Σαν σήμερα πριν 90 χρόνια, η γιαγιά του δούκα του Εδιμβούργου, η βασίλισσα Όλγα των Ελλήνων, πέθανε στην Ρώμη. Είχε επιζήσει πολέμους και επαναστάσεις, βίωσε την δολοφονία του συζύγου της, τον θάνατο τριών παιδιών της (Όλγας, Αλεξάνδρας, Κωνσταντίνου), και τον ξαφνικό θάνατο του αγαπημένου της εγγονού, Αλέξανδρου. Στην επαναστατημένη χώρα απ΄την οποία καταγόταν, την Ρωσία, οι Μπολσεβίκοι είχαν εκτελέσει τον θείο της, έναν αδερφό της, έντεκα ξαδέλφια της και επτά ανιψιούς της…..
Η μεγάλη δούκισσα Όλγα Κωνσταντίνοβα γεννήθηκε στο παλάτι του Παβλόφσκ στις 22 Αυγούστου/3 Σεπτεμβρίου 1851. Ήταν η πρωτότοκη κόρη του μεγάλου δούκα Κωνσταντίνου Νικολάϊεβιτς και της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας του Σαξ Άλντενμπουργκ. Στην βάπτιση της στο παλάτι του Τσάρσκοε Σέλο, την πρώτη Οκτωβρίου 1851, μεταξύ των νονών της, ήταν ο παππούς της, τσάρος Νικόλαος Α΄.
Η Όλγα ήταν πολύ δεμένη με τον μεγαλύτερο αδερφό της, Νικόλαο (1850). Μετά την γέννηση της Όλγας, ο μέγας δούκας Κωνσταντίνος και η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, απέκτησαν την Βέρα(1854), τον Κωνσταντίνο(1858), τον Δημήτριο(1860), και τον Bιατσεσλάβ (1862). H Όλγα ήταν το αγαπημένο παιδί του πατέρα της και την φώναζε «muguet». Mε την άνοδο στον θρόνο του τσάρου Αλέξανδρου Β′, ο πατέρας της έγινε Ναύαρχος του ρωσικού Στόλου. Η Όλγα σε όλη την διάρκεια της ζωή της θα έτρεφε και θα εκδήλωνε την αγάπη της για τον ρωσικό Ναυτικό. Μεγαλώνοντας έγινε ένα ευγενικό κοριτσάκι, που η αδυναμία του πατέρα της δεν επηρέασε αρνητικά τον χαρακτήρα της αλλά με την παραμικρή αφορμή τα δάκρυα έτρεχαν από τα ωραία γαλανά της μάτια.
Τον Νοέμβριο του 1861, η δεκάχρονη Όλγα, συνόδευσε τους γονείς της στην Αγγλία, όπου επισκέφτηκαν την βασίλισσα Βικτωρία στο Κάστρο του Ουίνδσορ. Κέντρισαν το ενδιαφέρον της βασίλισσας Βικτωρίας, τα κοντοκομμένα μαλλιά της Όλγας, συνήθεια της εποχής, για να δυναμώνουν τα μαλλιά των παιδιών, συνήθεια όμως που δεν εφαρμοζόταν στην Αγγλία. Ρώτησε με μεγάλο ενδιαφέρον την Όλγα πόσο καιρό είχε τα μαλλιά της τόσο κοντά. «Από τότε που ήμουνα παιδί Μεγαλειοτάτη» της απάντησε η Όλγα αφελέστατα, κάνοντας την βασίλισσα Βικτωρία εκτός από το να σκάσει στα γέλια, να την συμπαθήσει πάρα πολύ. Η Βικτωρία αντιπαθούσε τα μέλη της δυναστείας των Ρομανώφ. Τους έβρισκε πολύ «αστούς» και «θορυβώδεις». Η Όλγα όμως της κίνησε τόσο το ενδιαφέρον που την θεώρησε μια πολύ καλή μέλλουσα σύζυγο του δεύτερου γιου της, Αλφρέδου. Η μοίρα το έφερε ο Αλφρέδος να παντρευτεί μια άλλη Ρομανώφ, την μεγάλη δούκισσα Μαρία, μοναχοκόρη του τσάρου Αλέξανδρου Β΄.
To 1861 o πατέρας της Όλγας, μέγας δούκας Κωνσταντίνος, έγινε αντιβασιλέας της Πολωνίας. Η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Βαρσοβία. Μετά από δύο απόπειρες δολοφονίας κατά του συζύγου της, από τους επαναστατημένους Πολωνούς, η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα επέστρεψε με τα παιδιά τους στην Αγία Πετρούπολη. Ο μέγας δούκας το 1863 εγκατέλειψε οριστικώς την θέση του αντιβασιλέα της Πολωνίας. Η ζωή της Όλγας πλέον μοιραζόταν μεταξύ του καλοκαιρινού παλατιού στο Παβλόφσκ και των Χειμερινών Ανακτόρων στην Αγία Πετρούπολη.
Η Μεγάλη Δούκισσα Όλγα συνάντησε για πρώτη φορά τον μέλλοντα σύζυγό της, τον βασιλιά Γεώργιο Α΄της Ελλάδας, τον Σεπτέμβριο του 1863. Ο τελευταίος, είχε έρθει να επισκεφθεί τον τσάρο Αλέξανδρο Β΄ στην Αγία Πετρούπολη, προκειμένου να τον ευχαριστήσει για την υποστήριξη που του είχε παράσχει με την ευκαιρία της εκλογής του ως Βασιλιά των Ελλήνων. Ο νεαρός μονάρχης εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία για να συναντήσει τον Μέγα Δούκα Κωνσταντίνο και την οικογένειά του, στο παλάτι του Παβλόφσκ. Ωστόσο, η παραμονή του Γεωργίου Α΄ στην Ρωσία δεν διήρκεσε παρά μόνο έξι ημέρες και η Όλγα, η οποία ήταν τότε μόλις δώδεκα ετών, δεν φαινόταν να έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον μονάρχη.
Στις αρχές του 1867, ο νεαρός Γεώργιος (ήταν μόνο 21ος ετών), βασιλιάς των Ελλήνων, έφθανε στην Ρωσία και πάλι. Ήταν αποφασισμένος να βρει μια ορθόδοξη νύφη. Όταν ο Γεώργιος επισκέφτηκε στο Παβλόφσκ τους γονείς της Όλγας, λέγεται πως γοητεύτηκε πολύ όταν αντίκρισε ξαφνικά την Όλγα ακουμπισμένη σε κάποια κάγκελα, να τον παρατηρεί με παιδική περιέργεια. Η Όλγα ήταν δεκαπέντε ετών και μαθήτρια. Η μόνη κοινή γλώσσα που μπορούσαν να μιλήσουν ήταν τα γερμανικά. Και των δύο οι μητέρες τους ήσαν Γερμανίδες πριγκίπισσες και ήταν μια γλώσσα που γνώριζαν πολύ καλά. «Στο σπιτικό μας άκουε κανείς, καθημερινώς, ένα διασκεδαστικό ανακάτωμα γλωσσών. Μιλούσαμε ελληνικά μεταξύ μας, αλλ΄ αγγλικά με τους γονείς μας»αναφέρει η πριγκίπισσα Μαρία στα απομνημονεύματά της. «Οι ίδιοι μιλούσαν γερμανικά, γιατί όταν ο Πατέρας επήγε στη Ρωσία δεν ήταν δυνατός στα γαλλικά, που μόνον αργότερα κατόρθωσε να τα ομιλή τέλεια. Η Μητέρα, εξ΄άλλου, στην αρχή μιλούσε τη γλώσσα της μητέρας της- τα γερμανικά- καλύτερα από τα αγγλικά».
Ο πατέρας της Όλγας δεν ενθουσιάστηκε με την πρόταση του Γεωργίου να παντρευτεί την αγαπημένη του κόρη. Εκτός του ότι ήταν πολύ νέα έβρισκε πως η απόσταση μεταξύ της Ρωσίας και της Ελλάδος ήταν πολύ μεγάλη. Η πριγκίπισσα Αλεξάνδρα ήταν πιο ενθουσιώδης και απαντούσε σε όσους ανέφεραν την ηλικία της κόρης της «πως δεν θα παραμείνει για πάντα τόσο νέα».
Η Όλγα όταν ανακοινώθηκαν επισήμως οι αρραβώνες της με τον Γεώργιο, έγραφε τον Μάιο του 1867 στην αγαπημένη της γκουβερνάντα: «Αγαπημένη μου, σ′ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά για το τόσο χαριτωμένο γράμμα σου, και ο πατέρας μου, σ΄ευχαριστεί δια τις ειλικρινείς ευχές σου, οι οποίες τον συγκίνησαν πολύ. Δυστυχώς ο αγαπητός μου Willy φθάνει μόνο την προσεχή Παρασκευή. Οι γονείς μου είναι πολύ λυπημένοι που φεύγει. Όλοι θέλουν να τον έχουν μαζί τους. Αλλά και εγώ έχω δικαίωμα να τον θέλω, δεν είναι αυτό δίκαιο;»
Ο γάμος τους πραγματοποιήθηκε στα Χειμερινά Ανάκτορα στις 15/27 Οκτωβρίου 1867, μόλις μετά από επτά εβδομάδες από τα 16α γενέθλια της Όλγας. Το λευκό νυφικό της ήταν διακοσμημένο με περίτεχνα κεντήματα από μετάξι και η ουρά του νυφικού ήταν τόσο μακριά που μόνο στις μεγάλες αίθουσες των τσάρων μπορούσε να κινηθεί άνετα. Υπέροχα διαμαντένια κοσμήματα στόλιζαν το στήθος της και το φόρεμά της και άστραφταν δίνοντας μια μεγαλειώδη εικόνα. Ο βασιλιάς Γεώργιος για να τιμήσει τον αυτοκράτορα, φορούσε στολή Ρώσου Στρατηγού. Το περιδέραιο και η ταινία του Αγίου Ανδρέα κοσμούσαν τα στήθη του. Και ενώ χαμογελούσε συνεχώς μπορούσε εύκολα κάποιος να διακρίνει την συγκίνηση του. Για να σηματοδοτήσει αυτό το χαρούμενο γεγονός, ο τσάρος Αλέξανδρος Β΄, διόρισε την δεκαεξάχρονη νύφη, Ναύαρχο του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού. Η Όλγα ήταν η μοναδική γυναίκα του οίκου των Ρομανώφ στην οποία προσφέρθηκε αυτή η τιμή.
Η βασίλισσα της Ελλάδος έκανε την επίσημη είσοδό της στην Αθήνα φορώντας ένα φουστάνι στα χρώματα της ελληνικής σημαίας, μπλε και άσπρο. Μεταξύ των αποσκευών της υπήρχε και ένα μπαούλο γεμάτο κούκλες…
Παρόλο που ο λαός της χώρας όπου θα βασίλευε της επιφύλαξε μια μεγαλειώδη υποδοχή, η νέα βασίλισσα ήταν ντροπαλή και νοσταλγούσε την οικογένειά της και την πατρίδα της. Πολύ μακριά τους, σε μια χώρα που δεν γνώρισε ούτε την γλώσσα ούτε τους κατοίκους της και την νοοτροπία τους, αισθανόταν μοναξιά και πόνο. Το παλάτι όπου θα ήταν η νέα της κατοικία, ήταν αχανές, με πολλούς απέραντους διαδρόμους, που τα ρεύματα του αέρα πάγωναν τον χειμώνα. Τα δωμάτια φωτιζόντουσαν με λάμπες λαδιού και μέχρι το 1880 υπήρχε μόνο ένα μπάνιο του οποίου οι βρύσες δεν λειτουργούσαν..
