Η αυτοκράτειρα Μαρία Φεοντόροβνα της Ρωσίας με τα αδέρφια της και τους συγγενείς της στην Δανία.
H πριγκίπισσα Ντάγκμαρ της Δανίας (1847-1928) ήταν το τέταρτο παιδί και η δεύτερη κόρη του βασιλιά Χριστιανού Θ΄και της βασίλισσας Λουίζας, γεννημένη πριγκίπισσα της Έσσης-Κάσελ. Δύο χρόνια μικρότερη από τον αδερφό της, βασιλιά Γεώργιο Α΄της Ελλάδος, μικροσκοπική και λεπτοκαμωμένη, διέθετε μια έντονη προσωπικότητα, που την συμπλήρωνε μια μεγάλη γενναιοδωρία αλλά και ένας έντονος αυταρχισμός.
Έγινε αυτοκράτειρα της Ρωσίας 33 ετών. Για 13 χρόνια ήταν η «μητερούλα» του ρωσικού λαού, απολαμβάνοντας όλες τις ανάλογες τιμές και εύνοιες που της επέφερε ο τίτλος της, αλλά και τους κινδύνους που καιροφυλακτούσαν κάθε στιγμή.
Στις 11 Απριλίου 1919, η αυτοκράτειρα της Ρωσίας, αναχωρούσε από την αγαπημένη της Ρωσία με το πλοίο που είχε στείλει ο ανιψιός της, βασιλιάς Γεώργιος Ε΄. Την ανέμενε στην Αγγλία η αγαπημένη αδερφή της, Αλεξάνδρα, με την οποία τόσες κοινές αναμνήσεις είχαν από τα παιδικά αλλά και πιο ώριμα χρόνια της ζωής τους. Η αυτοκράτειρα είχε φροντίσει να πάρει μαζί της όσα περισσότερα άτομα του περιβάλλοντός της μπορούσε, προκαλώντας τον αρχικό πανικό του καπετάνιου του HMS Marlborough, Sir Francis Pridham. Όταν το πλοίο αναχωρούσε αφήνοντας πίσω του τις ακτές της Κριμαίας, κανείς δεν μπορούσε να υποψιαστεί πως η δυναστεία των Ρομανώφ που κυβερνούσε στην Ρωσία από το 1613, θα έπαυε να βασιλεύει για να πάντα. Η Μαρία Φεοντόροβνα μαζί με τους συγγενείς της, παρέμεναν στο κατάστρωμα κοιτώντας για τελευταία φορά την αγαπημένη τους χώρα, που χανόταν σιγά σιγά όσο το πλοίο τους απομακρυνόταν από τις ακτές της Γιάλτας.
Η Μαρία Φεοντόροβνα ακόμα και σε αυτές τις δύσκολες στιγμές της ζωής της, δεν είχε χάσει το αυτοκρατορικό της παράστημα, και οι πιστοί υπηρέτες που την ακολουθούσαν στην εξορία, συνέχιζαν να της αποδίδουν τις καθιερωμένες τιμές και να ακολουθούν το αυτοκρατορικό πρωτόκολλο.
Μετά από εννέα μέρες έφτασαν στην Μάλτα. Η Κυβέρνηση της Αγγλίας είχε δώσει σαφείς οδηγίες η υποδοχή της εξόριστης πλέον αυτοκράτειρας, των συγγενών της και της ακολουθίας της, να γίνει διακριτικά και χωρίς έντονες εκδηλώσεις. Στις 9 Μαΐου το πλοίο Lord Nelson, στο οποίο είχε επιβιβαστεί στην Μάλτα η Μαρία Φεοντόροβνα, έφτανε στο λιμάνι του Portsmouth όπου η βασίλισσα Αλεξάνδρα, χήρα του βασιλιά Εδουάρδου Ζ΄, την περίμενε με ανυπομονησία. Είχαν να ειδωθούν από το καλοκαίρι του 1914 και από τότε πολλά είχαν αλλάξει. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε καταστρέψει την Ευρώπη και με το τέλος του είχαν επέλθει μεγάλες αλλαγές. Η Γερμανός αυτοκράτορας, Γουλιέμος ΙΙ ζούσε και αυτός εξόριστος στην Ολλανδία, όπως και ο τελευταίος αυτοκράτορας της Αυστροουγγαρίας, Κάρολος Α΄ των Αψβούργων, που είχε εξοριστεί στην Ελβετία (αργότερα κατέφυγε με την οικογένειά του στο νησί Μαδέρα της Πορτογαλίας).
