Μαρτυρία
Ονομάζομαι Περικλής Λεύκας. Γεννήθηκα το 1935 στην Μελιά-Δωδώνης, Ιωαννίνων, ένα ορεινό, μικρό και φτωχό χωριό. Πέρα από τις δυσκολίες για επιβίωση, ήρθε ο πόλεμος του 1940, που επιδείνωσε την κατάσταση και την έκανε ακόμα χειρότερη ο εμφύλιος, που ακολούθησε. Στην οικογένειά μας ήμασταν εφτά άτομα, ο πατέρας κατάκοιτος με γύψο από τη μέση ως τον λαιμό, λόγω σπονδυλίτιδας, η μάνα, τέσσερα μικρά παιδιά από 2 μέχρι 12 χρονών και η γιαγιά, που είχε τυφλωθεί. Το παλιό σπιτάκι μας, 15 τετραγωνικά, χωρίς ταβάνι και πάτωμα. Εκεί κοιμόμασταν όλοι στρωματσάδα στο χώμα.
Όλο το βιος μας ήταν λίγα άγονα χωράφια, λίγα γίδια, λίγα γουρούνια και ένα γαϊδουράκι. Πώς να τα βγάλει πέρα μια τέτοια οικογένεια κάτω από τέτοιες συνθήκες; Το φάσμα της πείνας ήταν καθημερινό φαινόμενο στο σπίτι μας και με τον εμφύλιο διατρέχαμε και τον κίνδυνο του παιδομαζώματος. Οι αντάρτες άρπαζαν δια της βίας τα παιδιά και τα προωθούσαν στην Αλβανία και από εκεί στις ανατολικές χώρες. Τα βράδια κοιμόμουν στο δάσος, αν ήταν καλός καιρός, και τον χειμώνα σε κάποιον αχυρώνα. Είκοσι οκτώ χιλιάδες παιδιά αρπάχτηκαν από την αγκαλιά της μάνας τους και σύρθηκαν στο «Σιδηρούν Παραπέτασμα», όπως λέγαμε τότε την Ανατολική Ευρώπη. Μέσα σε αυτήν την λαίλαπα του πολέμου παρουσιάστηκε τότε ως σανίδα σωτηρίας η Βασίλισσα Φρειδερίκη με την πρωτοβουλία της να ιδρύσει την Βασιλική Πρόνοια Βορείων Επαρχιών. Έτσι ιδρύθηκαν οι παιδοπόλεις και τα σπίτια του παιδιού, όπου βρήκαν καταφύγιο και στοργή 50 χιλιάδες κατατρεγμένα παιδιά.
Με βαριά καρδιά ο πατέρας μας έκανε αίτηση για μένα και τον δεύτερο σε ηλικία αδερφό μου, εγώ ήμουν ο πρώτος, και μπήκαμε στην παιδόπολη «Αγ. Ελένη» των Ιωαννίνων το 1948. Μας υποδέχτηκαν εδώ με πολλή στοργή και αγάπη. Μας πήρε η ομαδάρχισσα, μας έδωσε καινούργια ρούχα, μας έκανε μπάνιο και μας έδειξε τα κρεβάτια μας. Ήταν κάτι πρωτόγνωρο, γιατί πρώτη φορά θα κοιμόμασταν σε κρεβάτι. Μετά μας σύστησε στα άλλα παιδάκια της ομάδας λέγοντάς τους να είναι ευγενικά μαζί μας, να μας κάνουν παρέα και να μας φέρνονται φιλικά. Σιγά, σιγά αρχίσαμε να κάνουμε φίλους και να προσαρμοζόμαστε στην καινούργια μας ζωή. Η παιδόπολη ήταν μια οργανωμένη κοινωνία και για να ανταποκριθεί στον προορισμό της έπρεπε να έχει ένα καθορισμένο πρόγραμμα, που να τηρείται ευλαβικά και με πειθαρχία από όλους. Ένα πρόγραμμα που από μικρή ηλικία μας έδωσε εφόδια να οργανώσουμε την μετέπειτα ζωή μας. Εγερτήριο, νωρίς το πρωί, να πληθούμε, να ντυθούμε γρήγορα, και να στρώσουμε τα κρεβάτια μας. Μετά συγκέντρωση στην αυλή για προσευχή και έπαρση σημαίας. Συντεταγμένοι έπειτα πηγαίναμε στην τραπεζαρία για πρωινό και μετά τρέχαμε στους θαλάμους, μπροστά στα κρεβάτια μας, διπλά, στρατιωτικά, το ένα πάνω στο άλλο, για επιθεώρηση. Έπρεπε να έχουμε τα πράγματά μας όλα τακτοποιημένα και τα κρεβάτια μας πολύ καλά στρωμένα, με την κουβέρτα τεζαρισμένη στο στρώμα σε σχήμα φακέλου. Στη συνέχεια χτυπούσε το κουδούνι για το σχολείο. Όταν τελείωνε το σχολείο, αφήναμε τα βιβλία μας στους κοιτώνες και με το καμπανάκι η κάθε ομάδα συντάσσονταν για την τραπεζαρία για το γεύμα. Στη συνέχεια συγκέντρωση στους χώρους μελέτης κατά την διάρκεια του σχολείου, ή κατάκληση για μεσημβρινή ησυχία. Το απόγευμα στις 5 η ώρα, καμπανάκι για απογευματινό και μετά ελεύθερη ώρα για παιχνίδι. Με το ηλιοβασίλεμα κάναμε υποστολή της σημαίας και συντεταγμένοι κατευθυνόμασταν στην τραπεζαρία για δείπνο. Το βράδυ σύνταξη μπροστά στα κρεβάτια για βραδυνή προσευχή και κατάκληση για ύπνο και σιωπητήριο με καμπανάκι ή σάλπιγγα. Παρόμοιο ήταν το ημερήσιο πρόγραμμα σε όλες τις παιδοπόλεις, με μικρές παραλλαγές, ανάλογα με τις συνθήκες. Κατά τον ελεύθερο χρόνο, τις μεγάλες εορτές και τις διακοπές υπήρχαν και πολλές άλλες δραστηριότητες, όπως, προσκοπισμός, κατηχητικό, αθλητισμός, θέατρο, χορωδία και άλλα.
Σκοπός των παιδοπόλεων ήταν βασικά να δώσουν καταφύγιο, στοργή, αγάπη και φροντίδα στα παιδιά που κινδύνευαν από την λαίλαπα του εμφυλίου και να τους μάθουν να γίνουν καλοί και χρήσιμοι άνθρωποι στην κοινωνία. Το προσωπικό ήταν επιλεγμένο με κριτήρια κατά το δυνατόν υψηλών μορφωτικών και παιδαγωγικών προδιαγραφών για την σωστή εκπλήρωση της αποστολής του. Όλοι τους, από τον αρχηγό ως τον απλό νυχτοφύλακα στάθηκαν δίπλα μας με αγάπη και στοργή και μας έδωσαν διαχρονικές αρχές και αξίες που σημάδεψαν για πάντα την ζωή μας.
Στην «Αγ. Ελένη» έμεινα ένα χρόνο και επειδή έπιασα τριχόφυτο με πήγαν στο νοσοκομείο λοιμωδών νόσων, στην Αθήνα. Μετά την αποθεραπεία με πήγαν στην παιδόπολη «Άγ. Ανδρέας», Αττικής. Όταν έληξε ο εμφύλιος, έληξε και ο σκοπός των παιδοπόλεων. Έτσι το 1950 άρχισε ο επαναπατρισμός των τροφίμων και παρέμειναν μόνον όσοι δεν είχαν στον ήλιο μοίρα, μεταξύ των οποίων και ο υποφαινόμενος. Το 1950 μας πήγαν στον «Άγ. Αλέξανδρο», Ζηρού. Όσοι ήταν καλοί μαθητές και περνούσαν στις εξετάσεις, πήγαιναν στο «Άγ. Δημήτριο», Θεσσαλονίκης, που ήταν κυρίως παιδόπολη των γραμμάτων. Εγώ τελείωσα το Δημοτικό το 1951 με άριστα 10, αλλά ήμουν πια 16 ετών, γιατί στο χωριό δεν είχε σχολείο, λόγω πολέμου. Έτσι, αν και πολύ το επιθυμούσα, δεν μπορούσα να πάω στο Γυμνάσιο. Με έστειλαν πίσω στον «Άγ. Ανδρέα» για να μάθω τσαγκάρης. Εκείνη τη χρονιά όμως είχε εκεί και παράρτημα Γυμνασίου, το οποίο έκλεισε την άλλη χρονιά. Έδωσα λοιπόν κι εγώ εξετάσεις και το πρωί παρακολουθούσα μαθήματα και το απόγευμα την τσαγκαρική. Μια μέρα μάθαμε πως θα μας επισκέπτετο η Βασίλισσα και εγώ, που σκεφτόμουν τον πατέρα μου κλινήρη στον γύψο, της έδωσα ένα γράμμα, παρακαλώντας την να τον βοηθήσει να κάνει εγχείριση δωρεάν, γιατί δεν υπήρχε οικονομική δυνατότητα. Με τις δικές της ενέργειες λοιπόν εισήχθηκε στο Ασκληπιείο Βούλας, όπου έκανε δωρεάν επέμβαση και έμεινε εκεί δυο χρόνια.
Όταν τελείωσε το σχολείο, επειδή ήμουν αριστούχος, με βαθμό 19, και επιθυμούσα διακαώς να συνεχίσω το Γυμνάσιο, παρά την ηλικία μου, κατ’ εξαίρεση με έστειλαν στον «Άγ. Δημήτριο», της Θεσσαλονίκης. Εκεί λοιπόν τελείωσα το Γυμνάσιο και εισάχθηκα, κατόπιν εξετάσεων, με υποτροφία στο Αγγλικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τελειώνοντας διορίστηκα ως καθηγητής Αγγλικών στην Μέση εκπαίδευση και ενώ υπηρετούσα, έκανα εγγραφή και στο Κλασσικό τμήμα και απέκτησα και το πτυχίο του Φιλολόγου. Πρέπει εδώ να πω πως από την παιδόπολη της Θεσσαλονίκης αναδείχθηκαν πολλοί διαπρεπείς επιστήμονες της γενιάς μας όλων των ειδικοτήτων, που διέπρεψαν και διαπρέπουν και σήμερα, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο. Θεωρώ χρέος μου εδώ να αποτίσω φόρο τιμής, ως μνημόσυνο, στην αείμνηστη Βασίλισσα Φρειδερίκη, γιατί, τουλάχιστον για μένα, τίποτε από όλα τα παραπάνω δεν θα συνέβαινε, αν δεν είχα την μεγάλη τύχη, μέσα στην ατυχία μου, να βρεθώ στην παιδόπολη.
Περικλής Λεύκας,
Θεσσαλονίκη,
Δεκέμβριος, 2020
Έχει ενδιαφέρον από το βιβλίο της βασίλισσας Φρειδερίκης «Μέτρον Κατανοήσεως» να πληροφορηθούμε την δική της αφήγηση για τις παιδοπόλεις και τις ενέργειες που έκανε για να δημιουργηθούν: «Στα σημερινά μάτια φαίνεται ασφαλώς σαν αναχρονισμός το ότι αφέθηκε στον Βασιλέα και τη Βασίλισσα η οργάνωσις και διεύθυνσις ενός προγράμματος κοινωνικής προνοίας, βασιζομένου κυρίως στην εθελοντική εργασία.Το Βασιλικόν Ίδρυμα του Βασιλέως, και ο δικός μας μικτός οργανισμός κοινωνικής προνοίας, εδημιουργήθηκαν δια Βασιλικού Διατάγματος, το οποίο προσυπέγραφε η Κοινοβουλευτική Κυβέρνησης.
Πάνω φωτογραφία: Αριστερά η Αλεξάνδρα Πεσμαζόγλου – Μελά συνομιλεί με την πριγκίπισσα Αλίκη. Πίσω από την Αλεξάνδρα Πεσμαζόγλου – Μελά, η Ειρήνη Πεσμαζόγλου, σύζυγος του Γεωργίου Πεσμαζόγλου, αδερφού της Αλεξάνδρας. Η Αλεξάνδρα Πεσμαζόγλου – Μελά είναι η μητέρα της γλύπτριας Ναταλίας Μελά. Πίσω από την πριγκίπισσα Αλίκη, είναι η κυρία επί των τιμών της Αλίκης, η Κίττυ Βαλαωρίτου. Σεπτέμβριος 1959
Ο οργανισμός της Βασιλικής Πρόνοιας γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1947. Μία στενή φίλη μου, η κυρία Αλεξάνδρα Μελά, ανέλαβε να το οργανώση, και εβδομήντα δύο κυρίες των Αθηνών προσεφέρθησαν εθελοντικώς να μας βοηθήσουν. Στην αρχή, το κύριο σχέδιο ήταν να σώσουμε τα παιδιά μας των βορείων επαρχιών από την απαγωγή πέρα από τα σύνορα και τη διαπαιδαγώγησή τους σε εχθρούς της πατρίδος.
Για την συγκέντρωση κεφαλαίων έκανα μία έκκληση από ραδιοφώνου(1), περιγράφοντας την απελπιστική κατάσταση στην οποία ζούσε ο αγροτικός μας πληθυσμός και ιδιαίτερα την τραγωδία εκείνων που τα παιδιά τους είχαν απαχθή, ή εκείνων που ζούσαν υπό την απειλή της απαγωγής τους. Η ανταπόκρισις που βρήκα στην Ελλάδα είναι ένα από τα ελληνικά θαύματα, τα οποία κανείς δεν μπορεί να πιστέψη ή να περιγράψη αν δεν τα έχει ζήσει και γνωρίσει. Αρχίσαμε το έργο της διασώσεως πριν ακόμα υπάρξουν χρήματα και, μέσα σε ένα δεκαπενθήμερο , οι πρώτες παιδοπόλεις είχαν ιδρυθή. Οι κυρίες, με κίνδυνο της ζωής τους, περιέτρεχαν την ύπαιθρο και συγκέντρωναν τα παιδιά. Οι γονείς τους μας τα έδιναν με μεγάλη χαρά, γιατί έτσι σώζονταν. Το έθνος ξεσηκώθηκε σαν ένας άνθρωπος για να μας προσφέρη βοήθεια και χρήμα εισέρρευσε, όχι υπό τη μορφή μεγάλων εισφορών, αλλά σαν απειράριθμα μικροποσά.
(…) Κατά την διάρκεια μιας συσκέψεως στα Ανάκτορα, οι επικεφαλής του εμπορίου και της βιομηχανίας επρότειναν οικιοθελώς, την επιβολή δασμού 1% επί ορισμένων προϊόντων που εισήγαν οι ίδιοι, προκειμένου να υποστηρίξουν το έργο μας της διασώσεως των παιδιών. Η αξία ενός τσιγάρου από κάθε πακέτο θ’ αποτελούσε μιαν άλλη πηγή εσόδων για την οργάνωση, αυτό όμως θα ήταν επαχθέστατο για τις κατώτερες εισοδηματικές τάξεις – πράγμα που ανησύχησε το υπουργείο των Οικονομικών. Ζήτησα να συμβουλευτώ εγώ η ίδια τους ηγέτες των Εργατικών Συνδικάτων. Όταν οι κύριοι εκείνοι ήλθαν να μ’ επισκεφθούν στο σαλόνι μου και άκουσαν ποιο σκοπό θα εξυπηρετούσε η απώλεια ενός τσιγάρου, μου είπαν: «Όχι μόνο ένα τσιγάρο, Μεγαλειοτάτη, αλλά και δέκα αν είναι ανάγκη.» Δεν είναι άξιο απορίας που αγαπώ τον λαό μας και θα τον αγαπώ ως το τέλος της ζωής μου.
(…) Μέσα σε μερικούς μήνες είχαν ιδρυθή πενήντα οκτώ παιδοπόλεις. Στεγάσαμε και ντύσαμε 25.000 παιδιά. Τα μορφώσαμε, τους μάθαμε μια τέχνη και, όταν η ύπαιθρος έγινε πάλι ασφαλής, τα ξαναστείλαμε πίσω, στις οικογένειακές τους εστίες.»
Αυτές τις εντυπώσεις είχε σχηματίσει η βασίλισσα Φρειδερίκη για τον Έρανο «Πρόνοια Βορείων Επαρχιών της Ελλάδος», σύμφωνα με τις θετικές αντιδράσεις που εξέφραζαν μπροστά της. Ο Χαράλαμπος Ποταμιάνος περιγράφει μια διαφορετική αντίδραση και μάλιστα από άτομο του φιλικού περιβάλλοντος των βασιλέων στο βιβλίο του «Vidi – Επιλογές» όπου αναφέρει: «Έχω ένα φίλο εφοπλιστή, άνθρωπο έξυπνο, μορφωμένο, πολιτισμένο, απίστευτα πετυχημένο. Ήταν φίλος του Βασιλέως Παύλου. Τον συνάντησα μια μέρα στο δρόμο, πάνε καμιά εικοσιπενταριά χρόνια, και με πολύ σοβαρό ύφος μου λέει:«Ξέρεις πόσο σέβομαι και αγαπώ τους Βασιλείς μας. Τελευταία η Βασίλισσα Φρειδερίκη έκαμε μια σοβαρή γκάφα, που έχει αγριέψει όλον τον κόσμο εναντίον της και, καθώς καταλαβαίνεις, το πράγμα αντανακλά και στον Βασιλέα. Δεν βρέθηκε κοντά της ένας άνθρωπος με μυαλό, να την εμποδίσει να κάμει τέτοιο αψυχολόγητο πράγμα;» Εγώ τον ρώτησα τι θέλει να πει κι’ αυτός συνέχισε: «Ξέρεις ότι έχω μεγάλο στόλο και γραφεία στη Νέα Υόρκη, στο Λονδίνο και στον Πειραιά. Έχω ανάγκη από ικανούς ανθρώπους και όταν τους βρω τους πληρώνω πολύ καλά. Ο Διευθυντής του γραφείου μου στον Πειραιά παράγγειλε καινούργιο αυτοκίνητο. Το θέλει αμερικάνικο και έχει την ευχέρεια να το πάρει. Όταν έφθασε το αυτοκίνητο πήγε στον αντιπρόσωπο για να το παραλάβει. Ήξερε ότι το τελωνείο θα ήτανε τσουχτερό γιατί η μηχανή είναι μεγάλη. Το είχε όμως υπολογίσει. Ξαφνικά τον χρεώνουνε και με ένα τεράστιο ποσό παραπάνω (δεν θυμάμαι τον αριθμό που μου είπε, που ήταν όμως εντυπωσιακός). Ο αντιπρόσωπος του είπε ότι πρόκειται για μια καινούργια εισφορά που επέβαλε η Κυβέρνησις στα εισαγόμενα αυτοκίνητα. Αλλά όλη η αγορά ξέρει ότι αυτό είναι καμουφλάρισμα μιας έκτακτης φορολογίας που μπήκε για τον Έρανο της Βασιλίσσης. Ο Διευθυντής μου έχει γίνει έξω φρενών και από λάτρης των Βασιλέων έχει γίνει εχθρός τους».
Του εξήγησα ότι η έκτακτη αυτή εισφορά είναι κυβερνητικό μέτρο και ότι τα χρήματα δεν πάνε στον Έρανο Βορείων Επαρχιών, αλλά κατ’ ευθείαν στο Δημόσιο Ταμείο. Με κοίταξε σαν να με λυπάται, δεν ξέρω αν ήταν για την άγνοιά μου ή για την ψευτιά μου. Μου είπε καθαρά ότι δεν με πιστεύει και ότι είμαι ο μόνος στην Ελλάδα που δεν ξέρει για την εισφορά της Φρειδερίκης. Του είπα ότι μια και είχε φιλία με τον Καραμανλή, που ήταν τότε Πρωθυπουργός, να πάει να τον ρωτήσει. Δεν ξέρω τι απέγινε. Τον φίλο μου τον έβλεπα αραιά και που. Δεν μου ξαναμίλησε για το θέμα, ούτε τον ρώτησα. Πήγα πάντως και βρήκα τον δικηγόρο Μιχαήλ Πεσμαζόγλου, που ήταν το οικονομικό μυαλό του Εράνου και του είπα την ιστορία. Και αυτός πολύ φίλος μου. Θύμωσε σαν να είχα εγώ καμία ευθύνη. «Τι θέλεις να κάνουμε; (εγώ δεν είχα σχέση με τον Έρανο). Είναι γνωστό ότι τη διάδοση αυτή τη μαγειρέψανε οι Κομμουνιστές. Την έχουμε διαψεύσει πολλές φορές από τις εφημερίδες και το Ραδιόφωνο». Του απάντησα ότι έπρεπε να βρούνε και άλλους τρόπους γιατί ούτε εγώ έτυχε να διαβάσω ή να ακούσω τη διάψευση. Το γεγονός είναι ότι και σήμερα ακόμη ακούει κανείς συχνά τη φράση: «Πόσο πλήρωσες Φρειδερίκη;», εννοώντας την έκτακτη εισφορά του καινούργιου αυτοκινήτου.
Τέλος αναφέρει ο Ποταμιάνος: «Σε μία συνέντευξη Τύπου (Press conference) στα γραφεία της Νέας Δημοκρατικής Κινήσεως με καμιά δεκαπενταριά δημοσιογράφους παρόντες, κάποιος μου έκαμε μια ερώτηση σχετικά με τα λεγόμενα εις βάρος της βασιλίσσης Φρειδερίκης. Απάντησα ότι θεωρώ ατίμωση για την Ελλάδα το ότι επιτρέπει να λέγονται και διαδίδονται σκόπιμα τέτοια ψέματα για αυτή τη Μεγάλη Ελληνίδα. Πρόσθεσα ότι αυτό μπορούν να το δημοσιεύσουν. Δε ξέρω γιατί, κανείς δεν το δημοσίευσε, ενώ αναφέρθηκαν όλα τα άλλα σημεία της συνέντευξης.»
Η μαρτυρία του κυρίου Λεύκα από την παραμονή του στις παιδοπόλεις είναι ειλικρινής γι’ αυτό και πολύτιμη. Τεκμηριώνει πως πολλά παιδιά εντάχθηκαν στις παιδοπόλεις με την σύμφωνη γνώμη των γονέων τους και όχι υποχρεωτικώς, ενώ η παραμονή τους σ’ αυτές, τα βοήθησε να βάλουν γερές βάσεις για ένα καλύτερο μέλλον. Ο Έρανος της Βασιλίσσης, όπως τον αποκαλούσαν, που τόσες αντιδράσεις και αρνητικά σχόλια προκάλεσε, δεν πήγε χαμένος…..
Πάνω φωτογραφία: Μετά το τέλος του Εμφυλίου τα παιδιά από τις παιδοπόλεις επέστρεψαν στις οικογένειες τους. Από το 1950 η Βασιλική Πρόνοια δημιούργησε «Τα σπίτια του Παιδιού» σε 260 Ακριτικά χωριά της Βόρειας Ελλάδος. Στην φωτογραφία η πριγκίπισσα Σοφία στο χωριό Νίψα, σε επίσκεψή της στο Σπίτι του Παιδιού, το οποίο εγκαινίασε στις 17 Μαΐου 1960, στα πλαίσια περιοδείας που έκανε στον Νότιο Έβρο και Κομοτηνή.
——————————————————————————————————————————————-
Ο κύριος Λεύκας έχει αποτυπώσει τα βιώματά του στο βιβλίο «Σκόρπιες μνήμες», εκδόσεις «Ελκυστής».
(1) Μπορείτε να διαβάσετε το κείμενο της έκκλησης από το ραδιόφωνο της βασίλισσας Φρειδερίκης στο άρθρο του Ανδρέα Μέγκου εδώ
(2) Σε άλλες πηγές αναφέρεται πως οι παιδοπόλεις ήσαν συνολικώς 52 και αλλού 53.
Η φωτογραφία από την παιδόπολη της Στυλίδος είναι από την αδημοσίευτη διπλωματική εργασία του Παναγιώτη Ε. Σωτηρίου με τίτλο: «Οι πρόσφυγες του Εμφυλίου στη Φθιώτιδα μέσα από τον φακό των φωτορεπόρτερ του Ερυθρού Σταυρού.», Academia.edu
Βιογραφικές πληροφορίες για τον Χαράλαμπο Ποταμιάνο μπορείτε να διαβάσετε εδώ: AeroData.GR
Ευχαριστώ τον κύριο Νίκο Παπακωνσταντίνου για την πολύτιμη βοήθειά του στην αναγνώριση των προσώπων στην φωτογραφία της Αλεξάνδρας Πεσμαζόγλου-Μελά.
Επιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου