Απόσπασμα από το βιβλίο του ναυάρχου Αθανασίου Σπανίδη «Αναμνήσεις και Μαρτυρίες».
Οκτώβριος 1921, Πρώτη ημέρα στην Σχολή Ναυτικών Δοκίμων στον Πειραιά.
«Όταν καμιά φορά ήρθε το βράδυ της πρώτης εκείνης ημέρας, κυνηγημένοι και με έντονη τη σκέψη της απόδρασης σε πρώτη ευκαιρία, πέσαμε κατάκοποι στα κρεββάτια μας.
Η σωματική κούραση και η διανοητική και ψυχική αναταραχή έφεραν γρήγορα τα αποτελέσματα τους, και ο αχώριστος σύντροφος της ζωής μας, ο ύπνος, έσπευσε να βοηθήσει την κατάσταση. Ένα απότομο όμως ξύπνημα από τίναγμα και πέταγμα των σκεπασμάτων με επανέφερε… στη ζωή. Πρόσταγμα:«Γδυθείτε τελείως και ανεβείτε πάνω στα μπαούλα σας», θα σας επιθεωρήσει η Αυτού Υψηλότης. Αν δεν υπήρχε διάθεση για να πάρει μέρος κανείς σε νυκτερινή γυμνική επίδειξη, δεν υπήρχε διάθεση και για αντίδραση. Έτσι η διαταγή εκτελέσθηκε. Ποιά όμως ήταν η Αυτού Βασιλική Υψηλότης; Ο μετέπειτα διάδοχος και Βασιλιάς της Ελλάδος Παύλος. Τι ήθελε τέτοια ώρα στην Σχολή των Δοκίμων; Ήταν απλούστατα και αυτός δόκιμος της Γ΄τάξης, αλλά επειδή είχε καταταγεί το 1916 και κατόπιν ακολούθησε τον πατέρα του βασιλιά Κωνσταντίνο στην εξορία το 1917, με την επάνοδο του Κωνσταντίνου το 1920 επανήλθε στη Σχολή για να συμπληρώσει τις σπουδές του, με τον βαθμό του δόκιμου-σημαιοφόρου. Μαζί του ήταν και πέντε άλλοι συμμαθητές του, οι δόκιμοι σημαιοφόροι Ιατρού, Πεσμαζόγλου, Καζάκος και δύο άλλοι των οποίων τα ονόματα δεν θυμάμαι. Μέσα στη σχολή φορούσε τη στολή του ναύτη και μόνο όταν έβγαινε σε άδεια ντυνόταν τη στολή του δόκιμου σημαιοφόρου. Καμιά διάκριση δεν γινόταν γι΄αυτόν εκτός από το να αποκαλείται «Υψηλότατος» από αξιωματικούς και δοκίμους. Αργότερα, όταν τελείωσε η «νίλα» και γνωρίστηκε με μας τους νεοεισαχθέντες, τις ώρες της βραδινής διασκέδασης χόρευε μαζί μας, διαλέγοντας βέβαια τους έχοντες κάποιο ανάστημα, γιατί ο ίδιος ήταν πολύ ψηλός. Παρά τη συνεχή συναναστροφή μαζί του και επειδή ήταν ανώτερος σε τάξη, δεν υπήρχε οικειότητα, και δεν είχε ακουσθεί στις «παιδιές» το «πάσσα, ρε, υψηλότατε» που ακουγόταν όμως αργότερα στη Σχολή Αναβρύτων όταν ο γιος του, βασιλιάς Κωνσταντίνος, ήταν εκεί μαθητής, και διάδοχος του θρόνου.
Όπως ήταν ευσταλής, ανδροπρεπής και εύχαρης, με το ανοιχτόκαρδο γέλιο του που έδειχνε τον αγνό του χαρακτήρα, μας γέμιζε υπερηφάνεια που τον είχαμε συμμαθητή και μπορούσαμε να έχουμε τόσο στενή επαφή μαζί του, πάντοτε βέβαια στο βαθμό που επέτρεπε η στρατιωτική πειθαρχία. Μας διηγείτο πολλές φορές την υπηρεσία του στο καταδρομικό ‘Έλλη» που είχε λάβει μέρος στις επιχειρήσεις της Μικράς Ασίας, και στο οποίο επέβαινε το καλοκαίρι του 1921, και τις συγκρούσεις του με τον κυβερνήτη τον πλοίαρχο Ιωαννίδη, θείο εξ′αγχιστείας ο οποίος θέλοντας να δείξει ότι δεν επηρεάζεται από την βασιλική του καταγωγή, του εφέρετο αυστηρότερα από ό,τι στους άλλους δόκιμους.
Ένας άλλος λόγος που τον θαυμάζαμε ήταν ότι δεν είχε δεχθεί το 1920 τον θρόνο που του είχε προσφέρει ο Ελευθέριος Βενιζέλος, μετά τον θάνατο του αδελφού του Αλέξανδρου, και ότι προτίμησε να έλθει στη Σχολή ως απλός δόκιμος σημαιοφόρος. Μετά τη νέα εκθρόνιση του Κωνσταντίνου το 1922 και την άνοδο του Γεωργίου Β′ έγινε διάδοχος, αλλά ο νέος τίτλος του κάθε άλλο παρά του ήταν αρεστός. Το 1924, με την εγκαθίδρυση της αβασίλευτης δημοκρατίας, εγκατέλειψε την Ελλάδα, μέχρι το 1935 οπότε επανήλθε ως διάδοχος. Σε όλα τα χρόνια που πέρασαν από την πρώτη γνωριμία μας στη Σχολή, μέχρι την ημέρα που πέθανε στον θρόνο, ήμουν ειλικρινής φίλος του, χωρίς ιδιοτέλεια. Σε όσες περιπτώσεις οι αυλοκόλακες δεν παρενέβαιναν για να του δηλητηριάσουν τη σκέψη, μου ανταπέδιδε τη φιλία αυτή χωρίς επιφύλαξη. Αυτό για μένα ήταν αρκετό. Γιατί ποιος άρχοντας ή βασιλιάς μπορεί ποτέ να μάθει την αλήθεια μέσα στο κλίμα της υποκρισίας και των ευτελών συμβούλων, στο οποίο αναγκαστικά ζει.»
Σημείωση:« παιδιές» ονόμαζαν τα αθλητικά παιγνίδια, ποδόσφαιρο, τένις, χόκεϊ που παιζόντουσαν στη Σχολή.
Αν επιθυμείτε να μάθεται περισσότερες πληροφορίες για τον ναύαρχο Αθανάσιο Σπανίδη πατήστε εδώ
Επιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου.