Του Παναγιώτη Α. Ζολώτα
Την 29.05.1917, μεσούντος του Α’Π.Π., ο Γάλλος γερουσιαστής Σαρλ Ζωννάρ, εκτελών διαταγή της κυβερνήσεώς του και της αγγλικής Κυβερνήσεως υπό την ιδιότητα του υπάτου αρμοστού των Προστατίδων Δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία), κατ’εντολή και των Η.Π.Α., που είχαν κηρύξει τον πόλεμο στην Γερμανία την 06.04.1917, ήλθε στην Αθήνα και ηξίωσε από τον βασιλέα Κωνσταντίνο να παραιτηθεί.1 Την 7/20.06.1917, ο Έλλην πρέσβυς στην Βέρνη διαβιβάζει στον Έλληνα πρέσβυ στην Σόφια το εξής τηλεγράφημα του Υπουργείου Εξωτερικών των Αθηνών (το εν λόγω τηλεγράφημα συνελλήφθη στα αυστριακά σύνορα και ετέθη υπ’όψιν του ΥΠ.ΕΞ. της Βιέννης):2 «(…) Την πρωίαν της Δευτέρας, 29ης του μηνός, μοι επέδωκε [ο κ. Ζωννάρ] το ακόλουθον τελεσίγραφον:3
“Κύριε Πρόεδρε,
Aι προστάτιδες δυνάμεις της Ελλάδος απεφάσισαν ν’αποκαταστήσουν την ενότητα του Βασιλείου χωρίς να προσβάλουν τους μοναρχικούς συνταγματικούς θεσμούς, τους οποίους εγγυήθησαν απέναντι της Ελλάδος. Η Α.Μ. ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος παρεβίασε προδήλως εξ ιδίας πρωτοβουλίας το Σύνταγμα, ούτινος η Γαλλία, η Αγγλία και η Ρωσία είναι εγγυήτριαι. Ως εκ τούτου, έχω την τιμήν να δηλώσω εις την υμετέρα Εξοχότητα, ότι η Α.Μ. ο Βασιλεύς απώλεσε την εμπιστοσύνη των Δυνάμεων και ότι αύται θεωρούν εαυτάς αποδεσμευμένας απέναντι των υποχρεώσεων τών προκυπτουσών εκ του δικαιώματος της προστασίας των. Κατά συνέπειαν, δικαιούμαι ν’απαιτήσω την παραίτησιν της Α.Μ. του Βασιλέως Κωνσταντίνου, όστις θα ορίσει ο ίδιος, εν συνεννοήσει μετά των Δυνάμεων, έναν διάδοχον μεταξύ των κληρονόμων του. (…)”».
Η απόφαση αυτή των Συμμάχων ήταν το αποτέλεσμα της αποκαλυφθείσης απροκαλύπτου κατά τα λοιπά γερμανοφίλου συμπεριφοράς του Κωνσταντίνου, σύζυγος του οποίου ήταν η αδελφή του κάϊζερ της Γερμανίας, Γουλιέλμου Β΄, Σοφία. Την 13/26.05.1916, παρεδόθη στους Γερμανοβουλγάρους υπό της βασιλόφρονος κυβερνήσεως Στεφ. Σκουλούδη, οικειοθελώς και άνευ μάχης, το οχυρό Ρούπελ, όπερ εψύχρανε τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Συμμάχων, ενώ, περί το θέρος του αυτού έτους παρεδόθη και το 4ο Σώμα Στρατού, υπό τον συνταγματάρχη Ιωάννη Χατζόπουλο, το οποίον οι Γερμανοί μετέφεραν στο Γκέρλιτς Γερμανίας, όπου και το εκράτησαν αιχμάλωτο μέχρι πέρατος του Α´Π.Π. Την 01.12/18.11.1916, όργανα του κωνσταντινικού καθεστώτος επυροβόλησαν κατά συμμαχικού αποσπάσματος, προκαλέσαντα τον θάνατο Γάλλων πεζοναυτών και άλλων Συμμάχων, 4 πορευομένων προς Αθήνα, με το όπλο επώμου. Κατόπιν τούτων, οι σχέσεις του Κωνσταντίνου με τους Συμμάχους εξεκτραχύνθησαν, η δε εχθρότης απεκορυφώθη δια της τη ανοχή του Κωνσταντίνου δράσεως της γερμανικής προπαγάνδας στην Αθήνα, υπό του διαβοήτου Γερμανού βαρώνου Σενκ(Karl Freiherr Schenck zu Schweinsber), προσωπικού απεσταλμένου του κάϊζερ, ως και δια της διενέργειας πράξεων κατασκοπείας σε βάρος των Συμμαχικών Δυνάμεων στην Μακεδονία.
Ο τότε συνταγματάρχης Γεώργιος Κονδύλης σχολιάζει στ’απομνημονεύματά του την στιγμή της επιδόσεως του ανωτέρω συμμαχικού τελεσιγράφου κατά τ’ακόλουθα:5 «Το τελεσίγραφον τούτο εγένετο δεκτόν άνευ πολλών διατυπώσεων. (…) Και όλη αυτή η σημαντικωτάτη μεταβολή συνετελέσθη ΆΝΕΥ ΟΥΔΕΜΊΑΣ ΣΧΕΔΌΝ ΑΝΤΙΣΤΆΣΕΩΣ. (…). Το γεγονός τούτο της άνευ αντιστάσεως εκθρονίσεως του Βασιλέως, όστις μέχρι χθες εφαίνετο παντοδύναμος, αποδεικνύει ότι Η ΜΕΓΊΣΤΗ ΠΛΕΙΟΨΗΦΊΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΎ ΛΑΟΎ ΟΥΔΈΠΟΤΕ ΕΝΕΣΤΕΡΝΊΣΘΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΏΣ ΤΟ ΓΕΡΜΑΝΙΚΌΝ ΠΟΛΊΤΕΥΜΑ».
Κατόπιν τούτων, την 14.06.1917, η βασιλόφρονα κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη, που εκυβέρνα την Νότιο Ελλάδα, αντεκατεστάθη υπό της κυβερνήσεως του Ελευθερίου Βενιζέλου, πού ήσκει τον έλεγχο επί της Βορείου Ελλάδος, του τελευταίου ανακτήσαντος έκτοτε την διακυβέρνηση ολοκλήρου της χώρας.
Αποχορών, την 11.06.1917, εξ Ελλάδος διά Λουκέρνη Ελβετίας, ο Κωνσταντίνος εδιόρισε ως τοποτηρητή του θρόνου του -όπως ο ίδιος έλεγε- τον δευτερότοκο υιό του Αλέξανδρο (ο πρωτότοκος διάδοχος του θρόνου Γεώργιος, μετέπειτα βασιλεύς Γεώργιος Β΄, δεν εδέχθη να παραμείνει στην Ελλάδα μετά την εξορία του πατρός του, θεωρούμενος άλλως τε υπό της Αντάντ και ως γερμανόφιλος). Κατ’έκθεση, υπό χρονολογία 25.07.1917, του (πρώην) Αυστριακού πρέσβεως στην Αθήνα Ιουλίου Σίλασσυ, προς τον Αυστριακό υπουργό των Εξωτερικών Όττοκαρ Τσερνίν, περί συνομιλίας του πρώτου μετά του Κωνσταντίνου στην ελβετική λουτρόπολη Ράγκατς, ο τελευταίος φέρεται ειπών:6 «Κατόπιν τούτων έλαβα την απόφασιν, (…) ν’αναχωρήσω, 7(…). ΔΕΝ ΠΑΡΗΤΉΘΗΝ, 8 ούτε προφορικώς, ούτε γραπτώς. (…). Άφησα οπίσω τον πρίγκηπα Αλέξανδρο (…) και διά τον λόγον να έχη η δυναστεία κάποιο πάτημα εις τας Αθήνας και τέλος διά να είμεθα όσον δυνατόν επί μακρότερον σοβαρόν εμπόδιον εις τον Βενιζέλον».
Η δράση του Κωνσταντίνου στην Ελβετία είχε πρόδηλες υπονομευτικές συνέπειες σε βάρος της θέσεως της Ελλάδος πλησίον των Συμμάχων, όπερ απησχόλει τους Βρετανούς. Την 19.01.1918, ο εν Λονδίνω πρέσβυς της Ελλάδος, Γ. Γεννάδιος, τηλεγραφών στο ΥΠ.ΕΞ. των Αθηνών, αναφέρει:9 «Εις την Βουλήν των Κοινοτήτων, ωρισμένος βουλευτής ηρώτησε τον Υπουργόν των Εξωτερικών εάν εγνώριζεν ότι ο τέως Βασιλεύς Κωνσταντίνος ήτο επικεφαλής φιλογερμανικής κινήεως εν Ελβετία ομού μετά του πρώην Κεβίδου της Αιγύπτου, του κ. Ν. Θεοτόκη και του κ. Στρέϊτ. Η εν λόγω ομάς ευρίσκεται εις επαφήν μετά του πρώην Αρχικαγγελαρίου της Γερμανίας Μπύλωφ, εις τον οποίον οφείλεται η εν μέρει ήττα της Ιταλίας και η λιποταξία της Ρωσίας. Τέλος, ο βουλευτής ηρώτησε, αν θα ληφθούν μέτρα προς εξουδετέρωσιν των ραδιουργιών τούτων. Ο Υπουργός των Εξωτερικών απήντησεν, ότι η εντύπωσίς του ήτο σύμφωνος με τον βουλευτήν και εβεβαίωσε την έναρξιν ενεργειών προς ματαίωσιν της εν λόγω προπαγάνδας».
Προσεπάθει δε περαιτέρω ο Κωνσταντίνος όπως αποτρέψει τον Αλέξανδρο να κηρύξει τον πόλεμο κατά των Κεντρικών Αυτοκρατοριών και υπογράψει το διάταγμα περί επιστρατεύσεως στο Μέτωπο της Θεσσαλονίκης. Στο υπ’αριθμ. 275/24.07.1917 τηλεγράφημά του προς τον Αυστριακό ΥΠ.ΕΞ., ο Αυστριακός γενικός πρόξενος στο Σαίν Μόριτς Ελβετίας, Ρίττερ φον Στέπσκι, γράφει:10 «Ο πρίγκηψ (Εμμανουήλ) Υψηλάντης11 μοι ανεκοίνωσεν αυστηρώς εμπιστευτικώς, ότι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος έδωκεν εντολήν εις τον εν Αθήναις υιόν του Αλέξανδρον, όπως επιδείξει απέναντι του Βενιζέλου στάσιν όσον το δυνατόν απορριπτικήν και να μη υπογράψη, ούτε επιστράτευσιν, ούτε και κήρυξιν πολέμου κατά των Κεντρικών Δυνάμεων, διατηρών αυστηράν ουδετερότηταν. Εις περίπτωσιν καθ’ην θα επέμενεν η Αντάντ ν’ακολουθήση (ο Αλέξανδρος) την πολιτικήν του Βενιζέλου, οφείλει ούτος (ο Αλέξανδρος) να παραιτηθή και ν’αναχωρήση αμέσως δια Σαίν Μόριτς».
Και περαιτέρω, την 21.07.1917, ο πρέσβυς της Αυστρίας στην Βέρνη, βαρώνος Αλέξανδρος Μούζουλιν, τηλεγραφεί:12 «Ο πρίγκηψ Εμμανουήλ Υψηλάντης, όστις αφίχθη σήμερον ενταύθα δια βραχείαν παραμονήν, μοι λέγει, ότι κατορθώθη να δοθούν εμμέσως εις τον “πρίγκηπα” Αλέξανδρον οδηγίαι καθ’ας οφείλει ούτος ν’αντισταθή εις μίαν κήρυξιν πολέμου προς τας Κεντρικάς Δυνάμεις και να τηρήση παθητικήν αντίστασιν ως προς την σύγκλησιν της βενιζελικής βουλής. Εις το περιβάλλον του βασιλέως συνεχίζεται η αισιόδοξος κρίσις ως προς τας πιθανάς εξελίξεις».
Αρχικώς ο Αλέξανδρος ετήρει σχεδόν εχθρική στάση έναντι του Ελ. Βενιζέλου. Εν συνεχεία, όμως, ενημερωθείς περί της εθνικής σημασίας της πολιτικής του και της ουσιαστικής εχθρότητος της Γερμανίας και της Αυστρίας, ως και των φιλελληνικών διαθέσεων της Αντάντ, μετέβαλε στάση. Ως αναφέρει ο καθηγητής πανεπιστημίου κ. Θάνος Βερέμης, «κατεδίκασε απερίφραστα όσους συνεργούσαν με τον εχθρό και έτσι αποκόπηκε οριστικά από την πατρική επιρροή. Οι πιέσεις του Κωνσταντίνου στο γερμανικό Υπουργείο Εξωτερικών προκαλούσαν ωστόσο αμηχανία στα υψηλόβαθμα στελέχη του. Η Σοφία εξ άλλου (…) διατηρούσε διαρκώς τα παράπονα της σε Γερμανούς διπλωμάτες γιατί δεν προσέφεραν στον σύζυγό της την βοήθεια και την προσοχή που εδικαιούτο. (…) Πρόσφατη έκδοση13 παρουσιάζει το άγνωστο ιστορικό του δευτέρου υποβρυχίου που μετέφερε δύο Έλληνες αξιωματικούς του Γκέρλιτς με προτροπές προς ομοϊδεάτες στρατιωτικούς να πολεμήσουν τον Βενιζέλο και τους συμμάχους του. Ο βασιλιάς Αλέξανδρος όμως είχε ήδη προσπαθήσει ν’αποθαρρύνει πράξεις αποστασίας εναντίον της πολεμικής προσπαθείας των Ελλήνων. (…). Οι δύο πράκτορες των Γερμανών και του συνεργαζόμενου μ’αυτούς πρώην βασιλιά κατάφεραν να διαφύγουν την σύλληψη με την βοήθεια βασιλοφρόνων από την Μεσσηνία και να φροντίσουν να λάβει κρυφά ο Αλέξανδρος τις οδηγίες (…): “Να προσπαθή διά παντός τρόπου ν’αποφεύγη τας υποδείξεις του Βενιζέλου. Να μην εκτίθεται δημοσία υπέρ αυτού, ως είχε πράξει εις συγκέντρωσιν εις την Λαμίαν όπου είχε σημειωθεί στάσις. Να φροντίζη να έρχεται εις επαφήν με τους εν Αθήναις ευρισκομένους βασιλόφρονες πολιτικούς (Σκουλούδην, Ράλλην και Στράτον) και ν’ακολουθή τας συμβουλάς τους. Ν’αποφύγη με κάθε τρόπον τον γάμον του με την δεσποινίδα Μάνου, τον οποίον ηυνόει ο Βενιζέλος διά να ρίψη εις την συνείδησιν του λαού την δυναστείαν. Τελικά να κάμνη οικονομίαν και να φροντίζη διά την υλικήν ενίσχυσιν της εν εξορία οικογενείας του.” Ο Αλέξανδρος έλαβε τις οδηγίες αλλά φρόντισε ν’αγνοήσει εκείνες που τον εξωθούσαν σε εσχάτη προδοσία κατά του έθνους».14
Παρά τις επαναλαμβανόμες προτροπές του πατρός του ν’απόσχει από πάσης εμφανίσεως στο Μακεδονικό Μέτωπο, ο Αλέξανδρος επεσκέφθη τούτο, όπου και εγένετο ενθουσιωδώς δεκτός. Το από 27.01.1918 φύλλο της ΕΣΤΙΑΣ γράφει:15
«Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΕΙΣ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟΝ
(…)
Κατά τηλεγράφημα εκ Θεσσαλονίκης, ο βασιλεύς, συνοδευόμενος υπό του ξεναγού του Γάλλου στρατηγού του ιππικού Τινάν, του κ. Ι. Κουντουριώτου, πρεσβευτού παρά τη Σερβική Κυβερνήσει, των υπασπιστών του και του αντισυνταγματάρχου Καθενιώτου, απεσπασμένου παρά τω Μεγάλω Συμμαχικώ Στρατηγείω, επεσκέφθη χθες τον Ελληνικόν τομέα του Μακεδονικού Μετώπου.
(…)
Ο Βασιλεύς, ακολουθούμενος υπό των ως άνω προσώπων, επεσκέφθη διαδοχικώς εν παρατηρητήριον πυροβολικού, εξ ου παρετήρησε τας εχθρικάς βάσεις, εν Γαλλικόν αεροδρόμιον, όπου εξετελέσθησαν πτήσεις αεροπλάνων και ελιγμοί ίλης ιππικού προς τιμήν του, το Γεν. Ελληνικόν Στρατηγείον, τα στρατηγεία των Ελληνικών μεραρχιών και τα Ελληνικά χειρουργεία, (…)».
Στο Μακεδονικό Μέτωπο ο Αλέξανδρος αντελήφθη ιδίοις όμασι, αφ’ενός, την καταστροφή που επέφεραν οι Βούλγαροι στην Μακεδονία, την οποίαν είχαν κυριολεκτικώς αιματοκυλήσει, ιδία τις Σέρρες, Δράμα και Καβάλλα, τις οποίες προσεπάθουν να εκβουλγαρίσουν, αφ’ετέρου, την πρόδηλη αδιαφορία και αστοργία των προηγουμένων (φιλοβασιλικών) κυβερνήσεων διά την διάσωση του ενταύθα Ελληνισμού. Αργότερα δε, ο Αλέξανδρος επεσκέφθη το Παρίσι, όπου εγένετο δεκτός με αισθήματα συμπαθείας.
Η ανάπτυξη αγαστών σχέσεων μεταξύ Αλεξάνδρου και Βενιζέλου προέτρεπε τον τελευταίο να επιζητεί την μονιμοποίηση του νεαρού άνακτος, άπαξ και οι επόμενες εκλογές το επέτρεπαν. Ο Βενιζέλος, παρά τις απογοητεύσεις του περί της πολιτικής του Κωνσταντίνου, εθεώρει το πολίτευμα της Βασιλευομένης Δημοκρατίας ως το καταλληλότερο διά τον ελληνικό Λαό. Προσέτι, διά του εν λόγω πολιτεύματος, διετηρούντο στενώτερες οι σχέσεις μετά της Μεγ. Βρετανίας, επί της οποίας ο Βενιζέλος εστήριζε την ικανοποίηση των εθνικών πόθων.
Εκ των ανωτέρω, ο Αλέξανδρος απεδείχθη τελείως διαφόρου χαρακτήρος του πατρός του. Δεν ήταν γερμανόφιλος, ούτε διέπετο υπό στρατοκρατικών αντιλήψεων, διακείμενος βαθμηδόν ευμενώς και προς τους Συμμάχους. Ήταν απλούς, δημοφιλής, ανοιχτόκαρδος και προσηνής.
Η ανωτέρω τροπή προμήνυε σαφώς την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ελλάδος και τούτο προφανώς δυσηρέστει τον Κωνσταντίνο και τους περί αυτόν, πρεσβεύοντες την «μικρά και εντίμον Ελλάδα».16 Τότε (1920), ο Βενιζέλος ήταν 56 ετών. Μπορούσε, λοιπόν, ευχερώς να πρωθυπουργεύσει επί 7-10 έτη, ως ο ίδιος υπελόγιζε, προκειμένου να φέρει σε πέρας την απαιτουμένη ανασυγκρότηση του κυβερνητικού μηχανισμού και καταστεί η Ελλάς αξία του ανωτέρω προορισμού της. Ο Άγγλος ιστορικός και πρώην πρέσβυς στην Αθήνα (1996-1999) sir Michael Llewellyn Smith αναφέρει χαρακτηριστικώς, ότι «(…), πάσα αμφιβολία έπαυε από την πειστική γοητεία του ιδίου του Βενιζέλου»· και ο αυτός τότε Άγγλος πρέσβυς στην Αθήνα, λόρδος Granville, ότι «η ανεξάντλητος ευγλωττία του ουδέν περιθώριο άφηνε απαντήσεων».17
Ο Αλέξανδρος, εκ της πλευράς του διήνυε τότε το 27ο έτος της ηλικίας του. Έτσι, η ανωτέρω σκέψη είχε εδραία ερείσματα. Ήθελε μόνον πίστη στο όραμα και ομόνοια. Και διά να καταδειχθεί έτι περαιτέρω σε ποίον βαθμό ο Αλέξανδρος ησπάσθη τον Βενιζέλο και ηναγκαλίσθη την πολιτική του, παραπέμπουμε στην ακόλουθη ζωντανή περιγραφή του ιστορικού συγγραφέως Αλεξάνδρου Ζαούση, περί του ακραιφνούς υπέρ του Έθνους ζήλου που διέπνεε τον Έλληνα βασιλέα:18 «(…) Μάλιστα ο Βενιζέλος, που μόλις άρχισε η επίθεση είχε μεταβεί στην Θεσσαλονίκη, ακολούθησε τον στρατό μας στις Σέρρες. Στην πόλη αυτή, όπως και σε άλλες, οι Βούλγαροι είχαν διαπράξει απίστευτα κακουργήματα στο πλαίσιο μιας “εθνοκαθάρσεως” όπως λέμε σήμερα. Το 1916 οι Σέρρες είχαν 24.000 κατοίκους και το 1918, όταν αποχώρησαν οι Βούλγαροι, είχαν μείνει μόνο 6.000 !
Με όλο τον σεβασμό προς την μεγάλη Ελληνίδα, την Δέλτα, θεωρώ κάπως υπερβολική την εμμονή της σε κάθε περιγραφή των εγκλημάτων των Βουλγάρων να τα αποδίδει στον Βασιλέα Κωνσταντίνο και την “σπείρα” του, που το 1916 είχαν παραδώσει την Ανατολική Μακεδονία στου Βουλγάρους.
(…)
Ο ενθουσιασμός των Ελλήνων, διότι είχαν μετάσχει έστω και προς το τέλος του πολέμου στο πλευρό της Αντάντ, ήταν μεγάλος. Υπήρχαν φυσικά και χιλιάδες Έλληνες, βασιλικοί, βαθιά πικραμένοι από τους διωγμούς, που δεν συμμερίζονταν ολόψυχα τις εκδηλώσεις αυτές. Εκείνος όμως που αισθανόταν πανευτυχής ήταν ο Βασιλεύς Αλέξανδρος. Η απόφασή του να συμπαρασταθεί στον Βενιζέλο είχε απόλυτα δικαιωθεί εις πείσμα των φανατικών αντιβενιζελικών.
(…)
Η ευφορία από την λήξη του πολέμου και ο θαυμασμός του Αλέξανδρου για τον τιτάνιο διπλωματικό αγώνα του Βενιζέλου είχαν συσφίξει τις σχέσεις τους, σε βαθμό που ο κόσμος πλέον μιλούσε για ένα “πολιτικό ειδύλλιο” μεταξύ Βασιλέως και Πρωθυπουργού – προς μεγάλη οργή των αντιβενιζελικών, καθώς και του βασιλικού περιβάλλοντος στην Ελβετία. (…).
(…)
Στο Παρίσι όμως κατοικούσε μονίμως ο πρίγκηψ Γεώργιος, αδελφός του Κωνσταντίνου και η συνάντησή του με τον ανεψιό του δεν ήταν δυνατόν ν’αποτραπεί. Ανήσυχος ο Αλέξανδρος υποδέχθηκε τον θείο του, αλλά έμεινε άναυδος όταν ο Γεώργιος άρχισε να του τα “ψάλλει”. Ήταν οξύτατος· τον κατηγόρησε ότι συνεργάζεται στενότατα με τον εχθρό της οικογενείας του, τον Βενιζέλο, και ότι αποβλέπει στο να διατηρήσει τον θρόνο για λογαριασμό του. Μάταια ο Αλέξανδρος του εξήγησε ότι δεν έχει το συνταγματικό δικαίωμα ν’αποπέμψει με το έτσι θέλω τον Πρωθυπουργό, πράγμα που θα ήταν εφικτό μόνο αν προκηρύσσονταν από την Κυβέρνηση εκλογές και τις έχανε ο Βενιζέλος. Και κατέληξε ότι εν πάση περιπτώσει αν ο Κωνσταντίνος δεν τον ήθελε πλέον στον θρόνο, δεν είχε παρά να του το πει ευθέως κι εκείνος θα παρητείτο αμέσως. Η συνάντηση τελείωσε σε ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα. Ο Αλέξανδρος κατάλαβε ότι η οικογένειά του τον θεωρούσε τελεσίδικα ως το “μαύρο πρόβατο”.
Αργότερα, κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Αλέξανδρος θα συναντηθεί στη Βενετία και με τον νεώτερο αδελφό του Κωνσταντίνου, τον Πρίγκηπα Χριστόφορο. Η συζήτηση μαζί του ήταν πολύ πιο ήπια και ο Αλέξανδρος, ενθαρρυμένος, τόνισε στον Χριστόφορο ότι μπορεί το βενιζελικό “καθεστώς” να είναι αμαρτωλό στα εσωτερικά θέματα, αλλά στα εθνικά ταυτίζεται με την Ελλάδα. Είπε στον Χριστόφορο με έμφαση: «… Αν ρίξουμε το καθεστώς θα πέσει και η Ελλάδα !» Ο νεαρός Βασιλεύς έδειχνε μ’αυτήν την φράση ασυνήθιστη πολιτική ωριμότητα. Ο Χριστόφορος τα έχασε και του απάντησε ότι με όσα άκουσε τόσο κατηγορηματικά από τον ανεψιό του, συμπεραίνει ότι ο Αλέξανδρος είχε αγαπήσει τον Βενιζέλο …
(…)
Σιγά σιγά ο Αλέξανδρος κατακτά τους Γάλλους. Ο νεαρός Βασιλεύς έχει τις δικές του προτιμήσεις και μία από αυτές είναι τα σχετικά με τα στρατιωτικά και τον πόλεμο. Όταν του γίνεται η πρόταση να τιμήσει την πόλη του Βερντέν και το ηρωϊκό της φρούριο που αντέστη στις τρομερές επιθέσεις των Γερμανών επί έξι μήνες με την θυσία 350.000 στρατιωτών (1916), ο Αλέξανδρος πηγαίνει ο ίδιος στο Βερντέν. Σε μια συγκινητική τελετή απένειμε εκ μέρους της Ελλάδας τον Πολεμικό Σταυρό στην πόλη και με λίγα μεστά λόγια συγκίνησε τους Γάλλους, οι οποίοι ήδη θεωρούσαν το Βερντέν σύμβολο της πολεμικής τους αρετής.
(…)
(…) Το βράδυ της 9ης Ιουνίου, ο Βενιζέλος τηλεφωνεί στον Αλέξανδρο, που βρίσκεται ακόμη στο Παρίσι και του ανακοινώνει περιχαρής: “… Μεγαλειότατε, έχουμε γίνει οι δικτάτορες της Ανατολής !” Οι Σύμμαχοι έχουν αναθέσει άνευ όρων στην Ελλάδα την στρατιωτική επιβολή της Συνθήκης με την Τουρκία, διότι η μεν σουλτανική ηγεσία βραδυπορούσε στην εκτέλεσή της, ο δε Κεμάλ είχε προ πολλού σηκώσει το “μπαϊράκι” της ανταρσίας … Η καινούργια εντολή προς την Ελλάδα αφορούσε στο ότι, πέραν του ελέγχου της Σμύρνης και της ενδοχώρας, ο Ελληνικός Στρατός θ’αναλάμβανε να επιτεθεί εναντίον των Τούρκων παντού όπου αυτοί δεν εφαρμόζουν την Συνθήκη. Και στην συγκεκριμένη φάση οι Σύμμαχοι θα άνοιγαν, με ελληνική συμμετοχή, το νέο μέτωπο στη Θράκη, ένα από τα όνειρα των Ελλήνων.
(…)
(…) Σε καταιγιστικό ρυθμό αρχίζει να μιλάει19 και αυτά που λέει αντηχούν αυτόχρημα ιστορικά: Έχω την εμπιστευτική διαβεβαίωση του Λόϋντ Τζωρτζ κατά την πρόσφατη συνάντησή μας ότι η Αγγλία θα σταθεί στο πλευρό μας μέχρι τέλους …
Οι Άγγλοι, λέει στον Αλέξανδρο, έχουν ανησυχήσει διότι τα κεμαλικά στρατεύματα τους επιτέθηκαν στην Νικομήδεια και απειλούν τα Δαρδανέλια. Ο μόνος στρατός που μπορεί να νικήσει τους Κεμαλικούς τώρα που ακόμα δεν έχουν ισχυροποιηθεί είναι ο Ελληνικός. Αν συντρίψουμε τον Κεμάλ, οι Άγγλοι θα μας δώσουν την Πόλη !
Καθώς μιλάει ο Βενιζέλος παλλόμενος από αισιοδοξία, τα νευρώδη χέρια του διαγράφουν ακατάπαυστα κυκλικές κινήσεις, σαν να θέλει ν’αγκαλιάσει τις περιοχές που θ’απελευθερώσει ο Ελληνικός Στρατός. Αναπτύσσει τις ιδέες του και για τους μεταπολεμικούς του σχεδιασμούς: Η Μικρασία, η πλούσια Ιωνία, θ’αξιοποιηθεί από ελληνικά χέρια που θα στείλουμε από τη μητροπολιτική Ελλάδα – καταλήγοντας: “Επί των ημερών σας, Μεγαλειότατε, η Ελλάς θα γίνη Μεγάλη Δύναμις. Θα εποπτεύη στον Βόσπορο και στα Στενά και θ’απελευθερώση την Μικρά Ασία …”
Μάταια ο Αλέξανδρος προσπαθεί να διατυπώσει κάποιες επιφυλάξεις. Ο Βενιζέλος είναι σαρωτικός. Σε κάθε επιφύλαξη του Βασιλέως έχει έτοιμα αντεπιχειρήματα.
Ο Αλέξανδρος έχει μείνει άφωνος. Σηκώνει τα μάτια του, κοιτάζει τον Βενιζέλο με δέος, σαν να έχει μπροστά του ένα πανύψηλο βουνό και διερωτάται: Είναι αυτός ο άνθρωπος ο παράκλητος Μεσσίας του έθνους ; Ή είναι ένας τρελός που έχει καταπιαστεί με τα ακατόρθωτα ; Δεν μπορεί να σκεφθεί άλλο – ο νεαρός Βασιλεύς έχει πλέον υποκύψει στη γοητεία αυτού του άνδρα …
Την επομένη, καθώς αναχωρεί με το τραίνο της επιστροφής – μέσα στο θόρυβο του βαγονιού – τα αυτιά του Αλέξανδρου βουΐζουν ακόμη από τα τελευταία λόγια του Πρωθυπουργού: “… Και τώρα απομένει το ωραιότερο μέρος του έργου μας. Και στην Πόλη, Μεγαλειότατε !”
Η συνομιλία αυτή μεταξύ Αλεξάνδρου και Βενιζέλου, την οποία διασώζει στο βιβλίο του ο Χρήστος Ζαλοκώστας, ήταν πράγματι ιστορική. Διότι αποδεικνύει το πάθος του Βενιζέλου για το όραμα της “Μεγάλης Ελλάδας”, ένα όραμα για το οποίο πολέμησαν οι Έλληνες ακόμη και στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο – ενώ σήμερα υπάρχουν Έλληνες που χλευάζουν τη “Μεγάλη Ιδέα”. Δυστυχώς …
(…)
Πριν φθάσουμε χρονολογικώς σ’αυτό το σημείο,20 ο Αλέξανδρος είχε ξεκινήσει –Ιούλιο μήνα– για το μέτωπο της Θράκης, σύμφωνα πάντοτε με τις οδηγίες του Βενιζέλου.
Στο ταξίδι του προσδόθηκε εξαρχής κάποιος συμβολισμός και επισημότητα με την επιβίβαση του Αλέξανδρου από τον Πειραιά στο θωρηκτό-θρύλο, τον “ΑΒΕΡΩΦ”, το οποίο κατευθύνθηκε πρώτα στη Σμύρνη, αλλά δεν μπήκε στο λιμάνι. Επικράτησαν και πάλι οι στενοκέφαλες διπλωματικές τυπικότητες. Ο Έλληνας Βασιλεύς δεν έπρεπε ν’αποβιβασθεί σε μικρασιατικό έδαφος πριν υπογραφεί η τελική Συνθήκη Ειρήνης …
Το πλοίο παρέμεινε στ’ανοικτά της Σμύρνης επί τέσσερις ώρες και ο Αλέξανδρος περιορίσθηκε στην υποδοχή επί του πλοίου του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου και του Ύπατου Αρμοστή Στεργιάδη. Οι εκπρόσωποι αυτοί του επιφύλαξαν πάντως μια συγκινητική στιγμή, προσφέροντάς του ύδωρ από τη Φιλαδέλφεια, το περίφημο “Αλάσεϊρ”, το νερό που έπιναν οι αρχαίοι Λυδοί βασιλείς για να ευτυχήσουν !
Στον “ΑΒΕΡΩΦ” φθάνει σήμα από τον Άγγλο Ναύαρχο με την παράκληση όσο το πλοίο βρίσκεται κοντά στην Πάνορμο να μην αποβιβασθεί η Α. Μεγαλειότης ο Βασιλεύς, πάντοτε για να μη δημιουργηθούν διπλωματικές περιπλοκές με τους Τούρκους.
Αυτήν την φορά ο Αλέξανδρος οργίζεται. Δεν αντέχει άλλο αυτούς τους ανόητους περιορισμούς και ξεχνώντας προς στιγμήν την επίσημη ιδιότητά του αποφασίζει να κάνει, όπως όταν ήταν απλός Πρίγκηπας, την “σκανταλιά” του … Φωνάζει τον Ναύαρχο Γέροντα, πρώην Υπασπιστή του και νυν Διοικητή της Μοίρας του Ελληνικού Στόλου στην περιοχή και του λέει γελώντας: “… Πάρε μία άκατο να βγούμε στην ξηρά να κάνουμε έναν περίπατο … ινκόγκνιτο …”. Αποβιβάζονται στην Αρτάκη και σύντομα αναγνωρίζονται από τους ντόπιους, οι οποίοι τους οδηγούν εν θριάμβω στην Πάνορμο. Ο Αλέξανδρος έχει μεθύσει από χαρά. Συνοδευόμενος από ένα πλήθος που παραληρεί αναζητεί το Διοικητήριο της πόλεως, όπου ανεβαίνει στο μπαλκόνι – από κάτω το πλήθος έχει καταληφθεί από φρενίτιδα – και με τα χέρια του κατεβάζει την τουρκική σημαία και υψώνει τη γαλανόλευκη ! Ο Αλέξανδρος πλέει σε πελάγη ευτυχίας. Όχι μόνο χάρισε στους Έλληνες της Πανόρμου μία στιγμή μοναδική, αλλά έχει κάνει και την νεανική “μπραβούρα” του για να πεισμώσει τους Συμμάχους.
(…)
Ο Αλέξανδρος θα γευθεί και άλλες συγκινήσεις στην Ανατολική Θράκη με αποκορύφωση την είσοδό του στην Αδριανούπολη, όπου οι Έλληνες κάτοικοι είχαν τέτοιο ενθουσιασμό, ώστε παρέσυραν και τους ντόπιους Τούρκους που σήκωναν τα χέρια και φώναζαν: “Γιασασίν Παντισάχ21 …”.
Απέμεινε μία μεγάλη, μία αυτόχρημα ιστορική στιγμή. Να καταπλεύσει ο “ΑΒΕΡΩΦ” στην ΚΠολη με τον Έλληνα Βασιλέα στη γέφυρα. (…).
(…)
Στις αρχές Αυγούστου ο Αλέξανδρος επιστρέφει πάντοτε επί του “ΑΒΕΡΩΦ” – ενθουσιασμένος διότι έζησε από κοντά τις νίκες του στρατού στη Θράκη. Με τον απλό του χαρακτήρα και μη θέλοντας να εμφανισθεί σαν νικητής πολέμαρχος, ζητάει να μην του γίνει επίσημη υποδοχή· αποβιβάζεται στην παλιά, όμορφη εξέδρα του Νέου Φαλήρου κι αμέσως ανεβαίνει στα Θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου για να συναντήσει την Ασπασία. Θέλει να της διηγηθεί με λεπτομέρειες όλες τις χαρές που γεύθηκε στη Θράκη και στον Βόσπορο.
(…)
Αργά την νύχτα της 10ης Αυγούστου του 1920 ένας αγγελιαφόρος φθάνει εσπευσμένα στο Τατόϊ και επιδίδει στον Αλέξανδρο ένα άκρως επείγον τηλεγράφημα του Βενιζέλου από το Παρίσι:
… Είμαι ευτυχής αναγγέλλων τη Υμετέρα Μεγαλειότητι ότι σήμερον ώραν 4ην εις Σέβρες υπεγράφη η Συνθήκη Ειρήνης μετά της Τουρκίας, η Συνθήκη Παραχωρήσεως εις την Ελλάδα της Δυτικής Θράκης και η Συνθήκη Παραχωρήσεως της Δωδεκανήσου, δι’ων νέοι αδάμαντες πολυτιμώτατοι προστίθενται εις το Στέμμα της Υμετέρας Μεγαλειότητος.
Παρακαλώ την Υμετέρα Μεγαλειότητα να δεχθή τα ειλικρινή μου συγχαρητήρια, διότι επί των ημερών Αυτής η Ελλάς είδε τοιαύτας ημέρας δόξης και μεγαλείου και εκφράζων την ευγνωμοσύνην μου διότι αύτη ηυδόκησε να διευκολύνη κατά πάντα τρόπον το δυσχερές έργον όπερ μοι ενεπιστεύθη, εύχομαι εις τον Ύψιστον όπως αξιώση ταύτη να ίδη αναλόγους επιτυχίας και εις το έργον της εσωτερικής αναδημιουργίας όπερ ήδη ανοίγεται ενώπιον ημών.
Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
(…)
Από την άλλη πλευρά του ο νεαρός βασιλεύς είχε συγκλονισθεί, συνειδητοποιώντας το τεράστιο εθνικό κέρδος από την Συνθήκη. Προσωπικώς δε είχε την ικανοποίηση να διαπιστώσει ότι η δική του πολιτική της συνεχούς υποστηρίξεως του Βενιζέλου δικαιωνόταν πανηγυρικώς από τα γεγονότα και (…).
(…)
Το απόγευμα των “Ιουλιανών” ο Αλέξανδρος ειδοποιήθηκε από την κυβέρνηση ότι στη Μητρόπολη θα τελεσθεί δοξολογία επί τη διασώσει του Βενιζέλου από την απόπειρα δολοφονίας του. Ο βασιλεύς δεν είχε ακόμα ακριβή γνώση της εκτάσεως των επεισοδίων ούτε είχε πληροφορηθεί την δολοφονία του Δραγούμη.
Κατέβηκε αμέσως από το Τατόϊ στην Μητρόπολη και παρέστη στην δοξολογία, προκειμένου ν’αποδείξει έμπρακτα την αποδοκιμασία του προς την απόπειρα.
(…)
Μόλις ενημερώθηκε ο Αλέξανδρος για την άφιξη του Βενιζέλου έσπευσε στην πρωθυπουργική κατοικία για να τον επισκεφθεί, μόνος του, χωρίς συνοδεία, όχι μόνο για να εκδηλώσει από τους πρώτους την συμπάθειά του, αλλά και για να προλάβει να του μιλήσει πριν περικυκλωθεί ο πρωθυπουργός από τους φανατικούς συμβούλους του.
Περισσότερο από κάθε άλλη φορά ο νεαρός βασιλεύς επιθυμούσε με όλη του την καρδιά η νίκη των Σεβρών να κατισχύσει στα πνεύματα των Ελλήνων, παρά τα τραγικά γεγονότα που είχαν μεσολαβήσει.
(…)
(…) Λίγο πριν ο βασιλεύς συνυπογράψει την προκήρυξη εκλογών, τον επισκέφθηκαν εκπρόσωποι της αντιπολιτεύσεως, οι οποίοι νόμιζαν ότι ο Αλέξανδρος δεν θα υπογράψει και θα έχαναν την ευκαιρία να νικήσουν τον Βενιζέλο στις εκλογές. Απηύθυναν στον βασιλέα λόγια απαράδεκτα: “… Μας δίνετε την εντύπωση, Μεγαλειότατε, σαν να μην έχετε τίποτε να χάσετε όσο μένει ο Κρητικός στην κυβέρνηση. Είναι γλυκός ο θρόνος (sic) και γι’αυτό δεν κάνετε τα πάντα για ν’απαλλαγούμε από τον Βενιζέλο. Σκεφθείτε όμως και την οικογένειά σας που ζει στην εξορία …”».
Φρονούμε πως πάντα τ’ανωτέρω αρκούν διά ν’αποδείξουν πως ο Αλέξανδρος υπήρξε πραγματικός Έλλην βασιλεύς ! Τούτο, όμως, δεν ήρκει, αφού ο θρίαμβος των ανωτέρω δεν επεδοκιμάζετο και υπό του Κωνσταντίνου και των οπαδών του. Κάθε άλλο. Την 13.07.1917, ο ανωτέρω πρέσβυς της Αυστρίας στην Βέρνη, βαρώνος Μούζουλιν, διαμηνύει στον αυτόν Αυστριακό ΥΠ.ΕΞ. Τσερνίν:22 «Ο γενικός πρόξενος φον Στέπσκι, ο οποίος συναντά συχνά την βασίλισσα Σοφίαν εις το Σαίν Μόριτζ, επίσης δε και μέλη της Βασιλικής Ακολουθίας, μού διαβιβάζει τας επομένας δηλώσεις του περιβάλλοντος του βασιλέως της Ελλάδος: (…) Ο βασιλεύς Κωνσταντίνος λυπείται τώρα διότι εξουσιοδότησε τον πρίγκηπα Αλέξανδρο να δεχθεί το Στέμμα. Ενδεχομένη παραίτησις του τελευταίου δεν είναι μόνον ευκταία παρά του πατρός του, αλλά αναμένεται εις το εγγύς μέλλον».
Και στον ανωτέρω Αυστριακό πρέσβυ στην Αθήνα Σίλασσυ, ο Κωνσταντίνος φέρεται ειπών πως «επειδή η θέσις του πρίγκηπος Αλεξάνδρου γίνεται δυσχερής απειλούσα να δημιουργήση ψευδή εντύπωσιν προς την Αντάντ και σύγχυσιν εις τους κύκλους του κόμματος των βασιλοφρόνων, σκέπτομαι σοβαρώς την ανάκλησίν του».23
Ταυτοχρόνως, ο Αλέξανδρος ήταν ερωτευμένος με την Ασπασία Μάνου, αρίστης οικογενείας,24 συνδεδεμένης με τ’Ανάκτορα. Στην περίπτωση όπου ο Αλέξανδρος εγένετο τελικώς και οριστικώς βασιλεύς, η εν λόγω σχέση θ’απετέλει, κατά τον Βενιζέλο, ευκαιρία ελληνοποιήσεως της Δυναστείας στην ρίζα της (ο πάππος του, Γεώργιος Α΄ ήταν δευτερότοκος υιός του βασιλέως της Δανίας, Χριστιανού Θ΄), καίτοι την εποχή εκείνη τέτοιος γάμος απετέλει επαναστατική μεταβολή στα κρατούντα περί βασιλικών οικογενειών. Προς τούτο, ο Βενιζέλος συνεσκέπτετο μετά του Άγγλου πρέσβεως λόρδου Granville πώς να διευθετηθεί το ζήτημα εν όψει της ευνοϊκής στάσεως του Αλεξάνδρου έναντι της Αντάντ. Την 04.11.1919, ο Αλέξανδρος ενυμφεύθη την Ασπασία διά μοργανατικού γάμου (γάμος γόνου ηγεμόνος, στον οποίο δεν έχει παρασχεθεί σχετική άδεια από τον αρχηγό του ηγεμονικού οίκου). Περί το θέρος του 1920, στο Παρίσι, οι Αλέξανδρος και Βενιζέλος συνεζήτησαν τις διαδικασίες νομιμοιπήσεως, πλην όμως το θέμα υπερκεράσθη συνεπεία της απροσμένου μοιραίας ασθενείας του βασιλέως.25 Ο γάμος, εν τέλει, εκυρήχθη έγκυρος το 1922, αφ’ότου ο Αλέξανδρος είχε αποβιώσει, εν όψει του ότι η Ασπασία ανέμενε παιδί.
Ο αιφνίδιος και μαρτυρικός θάνατος του Αλεξάνδρου (25.01.1920), επελθόντος εκ δήγματος πιθήκου στο Τατόϊ (!),26 απέβη κεραυνός εν αιθρία. Ήδη ο Βενιζέλος, μετά την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών (28.07/10.08.1920), επιέζετο υπό της αντιπολιτεύσως να προκηρύξει εκλογές. Η ατυχής συγκυρία ενέτεινε το δίλημμά του. O Michael Llewellyn Smith σημειοί: «O θάνατος του Αλεξάνδρου δεν επέτρεψε στον Βενιζέλο οιαδήποτε δυνατότητα ελιγμού, διαπραγματεύσεων ή συμβιβασμού. Ήταν αναγκασμένος, εκ της λογικής που απέρρεε εκ της στάσεως της αντιπολιτεύσεως επί του δυναστικού ζητήματος από του 1917, είτε να προβεί σε εκλογές, γνωρίζων πως θα ετίθετο ως μέγιστο θέμα η επιστροφή του βασιλέως Κωνσταντίνου από της εξορίας, είτε ν’αναβάλλει ακόμη μίαν φορά τις εκλογές, αφήνων τον εαυτόν του εκτεθειμένο σ’εκείνους που τον κατηγόρουν διά δικτατορία και αυθαίρετη διοίκηση, όπερ απεδοκίμαζε».27
Εν τέλει, ο Βενιζέλος προέβη στην διεξαγωγή εκλογών, τούτων ορισθεισών αρχικώς διά την 25.10.1920, εν κατακλείδι, συνεπεία του θανάτου του Αλεξάνδρου, διά την 01.11.1920. Η νέα (ανιβενιζελική) κυβέρνηση (Δημ. Ράλλη) απεφάσισε την διενέργεια δημοψηφίσματος περί επαναφοράς του Κωνσταντίνου. Εν τω μεταξύ, ο Βενιζέλος είχε καλέσει στον θρόνο τον τέταρτο υιό του Κωνσταντίνου, πρίγκηπα Παύλο (ως προανεφέρθη, ο πρίγκηψ Γεώργιος είχε ήδη αρνηθεί να διαδεχθεί τον Κωνσταντίνο), αλλά και ο Παύλος, που είχε επίσης ακολουθήσει τον Κωνσταντίνο στην Ελβετία, ηρνήθη και αυτός. Κατόπιν τούτων, ορίσθη ως αντιβασιλεύς ο ναύαρχος Κουντουριώτης, έπειτα δε η βασιλομήτωρ Όλγα, σύζυγος του δολοφονηθέντος επίσης υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες αγγλοφίλου Γεωργίου Α΄. Η ιδία δεν επρόλαβε να σταθεί στο πλευρό του εγγονού της εκ των θαλασσοταραχών στην Αδριατική. Η αντιβασιλεία της ετερματίσθη διά της ελεύσεως του Κωνσταντίνου.
Τ’ανωτέρω αιφνιδίασαν τους Συμμάχους. Δεν μπορούσαν να φαντασθούν, ότι ο ελληνικός Λαός θα κατεψήφιζε τον άνδρα που, μεταξύ των διαφόρων εθνικών επιτευγμάτων του, έφερε την Ελλάδα μέχρις ΚΠόλεως. Ο τότε Βρετανός υπουργός Ναυτικών και εν συνεχεία Πολέμου, Ουΐνστον Τσώρτσιλ, περιγράφει πώς στο άκουσμα των αποτελεσμάτων της ανωτέρω εκλογικής αναμετρήσεως ο Άγγλος πρωθυπουργός Λόϋντ Τζωρτζ ησθάνη μόνος, καθ’ον χρόνον και η υγεία του Αμερικανού προέδρου Γ. Γουΐλσον είχε κλονισθεί28:29 «Εσυνέβη να ευρίσκομαι με τον κ. Λόϋντ Τζωρτζ στην αίθουσα συνεδριάσεων του Υπουργικού Συμβουλίου, κατά τον χρόνον όπου έφθασε το τηλεγράφημα που ανήγγειλε το αποτέλεσμα των ελληνικών εκλογών. Εταράχθη σφόδρα και επροβληματίσθη ακόμη περισσότερα. Αλλά τα ψυχικά του αποθέματα και η σκληραγώγηνσή του από τις εμπειρίες που όλοι μας εβιώσαμε διαρκούντος του Μεγάλου Πολέμου τον περιόρισσαν στο να παρατηρήσει με χαμόγελο: «Τώρα είμαι ο μόνος που απέμεινε»».
Κατόπιν τούτων, την 03.12.1920, οι τρεις τότε Δυνάμεις (Αγγλία, Γαλλά, Ιταλία) προέβησαν στην ακόλουθη δήλωση, επιδοθείσα στον Δημ. Ράλλη την επομένη:30 «Οι Κυβερνήσεις της Μεγ. Βρετανίας, της Γαλλίας31και της Ιταλίας απέδειξαν σταθερά προς τον Ελληνικόν Λαόν το ενδιαφέρον τους και ηυνόησαν την πραγματοποίηση των προαιωνίων πόθων του. Εντεύθεν η κατάπληξη αυτών υπήρξε θλιβερωτέρα δια τα γεγονότα που εσυνέβησαν στην Ελλάδα. Δεν θέλουν να επέμβουν στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδος, αλλ’είναι υποχρεωμένες να διακηρύξουν δημόσια, ότι η επάνοδος επί του θρόνου ενός μονάρχου του οποίου η ανειλικρινής στάση και διαγωγή απέναντι των συμμάχων διαρκούντος του πολέμου υπήρξε δι’αυτούς η πηγή δυσχερειών και σοβαρών απωλειών, δεν θα ηδύνατο να θεωρηθεί υπ’αυτών παρά ως επιδοκιμασία εκ μέρους της Ελλάδος των εχθρικών πράξεων του βασιλέως Κωνσταντίνου. Το γεγονός τούτο θα εδημιούργει νέα δυσμενή κατάσταση στις σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και των Συμμάχων και σ’αυτήν την περίπτωση οι τρεις κυβερνήσεις διακηρύσσουν, ότι επιφυλάσσουν δι’εαυτάς πλήρη ελευθερία ενεργείας διά να διακανονίσουν την κατάσταση αυτήν».
Εν τέλει, την 22.11/05.12.1920, ο ελληνικός Λαός (99%) απεφάνθη υπέρ της επανόδου του Κωνσταντίνου. Ο Γεώργιος Θεοτόκης, διαπρύσιος βασιλόφρων, χρηματίσας πρωθυπουργός προ του Βενιζέλου και διακείμενος συμπαθώς προς την Γερμανία, πλην όμως πατριώτης, συνταχθείς υπέρ της προσχωρήσεως της Ελλάδος στην Αντάντ, πληροφορηθείς περί της προθέσεως του Κωνσταντίνου να επιστρέψει στην Ελλάδα, εισηγείθη σ’αυτόν τ’ακόλουθα, ως τα διέσωσε ο εγγονός του, επίσης βασιλόφρων πολιτικός, Σπυρίδων Θεοτόκης:32
«Μεγαλειότατε,
Ήλθα αμέσως μετά την νικηφόρον έκβασιν των εκλογών και του πανηγυρικού δημοψηφίσματος διά την ευτυχή επιστροφήν Σας εις την πατρίδα, να Σάς εισηγηθώ, μετά σεβασμού, αλλά και βαθείας πεποιθήσεως, τ’ακόλουθα: Γνωρίζετε καλώς, ότι η θέσις Σας δια τας ηγεσίας των νικητριών του πολέμου Δυνάμεων της Συνεννοήσεως είναι τουλάχιστον σοβαρώς αμφισβητουμένη. Και γνωρίζετε ότι τούτο οφείλεται κυρίως εις την επικρατούσαν αντίληψιν, ότι η επιμονή Σας να παραμείνη η Ελλάς ουδετέρα και η ορθότατη άρνησίς Σας διά πάσαν παραχώρησιν προς την Βουλγαρίαν ωφείλετο δήθεν εις τα φιλικά Σας αισθήματα διά τον Γερμανόν αυτοκράτορα Γουλιέλμον. Η επικρατούσα εις βάρος Σας αύτη δολία πεποίθησις των νικητών εγκυμονεί πολλούς σοβαρούς κινδύνους διά την πατρίδα μας και συνεπώς, ήλθα να Σάς επισκεφθώ δια να σάς εισηγηθώ, μακράν πάσης άλλης σκέψεως ή πικρίας, να καταβάλετε κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε να επιτύχετε, τώρα που ο πόλεμος ετελείωσε, πλήρη ομαλοποίησιν των σχέσεων Σας με τους νικητάς. Πιστεύω, ότι σημαντικήν βοήθειαν εις την επιτυχίαν αυτού του λίαν σοβαρού στόχου Σας θ’απετέλει υιοθέτησις της εισηγήσεώς μου, η οποία είναι η εξής: Να προβείτε μεν εις δημοσίαν δήλωσιν, ότι αποδέχεσθε την εκδηλωθείσαν ήδη πανηγυρικώς διά του δημοψηφίσματος επιθυμίαν του λαού μας διά την επάνοδόν Σας εις την πατρίδα Σας, αλλά να μη επιστρέψετε στην Ελλάδα μέχρις ότου ρυθμισθούν αι σχέσεις Σας με την νικήτριαν Αντάντ.
Η διά της θελήσεως του λαού της Ελλάδος αποκατάστασίς Σας εις τον θρόνον θ’αποτελέση ασφαλώς ευνοϊκόν βοηθητικόν στοιχείον διά την επιδίωξιν ομαλοποιήσεως των σχέσεών Σας με την ηγεσίαν των νικητριών του πολέμου χωρών».
Εν συνεχεία δε, ο Σπ. Θεοτόκης, επικαλούμενος τις αφηγήσεις του πατέρα του, αναφέρει, ότι «οι Βασιλείς33 τον ήκουσαν34 μεν με πολλήν προσοχήν και έκδηλον αγάπην, αλλ’αντελήφθη35 ότι όσα εισηγήθη ήσαν υπεράνω των όσων ηδύναντο να πράξουν, έπειτα από την σωρείαν των εξευτελισμών που είχον υποστεί, κατά την τελευταίαν αυτήν πενταετίαν. (…)».36
Όταν ο Κωνσταντίνος επανήλθε, οι Τούρκοι της ΚΠόλεως ξεχύθησαν στους δρόμους με το σύνθημα «Γιασασίν Κωνσταντίνος» («Ζήτω ο Κωνσταντίνος»),37 δοθέντος ότι έως τότε η βασιλόφρονα παράταξη έβαλε κατά της Συνθήκης των Σεβρών, καθ’ότι επίτευγμα του Βενιζέλου, καίτοι χάρις τούτου εκερδίθη η Ανατολική και Δυτική Θράκη, η Σμύρνη, νήσοι του Αιγαίου …, ταύτα δε εκ της συμμετοχής της Ελλάδος στον Α΄Π.Π. παρά το πλευρό των Συμμάχων, όταν η Τουρκία ήταν μεταξύ των συμμάχων της Γερμανίας. Εν συνεχεία όμως και εν αντιθέσει προς τις έως τότε εξαγγελθείσες αντιβενιζελικές τους θέσεις, άπαξ και οι βασιλόφρονες έλαβαν την διακυβέρνηση, μετέβαλλαν άρδην στάση κατά 180 μοίρες, ταχθέντες, όχι μόνον υπέρ της Συνθήκης των Σεβρών, αλλά και υπερακοντίζοντες αυτήν, της Γ΄ Εθνοσυνελεύσεως της 15/28.02.1921 της αντιβενιζελικής Βουλής διακηρύττουσας τραγελαφικά ότι «αδυνατεί ν’αποδεχθή την αναθεώρησιν της Συνθήκης των Σεβρών, την οποίαν θεωρεί το μεν ικανοποιούσαν το ελάχιστον όριον των εθνικών δικαίων [!], απέναντι των κατά τον παγκόσμιον πόλεμον θυσιών και των ανέκαθεν αγώνων προς αποκατάστασιν εις ελεύθερον Κράτος, το δε δυναμένην να εξασφαλίση την ειρήνην εν Ανατολή».38
Μετά πάροδον 2ετίας, η πλήρως άλογη, ακαταλόγιστη, αυτοχειριαστική αύτη πολιτική ηκολουθήθη υπό της Μικρασιατικής Καταστροφής. Ο Τσώρτσιλ θα γράψει: «Δεν αποτελεί υπερβολή να επισημάνει κανείς πως το δάγκωμα ενός πιθήκου επέφερε τον θάνατο 250.000 ανθρώπων».39
Αξιοσημείωτος είναι η ευρυτέρα σημασία που αποδίδει στον θάνατο του Αλεξάνδρου ο Βρετανός πρωθυπουργός David Lloyd George, που κατ’αυτόν σαφώς και προεκάλεσε την επάνοδο του Κωνσταντίνου και την τελική κατάλυση του οράματος του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, τούτων όντων υπαιτίων διά περαιτέρω συνέπειες και σε άλλες χώρες Συμμάχους:40 «(…) Ο Βενιζέλος επευφημήθη δι’ομοφώνου ψήφου του Ελληνικού Κοινοβουλίου ως ο σωτήρ της πατρίδος του. Ουδέν πολιτικό κόμμα συνεκράτησε την ανάγκη του να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. (…) Εντός ολίγων εβδομάδων έλαβε χώρα συμβάν, το οποίον απεκάλυψε την υποκρισία και το ψευδές της ευγνωμοσύνης αυτής. Ο νεαρός βασιλεύς Αλέξανδρος, παίζων στον κήπο των Ανακτόρων με ένα ζεύγος κατοικιδίων πιθήκων, εδαγκώθη υπ’ενός εξ αυτών. Η πληγή εμολύνθη και ο ατυχής βασιλεύς απεβίωσε εν αγωνία εντός ολίγων ημερών. Είναι περίεργο πλην όμως γεγονός, ότι το δάγκωμα ενός εξοργισθέντος πιθήκου ήλλαξε την ιστορία της Ελλάδος [!!!] και επέδρασε σοβαρώς στην πορεία των πραγμάτων που αφορούσαν και σε άλλες πολύ σημαντικότερες χώρες. Η τραγωδία ηκολουθήθη υπό μίας αναζωπυρώσεως διά μέσου όλης της Ελλάδος του παλαιού αισθήματος διά τον Κωνσταντίνο. Οι πολιτικές φατρίες που εμίσουν τον Βενιζέλο εξεμεταλεύθησαν πλήρως αυτό το αίσθημα διά να οργανώσουν την πτώση του ανδρός, τον οποίον απεστρέφοντο περισσότερον απ’ότι αγαπούσαν την Ελλάδα. Επηκολούθησαν εκλογές. Ο Βενιζέλος εδήλωσε, ότι ο Κωνσταντίνος δεν έπρεπε να επανακληθεί. Ηττήθη άσχημα στις εκλογές και συνεπώς όφειλε να παραιτηθεί της εξουσίας. Η ηθική εξασθένησις που ηκολούθησε συνεπεία της μεγάλης καταπονήσεως εκ του Πολέμου [Α΄Π.Π.] προεκάλεσε αντίδραση που οδήγησε στην ήττα των ηγετών διαρκούντος τούτου του Πολέμου, όχι μόνο στις ηττηθείσες χώρες, αλλά και στις νικήτριες. (…)».
Παρ’όλους τους συνεχείς πολέμους (Βαλκανικοί, Α’Π.Π.), η Ελλάς επί των ημερών του Αλεξάνδρου αντεπεξήλθε στο έπακρον στις υψηλώτερες των προσδοκιών της, αφού παρέμεινε ακεραία, συνδράμουσα τα μέγιστα στην συντόμευση του πολέμου, περαιτέρω δε, προδήλως αντλούσα στο πρόσωπό του τις δυνάμεις που της ήσαν αναγκαίες, ευτύχισε να δει ολοκληρωμένους τους πάλαι ποτέ δικαίους πόθους της. Τότε οι Σύμμαχοι απέδωσαν στην Ελλάδα τον τίτλο του «Λαού του μέλλοντος στην Ανατολική Ευρώπη».41 Ο απρόσμενος, βίαιος θάνατός του διετάραξε την ομαλή εξέλιξη των πραγμάτων, όπου πλέον η τύφλωση των ελληνικών παθών και ο μηδενισμός κατέλυσαν πάσα κοινή λογική, προς μόνιμη βλάβη του εθνικού συμφέροντος. Η Ελλάς έχανε την έννοια του χώρου και του χρόνου. Η βασιλεία του Αλεξάνδρου υπήρξε η ενδοξοτέρα, από τις δάφνες που η χώρα έδρεψε διαρκούσης αυτής και η δραματικοτέρα από τις συνέπειες εκ της αποτόμου απωλείας αυτής. Η αυλαία μίας ακόμη ελληνικής τραγωδίας έπεσε.
Παν. Α. Ζολώτας
Το παρόν άρθρο εμπνέεται από βιβλίο του πατέρα του γράφοντος, Αναστασίου Π. Ζολώτα, υπό επανέκδοση, εν συνεργασία μετά του υποφαινομένου, επί του θέματος του Διχασμού (1915-1922).
Α’ Βαλκανικός (Ελληνοτουρκικός) Πόλεμος (1912-1913). Ο διάδοχος Κωνσταντίνος με τον υιό του Αλέξανδρο (όρθιος). Περαιτέρω οι διάδοχοι Γεώργιος (υιός του Κων/νου, μετέπειτα Γεώργιος Β΄) και οι πρίγκιπες Νικόλαος και Χριστόφορος. Πλησίον τους ο υπόστρατηγος Αλεξ. Σούτσος, που παρέλαβε τα κλειδιά των Ιωαννίνων μετά την κατάληψή τους.
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος στο σερβικό στρατηγείο στην Άψαλο, όπου ήδρευε η 2α σερβική Στρατιά, συνοδευόμενος υπό του διαδόχου και αντιβασιλέως της Σερβίας επίσης Αλέξανδρου, που τον ενημέρωσε περί της μεθοριακής γραμμής του Βόρα,12.02.1918
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος και αριστερά του ο Γάλλος αρχιστράτηγος των συμμαχικών Δυνάμεων Αδόλφος Γκιγιωμά, σε βαγόνι ντεκωβίλ, εν’ όψει επιθεωρήσεως των συμμαχικών στρατευμάτων, Θεσσαλονίκη, 07.02.1918
Διά τις μετακινήσεις τους, οι ανωτέρω άνδρες εχρησιμοποίουν τρένο και ντεκωβίλ, τύπος σιδηροδρόμου σε ορυχεία και βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Κατεσκευάσθη με γαλλική πρωτοβουλία (1916), από την Σκύδρα έως την Αριδαία, διά τις ανάγκες του Μακεδονικού Μετώπου. Η λειτουργία του έπαυσε το 1936. Πηγή: Angelidis.be και Pellain-gr.blogspot.com.
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος στο αγγλικό Αρχηγείο στον ποταμό Στρυμόνα, 08-09.02.1918, μεταξύ του Βρετανού στρατηγού Τζωρτζ Μιλν, επικεφαλής της βρετανικής Στρατιάς και του Γάλλου στρατηγού Ανρύ (Henrys).
Ο Αλέξανδρος (αριστερά), μετά του υιού του Πέτρου Α’ της Σερβίας, Αλέξανδρου (δεξιά), κατά τον Μάϊο του 1918
Ο Αλέξανδρος (αριστερά) και δεξιά του οι Γάλλοι στρατηγοί Ανρύ (Henrys) και Γκιγιωμά, άγνωστος και ο επίσης Γάλλος στρατηγός Ντε Τινάν, Μακεδονικό Μέτωπο, 13.02.1918.
Η ισχύς εν τη ενώσει, στο Μακεδονικό Μέτωπο του Αλεξάνδρου. Εξ αριστερών, όπισθεν, Ινδοκινέζος, Γάλλος, Σενεγαλέζος, Άγγλος, Ρώσος, Ιταλός και Σέρβος, έμπροσθεν Έλλην (Κρης) και Ινδός (Βρετανός).
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος μετά του Βενιζέλου και του διαδόχου της Σερβίας Αλεξάνδρου, σ΄επίσκεψη του τελευταίου εν Αθήναις, την Άνοιξη 1920.
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος κατά την είσοδό του στην Ανδριανούπολη, την 12-13.07.1920, μετονομασθείσα προς τιμή του σε Αλεξανδρούπολη.
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος μάλλον κατ΄επίσκεψή του στην Σμύρνη, 1919-1920
Ο βασιλεύς Αλέξανδρος, συνοδευόμενος υπό του αρχιστρατήγου του ελληνικού Στρατού, Λεωνίδος Παρασκευοπούλου, Πάνορμος (Τουρκία), 1920.
Βενιζέλος και Αλέξανδρος Α΄. στο Παναθηναϊκό (Καλλιμάρμαρο) Στάδιο, Αύγουστος 1920, μετά την Συνθήκη των Σερβών. Παρών και ο Θεμιστοκλής Σοφούλης.
Επίσης Καλλιμάρμαρο 14/27.09.1920. Μεγάλη τελετή δια την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών. Εξ αριστερών, Ελ. Βενιζέλος, βασιλεύς Αλέξανδρος, Σοφούλης, ναύαρχος Κουντουριώτης, αρχιστράτηγος Παρασκευόπουλος κ.α. Έλληνες και ξένοι αξιωματικοί.
1. Raymond Recouly, La mission de M. Jonnart en Grèce, Revue des Deux Mondes, τόμ. 42, 1917, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 6ος, μέρος Β΄, εκδ. Ελευθερουδάκης, Αθήναι, 1930, σελ. 256, κατόπιν νεωτέρων πορισμάτων της ιστορικής ερεύνης υπό Παύλου Καρολίδου και εφημ. ΕΣΤΙΑ, 02.06.1917, Αρχείο Βουλής των Ελλήνων (Library.parliament.gr).
2. Πολυχρόνης Κ. Ενεπεκίδης, Η Δόξα και ο Διχασμός, – Τα μυστικά αρχεία Βιέννης-Βερολίνου και Βέρνης, εκδ. Σ. Ι. Ζαχαροπούλου, Αθήναι, 1992, σελ. 542.
3. Γενικόν Επιτελείον Στρατού, Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Πρώτον Παγκόσμιον Πόλεμον, 1914-1918, τόμ. Α: Η Ελλάς και ο Πόλεμος εις τα Βαλκάνια, Αθήναι, 1958, σελ. 356 και Ανακοίνωσις Ημερίδος (17 Μαρτίου 2008) για την επέτειο του θανάτου του Ελευθερίου Βενιζέλου, Ίδρυμα Ιστορίας του Ελευθερίου Βενιζέλου, Αθήναι, 2008, σελ. 72.
4. Η δύναμη του αποβατικού σώματος περιελάμβανε 2.500 Γάλλους, Βρετανούς και Ιταλούς. Ο οπλισμός τούτων, ως και οι προμήθειες αυτών, ήσαν διαρκείας 2 ημερών, όπερ σημαίνει πως η αποστολή τους ήταν χρονικώς περιορισμένη, η δε δύναμή τους προδήλως ανυπόστατος εν συγκρίσει προς την συντριπτική αριθμητική υπεροχή του ελληνικού Στρατού και των παραστρατιωτικών οργανώσεων. Ως προς τον αριθμό των θυμάτων των Συμμάχων υπάρχουν μόνον στοιχεία εκ της πλευράς των Γάλλων. Έτσι, οι Γάλλοι είχαν συνολικώς 127 θύματα, ήτοι 50 θανάτους και 77 τραυματίες. Κατ’άλλες αναφορές, προς τον Γάλλο ναύαρχο Νταρτίζ ντε Φουρνιέ, αλλά και κατ’εκτιμήσεις του ιδίου, αυτά ανήλθαν σε 57 και 134 ή σε 60 και 167 αντιστοίχως (Dartige de Fournet L., Souvenir de guerre d’un amiral, 1914-1916, Παρίσι, 1920, σελ. 243 και 298 και Γιάννη Μουρέλου, Τα «Νοεμβριανά» του 1916, εκδ. Πατάκη, Αθηναι, 2007, σελ. 147)
5. Γεώργιος Θ. Κονδύλης, Ο δρόμος προς την καταστροφήν, Αθήναι, 1979, σελ. 114.
6. Π. Ενεπεκίδης, op. cit., σελ. 584
7.Υπογράμμιση εκ του πρωτοτύπου
8. Υπογράμμιση εκ του πρωτοτύπου
9. Γ. Ζαβιτσιάνος, Αι αναμνήσεις του εκ της ιστορικής διαφωνίας βασιλέως Κωνσταντίνου και Ελευθερίου Βενιζέλου όπως την έζησε (1914-1922), τόμ. Β΄, Αθήναι, 1947, σελ. 29.
10. Π. Ενεπεκίδη, op. cit., σελ. 659 και Jaques de Launay, Histoire de la diplomatie secrète de 1914 à 1945, εκδ. Université Marabout, Βρυξέλλες, 1966, σελ.
11. Νομάρχης Κερκύρης, της οικογενείας του εθνεργέτου Αλεξάνρου, το πρώτο στήριγμα του Κωνσταντίνου στην εξορία.
12. Π. Ενεπεκίδη, op. cit., σελ. 660.
13. Κατά Θ. Βερέμη, πρόκειται περί του βιβλίου του Δημ. Στ. Φέσσα (επιμ.), 1918-1919: H υπόθεση του δευτέρου υποβρυχίου – Ένα επεισόδιο της εποχής του Διχασμού, Αθήναι, Καπόν, 2016, σελ. 5.
14. Θάνος Βερέμης, Ελευθέριος Βενιζέλος, ο οραματιστής του εφικτού, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήναι, 2017, σελ. 96 επ.
15. Αρχείο Βουλής των Ελλήνων ((Library.parliament.gr).
16. Κωνσταντίνος Γ. Ζαβιτσιάνος, op. cit., τόμ. Β΄, Αθήναι, 1947, σελ. 100, Θάνος Βερέμης και Ελένη Γαρδίκα-Κατσιδάκη, Protagonist in Politics, 1919-1920, εις Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης (επιμ.), Eleftherios Venizelos, The Trials of Statesmanship, εκδ. Πανεπιστημίου Εδιμβούργου (E.U.P.), 2006, σελ. 119 και Michael Llewellyn Smith, The Ionian Vision, έκδ. Hurst & Co., Λονδίνον, 1998, σελ. 42.
17. Michael Llewellyn Smith, op. cit., σελ. 140.
18. Αλέξανδρος Λ. Ζαούσης, Αλέξανδρος και Ασπασία, 1915-1920, εκδ. Ωκεανίδα, Αθήναι, 2000, σελ. 120 επ. και 171 επ.
19. Ο Ελ. Βενιζέλος.
20. Στην υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών (28/10.08.1920).
21. Δηλαδή, «ζήτω ο αυτκράτωρ», «βασιλεύς» ή «μονάρχης».
22. Π. Ενεπεκίδης, op. cit., σελ. 564 επ.
23. Π. Ενεπεκίδης, op. cit., σελ. 584.
24. Πατέρας της ο λοχαγός Πέτρος Μάνος, μητέρα της η Ελένη Αργυροπούλου, και ανεψιά του γνωστού πρεσβευτού Περικλέους Αργυροπούλου.
25. Αλέξανδρος Λ. Ζαούσης, op. cit., σελ. 9
26. Πλην του ανωτέρω πονήματος του Αλ. Λ. Ζαούση, σχετική αναφορά γίνεται και στον παρόντα ιστοτόπο, υπό Ανδρέος Μέγκου, 12 Οκτωβρίου 1920: Ο τραγικός θάνατος του Βασιλιά Αλέξανδρου, 12.10.2018.
27. Michael Llewellyn Smith, op. cit., σελ. 156.
28. Μετ’από εντατική καμπάνια διά την επικύρωση της Συνθήκης των Σεβρών, την 25.09.1919, κατέρρευσε και την 02.10.1919 υπέστη εγκεφαλικό με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία του.
29. Winston Churchill, The World Crisis, τόμ. 5: The Aftermath, 1918-1928, εκδ. Butterworth, Λονδίνον, 1929, σελ. 386.
30. Όρα αυτήν εις Φάνη Ν. Κλεάνθη, ΈτσιχάσαμετηνΜικρασία, Βιβλιοπωλείοντης «ΕΣΤΙΑΣ»/Ι. Δ. Κολλάρου& ΣίαςΑ.Ε., Αθήναι, σελ. 23, Χρ. Εμ. Αγγελομάτη, Χρονικόν Μεγάλης Τραγωδίας, Βιβλιοπωλείον της «ΕΣΤΙΑΣ»/Ι. Δ. Κολλάρου & Σίας Α.Ε., Αθήναι, 1963, σελ. 110, Κ. Γ. Ζαβιστιάνος, op. cit., σελ. 93, Φαίδων Γ. Λ. Κυδωνιάτης, Ελευθέριος Βενιζέλος-Τρεις αγορεύσεις, εκδ. Ευρασία, Αθήναι, 2000, σελ. 48 και Michael Llewellyn Smith, The Ionian Vision, εκδ. Hurst & Co., Λονδίνον, 1998, σελ. 166.
31. Η γαλλική Κυβέρνηση είχε ήδη επιδώσει, την 27.11.1920, τέτοια διακοίνωση στην νέα αντιβενιζελική Κυβέρνηση (Δ. Ράλλη), κατά την οποίαν μεταξύ των γεγονότων που διεμόρφωναν την νέα αυτήν κατάσταση, διά την οποίαν η πρώτη διετήρει έκτοτε κέθε επιφύλαξη, ήταν «ο θάνατος του βασιλέως Αλεξάνδρου» και η εν συνεχεία «αποτυχία του Βενιζέλου και του κόμματός του», περαιτέρω δε «η ανάληψη της εξουσίας παρά προσωπικοτήτων εχθρικών προς την Αντάντ» ως και «η πρόθεση αυτών ν’αναβιβάσουν στον θρόνο τον πρώην βασιλέα Κωνσταντίνον, (…) που εσημείωσε συνεχή εχθρότητα απέναντι των συμμάχων και εγένετο ο συνένοχος των εχθρών». Προέβη όμως και την 09.12.1920 σε ετέρα διακοίνωση, όπου, «στην περίπτωση κατά την οποίαν ο βασιλεύς Κωνσταντίνος ήθελε ανέλθει επί του θρόνου της Ελλάδος, η Ελλάς δεν θα έχει εκ μέρους των Συμμάχων ουδεμία οικονομική βοήθεια». Κ. Γ. Ζαβιστιάνος, Αι αναμνήσεις του εκ της ιστορικής διαφωνίας βασιλέως Κωνσταντίνου και Βενιζέλου, τόμ. Β΄, Αθήναι, 1947, σελ. 92. Φαίδων Γ. Λ. Κυδωνιάτης, Ελευθέριος Βενιζέλος-Τρεις αγορεύσεις, εκδ. Ευρασία, Αθήναι, 2000, σελ. 48. Όρα και Γ. Θ. Κονδύλην, Ο δρόμος προς την καταστροφήν, Αθήναι, 1979, σελ. 21
32. Σπυρίδωνος Ι. Θεοτόκη, Πολιτικαί Αναμνήσεις, 1986, σελ. 37.
33. Γ. Θεοτόκη. Κωνσταντίνος και Σοφία.
34. Τον πατέρα του και πρωθυπουργό
35. Ο ίδιος ο πατέρας του και πρωθυπουργός.
36. Σπυρίδων Ι. Θεοτόκης, op. cit., σελ.
37. Βλάση Αγτζίδη, Ο «μαύρος» Σεπτέμβρης του Ελληνισμού, 21.09.2008
38. Όρα την εν λόγω απόφαση και εις Πολιτικήν Επιθεώρησιν, Αθήναι, 20.02.1921, σελ. 598, ως και εις Ξενοφώντος Στρατηγού, Η Ελλάς εν Μικρά Ασία – Ιστορική επισκόπησις επί τη βάσει επισήμων εγγράφων και πηγών, εκδ. Πελεκάνος, Αθήναι, 1925, σελ. 172 και Σαράντου Καργάκου, Η Μικρασιατική Εκστρατεία, 1919-1922 – Από το έπος στην τραγωδία, Αθήναι, 2010, τόμ. Α΄, σελ. 342. Όρα και Κ. Γ. Ζαβιτσιάνο, op. cit., τόμ. Β΄, σελ. 100 επ.
39. Ουΐνστον Τσώρτιλ, La crise mondiale, τόμ. V: 1919, εκδ. Payot, Παρίσι, 1931, σελ.383 ή The World Crisis, εκδ. Thorton Butterworth Limited, Λονδίνο, 1929, σελ. 387.
40. David Lloyd George, The Truth about Peace Treaties, τόμ. Β΄, εκδ. Victor Gollancz Ltd, Λονδίνον,1938, σελ. 1343.
41. Τίτλος που απέδωσε ο Άγγλος πρωθυπουργός David Lloyd George. Αναστασίου Π. Ζολώτα, Η Εθνική Τραγωδία, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημοσίας Διοικήσεως, Αθήνα, 1995), σελ. 40.
Eυχαριστούμε θερμά τον κύριο Ζολώτα για την συνεργασία.