλός αδελφός της απεβιβάζετο του «Νηρέως», τον κατέβρεξε, πράγμα το οποίον προεκάλεσε τους γέλωτας του νερού Διαδόχου, ο οποίος έσπευσε να ρίψη εις την θάλασσαν τους συναθλητάς του Εσκιτζόγλου και Ζαΐμην, ίνα, ως είπε, «μοιρασθούν το κατάβρεγμά του»».
Την επομένη, στις 8 Σεπτεμβρίου, ο Διάδοχος Κωνσταντίνος μαζί με τον Εσκιτζόγλου και τον Ζαΐμη ανέβηκαν στο πρώτο σκαλί του βάθρου. Η τελετή απονομής έγινε στο μικρό γραφικό λιμάνι της Σάντα Λουτσία.
Παρούσα στην τελετή απονομής ήταν η βασιλική οικογένεια, καθώς και ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας, Τζιοβάνι Γκρόνκι. Μάλιστα, ο Γκρόνκι συνεχάρη προσωπικά το διάδοχο και τη μητέρα του, Βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία καθόλη τη διάρκεια της τελετής δεν είχε πάψει να κλαίει από χαρά.
Η νίκη του Διαδόχου Κωνσταντίνου χαιρετίστηκε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό από τους Έλληνες οι οποίοι επιφύλαξαν στον ίδιο και το πλήρωμα του υποδοχή ηρώων κατά την επιστροφή τους στην Ελλάδα. Χιλιάδες κόσμου είχαν κατακλήσει τους δρόμους που οδηγούσαν από το αεροδρόμιο του Ελληνικού μέχρι και το κέντρο της Αθήνα.
Στις 12 Σεπτεμβρίου το αεροπλάνο που μετέφερε τους ολυμπιονίκες και τη βασιλική οικογένεια προσγειώθηκε στην Αθήνα. Στο χώρο του αεροδρομίου κυμάτιζαν 17 μεγάλες ελληνικές σημαίες, όσες και οι σύγχρονες Ολυμπιάδες. Από κάτω, δεκάδες χιλιάδες κόσμου είχε συγκεντρωθεί και επευφημούσε τον Κωνσταντίνο. Ανάμεσα τους, βρίσκονταν αρκετοί κυβερνητικοί εκπρόσωποι, θρησκευτικοί ηγέτες και υψηλόβαθμα στελέχη του στρατού. Ο Διάδοχος, φανερά συγκινημένος, έκανε τις πρώτες του δηλώσεις. Ευχαρίστησε αρχικά τον πατέρα του, βασιλιά Παύλο, το πλήρωμα του, αλλά και τον ελληνικό λαό.
Φθάνοντας στην Αθήνα τον Διάδοχο Κωνσταντίνο και το πλήρωμα του «Νηρεύς» υποδέχθηκαν, μεταξύ των άλλων, ο δήμαρχος Αθηναίων κ. Τσουκαλάς ο οποίος με μεγάλη συγκίνηση διάβασε τον χαιρετιστήριο λόγο εκ μέρους όλων των Αθηναίων.
Στη συνέχεια κατευθύνθηκαν στην πλατεία Συντάγματος όπου όλα τα μέλη του πληρώματος κατέθεσαν δάφνινο στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου.
Την ημέρα εκείνη γράφτηκε για την Ελλάδα μια ακόμη ένδοξη σελίδα στην ιστορία της!
Ο αείμνηστος Βασιλεύς Κωνσταντίνος σε όλες του τις συνεντεύξεις πάντα αναφερόταν στην σπουδαία αυτή μέρα λέγοντας με νοσταλγία:
«Είναι το πιο υπέροχο συναίσθημα που είχα ποτέ, έπειτα από τον αρραβώνα με τη γυναίκα μου. Οι Ολυμπιακοί θα ξεκινούσαν τον Αύγουστο. Οι επιδόσεις μου κατά το πρώτο στάδιο της προετοιμασίας ήταν από κακές έως μέτριες. Βλέποντας την κατάσταση μου ο γάλλος ιστιοπλόος Φρανσουά Σερεμίκ μου είπε:
– Αυτό που χρειάζεσαι είναι Έλβστρομ.
– Τι είναι αυτό;
– Δεν είναι πράγμα. Άνθρωπος είναι.
Κι έτσι έμαθα για έναν από τους μεγαλύτερους αθλητές της παγκόσμιας ιστιοπλοΐας τον Δανό Πόλ Έλβστρομ που είχε κερδίσει τρία ολυμπιακά μετάλλια…..
…Στην γενική βαθμολογία των Προολυμπιακών βγήκαμε τρίτοι. Είχαμε προκριθεί.
– Θα κατέβεις στους Ολυμπιακούς; με ρώτησε ο Έλβστρομ.
– Ναι του απάντησα.
– Και τι θα πάς να κάνεις; Αφού είσαι σκάρτος.
– Μα αφού βγήκαμε τρίτοι.
– Τρίτος ήρθα εγώ εσύ δεν ήρθες τίποτα.
– Ωραία του απάντησα να ενημερώσεις λοιπόν τον πατέρα μου.
Ο Έλβστρομ μίλησε στον πατέρα μου και ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που άκουσα κάποιον να μιλάει έτσι στον Βασιλέα Παύλο.
– Για να μπορέσει να συμμετάσχει στους αγώνες αξιοπρεπώς χρειάζεται έξι με οκτώ ώρες προπόνηση κάθε μέρα….
Με κοίταξε ο πατέρας και μου είπε:
– Εσύ τι νομίζεις;
– Αν αυτό σημαίνει ότι υπάρχει πιθανότητα να μη ρεζιλέψω τον τόπο μου να το κάνουμε του απάντησα…»
Η ενασχόληση του Βασιλεως Κωνσταντίνου με την ιστιοπλοΐα συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, καταφέρνοντας να φέρει σημαντικές διακρίσεις σε διεθνείς αγώνες για την Ελλάδα, γεγονός που τον έκανε μετέπειτα να αποτελέσει Πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής από το 1955 έως το 1964. Αργότερα, του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Προέδρου της ΕΟΕ για τη μεγάλη προσφορά του στο ελληνικό Ολυμπιακό κίνημα.
Ήταν επίσης μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής από το 1963 έως το 1974 και αμέσως μετά του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Μέλους της ΔΟΕ για την πολύπλευρη συνεισφορά του στην καλλιέργεια και τη διάδοση του Ολυμπιακού ιδεώδους.
Το Χρυσό Μετάλλιο των Ολυμπιακών Αγώνων…
Στην εμπρόσθια όψη του μεταλλίου, ένας Ολυμπιονίκης μεταφέρεται θριαμβευτικά από το πλήθος, με το Ολυμπιακό Στάδιο στο παρασκήνιο.
Στην πίσω όψη του μεταλλίου, η παραδοσιακή θεά της Νίκης, που κρατά ένα φύλλο φοίνικα στο αριστερό της χέρι και το στέμμα του νικητή στο δεξί, και συνοδεύεται από την επιγραφή: ″GIOCHI DELLA XVII OLYMPIADE ROMA MCMLX″.
Στη φωτογραφία, ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος με το Χρυσό Ολυμπιακό Μετάλλιο, όχι όμως το αυθεντικό. Εκείνο είχε κλαπεί από τα ανάκτορα Τατοΐου κατά τα πρώτα χρόνια της εξορίας της βασιλικής οικογένειας. Σε ειδική τελετή που έλαβε χώρα στον ΝΟΕ στις 11 Μαϊου 2011, ο πρόεδρος του κύριος Αλέξανδρος Παπαδόγγονας δώρισε στον Βασιλέα το ακριβές αυτό αντίγραφο του χρυσού μεταλλίου των Ολυμπιακών αγώνων του 1960.
Στις 18 Ιανουαρίου 1961, κυκλοφόρησε από τα ΕΛ.ΤΑ. αναμνηστική έκδοση για τη νίκη του διαδόχου Κωνσταντίνου στην ιστιοπλοΐα.
Σχεδιάστηκε από τον Α. Τάσσο και τυπώθηκε στο τυπογραφείο Ασπιώτη ΕΛΚΑ.
Εορταστικές εκδηλώσεις για τα 50 χρόνια από την κατάκτηση του πρώτου Ελληνικού Χρυσού Μεταλλίου στην ιστιοπλοΐα…
Στις 21 Μαΐου 2011, ο Ναυτικός Όμιλος Ελλάδος, επ′ ευκαιρία συμπληρώσεως των 50 ετών από την κατάκτηση του πρώτου Ελληνικού Χρυσού Μεταλλίου στην ιστιοπλοΐα, στην Ολυμπιάδα της Ρώμης το 1960, διοργάνωσε εορταστικές εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν με μεγάλη επιτυχία.
Ο Ναύαρχος του Ν.Ο.Ε., Βασιλεύς Κωνσταντίνος, επέδωσε στους 50 ενεργούς μικρούς και νέους αθλητές του Ομίλου το νέο σήμα της αγωνιστικής ομάδος του Ν.Ο.Ε.Σ.
Στην συνέχεια απένειμε το κύπελλο αγωνιστικότητας στο καλύτερο αγωνιστικό πλήρωμα για το 2010. Με ομόφωνη απόφαση του Δ.Σ. του Ν.Ο.Ε. αυτοί ήταν ο Αλέξανδρος και Γεώργιος Καββάς, οι οποίοι διακρίθηκαν τόσο σε Πανελλήνιους, όσο και σε Παγκόσμιους αγώνες με σκάφη τύπου 420.
Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ήταν Επίτιμος Πρόεδρος της Διεθνούς Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας, μια θέση που μοιραζόταν με τον βασιλιά Χάραλντ της Νορβηγίας.
Ο Οδυσσέας Εσκιτζόγλου διηγείται τις αξέχαστες στιγμές δόξας και συγκίνησης που χάρισε το πρώτο Ολυμπιακό μετάλλιο στην Ελλάδα.