Η μεγάλη δούκισσα Μαρία Πάβλοβνα (κόρη της αδικοχαμένης πριγκίπισσας Αλεξάνδρας της Ελλάδας) περιγράφει πολύ παραστατικά την άφιξη της αυτοκράτειρας της Ρωσίας στην Αγγλία:
— «Η άφιξή της στο Λονδίνο περιεβλήθη με μεγάλο μυστήριο. Μας υποχρέωσαν να αποφύγουμε κάθε δημοσιότητα. Ένα πολεμικό πλοίο την είχε αποβιβάσει σε κάποιο λιμάνι, όπου απ΄ότι θυμάμαι, η αδερφή της, η βασίλισσα Αλεξάνδρα την ανέμενε. Από εκεί και οι δυο τους επιβιβάστηκαν σε ένα τραίνο για να μεταβούν στο Λονδίνο. Ειδοποιηθήκαμε την τελευταία στιγμή για την ώρα της άφιξής τους, και καθώς κατευθυνόμαστε στην αποβάθρα, οι αξιωματικοί της Αστυνομίας μας σταματούσαν σε κάθε στροφή για να τους πούμε τα ονόματά μας. Δυσκολευτήκαμε πολύ μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας. Φτάσαμε στην αποβάθρα την στιγμή που το τραίνο εισερχόταν στον σταθμό. Η σκηνή την οποία παρακολουθήσαμε μας θύμιζε τις υποδοχές του παλιού καιρού αλλά ήταν συγχρόνως και πολύ διαφορετική. Απουσίαζε η λάμψη, ο ενθουσιασμός. Αισθανόμαστε πως η τελετή της υποδοχής, αν και επίσημη, ήταν ελλιπής. Ο βασιλιάς (Γεώργιος Ε΄) η βασίλισσα (Μαίρη) με την οικογένειά τους, παρέμεναν λίγο πιο πίσω και λίγο πιο μακριά η συνοδεία τους. Εμείς παραμείναμε στην σκιά. Δεν υπήρχε κόσμος, ο σταθμός ήταν έρημος, σιωπηλός. Το τραίνο κυλούσε ήρεμα. Η βασίλισσα Αλεξάνδρα ήταν καθισμένη κοντά σ΄ένα παράθυρο του πρώτου βαγονιού, η αυτοκράτειρα Μαρία σε ένα άλλο παράθυρο.
Το τραίνο σταμάτησε. Η βασιλική οικογένεια προχώρησε μερικά βήματα. Έπειτα από λίγα λεπτά οι δύο αδερφές αποβιβάστηκαν. Μετά τα πρώτα καλωσορίσματα, η πομπή με την αυτοκράτειρα και τις δύο βασίλισσες να προπορεύονται, ανεχώρησε. Τότε πλησιάσαμε και ασπαστήκαμε το χέρι της αυτοκράτειρας, ανταλλάσσοντας μερικές λέξεις. Είχε αλλάξει ελάχιστα στα δυόμιση τελευταία χρόνια. Ήταν ντυμένη όπως πάντα με ένα μαύρο ταγέρ και έφερε ένα καπέλο με φτερά. Δεν φαινόταν αναστατωμένη, ούτε συγκινημένη, ήταν εντελώς ήρεμη, κυρίαρχη του εαυτού της, ακόμη και χαμογελαστή. Συνέκρινε την τωρινή της άφιξη με αυτές του παρελθόντος; Παρατηρούσε τον έρημο σταθμό, την αμηχανία αυτών που την συνόδευαν, τα ανάμεικτα συναισθήματα με τα οποία την είχαν υποδεχτεί; Ότι και αν συνέβαινε, τίποτα δεν ξέφυγε της προσοχής μας και οι εντυπώσεις που σχηματίσαμε ήταν πολύ λυπηρές».
Η παραμονή της Μαρίας Φεοντόροβνα στην Αγγλία διήρκεσε μόνο τρεις μήνες. Στο Λονδίνο κατοικούσε με την Αλεξάνδρα στο Μάρλμπορω Χάουζ (Malborough House) και όταν επισκεπτόταν τον βασιλιά Γεώργιο Ε΄και την βασίλισσα Μαίρη, την φιλοξενούσαν στο Παλάτι του Μπάκιγχαμ. Οι δύο αδερφές επίσης περνούσαν αρκετό χρόνο στο παλάτι του Σάντρινγχαμ. Καθώς περνούσε ο καιρός η Μαρία Φεοντόροβνα άρχισε να συνειδητοποιεί πως πλέον δεν είχε πολλά κοινά ενδιαφέροντα με την αδερφή της, εκτός από τις κοινές τους παθήσεις. Η κώφωση της Αλεξάνδρα δυσκόλευε την επικοινωνία τους περισσότερο. Η Αλεξάνδρα επιθυμούσε να παραμένει τις ελεύθερες ώρες της μόνη στον σιωπηλό κόσμο των αναμνήσεών της, περιτριγυρισμένη από τα χιλιάδες μικροαντικείμενα που μανιωδώς συγκέντρωνε από τα νεανικά της χρόνια. Όταν εκτελούσε η Αλεξάνδρα τα βασιλικά της καθήκοντα, η κυβέρνηση της είχε απαγορεύσει να συνοδεύεται από την αδερφή της. Η Μαρία την περίμενε καρτερικά στα κρύα δωμάτια του Μάρλμπορω. Για τους Άγγλους δεν ήταν πια η αυτοκράτειρα της Ρωσίας, αλλά η φτωχή συγγενής της αγαπημένης τους βασίλισσας, και η παρουσία της στην Αγγλία δεν ήταν καθόλου αρεστή στην Κυβέρνηση.
Επιστρέφοντας το 1924 από μια επίσκεψή της στο Λονδίνο (πήγαινε κάθε χρόνο για να επισκεφτεί την Αλεξάνδρα) η Μαρία Φεοντόροβνα είπε στον μεγάλο δούκα Αλέξανδρο, σύζυγο της κόρης της Ξένιας: «Αισθάνομαι πολύ πιο κοντά στην αδερφή μου όταν υπάρχει απόσταση μεταξύ μας. Όταν βρίσκομαι στο Λονδίνο νιώθω εντελώς αποξενωμένη από αυτήν.»
Τελικά η Μαρία αποφάσισε να επιστρέψει στην χώρα καταγωγής της, την Δανία. Ο πρίγκιπας Βαλντεμάρ, ο μοναδικός επιζών αδερφός της, την συνόδεψε στο ταξίδι της επιστροφής στην γενέθλια γη. Έφτασαν στις 19 Αυγούστου 1919 στην Κοπεγχάγη. Τα πληρώματα μερικών γαλλικών πλοίων που βρισκόντουσαν αγκυροβολημένα στο λιμάνι της Κοπεγχάγης, έπαιξαν τον ρωσικό αυτοκρατορικό ύμνο χωρίς να υψώσουν τις σημαίες της Ρωσίας και να αποδώσουν άλλες τιμές στην αυτοκράτειρα.
Ο βασιλιάς Χριστιανός Ι΄ με την σύζυγό του, βασίλισσα Αλεξαντρίν, υποδέχτηκαν την άτυχη θεία τους. Από την Κοπεγχάγη η Μαρία πήγε στην παραθαλάσσια έπαυλη Hvidore, που είχε αγοράσει το 1906, με την αδερφή της Αλεξάνδρα. Ήταν μια σοφή επένδυση που είχε κάνει και που φάνηκε σωτήρια για την ίδια. Η έπαυλη αυτή έγινε ο τόπος διαμονής της σε όλα τα υπόλοιπα χρόνια της εξορίας της. Της παραχωρήθηκαν και μερικά διαμερίσματα στα ανάκτορα του Αμαλίενμποργκ, στα οποία κατοικούσαν παλαιότερα οι γονείς της, για να ζει εκεί τον χειμώνα. Αλλά η παραμονή της σε αυτά έγινε αφορμή να δεχτεί αυστηρές επιπλήξεις από τον ανιψιό της, βασιλιά Χριστιανό. Την κατηγορούσε πως σπαταλούσε το ηλεκτρικό ρεύμα που του κόστιζε πολύ, και της συνιστούσε να κλείνει επίσης την θέρμανση. Από αντίδραση η αυτοκράτειρα άφηνε συνέχεια τα φώτα αναμμένα και η θερμοκρασία την διαμερισμάτων της γινόταν τροπική.
Στην Δανία δεχόταν συχνά την επίσκεψη της κόρης της Ξένιας, που είχαν αναχωρήσει μαζί από την Κριμαία, και η οποία προτίμησε να διαμένει το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στην Αγγλία μαζί με τους γιούς της, δεχόμενη την οικονομική υποστήριξη του ξαδέρφου της, βασιλιά Γεωργίου Ε΄. Αντιθέτως η δεύτερη κόρη της, Όλγα, είχε αναχωρήσει το 1920 από την Ρωσία με την οικογένειά της, και κατοικούσε μαζί με την μητέρα της στην έπαυλη Hvidore.
Tα επόμενα χρόνια πέρασαν ήρεμα για την Μαρία. Στενοί φίλοι της την υποστήριζαν οικονομικά αλλά και ο ανιψιός της Γεώργιος Ε΄ της έστελνε χρήματα. Η μικρότερη αδερφή της, Θύρα του Ανοβέρου, και ο μικρότερος αδερφός της, πρίγκίπας Βαλντεμάρ, την επισκεπτόντουσαν συχνά. Η ίδια συνέχιζε να βοηθά οικονομικώς του Ρώσους πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Δανία παρ΄όλες τις συστάσεις των συγγενών της. Επίσης αρνείτο να συμπεριφερθεί ως αρχηγός της δυναστείας των Ρομανώφ αφού πάντα ισχυριζόταν πως ο γιος της, τσάρος Νικόλαος ΙΙ, ζούσε κάπου κρυμμένος στα παράλια της Λευκής Θάλασσας και σύντομα θα επέστρεφε. Η εκτέλεσή του, τόσο του ιδίου, όσο και της αυτοκράτειρας Αλεξάνδρας Φεοντόροβνα μαζί με τα παιδιά τους, ήταν κατά την γνώμη της κακόβουλες φήμες των κομμουνιστών. Οι οικογενειακές διαφορές και συγκρούσεις για το θέμα της διαδοχής την άφηναν παντελώς αδιάφορη και δεν έπαιρνε καμία απολύτως θέση. Τα περισσότερα μέλη της δυναστείας των Ρομανώφ δεν αναγνώριζαν τον Μεγάλο δούκα Κύριλλο Βλαδιμήροβιτς ως αρχηγό της οικογένειας και νέο αυτοκράτορα όλων των Ρώσων όπως είχε αυτοανακηρυχθεί το 1924. Υποστήριζαν τον μεγάλο δούκα Νικόλαο Νικολάγιεβιτς (τον νεότερο). Ο ηρωισμός του τελευταίου στην διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ενέπνεε τον σεβασμό των εξόριστων Ρώσων στον αντίποδα της συμπεριφοράς του Κυρίλλου στην Επανάσταση του Φεβρουαρίου το 1917 στην Ρωσία. Ο μέγας δούκας Νικόλαος ήταν από τους λίγους που αγνόησε τον Ρασπούτιν τον καιρό της παντοδυναμίας του. Μία μέρα ο Ρασπούτιν πληροφόρησε τον μέγα δούκα Νικόλαο πως επιθυμούσε να επιθεωρήσει τους στρατιώτες που είχε υπό την αρχηγία του. – «Αν τολμήσεις να έρθεις να ξέρεις πως θα σε κρεμάσω» του απάντησε.
Λίγες φορές διέκοψε την σιωπή της η Μαρία Φεοντόροβνα. Όταν μια άγνωστη γυναίκα στην Γερμανία, η Άννα Άντερσον, ισχυριζόταν πως ήταν η δούκισσα Αναστασία, η μικρότερη κόρη του γιου της, τσάρου Νικολάου ΙΙ, αναφώνησε με αγανάκτηση: «Μα τι πιστεύουν πραγματικά όλοι τους; Θα παρέμενα εδώ στο Hvidore και δεν θα έτρεχα στο πλευρό της εγγονής μου αν πράγματι ήταν αυτή; » .
Επίσης το 1924 έστειλε μια επιστολή διαμαρτυρίας στον ανιψιό της, μεγάλο δούκα Κύριλλο, που είχε αυτοανακηρυχθεί τσάρος της Ρωσίας. Οι κόρες της, μετά την κηδεία της μητέρας τους, είπαν στον μέγα δούκα Κύριλλο, πως αυτή έβαλε μόνο την υπογραφή της σ΄αυτή την επιστολή.
Καθώς πλησίαζαν τα ογδοηκοστά της γενέθλια το 1927, πολλοί συγγενείς της της γενιάς της είχαν ήδη αποβιώσει. Ο δούκας του Κάμπερλαντ, σύζυγος της αδερφής της Θύρας, είχε πεθάνει από το 1923, η αγαπημένη της αδερφή Αλεξάνδρα το 1925, ενώ τον επόμενο χρόνο (1926), απεβίωσε τον Μάρτιο η βασίλισσα Λουίζα της Δανίας, γεννημένη πριγκίπισσα της Σουηδίας, σύζυγος του μεγαλύτερου αδερφού της Μαρίας, βασιλιά Φρειδερίκου Η΄. Τον Ιούνιο του ιδίου έτους πέθανε και η βασίλισσα Όλγα της Ελλάδας, την οποία ήταν πολύ συνδεδεμένη. Κυρίως ο θάνατος της Αλεξάνδρας είναι αυτός που έφερε της αρχή του δικού της τέλους. Για την Μαρία Φεοντόροβνα, η αδερφή της Αλεξάνδρα, αντιπροσώπευε τον μοναδικό δεσμό της με την ίδια την ζωή. Αγαπούσε τις κόρες της και τα εγγόνια υπερβολικά, όμως η αδερφή της ήταν σκοπός ύπαρξης και πηγή ζωής. Μετά τον θάνατο της Αλεξάνδρας περιτριγύριζε τα δωμάτια του έπαυλης Hvidore, άγγιζε τα αντικείμενα της αδερφής της και συμπεριφερόταν σαν να περίμενε την επιστροφή της από ένα μακρινό ταξίδι.
Η αυτοκράτειρα αντιμετώπιζε πολλές και διάφορες σωματικές ενοχλήσεις αλλά δεν δεχόταν να της παρασχεθεί καμία ιατρική βοήθεια. Δεν εμπιστευόταν ούτε τους πιστούς της υπηρέτες που την είχαν ακολουθήσει από την Ρωσία, ούτε και τις Κυρίες επί των Τιμών. Απαιτούσε η κόρη της, Όλγα, να είναι συνεχώς κοντά της. Οι συγγενείς της καταλαβαίνοντας πως το τέλος πλησίαζε έβαλαν στο μάτι ένα μικρό κιβώτιο στο οποίο φύλασσε τα πολύτιμα κοσμήματα που είχε φέρει από την Ρωσία. Σε αυτά είχαν προστεθεί και τα κοσμήματα που είχε κληρονομήσει από την Αλεξάνδρα. Ο πρώτος ενδιαφερόμενος ήταν ο βασιλιάς Χριστιανός Ι που απαιτούσε την άμεση πώλησή τους για να καλυφθούν τα έξοδα που είχε κάνει για την θεία του. Ο άλλος της ανιψιός, ο βασιλιάς της Αγγλίας, Γεώργιος Ε΄, πίστευε πως τα κοσμήματα έπρεπε να μεταφερθούν στην Αγγλία για να είναι πιο ασφαλή.
Η μεγάλη δούκισσα Όλγα, αναφέρει στο αυτοβιογραφικό βιβλίο που έγραψε ο Ι. Βορρές «Η τελευταία των Τσάρων», σελ. 264 : » … Μια συνεχής αγωνία της, αν και δεν έδειχνε τίποτε, ήταν για το μικρό της κιβώτιο με τα τιμαλφή. Της ήλθεν η σκέψις, η οποία μετεβλήθη σε μόνιμο φόβο, ότι λησταί είχαν υπ΄όψιν τους να το πάρουν. Αυτό την έκανε να τα μεταφέρη από κάτω από το κρεββάτι, σε μέρος ανοιχτό, όπου το έβλεπε συνεχώς.»
Στις αρχές Οκτωβρίου 1928 η κατάσταση της υγείας της επιδεινώθηκε ραγδαία. Οι κόρες της, Όλγα και Ξένια ήσαν συνεχώς κοντά της αλλά η μητέρα τους τις τελευταίες τρεις ημέρες έπεσε σε κώμα. Πέθανε στις 13 Οκτωβρίου στις 7 το βράδυ, λίγες μέρες πριν συμπληρώσει το ογδοηκοστό πρώτο έτος της ηλικίας της.
Ο βασιλιάς Χριστιανός Ι επιθυμούσε να γίνει μια απλή κηδεία αφού η θεία του δεν ήταν παρά μία τέως αυτοκράτειρα. Λόγω της πίεσης της κοινής γνώμης αναγκάστηκε να αλλάξει την στάση του και τελικά οργάνωσε επίσημη κρατική κηδεία και κήρυξε αυλικό πένθος τεσσάρων εβδομάδων. Οι κόρες της Μαρίας, μεγάλες δούκισσες Όλγα και Ξένια, επίσης θεώρησαν την μη πραγματοποίηση επίσημης κηδείας γεγονός προσβλητικό σε σχέση με τον τίτλο, την σειρά και την αξιοπρέπεια της μητέρας τους.
Η ίδια αφού δεν μπορούσε να ταφεί κοντά στον αγαπημένο της σύζυγο, τσάρο Αλέξανδρο ΙΙΙ στη Ρωσία, σίγουρα θα ήθελε να ταφεί κοντά στην αγαπημένη της αδερφή, Αλεξάνδρα. Αυτό όμως ήταν αδύνατον. Η Αλεξάνδρα ανήκε στην Αγγλία ακόμα και νεκρή. Η Μαρία, μετά τον δικό της θάνατο, δεν είχε το δικαίωμα να ταφεί στο ίδιο μέρος με την αδερφή της.
Τρεις ημέρες μετά τον θάνατο της Μαρίας Φεοντόροβνα, η σορός της μεταφέρθηκε στην ορθόδοξη ρωσική εκκλησία (Alexander Nevsky church) της Κοπεγχάγης, την κατασκευή της οποία είχε χρηματοδοτήσει ο τσάρος Αλέξανδρος ΙΙΙ, σύζυγος της Μαρίας, και είχε επιμεληθεί η ίδια η Μαρία. Το φέρετρό της ήταν τόσο μικρό που κάποιος εύκολα θα πίστευε πως ήταν ενός μικρού παιδιού. Ήταν τοποθετημένο επάνω σε μία χαμηλή βάση στο μέσον της εκκλησίας, σκεπασμένο με την σημαία του Αγίου Ανδρέα του αυτοκρατορικού Ναυτικού της Ρωσίας, την εθνική αυτοκρατορική σημαία της Ρωσίας και την δανέζικη σημαία Danneborg. Χιλιάδες κόσμου προσήλθε για να αφήσει λουλούδια και να αποχαιρετήσει αυτήν την γενναία γυναίκα που είχε αντιμετωπίσει τόσες τραγωδίες στην ζωή της και δεν φοβήθηκε ποτέ τους Μπολσεβίκους. Το πρόσωπό της, που ο θάνατος πλέον προστάτευε από τις ταπεινώσεις που δέχτηκε στα χρόνια της εξορίας της, φαινόταν γαλήνιο στο ανοιχτό φέρετρό της και συμβόλιζε το τέλος μιας εποχής και μιας δυναστείας. Όσο ζούσε πέθαναν και οι 4 γιοι της, πέντε εγγόνια της, ο άνδρας της, εκτελέστηκαν 17 συγγενείς της και επέζησαν μετά τον θανατό της μόνο οι δύο κόρες της, οι οποίες θα πέθαιναν με έξι μήνες διαφορά το 1960.
Οι μεγάλες δούκισσες Όλγα και Ξένια θύμωσαν βλέποντας τόσους συγγενείς, φίλους και γνωστούς να προσέρχονται στην Δανία για να παραστούν στην κηδεία της, ενώ στα δύσκολα χρόνια της εξορία της μητέρας τους την είχαν εντελώς αγνοήσει. «Τι κρίμα που η υπέρμετρη υπερηφάνεια της δεν μας επίτρεψε να της συμπαρασταθούμε τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωή της» έλεγαν μερικοί βασιλικοί συγγενείς της…
Η κηδεία της ορίστηκε να γίνει έξι μέρες μετά τον θάνατό της, στις 19 Οκτωβρίου 1928, για να προφθάσουν να έρθουν οι αντιπρόσωποι των βασιλικών οίκων και κυβερνήσεων αλλά και τα μέλη της δυναστείας των Ρομανώφ που είχαν διασκορπιστεί σε διάφορες χώρες του κόσμου. Στην κηδεία της τελευταίας αυτοκράτειρας τους είχαν την ευκαιρία να ξανασυναντηθούν όλοι, να ανταλλάξουν τα νέα τους και μοιραστούν τις απογοητεύσεις τους. Πολλοί είχαν να συναντηθούν από την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου. Τους δόθηκε η ευκαιρία να φορέσουν για τελευταία φορά τα επίσημα πολύτιμα παράσημά τους και τις εντυπωσιακές στολές τους. Τα γυναικεία μέλη των Ρομανώφ έκρυβαν τα πρόσωπά τους κάτω από τα μακριά μαύρα πέπλα και το απελπισμένο βλέμμα τους. Η αυτοκράτειρα άθελά της έπαιρνε μαζί της στο τάφο το μεγαλειώδες παρελθόν της αυτοκρατορικής Ρωσίας, που δεν θα είχε καμία πιθανότητα πια να γίνει παρόν ούτε και μέλλον. Πάνω στο φέρετρο δεν είχε τοποθετηθεί το αυτοκρατορικό στέμμα, ούτε οι θυρεοί του οίκου των Ρομανώφ. Κανένα σύμβολο δεν δήλωνε την θέση και τον τίτλο της. Καθώς το φέρετρο είχε καλυφθεί από σωρούς λουλουδιών, θα πίστευε κάποιος άγνωστος πως επρόκειτο να τελεσθεί γάμος.
Ο βασιλιάς Χριστιανός υποδέχτηκε τον μεγάλο δούκα Κύριλλο ως τον νέο αυτοκράτορα της Ρωσίας και τον φιλοξένησε στο παλάτι του. Ο Μητροπολίτης Ευλόγιος είπε έναν ατέλειωτο επικήδειο λόγο στα ρωσικά, κουράζοντας υπερβολικά όλους τους παρευρισκομένους μέσα στον Ναό οι οποίοι δεν γνώριζαν την ρωσική γλώσσα.
Πολλοί από αυτούς που ήσαν παρόντες στην εκκλησία ήταν παλιά μέλη της αυτοκρατορικής αυλής. Κατέφθασαν στην Κοπεγχάγη για να παραστούν στην κηδεία της αυτοκράτειρας τους. Άνδρες και γυναίκες με πρόσωπα θλιμμένα, με βλέμμα σκοτεινό και κουρασμένο, με ρούχα φθαρμένα, την ακολούθησαν μέχρι την τελευταία της κατοικία. Μεταξύ τους ήταν και οι δύο πιστοί της, γιγαντόσωμοι Κοζάκοι, που αποτελούσαν την προσωπική της φρουρά και οι δύο τελευταίες Κυρίες Επί των Τιμών, που της προσέφεραν τις υπηρεσίες τους μέχρι πριν λίγες ημέρες.
Το φέρετρο κατόπιν έφτασε σιδηροδρομικώς στην Μητρόπολη Roskilde που είναι το μέρος που ενταφιάζονται τα μέλη της βασιλικής οικογένειας της Δανίας από τον δέκατο αιώνα. Η επιβλητική τελετή συμπληρώθηκε από τις συγκινητικές εκδηλώσεις πολλών εκατοντάδων προσφύγων και την παρουσία πολλών μελών, βασιλικών οίκων της Ευρώπης, με τα οποία η Μαρία Φοεντόροβνα ήταν στενή συγγενής τους. Όσο ήταν εν ζωή πολλοί από αυτούς την απέφευγαν για να μην φέρουν σε δύσκολη θέση τις κυβερνήσεις της χώρας τους.
Ο βασιλιάς Χριστιανός δεν επέτρεψε την είσοδο στoν Καθεδρικό ναό του Ροσκίλντε του Πάτερ Leonid Koltcheff, ιδιαίτερου προσωπικού εξομολογητή της αυτοκράτειρας, με τα άμφια Ρώσου ορθοδόξου ιερέα, με το πρόσχημα πως στο μέλλον οι Ρωμαιοκαθολικοί θα διεκδικούσαν και αυτοί το δικαίωμα να λειτουργούν στην Μητρόπολη της Διαμαρτυρόμενης εκκλησίας της Δανίας. Ο πάτερ Koltcheff όμως κατόρθωσε να εισέλθει κρυφά στη μητρόπολη φορώντας ένα μακρύ επανωφόρι, για να κρύψει το ράσο του. Όταν έφτασε στο κατάλληλο σημείο, ψιθύρισε μια ρωσική προσευχή επάνω από το αυτοκρατορικό φέρετρο.
Όμως παρά την παρουσία βασιλέων, πριγκίπων, επισήμων, των στρατιωτών που είχαν παραταχθεί κατά μήκος των οδών, απουσίαζε το αυστηρό πρωτόκολλο που ακολουθούσαν σε ανάλογες τελετές στην αυτοκρατορική Ρωσία. Οι θέσεις άλλαζαν όταν γνωστοί ή συγγενείς, που είχαν να συναντηθούν πολλά χρόνια, άρχιζαν να ανταλλάσσουν τα νέα τους και χαμογελούσαν ανέμελα, ίσως γιατί κατά βάθος δεν άντεχαν άλλο πόνο στην ζωή τους.
Ο ευρωπαϊκός Τύπος έκανε σύντομες αναφορές στην κηδεία, δείχνοντας με αυτό τον τρόπο πως η Ευρώπη επιθυμούσε να κλείσει το κεφάλαιο της πτώσης της δυναστείας των Ρομανώφ και των επιπτώσεών της, δέκα χρόνια μετά.
Η σορός της Μαρίας Φοεντόρβνα παρέμεινε στην Δανία μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2006 που μεταφέρθηκε στην Ρωσία, εκπληρώνοντας την επιθυμία της να ταφεί δίπλα στον αγαπημένο της σύζυγο, τσάρο Αλέξανδρο ΙΙΙ. Η μετακομμουνιστική Ρωσία της απέδωσε, με καθυστέρηση οκτώ σχεδόν δεκαετιών, τις τιμές που της άξιζαν στην επίσημη κηδεία της που έγινε στις 28 Σεπτεμβρίου 2006.
Η Μαρία Φεοντόροβνα, η μικροσκοπική πριγκίπισσα Ντάγκμαρ της Δανίας, η «Minnie» για τους συγγενείς της, παραμένει μέχρι σήμερα ένα ζωντανό σύμβολο μιας ένδοξης εποχής της Ρωσίας.
«Όταν όλοι φόρεσαν τα μεταξωτά τους καπέλα και αναχώρησαν, χωρίς πιθανώς να έχουν την ευκαιρία να ξανασυναντηθούν μέχρι μια επόμενη κηδεία, πήγα με την γυναίκα μου (Ξένια) και την αδερφή της (Όλγα) στο οικείο δωμάτιο όπου πριν 35 χρόνια συνηθίζαμε να παίζουμε τον «λύκο» με τον τσάρο Αλέξανδρο ΙΙΙ. Δεν είχαμε τίποτα να πούμε ο ένας στον άλλον. Όλοι γνωρίζαμε πως επρόκειτο για το τέλος της Ρωσίας που αγαπήσαμε και πως σύντομα θα ερχόταν η σειρά μας να «φύγουμε». Η ζωή ήταν πάντα υπέροχη και η θάλασσα απλωνόταν κάτω από το παράθυρο, αλλά από εδώ και πέρα έπρεπε να πορευθούμε χωριστά». Τα λόγια του μεγάλου δούκα Αλέξανδρου Μιχαήλοβιτς περιγράφουν με ακρίβεια τις επιπτώσεις που επέφερε η θάνατος της τελευταίας αυτοκράτειρας της Ρωσίας.
Αν θέλετε να διαβάσετε μια λεπτομερή περιγραφή της κηδείας της Μαρίας Φοεντόροβνα στα αγγλικά , πατήστε εδώ
Υ.Γ Η επίσημη ονομασία της αυτοκράτειρας είναι Μαρί (Marie) Φεοντόροβνα. Χρησιμοποίησα το λανθασμένο όνομά της, Μαρία, στο κείμενό μου. Μου ήταν πιο οικείο. Γράφοντας Μαρί στα ελληνικά, μου φαινόταν πως αναφερόμουν σε κάποια άλλη. Σας ζητώ συγγνώμη για το εσκεμμένο λάθος μου.
βιβλιογραφία:1) Αlexander Grand Duke of Russia, Always a Grand Duke
2) S.A.I. Marie de Russie, Une Princesse en exil
3) Frédéric Mitterand, Mémoires d΄ exil
4) Prince Félix Yousoupoff, En exil.
5) glucksburg.blogspot
6) alexanderpalace.com
7) Royal Gatherings, Volume II, Ilana Miller & Arturo Beéche
8)Ιωνα Βορρέ, Η τελευταία των Τσάρων
Eπιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου.