Σαν σήμερα στις 25 Νοεμβρίου του 1935 η επάνοδος του βασιλέως Γεωργίου Β΄ στην Ελλάδα ύστερα από 12 χρόνια εξορίας. Η αβασίλευτη δημοκρατία που ανακηρύχθηκε τον Μάρτιο του 1924 είναι γεγονός ότι δεν διέθετε ευρύτατη πολιτική βάση. Στηριζόταν σε μια συμμαχία αδιάλλακτων στρατιωτικών προερχόμενων από τον βενιζελισμό και της σοσιαλδημοκρατικής συνιστώσας της ελληνικής πολιτικής υπό τον Αλ. Παπαναστασίου του οποίου η απήχηση ήταν πολύ χαμηλή και αποδείχθηκε η αδυναμία της ελληνικής πολιτικής να δημιουργήσει σταθερούς θεσμούς βασισμένους σε ευρεία πολιτική και κοινωνική συναίνεση.
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Μετά το στρατιωτικό κίνημα της 10ης Οκτωβρίου 1935, που οργανώθηκε από τον Γεώργιο Κονδύλη και επικράτησε αμέσως, με επικεφαλής τους υποστράτηγο Αλέξανδρο Παπάγο, υποναύαρχο Δημήτριο Οικονόμου και υποπτέραρχο Γεώργιο Ρέππα, σχημάτισε κυβέρνηση, ύστερα από την παραίτηση Τσαλδάρη, και ορκίστηκε πρωθυπουργός ο ίδιος, που όμως, απολαμβάνει της εμπιστοσύνης μόνο 82 μελών της Βουλής. Αμέσως εγκρίνεται ψήφισμα, με το οποίο καταργείται η αβασίλευτη δημοκρατία, επαναφέρθηκε προσωρινά σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911 και ορίζεται η διενέργεια δημοψηφίσματος για την 3η Νοεμβρίου 1935 «περί εγκρίσεως της δια του από 10 Οκτωβρίου ψηφίσματος της Ε′ Εθνικής Συνελεύσεως των Ελλήνων επελθούσης μεταβολής του Πολιτεύματος εις Βασιλευομένην Κοινοβουλευτικήν Δημοκρατίαν». Στην συνεδρίαση αυτή της Ε′ Συντακτικής Συνέλευσης απείχε ο παραιτηθείς πρωθυπουργός Παναγής Τσαλδάρης και οι βουλευτές του.
Η προσεκτική στάση του Γεωργίου Β′ είχε εξασφαλίσει την ανοιχτή υποστήριξη ή τη σιωπηρή συναίνεση των μετριοπαθών στοιχείων και των δύο μεγάλων πολιτικών παρατάξεων. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος με δηλώσεις του δημόσιες, αλλά και με επαφές μέσω τρίτων – ιδίως μέσω του Γεωργίου Πεσματζόγλου, στελέχους των Αντιβενιζελικών – και με τον βασιλιά Γεώργιο, άφηνε να εννοηθεί ότι ήταν διατεθειμένος να συναινέσει στην επάνοδο του βασιλιά στην Ελλάδα, εφόσον αυτός αναλάμβανε α). να επαναφέρει σε ισχύ το Σύνταγμα του 1911, β). να απονείμει αμνηστία σε όλους όσοι ενέχονταν στο Βενιζελικό κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935, με εξαίρεση τον ίδιο και γ). να επέστρεφε ως ηγεμόνας όλων των Ελλήνων.
Το δημοψήφισμα έλαβε χώρα στις 3 Νοεμβρίου 1935 με την αποχή της φιλοβενιζελικής παράταξης και επικυρώνει την απόφαση της Ε′ Συντακτικής Συνέλευσης και αποκαταστάθηκε στο θρόνο του ο βασιλιάς Γεώργιος Β′. Τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος ήταν: Βασιλευομένη Δημοκρατία (ΝΑΙ) 97,88% – Αβασίλευτη Δημοκρατία (ΟΧΙ) 2,12%. Τα αποτελέσματα αυτά δεν αναγνωρίστηκαν από την φιλοβενιζελική παράταξη και το δημοψήφισμα χαρακτηρίστηκε ιστορικά ως διαβλητό.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ανακοινώνεται τηλεγραφικά στον Γεώργιο και ταυτόχρονα αναχωρεί για το Λονδίνο τριμελής αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τους Σ. Μπαλάνο, Π. Μαυρομιχάλη και Αλ. Παπάγο, η οποία θα συναντηθεί με το βασιλιά στο μέγαρο της ελληνικής πρεσβείας, όπου είχαν ήδη μεταβεί ο διάδοχος Παύλος, ο πρίγκιπας Πέτρος και η πριγκίπισσα Αικατερίνη. Το βράδυ της ίδιας μέρας το ξενοδοχείο «Brown’s» της αγγλικής πρωτεύουσας, στο οποίο διέμενε ο βασιλιάς, υψώνει τη γαλανόλευκη στον κεντρικό ιστό του. Ο Γεώργιος Β′, ανήλθε στον θρόνο της Ελλάδος – από τον οποίο είχε τόσο άκομψα απομακρυνθεί το 1923 από την ηγεσία της Επαναστάσεως του 1922 – επειδή έκρινε πως θα μπορούσε να συγκρατήσει την κατάσταση στη χώρα και να προλάβει έναν εμφύλιο πόλεμο.
Καθώς ετοιμάζεται για την επιστροφή του στην πατρίδα τον διακατέχει ένα περίεργο κράμα αντιφατικών συναισθημάτων. Γράφει:
«…Αισθάνομαι ότι είναι καθήκον μου να βοηθήσω αυτόν τον ατυχή λαόν και αν είναι δυνατόν να εμποδίσω περαιτέρω αιματοχυσίαν. Αισθάνομαι ότι εγκαταλείπω δια την ιδικήν του ευτυχίαν το παν – φίλους, ελευθερίαν, προσωπικήν ζωήν, το προσφιλές μου γηραιόν Λονδίνον. Αγνοώ πως θα κατορθώσω να ανταποκριθώ εις το υπεράνθρωπον τούτο έργον, το οποίον με καταθλίβει. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι έχω χρέος και καθήκον να το επιχειρήσω…»
Με ατμάκατο του καταδρομικού «Έλλη» ο βασιλιάς Γεώργιος Β′ και ο διάδοχος Παύλος φθάνουν στις 25 Νοεμβρίου 1935 στην προβλήτα του Φαλήρου, όπου τους περίμεναν μέλη της κυβέρνησης Κονδύλη και χιλιάδες λαού. Στο μήκος της διαδρομής από τον Πειραιά μέχρι τον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών είχαν σχηματιστεί ουρές λαού για να υποδεχθούν τον Γεώργιο. Στην Μητρόπολη έγινε δοξολογία παρουσία σχεδόν όλων των Αρχιερέων της Ελλαδικής Εκκλησίας και έπειτα κατάθεση στεφάνου στον Άγνωστο Στρατιώτη. Αμέσως μετά την επιστροφή του, ο Γεώργιος επιχείρησε να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες πολιτικές παρατάξεις και επεδίωξε την ομαλή λειτουργία του κοινοβουλευτισμού. Ο Γ. Κονδύλης υπέβαλε την παραίτησή του, ελπίζοντας ο βασιλιάς Γεώργιος να του αναθέσει εκ νέου την εντολή για τον σχηματισμό κυβέρνησης, πράγμα όμως που δεν έγινε. Επόμενο βήμα του βασιλέως ήταν να παραχωρηθεί γενική αμνηστία, για την οποία ήταν αντίθετος ο Γ. Κονδύλης. Προσπάθησε να κάνει συμβιβασμό με τον Γεώργιο, αλλά δεν πέρασε, και παραιτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου, διαφωνώντας με τον βασιλιά στο θέμα της αμνήστευσης των κινηματιών του 1935.
Έτσι, ο βασιλιάς Γεώργιος προχώρησε στη συγκρότηση υπηρεσιακής κυβέρνησης, στις 30 Νοεμβρίου 1935 υπό τον καθηγητή της Νομικής Σχολής Κωνσταντίνο Δεμερτζή και οδήγησε τη χώρα σε αδιάβλητες εκλογές στις 26 Ιανουαρίου 1936 με απλή αναλογική, στην οποία όμως καμία παράταξη δεν κατάφερε να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Στις εκλογές αυτές ο Κονδύλης συνέπραξε με την αντιβενιζελική «Λαϊκή Ριζοσπαστική Ένωση» (Ι. Θεοτόκης, Ι. Ράλλης κ.ά) και εξέλεξε 15 βουλευτές. Λίγες μέρες αργότερα, την 1η Φεβρουαρίου, πέθανε από καρδιακή προσβολή.
Υπ′ αυτές τις συνθήκες και θέλοντας να αποτρέψει ακυβερνησία στη χώρα μετά από μακροχρόνια πολιτική κρίση, επέτρεψε στον Ιωάννη Μεταξά να σχηματίσει κυβέρνηση με την ανοχή των μεγάλων κομμάτων και αργότερα, στις 4 Αυγούστου 1936, την επιβολή ειδικού καθεστώτος περιορίζοντας συνταγματικά δικαιώματα.
Η χώρα βρέθηκε σε αυτήν την κατάσταση εξαιτίας της παρατεταμένης αδράνειας των πολιτικών κομμάτων, των έκνομων ενεργειών που ανέλαβαν με περισσή ευκολία και επιτυχία φανατικά στοιχεία των δύο μεγάλων παρατάξεων, της προκλητικής και περιφρονητικής στάσεως των κομμουνιστών προς τους αντιπάλους των και προς τη νομιμότητα, καθώς και της ελλείψεως εμπιστοσύνης στη δυνατότητα του αστικού πολιτικού κόσμου της χώρας να στηρίξει το δημοκρατικό πολίτευμα. Η διαρκώς επιδεινούμενη κατάσταση στην Ευρώπη μετά την κατάληψη της αποστρατιωτικοποιημένης Ρηνανίας από τη Γερμανία τον Μάρτιο του 1936 και ο κίνδυνος ιταλοβρετανικού πολέμου στην Ανατολική Μεσόγειο, στον οποίο αναμενόταν να εμπλακεί και η Ελλάδα, καθώς και η εμφύλια σύρραξη που ξέσπασε στην Ισπανία τον Ιούλιο του ίδιου έτους, συνέβαλαν ώστε να κλονισθούν και οι τελευταίοι δισταγμοί του βασιλιά Γεωργίου Β′ και να δώσει τη συγκατάθεση του να κηρυχθεί η χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης τον Αύγουστο του 1936.
Πηγές κειμένου:
– Γεώργιος Β′ (Π. Πιπινέλη 1951)
– Πολιτική Ιστορία Νεωτέρας Ελλάδος (Σπυρίδων Μαρκεζίνης)