Τον Δεκέμβριο του 1936, προκλήθηκε μια άνευ προηγουμένου συνταγματική κρίση στη Βρετανική Αυτοκρατορία από την πρόταση του βασιλιά & αυτοκράτορα Εδουάρδου Η′ να παντρευτεί την Αμερικανίδα Ουόλις Σίμπσον, που ήταν δυο φορές διαζευγμένη.
Του Ανδρέα Μέγκου
Ο Εδουάρδος ήταν αρκετά δημοφιλής στον λαό της Μεγάλης Βρετανίας μέχρι που στις 16 Νοεμβρίου ανακοίνωσε στον πρωθυπουργό Στάνλεϋ Μπώλντουιν την πρόθεσή του να παντρευτεί την Ουόλις Σίμπσον.
Ήταν η πρώτη φορά μετά από τρεις αιώνες που ο θεσμός της βασιλείας στο Ηνωμένο Βασίλειο βρέθηκε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, λόγω της απόφασης αυτής του Εδουάρδου, να αφήσει την ηγεσία της αυτοκρατορίας για μια γυναίκα.
Ο γάμος ήταν αντίθετος με τις κυβερνήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της Βρετανικής Κοινοπολιτείας. Θρησκευτικά, νομικά, πολιτικά και ηθικά θέματα δημιουργήθηκαν για αυτήν του την απόφαση. Ως μονάρχης του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Εδουάρδος ήταν η κεφαλή της Εκκλησίας της Αγγλίας, η οποία δεν επιτρέπει τον εκ νέου γάμο διαζευγμένων και εφ’ όσον πρώην σύζυγος ήταν ακόμη εν ζωή, και για τον λόγω αυτό ο Εδουάρδος δεν μπορούσε να παντρευτεί την Ουόλις Σίμπσον και να παραμείνει στο θρόνο.
Η Σίμπσον θεωρήθηκε ότι είναι πολιτικά και κοινωνικά ακατάλληλη ως σύζυγος λόγω των δύο αποτυχημένων γάμων της. Παρά τις αντιδράσεις, ο Εδουάρδος δήλωσε ότι αγαπούσε την Σίμπσον και σκόπευε να την παντρευτεί αν οι κυβερνήσεις του εγκρίνουν ή όχι.
Η ευρέως διαδεδομένη απροθυμία να αποδεχθούν την Σίμπσον ως σύζυγος του βασιλιά, και η άρνηση του Εδουάρδου να την εγκαταλείψει, οδήγησε στην παραίτηση του στις 11 Δεκέμβριου του 1936 και ανακοίνωσε την παραίτησή του ενώπιον του αγγλικού λαού εξηγώντας τους λόγους που τον ανάγκασαν σε αυτήν. Ήταν ο μόνος Βρετανός μονάρχης που οικειοθελώς παρατήθηκε από το θρόνο, από την αγγλοσαξονική περίοδο.
Τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Αλβέρτος, ο οποίος πήρε το όνομα του Γεώργιος ΣΤ′. Στον Εδουάρδο δόθηκε ο τίτλος της Αυτού Βασιλικής Υψηλότητας του Δούκα του Γουίντσορ μετά από την παραίτηση του, και παντρεύτηκε την Ουόλις Σίμπσον το επόμενο έτος. Παρέμειναν παντρεμένοι μέχρι το θάνατό του 35 χρόνια αργότερα.
Παρά την αρχική απροθυμία του να είναι βασιλιάς, ο Γεώργιος ΣΤ’ ήταν ένας ευσυνείδητος και αφοσιωμένος μονάρχης ο οποίος ανέλαβε τα καθήκοντα του σε μια δύσκολη περίοδο της ιστορίας. Είναι ο άνθρωπος που «έσωσε» την βρετανική μοναρχία. Η στέψη του Γεωργίου ΣΤ’ πραγματοποιήθηκε στις 12 Μαΐου του 1937.
Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του η Μεγάλη Βρετανία αντιμετώπισε ηρωικά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Οπλισμένος με ισχυρή αποφασιστικότητα και τη βοήθεια της συζύγου του, έγινε ένας σύγχρονος μονάρχης του 20ού αιώνα, άντεξε τις κακουχίες του πολέμου, τη μετάβαση από μια αυτοκρατορία σε μια κοινοπολιτεία των εθνών, και να αποκατασταθεί η δημοτικότητα της βρετανικής μοναρχίας. Το 1947 παραιτήθηκε από τον τίτλο του αυτοκράτορα των Ινδιών, αναγνωρίζοντας ουσιαστικά την ανεξαρτησία της χώρας.