Ένας πρόδρομος της σημερινής ευρωπαϊκής ένωσης
- Εισαγωγικά
Στο πρόσφατο χρονικό διάστημα, ακούμε πολύ συχνά για «γερμανική Ευρώπη», για την γερμανική επικυριαρχία επί της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το «τέταρτο ράιχ». Βέβαια, είναι αναμφισβήτητο ότι η Γερμανία έχει ένα ιδιαίτερο ειδικό βάρος μέσα στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Το κοινό νόμισμα, το ευρώ, είναι σχεδιασμένο με βάση το παλαιό γερμανικό μάρκο. Και όλα αυτά, όταν η Γερμανία ως εθνικό κράτος, υπάρχει από το 1871 δηλαδή εδώ και 143 χρόνια. Όπως θα δούμε, πολλοί θεσμοί της άλλοτε Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ήταν πρόδρομοι των θεσμών της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Η ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.
Η γερμανική αυτοκρατορία ιδρύθηκε στον Ιανουάριο του 1871, μετά την νικηφόρα για τους Πρώσους, έκβαση του γαλλογερμανικού πολέμου του 1870-1871, στον οποίο η Γαλλία υπέστη συντριπτική ήττα. Στον απόηχο της νίκης, τα γερμανικά κράτη, τα οποία ήταν Βασίλεια, Μεγάλα Δουκάτα, Δουκάτα, Πριγκιπάτα και τρεις Ελεύθερες Πόλεις, ενώθηκαν σε μία «αιώνια ένωση», το Γερμανικό Ράιχ. Έτσι, στις 18 Ιανουαρίου 1871, οι Γερμανοί ηγεμόνες (Bundesfürsten= ομόσπονδοι ηγεμόνες), ανακήρυξαν τον Βασιλέα της Πρωσίας, Γουλιέλμο τον Α’, Γερμανό Αυτοκράτορα. Προηγήθηκαν σκληρότατες διαπραγματεύσεις, προκειμένου να καμφθούν οι αντιρρήσεις των ηγεμόνων του γερμανικού νότου, ήτοι του Βασιλιά Λουδοβίκου β’ της Βαυαρίας, του Βασιλιά της Βυρτεμβέργης και του Μεγάλου Δούκα της Βάδης. Ο Γουλιέλμος της Πρωσίας ήταν αμετακίνητος στη θέση του και συζητούσε μόνο τον τίτλο του «Αυτοκράτορα της Γερμανίας». Αντιθέτως οι ηγεμόνες του γερμανικού νότου θεωρούσαν ότι με τον τίτλο αυτό, θα περιοριζόταν η κυριαρχία των κρατών τους. Ακολούθησαν σκληρές διαπραγματεύσεις, στις οποίες ο Μπίσμαρκ έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο. Η οικονομικά εύρωστη Πρωσία δάνεισε χρήματα στην σχεδόν χρεοκοπημένη Βαυαρία και χρηματοδότησε το Βασιλιά Λουδοβίκο στην κατασκευή του Πύργου του Neuschweinstein. Τελικά οι Γερμανοί ηγεμόνες συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα των κατόπτρων (Spiegelsaal) των Ανακτόρων των Βερσαλλιών, και ανακήρυξαν τον Γουλιέλμο τον Α΄ «Γερμανό Αυτοκράτορα». Πλέον ο Γουλιέλμος ο Α΄ έφερε τον τίτλο «Γερμανός Αυτοκράτωρ, Βασιλεύς της Πρωσίας». Το Γερμανικό εθνικό κράτος ήταν γεγονός.
3) Σύσταση του Γερμανικού Ράιχ.
Ράιχ στα γερμανικά σημαίνει «κράτος», «αυτοκρατορία», «βασίλειο», «επικράτεια». Αντιστοιχεί στην αγγλική λέξη «Realm» αλλά οι έννοιες αυτές δεν ταυτίζονται πάντα. Π.χ. όταν οι Γερμανοί λένε το «πάτερ ημών» το «ελθέτω η βασιλεία σου», αντιστοιχεί στο «Dein Reich komme». Ο όρος Γερμανικό Ράιχ αντιστοιχεί στον όρο «Επικράτεια».
Η Γερμανική Αυτοκρατορία αποτελούνταν από 24 κράτη: 1) τα Βασίλεια της Πρωσίας, της Σαξονίας, της Βαυαρίας, της Βυρτεμβέργης, 2) τα Μεγάλα Δουκάτα της Βάδης, του Ολδεμβούργου, της Έσσης, της Σαξωνίας-Βαιμάρης-Αϊζεναχ, του Μεκλεμβούργου Σβερίν και του Μεκλεμβούργου-Στρέλιτς, 3) τα Δουκάτα του Μπράουνσβάϊγ, του Σάξεν-Κομπουργκ-Γκότα, του Άνχαλτ, του Σάξεν-Άλτενμπουργκ, 4) Τα Πριγκιπάτα του Σάουμπουργκ-Λίππε, του Λίππε, του Βάλντεκ, του Σβάρτσμπουργκ-Ρούντολσταντ, του Σβάρτσμπουργκ-Ζόντερχάουσεν, του Ρόις νέας γραμμής, του Ρόις παλαιάς γραμμής, και 5) τις Ελεύθερες Πόλεις (Δημοκρατίες) του Αμβούργου, της Βρέμης και της Λυβέκης οι οποίες ήταν πόλεις-κράτη και είχαν καθεστώς αβασίλευτης δημοκρατίας (Republik). Τα παραπάνω κράτη, ήτοι η Βορειογερμανική Ομοσπονδία υπό την ηγεσία της Πρωσίας αφενός και αφετέρου, η Βαυαρία, η Βυρτεμβέργη, η Βάδη και η Έσση, αποτέλεσαν μία «αιώνια ένωση» υπό το όνομα «Γερμανικό Ράιχ» (Deutsches Reich) και συνομολόγησαν εν είδει διεθνούς συνθήκης το νέο Σύνταγμα του Γερμανικού Ράιχ του 1871.
4) Θεσμική οργάνωση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.
Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1971, η Γερμανική Αυτοκρατορία, ήταν μία «αιώνια ένωση» των (γερμανικών) κρατών. Δηλαδή όταν λέμε «Γερμανικό Ράιχ», νοείται η αιώνια ένωση των γερμανικών κρατών σε ένα. Οι ηγεμόνες της ένωσης ήταν πλέον «ομόσπονδοι ηγεμόνες». Σύμφωνα με το άρθρο 11 του Συντάγματος, η προεδρία της ομοσπονδίας ανήκε στον Βασιλέα της Πρωσίας ο οποίος ως «πρώτος μεταξύ ίσων» έφερε ταυτόχρονα και τον τίτλο του Γερμανού Αυτοκράτορα. Αρμοδιότητά του ήταν η διεθνής εκπροσώπηση του Κράτους, η κήρυξη πολέμου, ή σύναψη ειρήνης και άλλων διεθνών συμβάσεων, με την συναίνεση πάντα ενός άλλου οργάνου, του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου (Bundesrat). Ο Κάιζερ αντιστοιχούσε στον σημερινό προεδρεύοντα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με την διαφορά ότι η Προεδρία δεν εναλλασσόταν όπως σήμερα, αλλά ήταν μόνιμα στα χέρια του. Από νομικής απόψεως, δεν υπήρχε ούτε «Γερμανικό Στέμμα» ούτε «γερμανικός θρόνος». Νομικά υπήρχε στέμμα της Πρωσίας, θρόνος της Βαυαρίας, της Έσσης κ.ο.κ. Απλά ο εκάστοτε Βασιλιάς της Πρωσίας ήταν ταυτόχρονα και «Γερμανός Αυτοκράτορας» (DeutscherKaiser) έχοντας επί μονίμου βάσεως την προεδρία της ομοσπονδίας. Υπήρξαν συνολικά τρεις αυτοκράτορες: Ο Γουλιέλμος ο Α (1871-1888), ο Φρειδερίκος ο Γ’ (1888), οποίος όταν ανήλθε στο θρόνο ήταν ήδη βαριά άρρωστος και πέθανε μετά από τρεις μήνες, και ο Γουλιέλμος ο Β’ (ο γνωστός μας Κάιζερ), ο οποίος βασίλεψε από το 1888 έως το 1918.
Το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat), ήταν το ανώτατο όργανο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, στο οποίο εκπροσωπούνταν τα συνιστώντα κράτη της, με συγκεκριμένο αριθμό ψήφων. Η συναίνεσή του ήταν απαραίτητη για την κύρωση των νόμων, την έκδοση διαταγμάτων. Δηλαδή ο Αυτοκράτορας (Κάιζερ) δεν μπορούσε να ενεργήσει καμία πράξη, χωρίς την έγκριση του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου. Στο Συμβούλιο αυτό εκπροσωπούνταν τα γερμανικά κράτη με ορισμένο αριθμό ψήφων. Έτσι η Πρωσία είχε 17 ψήφους, η Βαυαρία 6 κ.ο.κ. Πάντως δεν μπορούσε να ληφθεί καμία απόφαση, εάν υπήρχαν 17 αντίθετοι ψήφοι. Στις συνεδριάσεις προέδρευε ο Καγκελάριος του Ράιχ (Reichskanzler), ο οποίος διοριζόταν από τον Κάιζερ. Όπως βλέπουμε το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο, αντιστοιχεί, τηρουμένων των αναλογιών στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην ουσία έναν ισχυρό πόλο εξουσίας αποτελούσε η Πρωσία μαζί με όλα τα υπόλοιπα γερμανικά κράτη, και έναν άλλο η Βαυαρία, μαζί με την Βυρτεμβέργη, την Βάδη και ενίοτε την Έσση.
Ο Καγκελάριος διοριζόταν και παυόταν από τον Κάιζερ και δεν απαιτούνταν η εμπιστοσύνη του Ράιχσταγ (Βουλή). Αντιστοιχούσε στον σημερινό πρόεδρο της Κομισιόν. Μόνο το 1918 και ένα μήνα πριν από την κατάργηση της Μοναρχίας, ορίστηκε στο σύνταγμα ότι ο Καγκελάριος έπρεπε να έχει την εμπιστοσύνη του Ράιχσταγ.
Πέραν αυτού υπήρχε υπό την εποπτεία του Καγκελαρίου, μια σειρά Αρχών-Υπουργείων οι οποίες αντιστοιχούσαν και σε ένα χαρτοφυλάκιο. Έτσι υπήρχε το χαρτοφυλάκιο των Εξωτερικών, το Θησαυροφυλάκιο (Υπουργείο Οικονομικών), Σιδηροδρόμων, Ταχυδρομείων, των εσωτερικών, των ναυτικών και των αποικιών. Αντιστοιχούσαν με την σημερινή Κομισιόν.
Το Βασίλειο της Βαυαρίας και το Βασίλειο της Βυρτεμβέργης, είχαν πετύχει στο Σύνταγμα του 1871 μια ευρύτερη αυτονομία. Έτσι είχαν δικούς τους Υπουργούς Εξωτερικών και δικές τους ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες διοικούνταν από τον Κάιζερ μόνο εν καιρώ πολέμου. Κοινό ήταν μόνο το αυτοκρατορικό ναυτικό. Κάθε κράτος είχε την δική του κρατική δομή και κυριαρχία, με δική του Βουλή, Υπουργούς, δικό του στρατό ξηράς, αστυνομία, δικαστήρια, κλπ. Το σύνταγμα όριζε ακριβώς τα ποσοστά τω φόρων που εισέρρεαν στο κεντρικό ταμείο και το ποσοστό που παρέμενε στο εκάστοτε ομόσπονδο κράτος. Ακόμη, υπήρχε και το Ανώτατο Δικαστήριο του Ράιχ (Reichsgericht), το οποίο όμως εκδίκαζε διαφορές μεταξύ των κρατών (όπως το σημερινό ευρωδικαστήριο) καθώς και προσφυγές των υπηκόων.
Το Ράιχσταγκ (Κρατική Βουλή), ήταν το όργανο όπου αντιπροσωπεύονταν ο λαός. Εκλεγόταν αρχικά για τριετή θητεία και αργότερα όμως για πενταετή. Αντιστοιχούσε στο σημερινό Ευρωκοινοβούλιο. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο πρώτος νόμος περί κοινωνικής ασφάλισης ψηφίσθηκε στην Γερμανία από το Ράιχσταγκ το έτος 1889 και αφορούσε την ασφαλιστική κάλυψη σε περίπτωση ασθένειας. Ακολούθησαν και άλλα ασφαλιστικά νομοσχέδια για την κάλυψη σε περίπτωση ατυχήματος και την συνταξιοδότηση. Αυτό οφειλόταν στην ραγδαία αύξηση του εργατικού δυναμικού λόγω της εκβιομηχάνισης. Π.χ. το Βερολίνο το έτος 1871 δεν ξεπερνούσε τις 100.000 κατοίκους και το έτος 1900 είχε ήδη ένα εκατομμύριο. Το τότε μάρκο, είχε αξία σημερινών 3,85 ευρώ. Στα κέρματα, η μία όψη είχε το εθνόσημο (αετό) της Γερμανίας και στην άλλη όψη, το πρόσωπο του ηγεμόνα του εκάστοτε ομόσπονδου κράτους ή τον θυρεό της ελεύθερης πόλης-κράτους. Όπως δηλαδή και στα σημερινά κέρματα του ευρώ (κοινή και εθνική όψη). Πάντως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η Πρωσία ήταν τεράστια σε εδαφική έκταση και πληθυσμό και αποτελούσε τα 3/5 της συνολικής έκτασης της Γερμανίας και μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της. Είχε τον πλέον ισχυρό στρατό και την πλέον εύρωστη οικονομία.
5) Τα Ομόσπονδα Κράτη (Bundesstaaten)
Τα ομόσπονδα ή συνιστώντα κράτη, ήταν συνολικά 25, αν συμπεριλάβουμε και την περιοχή της Αλσατίας-Λορραίνης. Τα κράτη αυτά ήταν κυρίαρχα κράτη με όλη τη σημασία της λέξεως. Είχαν δικό τους Σύνταγμα, νόμους κλπ. Απλά είχαν εκχωρήσει για πάντα τμήμα της εθνικής τους κυριαρχίας στο κοινό κράτος, το Ράιχ. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Γερμανική Αυτοκρατορία περιελάβανε στους Κόλπους της και 3 ομόσπονδα κράτη με πολίτευμα αβασίλευτης δημοκρατίας (Αμβούργο, Βρέμη, Λυβέκη). Και η σημερινή Ε.Ε. περιλαμβάνει στους κόλπους της κράτη με πολίτευμα τόσο βασιλευομένης, όσο και αβασίλευτης δημοκρατίας. Παρά το γεγονός ότι τα μοναρχικά κράτη ήταν 21, οι βασιλικοί οίκοι ήταν 17. Ορισμένα Μεγάλα Δουκάτα, Δουκάτα και Πριγκιπάτα είχαν τον ίδιο ηγεμόνα, πχ. Μεκλεμβούργο Σβερίν και Μεκλεμβούργο-Στρέλιτς, Ρόις νέας και παλαιάς γραμμής και ορισμένα άλλα. Το Δουκάτο του Μπράουνσβάιγ, είχε μόνιμη αντιβασιλεία, επειδή ανήκε στον Οίκο του Αννοβέρου, ο οποίος είχε σφοδρότατη αντιπαλότητα με την Πρωσία. Μόλις το 1913, απέκτησε Δούκα, τον Ερνέστο Αύγουστο του Αννοβέρου (πατέρα της Βασίλισσας Φρειδερίκης) με αφορμή τον γάμο του με την Πριγκίπισσα Μαρία Λουΐζα, μοναχοκόρη του Κάιζερ. Από τον Οίκο του Σάξε Κόμπουργκ Γκότα, προέρχονται οι Βασιλείς του Βελγίου και της Βουλγαρίας. Από τον ίδιο οίκο προέρχεται και ο Αλφρέδος, σύζυγος της Βασίλισσας Βικτωρίας της Αγγλίας. Από τον οίκο του Λίππε, προέρχεται ο Πρίγκιπας Βερνάρδος, σύζυγος της Βασίλισσας Τζουλιάνας της Ολλανδίας. Η Βαυαρία, από όπου προερχόταν ο Όθων της Ελλάδος, μετά τον θάνατο του Βασιλιά Λουδοβίκου του Β’, βρισκόταν έως το 1913 σε καθεστώς αντιβασιλείας, οπότε ο μέχρι τότε αντιβασιλέας πρίγκιπας Λουδοβίκος ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Από τους πλέον δημοφιλείς ηγεμόνες ήταν ο Βασιλιάς της Βυρτεμβέργης, Γουλιέλμος ο Β’. Ήταν εξαιρετικά φιλελεύθερος και φιλοπρόοδος, αφού μόνο στο βασίλειό του (περιοχή της Στουτγάρδης) μπορούσαν την εποχή εκείνη να κάνουν δημόσιες ομιλίες και συγκεντρώσεις οι κομμουνιστές και σοσιαλιστές. Χαρακτηριστικό ήταν το γεγονός, ότι τον Νοέμβριο του 1918, η επιτροπή των Εργατών και Στρατιωτών του ανακοίνωσε κλαίγοντας την Επανάσταση και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας.
6) Κατάργηση της Μοναρχίας και άνοδος του Χίτλερ
Τον Νοέμβριο του 1918, επαναστάτησαν στο Κίελο τα πληρώματα του γερμανικού Στόλου, αρνούμενα να συμμετάσχουν σε μεγάλης κλίμακας ναυτική επιχείρηση κατά του αγγλικού στόλου. Λόγω των κακουχιών των πολέμων και στην ήττας στο δυτικό μέτωπο, ξέσπασε επανάσταση. Ο Κάιζερ διέφυγε στο Σπά του Βελγίου, και ο Καγκελάριος πρίγκιπας Μαξ της Βάδης (ο οποίος ήταν και διάδοχος του Μεγάλου Δουκάτου της Βάδης) κατέβαλε προσπάθειες να πείσει τον Κάιζερ να παραιτηθεί υπέρ του γιού του ή του εγγονού του. Επειδή αυτός αρνούνταν και η κατάσταση έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, ανακοίνωσε την παραίτηση του Κάιζερ, χωρίς αυτός να έχει παραιτηθεί (παραιτήθηκε επίσημα στα τέλη Νοεμβρίου). Στο Βερολίνο ο βουλευτής Σάιντεμαν, ανακήρυξε από τον εξώστη του Ράιχταγκ τη Δημοκρατία. Καγκελάριος ανέλαβε ο Φρίντριχ Έμπερτ, ο οποίος λίγο αργότερα εξελέγη Πρόεδρος. Ακολούθησε η ανακωχή με την Αντάντ και η υπογραφή της συνθήκης των Βερσαλλιών, που επέβαλλε στους Γερμανούς ταπεινωτικούς όρους. Πάντως, στο παρασκήνιο ο Τσώρτσιλ προσπάθησε να διατηρήσει την Μοναρχία με ένα συμβούλιο αντιβασιλείας στο όνομα του εγγονού του Κάιζερ, πρίγκιπα Φερδινάνδου χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά στη Βαϊμάρη ψηφίσθηκε το νέο Σύνταγμα της Χώρας. Η επίσημη ονομασία της χώρας παρέμεινε «Γερμανικό Ράιχ». Πρώτος Πρόεδρος του Ράιχ εκλέχθηκε ο Φ. Έμπερτ, και μετέπειτα ο Παουλ φον Χίντεμπουργκ. Η πολιτική αστάθεια της εποχής είναι πρωτοφανής αφού ανέβηκαν κυβερνήσεις ακόμη και λίγων ωρών. Η αβασίλευτη δημοκρατία θεωρήθηκε ως επιβεβλημένη από τον εχθρό. Η χρεοκοπία της Γερμανίας ως επακόλουθο του κραχ του 1929 είχε ως συνέπεια την απόλυτη εξαθλίωση μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού τα οποία οδήγησαν στην εξουσία τον Αδόλφο Χίτλερ. Το έτος 1944, όταν έγινε η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του Χίτλερ από τον Κόμη Στάουφενμπεργκ, το σχέδιο της επιχείρησης «Βαλκυρία», περιλάμβανε την αποκατάσταση της μοναρχίας στο πρόσωπο του πρίγκηπα Louis Ferdinand, εγγονού του Κάιζερ. Πάντως υπήρξαν μέλη γερμανικών ηγεμονικών οίκων που συνεργάσθηκαν με τους Ναζί (π.χ. οι Πρίγκιπες του Λίππε), και κάποιοι καταδικάσθηκαν ακόμη και ως εγκληματίες πολέμου. Τα περισσότερα μέλη του οίκου των Χοεντσόλερν (οίκος του Κάιζερ), είχαν πέσει σε δυσμένεια από το ναζιστικό καθεστώς. Το ίδιο ισχύει και για τους οίκους της Βαυαρίας, της Βάδης και της Βυρτεμβέργης και τα περισσότερα μέλη του Οίκου της Έσσης.
7) Μεταπολεμική Γερμανία
Μετά τον πόλεμο, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που επιθυμούσαν την αποκατάσταση της μοναρχίας στην Γερμανία. Μάλιστα κατά την δεκαετία του 1950, ποσοστό πάνω από το 50% ήταν υπέρ της Μοναρχίας. Στην Βουλή, υπήρχαν κάποιοι που εκφράζονταν ανοικτά υπέρ της μοναρχίας. Υπήρχε όμως και ένα ζήτημα, και με τους μοναρχικούς της Βαυαρίας, οι οποίοι επιθυμούν διακαώς την απόσχιση από την Γερμανία και την επανίδρυση του Βασιλείου της Βαυαρίας. Στην Προεδρική εκλογή του 1969, είχε προταθεί ο Πρίγκιπας Louis Ferdinand, ως πρόεδρος της Δυτικής Γερμανίας χωρίς όμως αποτέλεσμα αφού στην εξουσία ήταν ήδη οι Σοσιαλδημοκράτες. Η κατοχή τίτλου ευγενείας αποτελεί στην Γερμανία προσόν και αποτελεί εργαλείο πρώτης τάξεως για περαιτέρω κοινωνική ανέλιξη. Κάποιοι ηγεμονικοί οίκοι ξεκληρίστηκαν ελλείψει απογόνων (Σβαρτσμπουργκ Ρουντολσταντ, Μεκλεμβούργου-Σβερίν, Μεκλεμβούργκου Στρέλιτς). Κάποιοι άλλοι ξέπεσαν, αρκετοί όμως αποτελούν οικονομικούς παράγοντες (οι Οίκοι της Πρωσίας, της Βαυαρίας, του Ολντενμουργκ, της Έσσης, της Βάδης, της Σαξωνίας). Αρχηγοί άλλων ηγεμονικών οίκων έχουν εμπλακεί σε επαίσχυντα περιστατικά, όπως λ.χ. ο Πρίγκιπας Ερνέστος Αύγουστος του Αννοβέρου, σύζυγος της Καρολίνας του Μονακό και πρώτος εξάδελφος του βασιλιά Κωνσταντίνου. Πάντως, ο πρώην Πρόεδρος της Γερμανίας Ρίχαρντ φον Βαϊτζέκερ είχε επίσημα τον τίτλο του Βαρόνου. Ο κόμης Λάμπσντορφ ήταν για πολλά χρόνια και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90 πρόεδρος του κόμματος των Φιλελευθέρων και κυβερνητικός εταίρος του Καγκελαρίου Χέλμουτ Κολ. O βαρόνος Karl-Theodor Maria Nikolaus Johann Jacob Philipp Franz Joseph Sylvester Freiherr von und zu Guttenberg, ήταν από το 2005 έως το 2010, Υπουργός Άμυνας. Άλλη Υπουργός, η Βαρόνη Ούρσουλα φον ντερ Λάγιεν, θεωρείται σήμερα από κάποιους ως η πιθανή διάδοχος της Άνγκελα Μέρκελ. Σύμφωνα με την γερμανική νομοθεσία, οι τίτλοι ευγενείας αποτελούν απλά μέρος του αστικού ονόματος κάθε φυσικού προσώπου και δεν συνεπάγονται κανένα προνόμιο νομικής φύσεως για τον κάτοχο του τίτλου.
Με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου του έτους 1973, θεωρήθηκε ότι το «Γερμανικό Ράιχ» δεν καταλύθηκε με την ήττα της Γερμανίας στον πόλεμο το 1945, ότι συνεχίζει να υπάρχει και απλά είναι ανίκανο να προβεί σε οποιαδήποτε πολιτειακή ενέργεια. Να τονισθεί, ότι η Γερμανία μετά τον πόλεμο, δεν έχει Σύνταγμα, παρά ένα προσωρινό συνταγματικό κείμενο που λέγεται «Θεμελιώδης Νόμος» (Grundgesetz, Basic Law). Βλέποντας λοιπόν το πως λειτουργούσε η Γερμανική Αυτοκρατορία ως κρατικός οργανισμός, μπορούμε να συνάγουμε και το συμπέρασμα ότι η Γερμανία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέλει για τον εαυτό της, τον ρόλο που είχε η Πρωσία μέσα στην Γερμανική Αυτοκρατορία. Τηρουμένων πάντα των αναλογιών και λαμβανομένων υπόψη των σημερινών συνθηκών.
(c) Κειμένου: Δ. Ζ.