Μια μέρα είχε ακρόαση. Οι κυρίες την περίμεναν υπομονετικά να την δουν, αλλά η Όλγα δεν παρουσιαζόταν. Τελικά η κόμισσα Κουτσέλεφ, κυρία επί των τιμών, που είχε συνοδεύσει την Όλγα από την Ρωσία στην Ελλάδα, την ανακάλυψε κρυμμένη κάτω από μία σκάλα να κλαίει γοερά, κρατώντας την αγαπημένη της κούκλα. Χρειάστηκε να την καλοπιάσει για πολύ ώρα μέχρι να την πείσει να παρουσιασθεί στην προγραμματισμένη ακρόαση, όπως και έκανε, όμως τα μάτια της ήταν πρησμένα και κατακόκκινα.
H Όλγα εκπλήρωσε το βασικότερο δυναστικό της καθήκον ενώ ήταν ακόμη 16 ετών. Πριν συμπληρωθεί ένας χρόνος από τον γάμο της, στις 2 Αυγούστου 1868, γεννήθηκε ο πολυαναμενόμενος διάδοχος. Οι Έλληνες εκδήλωσαν την επιθυμία να ονομαστεί Κωνσταντίνος, ένα όνομα που σήμαινε πολλά για τους εθνικούς τους πόθους … Μετά τον Κωνσταντίνο γεννήθηκαν άλλα επτά παιδιά, ο Γεώργιος (1869), η Αλεξάνδρα (1870), ο Νικόλαος (1872), η Μαρία(1876), η Όλγα (πέθανε έξι μήνες μετά την γέννησή της, 1880), ο Ανδρέας (1882) και τέλος ο Χριστόφορος (1888). Η Όλγα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα έμαθε τέλεια τα ελληνικά.
Ο βασιλιάς και η βασίλισσα συνεργαζόντουσαν άψογα μεταξύ τους για να εκτελούν με τα καλύτερα αποτελέσματα τα βασιλικά τους καθήκοντα. Αν και μόνο 18 ετών, όταν αναχωρούσε ο Γεώργιος στο εξωτερικό, η Όλγα αναλάμβανε τα καθήκοντα της αντιβασιλείας. Ο Γεώργιος είχε ασθενήσει σοβαρά από ελονοσία. Όταν τα συμπτώματα της ασθένειας άρχισαν να εκδηλώνονται ξανά, ο Γεώργιος έφυγε στη Γαλλία για να κάνει ιαματικά λουτρά. Έκτοτε πήγαινε κάθε χρόνο στο Aιξ-λε-Μπαιν (Aix-les-Bains) όπου είχε γίνει πολύ αγαπητός στον γυναικείο πληθυσμό…. . Οι ψίθυροι για τις απιστίες του συζύγου της έφταναν συχνά στα αυτιά της. Η Όλγα δεν στεναχωριόταν, γνώριζε πως ο γάμος της είχε γερά θεμέλια.
To 1872, ο Γεώργιος, με τα χρήματα της Όλγας (οι μεγάλες δούκισσες είχαν ένα μεγάλο μηνιαίο εισόδημα, ακόμα και μετά το γάμο τους, εκτός από την προίκα που λάμβαναν όταν παντρευόντουσαν), αγόρασε ένα μεγάλο κτήμα, το Τατόι. Η νοσταλγία της Ρωσίας παρέμενε έντονη στην ψυχή της Όλγας. Για αυτό τον λόγο έκτισαν στο Τατόι το 1884 μια μεγάλη έπαυλη που ήταν πιστή αντιγραφή μιας άλλης έπαυλης του συγκροτήματος του Πέτερχοφ στην Αγία Πετρούπολη και που ανήκε στον τσάρο Αλέξανδρο Β′, θείο της Όλγας. Έκτισε και μια μικρή εκκλησία σε ένα ύψωμα κοντά στο οίκημα όπου η οικογένεια εκκλησιαζόταν τις Κυριακές και στις επίσημες εορτές. Το Τατόι ήταν το μόνο μέρος που η Όλγα όταν ευρισκόταν δεν νοσταλγούσε την αγαπημένη της Ρωσία και έγινε ο παράδεισος των παιδιών που έπαιζαν ελεύθερα στους κήπους. Η ζωή κυλούσε υπέροχα εκεί ακόμα και για τους πολυπληθείς συγγενείς τους όταν τους φιλοξενούσαν. Μακριά από τα αυστηρά πρωτόκολλα των ευρωπαϊκών αυλών, αισθανόντουσαν όλοι ελεύθεροι να συμπεριφερθούν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους.
Η Όλγα αφού οργάνωσε την εθιμοτυπία της αυλής, έστρεψε την προσοχή της σε κοινωφελή έργα. Με την βοήθεια ευπόρων Ελλήνων έκτισε και οργάνωσε κοινωφελή ιδρύματα και γυναικείες φυλακές. Προσέφερε από το προσωπικό της ταμείο 3000 δραχμές για την δημιουργία μιας Σχολής Νοσοκόμων, έκτισε το Ρωσικό Νοσοκομείο στον Πειραιά και το νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» στην Αθήνα.
Στην διάρκεια των επισκέψεων της στο μέτωπο του Ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897, διαπίστωσε ότι οι στρατιώτες δεν είχαν την ικανότητα να καταλάβουν την Βίβλο. Μια φορά που διάβαζε η ίδια σε ένα στρατιώτη ένα απόσπασμα της Βίβλου, τον ρώτησε αν κατάλαβε. «Όχι βασίλισσα μου» της απάντησε,«έτσι που είναι γραμμένο, μόνο οι μορφωμένοι το καταλαβαίνουν».
Το 1898 ο Όλγα προσφέρθηκε να χρηματοδοτήσει την μετάφραση της Βίβλου και ανέθεσε στην γραμματέα της , Ιουλία Καρόλου, να κάνει την μετάφραση στην δημοτική γλώσσα για να μπορεί ο λαός να καταλαβαίνει τα κείμενα. Οι πολιτικοί τότε διέδωσαν πως η Όλγα είχε ως κρυφό σκοπό να επιβάλει την Βίβλο να διαβάζεται στην Ρωσική γλώσσα στις εκκλησίες της Ελλάδας. «Δεν δίστασαν (οι πολιτικοί) να με διαβάλουν με τόσο άδικες κατηγορίες στον κόσμο» έγραφε πολύ πικραμένη στους συγγενείς της… Και ενώ γινόντουσαν ταραχές στην Αθήνα όπου οκτώ άτομα έχασαν την ζωή τους, η Όλγα υπερήφανη και αγέρωχη με την ανοιχτή της άμαξα πήγαινε στον Πειραιά για να επιθεωρήσει το Ρωσικό Νοσοκομείο της. Το πλήθος μόλις την αντίκριζε, έκανε στην άκρη για να περάσει η άμαξα της, την χαιρετούσαν με σεβασμό, και συνέχιζαν μόλις αυτή απομακρυνόταν τις ταραχές.
Η Όλγα όταν μετέβαινε στην Ρωσία, γέμιζε τις αποσκευές της με ελληνικά χειροποίητα κεντήματα από όλη την Ελλάδα, τα οποία πουλούσε στους συγγενείς της, και τα χρήματα που συγκέντρωνε τα προόριζε για αγαθοεργούς σκοπούς. Οι επισκέψεις της στην Ρωσία έγιναν ετήσιες ενώ μεγάλες οικογενειακές συγκεντρώσεις γινόντουσαν κάθε δεύτερο χρόνο στην Δανία. Η Όλγα ήταν πολύ αγαπητή στις τρεις αδελφές του Γεωργίου και ιδιαίτερα στην Αλεξάνδρα αλλά και με τον νεότερο γιο αυτής, τον πρίγκιπα Γεώργιο. Όταν πέθανε ο Άλμπερτ Βίκτωρ, δούκας του Κλάρενς, ή Όλγα συμβούλευσε τον αδερφό του, Γεώργιο, να νυμφευθεί την αρραβωνιαστικιά του δούκα του Κλάρενς, την πριγκίπισσα Μαίρη του Τεκ. Βέβαια η Όλγα είχε στο μυαλό της το παράδειγμα της αδερφής του Γεωργίου, πριγκίπισσας Ντάγκμαρ της Δανίας, η οποία είχε αρχικώς αρραβωνιαστεί (1864) τον τσάρεβιτς Νικόλαο. Μετά τον θάνατό του από μηνιγγίτιδα το 1865, η Ντάγκμαρ νυμφεύθηκε τον αδερφό του και νέο τσάρεβιτς, Αλέξανδρο. Ο γάμος του ανιψιού της Γεωργίου με την Μαίρη του Τεκ, τελέστηκε με μεγάλη επισημότητα. Μεταξύ των υψηλών καλεσμένων εκτός από την Όλγα ήταν και ο τσάρεβιτς Νικόλαος, πρώτος ξάδερφος του γαμπρού (οι μητέρες τους ήσαν αδερφές). Τόσο ο τσάρεβιτς Νικόλαος όσο και ο γαμπρός, Γεώργιος, έφεραν γενειάδα και έμοιαζαν πολύ. Τόσο πολύ που οι καλεσμένοι έλεγαν τις ευχές τους για έναν «βίον ανθόσπαρτον» στον Νικόλαο!!!
Το μόνο αρνητικό σχόλιο που προκαλούσε η βασίλισσα Όλγα ήταν η έντονη προσκόλλησή της με την Ρωσία και σ′ ο,τι είχε σχέση με αυτήν. Για να την πειράξει ο γιο της, πρίγκιπας Γεώργιος, είχε μάθει τις γαλοπούλες του Τατοΐου, να του απαντάνε όλες μαζί … , όταν τις φώναζε στα ρωσικά με τον επίσημο ναυτικό χαιρετισμό!!! ‘Όποιο ρωσικό πλοίο έφτανε στον Πειραιά, η Όλγα δεν έχανε την ευκαιρία να το επισκεφτεί και να προσφέρει τσάι στους Ρώσους ναύτες.
Κάθε Απρίλιο η βασιλική οικογένεια έκανε περιοδείες στην επαρχία, σκαρφαλώνοντας στα βουνά για να επισκεφτεί απομακρυσμένα χωριά, όπου οι κάτοικοι τους υποδεχόντουσαν εγκαρδίως. Καθώς οι δρόμοι ήταν κακοτράχαλοι χρησιμοποιούσαν άμαξες ή σκέτα άλογα. Στα νησιά πήγαιναν με το σκάφος τους την «Αμφιτρίτη». «Ενωρίς τον Απρίλιο κάμαμε μια περιοδεία στις επαρχίες, διαλέγοντας κάθε χρόνο και μια καινούργια ελληνική περιοχή» αναφέρει η πριγκίπισσα Μαρία. «Στις 23 Απριλίου, ως γνωστόν, είναι του Αγίου Γεωργίου, κι ο Πατέρας ήθελε να περνάη την γιορτή του μαζί με τον Λαό του, μια κι΄οι ονομαστικές εορτές στην Ελλάδα είναι πιο σημαντικές από τα γενέθλια. Οι επαρχιακές αυτές περιοδείες ήσαν διδακτικές και συνάμα διασκεδαστικές, με πλήθος απρόοπτα επεισόδια. Αυτοκίνητα δεν υπήρχαν εκείνο τον καιρό, κι΄έτσι ταξιδεύαμε ή με αμάξια ή με τραίνο, ή με την θαλαμηγό αν η επίσκεψης τύχαινε να είναι σε νησί. Παντού μας υπεδέχοντο με ακράτητον ενθουσιασμόν κ′ ήμαστε υποχρεωμένοι να σταματάμε στο κάθε χωριό, όπου οι δήμαρχοι επέμεναν να μας απαγγέλλουν λογίδρια. Μια φορά περνώντας από την Πάτρα με την θαλαμηγό, σταματήσαμε για λίγο κ′ εκαλέσαμε τις τοπικές αρχές σε πρόγευμα. Ο Νομάρχης καθόταν δίπλα στην Μητέρα, η οποία φοβήθηκε ότι, εάν εξακολουθούσε να χρησιμοποιή το μαχαίρι αντί για πηρούνι, θα έκοβε το χείλος του. Του το είπε μάλιστα σε μια στιγμή, αλλ′αυτός απήντησε ότι ήταν συνηθισμένος να τρώη με το μαχαίρι και δεν υπήρχε κίνδυνος…
Κι′όμως, σε μιαν άλλη περίσταση που ήρθε στην θαλαμηγό και ξανακάθισε στο πρόγευμα, έκοψε για καλά το χείλος του.
– Σας προειδοποίησα, είπε η Μητέρα.
– Φταίνε τα μαχαίρια σας που είναι τόσο τροχισμένα! απάντησε ο Νομάρχης.»
Ακολούθησε ο αποτυχημένος πόλεμος με τους Τούρκους το 1897. Οι βασιλείς δεν ήσαν πλέον λαοφιλείς. Η βασίλισσα έστειλε επείγουσα επιστολή στον ανιψιό της, τσάρο Νικόλαο Β′ και του ζήτησε να παρέμβει στους Τούρκους και να ζητήσει την άμεση παύση του πολέμου. Ο Νικόλαος πράγματι ζήτησε από τον Σουλτάνο να σταματήσει αμέσως αυτόν τον πόλεμο με τους Έλληνες, διαφορετικά οι επιπτώσεις στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών θα ήσαν σοβαρές. Ο Σουλτάνος πραγματοποίησε την επιθυμία του τσάρου και ο πόλεμος σταμάτησε.
Η Όλγα φυσικά ήταν ενθουσιασμένη που τρία από τα παιδιά της παντρεύτηκαν με μέλη της δυναστείας των Ρομανώφ. Το 1889 η μεγαλύτερη κόρη της, Αλεξάνδρα, παντρεύτηκε τον μεγάλο δούκα Παύλο Αλεξάνδροβιτς, σε μία μεγαλειώδη τελετή στην Αγία Πετρούπολη. Η Όλγα επέστρεψε στην Ρωσία, την άνοιξη του 1890, για να είναι παρούσα στην γέννηση (18-4-1890) του πρώτου τους παιδιού, της εγγονής της Μαρίας. Λίγους μήνες αργότερα, η νύφη της Όλγας, Σοφία της Πρωσίας, έφερνε επίσης στον κόσμο το πρώτο της παιδί, τον πρίγκιπα Γεώργιο (7-7-1890). Ο τοκετός της Σοφίας ήταν πολύ δύσκολος και έκτοτε η πριγκίπισσα έπασχε από σοβαρή φλεβίτιδα . Αντιθέτως ο τοκετός της Αλεξάνδρας δεν παρουσίασε καμία επιπλοκή. Από μία ειρωνεία της μοίρας, ο επόμενος τοκετός της Σοφίας ήταν ομαλότατος ενώ στο επόμενο τοκετό της, η Αλεξάνδρα έχασε την ζωή της… Ο πρίγκιπας Νικόλαος έγραψε στις αναμνήσεις του για τον θάνατο της Αλεξάνδρας:«Ήτο η πρώτη βαρεία θλίψις, η οποία είχε πλήξει την ομαδικήν οικογενειακήν ευτυχίαν μας, η αρχή τόσων θλίψεων που έμελλαν ακόμη να επανέλθουν.»
Η βασίλισσα Όλγα στην απαντητική επιστολή της προς τον πρίγκιπα Γεώργιο της Αγγλίας του έγραφε:
«Sympathy does one so much good when one suffers, and I know how you feel for us, you sweet darling! If you knew, tootsums what we went through, is it impossible to describe. I only wonder how it did not kill us-… I can’t realize it yet that I will never see the sweet child again in this world!! It all seems like an awful dream which can΄t be reality!!! Yes we did arrive 48 hours before the end and …. she was unconscious and did not know us, but still I was full of hope, I could not believe that I would have to give her up – I don΄t say to lose her because we don’t lose our dead – they only go before to wait for us till the beautiful day comes, when we shall see them again… The agony began at 4.30 in the afternoon and she died at 5 minutes to 3 in the night! Oh, tootsums, I thought it would kill me when I said with a crushed heart:» Τhy will be done.»
Το 1900 η δεύτερη κόρη της, Μαρία, παντρεύτηκε στην Κέρκυρα, τον μεγάλο δούκα Γεώργιο Μιχαήλοβιτς. Τέλος, ο πρίγκιπας Νικόλαος, παντρεύτηκε το 1902 στην Ρωσία, την μεγάλη δούκισσα Έλενα Βλαδιμήροβνα. Η Όλγα χαιρόταν πάρα πολύ με τον ερχομό κάθε νέου μέλους της δυναστείας είτε ήταν εγγονός ή εγγονή της. Απαίτησε ο πρίγκιπας Ανδρέας να παραστεί στον τοκετό του πρώτου παιδιού του (πριγκίπισσα Μαργαρίτα) λέγοντας: «Πρέπει να αντιλαμβάνονται οι άνδρες πόσο υποφέρουν οι γυναίκες τους για να φέρουν στον κόσμο τα παιδιά τους, πόνο από τον οποίο είναι οι ίδιοι είναι εντελώς απαλλαγμένοι».
Με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων η Όλγα με τις νύφες της οργάνωσαν νοσοκομεία και επέβλεπαν την περίθαλψη των τραυματιών. Το ίδιο είχαν κάνει και στο Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Η βασίλισσα βρισκόταν στην Αθήνα όταν έφθασε η τραγική είδηση της δολοφονίας του συζύγου της, βασιλιά Γεωργίου Α′ στην πρόσφατα απελευθερωμένη Θεσσαλονίκη(1913). Η Όλγα ακολουθώντας το παράδειγμα της μεγάλης δούκισσας Ελισάβετ (Έλλα) ζήτησε να συναντήσει τον δολοφόνο του άνδρα της στην φυλακή… Στο σημείο που δολοφονήθηκε τοποθέτησε έναν μεγάλο σταυρό. Επιθυμούσε να κτίσει μια εκκλησία στο σημείο που δολοφονήθηκε, τα γεγονότα όμως που ακολούθησαν δεν της επέτρεψαν την πραγματοποίηση των σχεδίων της.
H όρασή της είχε αρχίσει να λιγοστεύει έντονα. Η πάθηση που ταλαιπωρούσε πολλά μέλη της οικογένειάς της στην Ρωσία, τώρα ταλαιπωρούσε και την ίδια. Το 1914 με την πρόφαση πως πάει στην Ευρώπη για να υποβληθεί σε εξετάσεις για τα μάτια της, ανεχώρησε συνοδευομένη από την πιστή της κυρία επί των τιμών, κυρία Μπαλτατζή, από την Αθήνα. Η αναχώρησή της οφειλόταν σε δύο λόγους. Η αγάπη της για την Ρωσία δεν είχε σβήσει ποτέ και επιπλέον δεν είχε ποτέ καλές σχέσεις με την νύφη της Σοφία, που ήταν μετά την δολοφονία του Γεωργίου Α′, η νέα βασίλισσα των Ελλήνων.
Τα ανάκτορα του Παβλόφσκ είχαν περιέλθει στην κατοχή του αδερφού της, μεγάλου δούκα Κωνσταντίνου, μετά τον θάνατο της μητέρας τους. Μαζί με την γυναίκα του, Ελισάβετ Μαβρικίεβνα, υποδέχτηκαν την Όλγα με μεγάλη χαρά. Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος δημιούργησε μεγάλη αναστάτωση στην Όλγα. Η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα όπου βασίλευε ο γιος της, ήταν πολύ τεταμένη και η κοινωνική ζωή της Ρωσίας δεν ήταν πλέον αυτή των παιδικών της χρόνων. Οι πρώτοι βαριά τραυματισμένοι κατέφθαναν από το μέτωπο. Ίδρυσε πάλι νοσοκομεία με τα χρήματά της για την περίθαλψή τους. Ο μακάβριος χορός του θανάτου των συγγενών της άρχισε όταν σκοτώθηκε ο ανιψιός της Όλεγκ στον πόλεμο. Η εσωστρεφής αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα είχε με ελάχιστα μέλη της οικογένειας καλές σχέσεις. Την «θεία Όλγα» την εκτιμούσε πολύ και συχνά δεχόταν τις επισκέψεις της. Μετά την δολοφονία του Ρασπούτιν, στην οποία συμμετείχε ο εγγονός της Όλγας, γιος της κόρης της Αλεξάνδρας, μεγάλος δούκας Δημήτριος, δημιούργησε μια απομάκρυνση μεταξύ τους, ιδιαίτερα όταν η Όλγα συγκέντρωσε υπογραφές από τους συγγενείς της για να ζητήσουν από τον τσάρο την άμεση επιστροφή του Δημητρίου από την εξορία που είχε σταλεί, τιμωρημένος για την ανάμιξή του στην δολοφονία του Ρασπούτιν.
Το μόνο ευχάριστο γεγονός στην ζωή της ήταν ο γάμος της εγγονής της, Μαρίας, αδερφής του μεγάλου δούκα Δημητρίου, τον Σεπτέμβριο του 1917. Οι Μπολσεβίκοι έκανα εφόδους στο παλάτι της αλλά με το θάρρος της μπόρεσε και τους αντιμετώπιζε. Χωρίς χρήματα και με ελάχιστη τροφή διαθέσιμη, η Όλγα αρνείτο να εγκαταλείψει την Ρωσία. Όταν έμαθε, με μεγάλη καθυστέρηση, πως η οικογένειά της είχε πάρει τον δρόμο της εξορίας, και πως ο γιος της, βασιλιάς Κωνσταντίνος, ήταν σοβαρά άρρωστος στην Ελβετία, αποφάσισε να αναχωρήσει αμέσως από την Ρωσία.
Με την βοήθεια του Πρέσβη της Δανίας στην Αγία Πετρούπολη, πήρε την άδεια αναχώρησης. Οι αρχές δεν της αναγνώριζαν τον τίτλο » βασίλισσα των Ελλήνων». Συμβιβάστηκαν μόνο όταν έφερε το όνομα «κυρία Όλγα Ελλάδος». Πριν αναχωρήσει, η πιστή της κυρία επί των τιμών, κυρία Μπαλτατζή, τακτοποίησε την εξαγωγή των πολύτιμων κοσμημάτων της από την Ρωσία. Χάρη στο θάρρος και την γενναιότητα ενός Έλληνα φοιτητή, θαυμάζουμε σήμερα τα μοναδικά κοσμήματα της Όλγας, όταν τα φορά η βασίλισσα Άννα Μαρία. Ο φοιτητής εισήλθε στο παλάτι της Όλγας με ένα μεγάλο κιβώτιο γεμάτο βιβλία. Πέρασε κανονικά τον έλεγχο των στρατιωτών χωρίς κανένα πρόβλημα. Όταν εξήλθε με το ίδιο κιβώτιο , στον πάτο του ήταν κρυμμένα τα κοσμήματα της Όλγας. Αν το ανακάλυπταν οι Μπολσεβίκοι, η εκτέλεσή του ήταν δεδομένη. Τα κοσμήματα παραδόθηκαν στην πρεσβεία της Δανίας όπου πλέον ήταν ασφαλή… για να σταλούν στην Κοπεγχάγη.
Το ταξίδι της αναχώρησης έγινε με τραίνο. Στο τέλος μιας αμαξοστοιχίας, έβαλαν και το βαγόνι της βασίλισσας Όλγας, την οποία συνόδευε και ένας γραμματέας της Δανικής Πρεσβείας. Την νύχτα το τραίνο ήταν σταματημένο και οι Σοβιετική προσπάθησαν να αποκόψουν το βαγόνι της Όλγας από τον υπόλοιπο συρμό. Ευτυχώς η άμεση κινητοποίηση του Δανού γραμματέως, έσωσε την βασίλισσα Όλγα από την αιχμαλωσία της από τους Μπολσεβίκους. Η Όλγα έφθασε ταλαιπωρημένη και άρρωστη στην Ελβετία τον Ιούλιο του 1918, όπου την υποδέχτηκαν οι γιοί της Κωνσταντίνος, Νικόλαος και Χριστόφορος. Η μελωδία του χορού του θανάτου συνεχιζόταν… και ο ρυθμός της πλέον γινόταν πολύ έντονος… Τα νέα της εκτελέσεως των πρώτων συγγενών της στην Ρωσία έφθασαν στην Ελβετία.
Τον Οκτώβριο του 1920 η βασίλισσα Σοφία, ζήτησε από την Όλγα να φύγει εσπευσμένως στην Ελλάδα, για να συμπαρασταθεί στον σοβαρά άρρωστο εγγονό της, Αλέξανδρο. Η Κυβέρνηση απαγόρευε στην βασίλισσα Σοφία να είναι κοντά στο παιδί της. Δυστυχώς η Όλγα ανεχώρησε από την Ιταλία για την Ελλάδα με ένα μικρό σκάφος, το οποίο λόγω σφοδρής θαλασσοταραχής, καθυστέρησε πολύ να φτάσει στην Ελλάδα. Όταν τελικώς έφθασε, ο αγαπημένος της εγγονός είχε πεθάνει.
Μετά την άρνηση του Παύλου να γίνει ο νέος βασιλιάς της Ελλάδας, η Όλγα ανέλαβε την αντιβασιλεία. Ένα πολύ συγκινητικό γεγονός συνέβη όταν η Όλγα ανέλαβε την αντιβασιλεία. Ο Πρωθυπουργός επισκέφτηκε την Όλγα στο παλάτι στις 14 Νοεμβρίου 1920, για να της αναθέσει την αντιβασιλεία, γονάτισε μπροστά της, αλλά δεν μπορούσε να σηκωθεί. Τότε γονάτισε και η Όλγα, και έκλαιγαν από συγκίνηση και οι δύο τους ….
Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους γύρισε ο Κωνσταντίνος στην Ελλάδα, μετά το νικητήριο δημοψήφισμα που είχε προηγηθεί. Δεν θα έμενε για πολύ. Θα αναχωρούσε και πάλι εξόριστος δύο χρόνια μετά και ο αδερφός του πρίγκιπας Ανδρέας θα κινδύνευε να εκτελεστεί. Η Όλγα βρισκόταν στο Παρίσι και αμέσως κινητοποίησε τον αγαπημένο της ανιψιό, Γεώργιο Ε΄της Αγγλίας, τον βασιλιά Αλφόνσο της Ισπανίας και τον Πρόεδρο της Γαλλίας, Πουανκαρέ. Με την μεσολάβησή τους, ανεχώρησε ο Ανδρέας από την Ελλάδα. Η Όλγα έκτοτε δεν αναμίχτηκε ποτέ πια στην πολιτική ζωή της Ελλάδας.
Εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο όπου ζούσαν τα παιδιά της, Μαρία και Χριστόφορος. Κάποιες φορές διέμενε με την βασίλισσα Αλεξάνδρα στο παλάτι του Σάντρινγχαμ. Η Αλεξάνδρα είχε χάσει την ακοή της και ή Όλγα ένα μεγάλο μέρος της όρασής της. Οι μνήμες τους όμως από τις παλιές και ωραίες εποχές της ζωής τους ήταν άθικτες. Οι ανέμελες στιγμές στο Τατόι μακριά από το αυστηρό πρωτόκολλο με τα παιδιά τους, οι οικογενειακές στιγμές στην Δανία, επέστρεφαν ευχάριστες αλλά και επώδυνες. Πολλά αγαπημένα τους πρόσωπα είχαν πεθάνει, η Ευρώπη είχε βαθιά τραυματιστεί από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και οι δύο βασίλισσες ζούσαν τα τελευταία χρόνια της ζωής τους.
Ο πρίγκιπας Χριστόφορος αγόρασε την βίλα «Αναστασία» στην Ρώμη. Εκεί εγκαταστάθηκε και η Όλγα περιτριγυρισμένη από τα έπιπλά της και τις ρωσικές της εικόνες, τις φωτογραφίες των αγαπημένων της συγγενών. Ευτυχώς η οικία της Ρώμης έγινε τόπος συνάντησης, φίλων, γνωστών και συγγενών της. Η Όλγα δεν μπορούσε πια καθόλου να διακρίνει τις φυσιογνωμίες τους. Χάιδευε τα πρόσωπά τους για να καταλάβει ποιος ήταν κοντά της…
Μετά από μια σύντομη αρρώστια, πέθανε ήρεμα στις 18 Ιουνίου 1926. Η σορός της τοποθετήθηκε δίπλα σε αυτή του αγαπημένου της γιου, βασιλιά Κωνσταντίνου, στην κρύπτη της ρωσικής εκκλησίας στην Φλωρεντία. Αναπαυόντουσαν μαζί στην αιωνιότητα, μακριά από την Ελλάδα που τόσα προσέφεραν και τόσο βαθιά τους πλήγωσε …. μέχρι το 1936.
Η Όλγα υπήρξε μια γνήσια Ρομανώφ σε όλη την διάρκεια της ζωή της. Όπως όλα τα μέλη της δυναστείας που δεν εκτελέστηκαν από τους Μπολσεβίκους, υπέμεινε όλες τις κακουχίες και τις δυστυχίες της ζωής της, με απίστευτη αξιοπρέπεια και με απόλυτη πίστη στον Θεό. Ήταν αγαπητή σε όλους, ευγενείς και κοινούς θνητούς. Ακόμα και οι επαναστατημένοι στρατιώτες στην Ρωσία, όταν εισέβαλαν ένα βράδυ στο παλάτι της και την αντίκρισαν στο υπνοδωμάτιό της, έφυγαν χωρίς να την πειράξουν. Ήταν βασίλισσα όταν φορούσε τα κοσμήματα των Ρομανώφ, παρέμεινε βασίλισσα όταν έχασε τα πλούτη και τα μεγαλεία, αλλά πάνω από όλα παραμένει πάντα η αγαπημένη βασίλισσα των Ελλήνων.
Θα κλείσουμε το αφιέρωμά μας στην βασίλισσα Όλγα με τα λόγια του πρίγκιπα Χριστόφορου:
«Είχε δείξει εγκαρτέρηση χάρη στην πίστη της στον Θεό, μια πίστη βαθιά και ακλόνητη, δίχως ποτέ ν΄ακουστεί απ΄το στόμα της αγανακτισμένη κουβέντα ή παράπονο. Έτσι υπήρξε πάντοτε: ποτέ δεν σκεφτόταν τον εαυτό της παρά μόνον τον πλησίον. Δεν περνούσε πρωινό όσο ήμασταν στην Αθήνα δίχως να επισκεφτεί κάποιο φιλανθρωπικό ίδρυμα, κάποιο νοσοκομείο, σχολείο ή φυλακή. Με το που πατούσε το πόδι της σ΄ένα χώρο, είτε αυτός ήταν σχολική αίθουσα είτε κελί, έφερνε μια φωτεινή αχτίδα και είχε πάντοτε να πει ένα λόγο συμπαράστασης, συμπόνοιας και παρηγοριάς για τον καθένα. Πόσες φορές, μέρες ή νύχτες, δεν έκατσε για ώρες στο προσκέφαλο κάποιου ετοιμοθάνατου, βαστώντας το χέρι που την έσφιγγε μέχρις ότου να το τραβήξει ο θάνατος. Όμως και η ίδια είχε υποφέρει υπέρ το δέον.»
Επιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου.
Ευχαριστώ τον κύριο Τed Rosval, εκδότη του περιοδικού Royalty Digest Quarterly, για την άμεση αποστολή των άρθρων σχετικά με την βασίλισσα Όλγα που του ζήτησα. Η βοήθειά του ήταν πολύτιμη. Επίσης και τον Ανδρέα Μέγκο για τις φωτογραφίες που διέθεσε από το πλούσιο αρχείο του.
βιβλιογραφία: Geraldi Julia, From Splendor to Revolution.
Charlotte Zeepvat, The only Lady Admiral in the World, Royalty Digest, 2001
Απομνημονεύματα πρίγκιπος Νικολάου, Χριστόφορου και πριγκίπισσας Μαρίας.
Coryne Hall, Queen Olga of the Hellenes, The European Royal History Journal, Juin 2006
The Royal House of Greece, Prince Michael of Greece, Alain Palmer
Iουλίας Καρόλου, Όλγα, Η Βασίλισσα των Ελλήνων.
♦ Απαγορεύεται ρητά η αντιγραφή του παρόντος άρθρου ολόκληρου ή μέρους αυτού καθώς και η αναδημοσίευση του με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσον!