Το όγδοο και τελευταίο παιδί της οικογένειας των βασιλέων Γεωργίου Α΄και Όλγας των Ελλήνων, ο πρίγκιπας Χριστόφορος, έγραψε και αυτός τα απομνημονεύματά του. Δημοσιεύτηκαν αρχικώς στην αγγλική γλώσσα το 1938 με τίτλο «Memoirs of H.R.H. Prince Christopher of Greece», και στην γαλλική το 1939 με τίτλο «Le monde et les Cours, Mémoirs de S. A.R. Prince Christophe de Grèce». Στην Ελλάδα δημοσιεύτηκαν από τις εκδόσεις Φερενίκη το 2011. Το αξιοπρόσεκτο στις δύο ξενόγλωσσες εκδόσεις – αγγλική και γαλλική – είναι πως η γαλλική έκδοση έχει υποστεί λογοκρισία 180 σειρών στο δωδέκατο κεφάλαιο που αναφέρεται στον Βασιλιά Κάρολο Β΄της Ρουμανίας, τέως συζύγου της ανιψιάς του Χριστοφόρου, πριγκίπισσας Ελένης, ενώ στην αγγλική έκδοση το κείμενο είναι πλήρες. Την ελληνική έκδοση προλογίζει ο γιος του Χριστοφόρου, o πρίγκιπας Μιχαήλ. O πρόλογος του είναι συγκινητικός γιατί ο ίδιος δεν έχει καμία ανάμνηση από τον πατέρα του. Περιγράφει όμως εύστοχα τον χαρακτήρα του έτσι όπως τον αντιλήφθηκε μέσω των διηγήσεων της μητέρας του, των συγγενών και φίλων.
Ο πρίγκιπας Χριστόφορος γεννήθηκε στις 11 Αυγούστου 1888 στο παλάτι Παβλόφσκ που ήταν κοντά στην Αγία Πετρούπολη και ανήκε στον παππού του (πατέρα της βασίλισσας Όλγας), μέγα δούκα Κωνσταντίνο Νικολάγιεβιτς. Εκεί βαφτίστηκε με όλες τις αυτοκρατορικές τιμές και την γνωστή μεγαλοπρέπεια της αυλής των Ρομανώφ, έχοντας ως αναδόχους του τον αυτοκράτορα Αλέξανδρο Γ΄ και την σύζυγό του Μαρία Φεοντόροβνα. Ένα χρόνο μετά την γέννησή του, ο μεγαλύτερος αδερφός του, διάδοχος Κωνσταντίνος, με τον οποίο είχε διαφορά είκοσι χρόνια, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Σοφία της Πρωσσίας και το 1890 γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, ο πρίγκιπας και δεύτερος τότε στην σειρά διαδοχής, Γεώργιος. Θείος και ανιψιός συνδέθηκαν με στενή φιλία στην παιδική τους ηλικία. Ντυμένοι και οι δύο με τις ναυτικά τους ρούχα, μοιάζουν σαν αδέρφια στις οικογενειακές φωτογραφίες στις αρχές του 20ου αιώνα.
H πρώτη κατοικία του Χριστοφόρου ήταν στα Ανάκτορα των Αθηνών που περιγράφει στα απομνημονεύματά του ως «ένα άχαρο οικοδόμημα όλο λευκό μάρμαρο και γύψινες διακοσμήσεις«. Τον χειμώνα «ο αέρας χιμούσε στους διαδρόμους και λυσσομανούσε διατρέχοντας τα μεγαλόπρεπα σαλόνια». Η διαπαιδαγωγησή του του ακολούθησε τα ίδια πρότυπα όπως των μεγαλύτερων αδερφών του. Ιδιαίτερα μαθήματα στο Παλάτι με αυστηρούς καθηγητές από νωρίς το πρωί. Τα μαθήματα διακόπτονταν μόνο για γυμναστικές ασκήσεις και οικογενειακά γεύματα. Δεκατεσσάρων ετών άρχισε να φοιτά στην Στρατιωτική Σχολή δύο φορές την εβδομάδα για να λαμβάνει μέρος στα γυμνάσια. Όταν ενηλικιώθηκε κατετάγη στο 1ο Σύνταγμα πεζικού. Δεν είχε ιδιαίτερη κλίση για τον στρατό αλλά όπως και τα μεγαλύτερα αδέρφια του ήταν αναγκασμένος να υπηρετήσει στο Στρατό ξηράς ή στο Ναυτικό. Κληρονόμησε από την μητέρα του την ευκολία της εκμάθησης ξένων γλωσσών και είχε ιδιαίτερη κλί ση στην μουσική. Έπαιζε θαυμάσιο πιάνο και αναφέρει πως «είχε όλα τα φόντα να γίνει ένας αξιοπρεπής σολίστας».
Η στενή συγγένειά του με τρεις βασιλικούς οίκους, της Ρωσίας, της Δανίας και της Αγγλίας, καθιστούσε την παρουσία του συχνή στα παλάτια τους. Ανοιχτόκαρδος, καλόψυχος και με υπέροχο χιούμορ, ο Χριστόφορος ήταν μια ευπρόσδεκτη παρουσία σε όλους. Ήταν ιδιαίτερα συνδεδεμένος με την αδερφή του Μαρία, που μετά τον γάμο της έφερε τον τίτλο της μεγάλης δούκισσας της Ρωσίας. Συχνά διέμενε στην πολυτελή έπαυλη που διέθετε η Μαρία στην Κριμαία και στις αρχές της δεκαετίας του 1910 περνούσαν μαζί τις διακοπές τους στο Χαροουγκέϊτ στην Αγγλία. Εκείνη την εποχή αρραβωνιάστηκε την κόρη της βασιλικής πριγκίπισσας Λουίζας, πριγκίπισσα Αλεξάνδρα (εγγονή του βασιλιά Εδουάρδου Ζ΄). Ως η μεγαλύτερη κόρη του δούκα του Φάϊφ, η Αλεξάνδρα μια μέρα θα ήταν η μοναδική κληρονόμος του εύπορου πατέρα της. Οι γονείς της δεν ενέκριναν τους αρραβώνες τους οπότε διαλύθηκαν. Το 1912 κυκλοφόρησαν φήμες πως θα αρραβωνιαζόταν την πριγκίπισσα Λουΐζα, αδερφή της Αλίκης του Μπάττενμπεργκ, συζύγου του πρίγκιπος Ανδρέα. Οι φήμες αυτές δεν επιβεβαιώθηκαν ποτέ.
Ο Χριστόφορος, που όλοι αποκαλούσαν Χρήστο (Christo), συνόδευε από πολύ μικρός την μητέρα του στις ετήσιες επισκέψεις της στην Ρωσία. Εκεί συνδέθηκε με τις κόρες του αυτοκράτορα Νικολάου Β΄, και ιδιαίτερα με τις δύο μεγαλύτερες, την Όλγα και την Τατιάνα. Μετά την διάλυση των αρραβώνων του με την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα του Φάιβ, αισθάνθηκε έλξη για την δεκαεφτάχρονη μεγάλη δούκισσα Όλγα. Ο Χριστόφορος τόλμησε να την ζητήσει σε γάμο. Συνάντησε την άρνηση του πατέρα της που ήταν και πρώτος του ξάδερφος, ο οποίος του απάντησε πως είναι πολύ νωρίς και για τους δύο να συζητάνε για γάμο.(1)
Σ΄ ένα γεύμα στο Παρίσι γνώρισε την μέλλουσα σύζυγό του, μία πλούσια Αμερικάνα, χήρα από τον δεύτερο γάμο της, την Νάνσυ Ληντς. Η Νάνσυ ζούσε μεταξύ Αγγλίας και Γαλλίας, είχε αδυναμία στα κοσμήματα του οίκου Καρτιέ και συναναστρεφόταν τους πλούσιους αριστοκράτες της εποχής της. Διέθετε ένα μεγάλο προσόν, την οικονομική γενναιοδωρία. Ο πρίγκιπας Χριστόφορος αναφέρει στο βιβλίο του για αυτό το χάρισμα του χαρακτήρα της: «Κανείς δεν απευθυνόταν ματαίως στην Νάνσυ · δεν υπήρχε άνθρωπος που να ζητήσει χρηματική βοήθεια χωρίς να την λάβει. Μοίραζε πολλά περισσότερα απ΄όσα δαπανούσε για τις δικές της ανάγκες.(..) Δεν αγαπούσε τίποτα περισσότερο όσο να διαθέτει την περιουσία της για να δώσει χαρά στο πλησίον της. Πλήρωνε τα έξοδα για την μόρφωση των παιδιών που δεν είχε συναντήσει ποτέ, εξασφάλιζε διακοπές σε ταλαίπωρες νεαρές πωλήτριες και αγόραζε πίνακες ζωγραφικής που κατά βάθος δεν της άρεσαν, μόνο και μόνο για να έχει ο πωλητής τα ποσοστά του». Αρραβωνιάστηκαν στο Λονδίνο το 1914. Τις παραμονές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου ζήτησε την άδεια από τον αδερφό του βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄να την παντρευτεί. Tου απάντησε να περιμένει λίγο λόγω των σοβαρών πολιτικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Ελλάδα. Η αναμονή τους κράτησε έξι χρόνια. Μετά την πρώτη εξορία της βασιλικής οικογένειας το 1917, η Νάνσυ μετέβαινε συχνά την Ελβετία – από το Λονδίνο όπου κατοικούσε – για να συναντήσει τον Χριστόφορο, στον οποίο, όπως και σε όλα τα μέλη της οικογένειάς του, απαγορευόταν η μετακίνησή του από την Ελβετία. Οι σχέσεις της με την βασιλική οικογένεια ήταν εγκάρδιες και έγινε στενή φίλη της πριγκίπισσας Ελένης, την κόρη του βασιλιά Κωνσταντίνου A΄. Τελικά ο Χριστόφορος και η Νάνσυ παντρεύτηκαν την πρώτη Φεβρουαρίου του 1920(2) στην ορθόδοξη εκκλησία του Βεβέ στην Ελβετία. Ο πρίγκιπας Νικόλαος αναφέρει τον γάμο του αδερφού του Χριστοφόρου στα δικά του απομνημονεύματα με την εξής περιγραφή: «Ολίγον μετά την άφιξιν της μητρός των, ετελέσθη εις την Ρωσσικήν εκκλησίαν του Vevey ο γάμος του νεωτέρου αδελφού μου Χριστοφόρου μετά της Κας Λήδας. Αν και ανεπίδεικτος, η τελετή αύτη ήτο κομψή εν τη απλότητί της, όλοι μας εξαιρέσει του αδελφού μου Κωνσταντίνου, παρευρέθημεν. Δεν ήτο εύκολον πράγμα δια την Αμερικανίδα νύμφην μου να εισέλθη αιφνιδίως από τον στρόβιλον της αριστοκρατίας του Λονδίνου και των Παρισίων εις την ήρεμον οικογενειακήν ζωήν μας και να καταστή Βασιλική Υψηλότης. Εν τούτοις, προικισμένη με τακτ, ευγένειαν καρδιάς και οξύ αίσθημα χιούμορ κατώρθωσε να εφελκύση την αγάπην και εκτίμησιν όλων.
Αν και τόσον συχνά εγράφη, ότι η σύζυγος του αδελφού μου Χριστοφόρου έδωκε σημαντικόν μέρος της περιουσίας της δια να ευκολύνη την επάνοδον του Βασιλέως Κωνσταντίνου εις την Ελλάδα, ούτε λέξις αληθείας υπάρχει εις την ανόητον φήμην. Δεν υπήρχεν ανάγκη προπαγάνδας δια την επιστροφήν του αδελφού μου εις Αθήνας. Το έθνος τον εκάλεσε πάλιν». (3)
Η Νάνσυ Ληντς τρεις μέρες μετά τον γάμο της ασπάσθηκε το ορθόδοξο δόγμα και έφερε τον τίτλο της πριγκίπισσας Αναστασίας της Ελλάδος. Ένα χρόνο αργότερα, ο γιος της Γουίλιαμ θα παντρευόταν την ανιψιά του Χριστοφόρου, πριγκίπισσα Ξένια της Ρωσίας (μικρότερη κόρη της πριγκίπισσας Μαρίας).
Στα τέλη του 1922 ο Χριστόφορος ήρθε στην Ελλάδα για να πάρει τα προσωπικά του αντικείμενα και να τα μεταφέρει στο εξωτερικό προβλέποντας την μέλλουσα εξορία του ανιψιού του βασιλέως Γεωργίου Β΄. Πέρασε από την Κέρκυρα όπου στα ανάκτορα του «Μον Ρεπό» βρισκόταν η πριγκίπισσα Αλίκη με τα πέντε παιδιά της, ενώ ο αδερφός του Ανδρέας είχε μεταφερθεί με δόλο στην Αθήνα και εκρατείτο σε αυστηρή απομόνωση στο σπίτι του Α. Πάλλη, άλλοτε υπασπιστή του πρίγκιπα Νικολάου, αναμένοντας να δικαστεί. Ο Χριστόφορος φοβούμενος μήπως συλληφθεί και ο ίδιος ανεχώρησε σε σύντομο χρονικό διάστημα για την Ιταλία ατμοπλοϊκώς. Τον έσωσε από την σύλληψη η προσφορά μιας γενναιόδωρης επιταγής της συζύγου του προς τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Μεταξύ των αποσκευών του είχε τα κοσμήματα της πριγκίπισσας Νικολάου αλλά και τον γάτο της, ο οποίος του δημιούργησε μεγάλες σκοτούρες στην διάρκεια του ταξιδιού του.
Τα κοσμήματα της πριγκίπισσας Νικολάου αλλά και τα κοσμήματα της βασίλισσας Όλγας προφανώς πέρασαν μεγάλες περιπέτειες αλλά πάντα με αίσιο τέλος. Τα απίστευτο είναι πως αυτά τα ανεκτίμητης αξίας κοσμήματα μεταφερόντουσαν ανασφάλιστα μέσα σε μικρές χειραποσκευές. Ο πρίγκιπας Χριστόφορος βίωσε αρκετές περιπέτειες με τα κοσμήματα της μητέρα του, που αξίζει να αναφέρουμε στο άρθρο:«Η μητέρα μου είχε στην κατοχή της πανέμορφα κοσμήματα. Τα ρουμπίνια της συλλογής της ήταν διάσημα· ο πατέρας μου είχε αναζητήσει ενθουσιωδώς να της τα χαρίσει, καθότι έλεγε πως κανένα άλλο πετράδι δεν ταίριαζε καλύτερα στην γαλακτώδη λάμψη της επιδερμίδας της. Διέθετε επίσης σπάνια σμαράγδια, εκ των οποίων ένα περίφημο ωοειδές, μεγάλο σαν αβγό από νεροπούλι. Θυμάμαι κλείνοντας τα δεκαοχτώ μου χρόνια, είχα την τύχη να δανειστώ ετούτο το πετράδι για να το φορέσω σε μια μαζούρκα που με είχαν προσκαλέσει στην Αθήνα.(..) Η μαζούρκα κυλούσε ομαλά κι εγώ κουβέντιαζα με φίλους, όταν με πλησίασε η νύφη μου, σύζυγος του πρίγκιπα Νικολάου, και μου είπε:«Τι υπέροχο σμαράγδι είναι αυτό στο κασκέτο σου! Μπορώ να το δω λίγο;» Δεν πρόφτασε καλά καλά να το πάρει στα χέρια της, όταν έντρομος είδα τον πολύτιμο λίθο ν΄αποκολλάται απ΄τη βάση του και να πέφτει καταγής. Τα σμαράγδια, βλέπετε, εν αντιθέσει με τα διαμάντια, είναι απ΄τους πιο εύθραυστους πολύτιμους λίθους και σπάνε εύκολα σαν γυαλί. Μείναμε όλοι μας αποσβολωμένοι, αναμένοντας το χειρότερο έτσι όπως το κοιτούσαμε να κατρακυλάει πάνω στη μοκέτα, πλησιάζοντας το μαρμάρινο πλακόστρωτο που ακολουθούσε, όταν προς μεγάλη μου ανακούφιση, που δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια, ακινητοποιήθηκε χωρίς να πάθει το παραμικρό!». Μια άλλη φορά η βασίλισσα Όλγα είχε προσκομίσει τα σμαραγδένια κοσμήματά της στον οίκο Καρτιέ στο Παρίσι για την απαραίτητη συντήρηση τους. Όμως χρειάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα συντομότερα απ ότι είχε προγραμματίσει. Ο Χριστόφορος θα επέστρεφε στην Αθήνα μετά από μια εβδομάδα αφού θα έκανε μια στάση στην Ρώμη. Tου ζήτησε να της τα μεταφέρει αυτός πίσω στην Αθήνα όταν θα ήταν έτοιμα. «Σκοπεύω να τα δωρίσω στον Τίνο(Κωνσταντίνο) για το ασημένιο ιωβηλαίο του.Όπως και να΄χει εσύ έχε το νου σου να μη χαθούν, δεν τα έχω καν ασφαλίσει» τον προειδοποίησε. «Προτού λοιπόν αναχωρήσω απ΄το Παρίσι» αναφέρει ο Χριστόφορος στο βιβλίο του «ο κος Καρτιέ μου παρέδωσε τα κοσμήματα και τα φύλαξα σ΄ένα βαλιτσάκι, που είχα σαφώς την πρόθεση να μην αφήσω απ΄τα μάτια μου καθ΄όλη τη διάρκεια του ταξιδιού. Δεν ένιωθα ασφαλής στην ιδέα ότι θα ταξίδευα μόνος μου με κοσμήματα αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων λιρών και όταν πια έφθασα δίχως απρόοπτο στη Ρώμη ήμουν κάτι παραπάνω από ανακουφισμένος. Το πρώτο πράγμα που έκανα πηγαίνοντας στο Grand Hotel ήταν ν΄ασφαλίσω το πολύτιμο δέμα στη θυρίδα της διεύθυνσης. Συνεχίζοντας την επόμενη κιόλας μέρα το ταξίδι μου για την Αθήνα, θα επιβιβαζόμουν σε πλοίο απ΄το Μπρίντιζι. Το επόμενο πρωινό γευμάτιζα στο ξενοδοχείο συντροφιά με τον τέως πρόεδρο του ανακτοβουλίου του πατέρα μου και τον Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων, περαστικοί και οι δύο από την Ρώμη. Μετά το γεύμα είχαμε απορροφηθεί και οι τρεις σε μια ατέρμονη συζήτηση, όταν αντιλήφθηκα ξαφνικά ότι δεν μου έμεναν παραπάνω από είκοσι λεπτά για να προλάβω το τρένο μου. Έτρεξα στο δωμάτιό μου όπου, με την βοήθεια του υπηρέτη μου, στοίβαξα άρον άρον τα πράγματά μου μέσα σε δύο βαλίτσες, ζήτησα να κατεβάσουν τις βαριές αποσκευές μου και μετέβην εσπευσμένα στον σταθμό. Έφτασα στην αποβάθρα μόλις και μετά βίας εγκαίρως για την επιβίβασή μου. Ο ειδικός ντέτεκτιβ τον οποίο η ιταλική κυβέρνηση είχε την υπέρμετρη ευγένεια ν΄αποσπάσει στην υπηρεσία μας σε όλα τα σιδηροδρομικά ταξίδια, ένας μικρόσωμος άνδρας που ενέπνεε καπατσοσύνη και άκουγε στο άκομψο κατά τα άλλα όνομα ¨Μπριγκάντε(ληστής), στεκόταν μπροστά στην πόρτα του κουπέ που είχε κρατηθεί για λογαριασμό μου. Την ώρα που ετοιμαζόμουν να βολευτώ αναπαυτικά στο κάθισμά μου και το τρένο άφηνε μεγαλοπρεπώς τον σταθμό, ανακάλυπτα με φρίκη ότι είχα ξεχάσει τα κοσμήματα της μητέρας μου.» Ο Χριστόφορος πληροφόρησε για την απερισκεψία του τον ειδικό ντέτεκτιβ. Τότε αυτός προθυμοποιήθηκε να επιστρέψει στην Ρώμη από το Μπρίντιζι ώστε να παραλάβει ο ίδιος από το ξενοδοχείο τα ξεχασμένα κοσμήματα της βασίλισσας Όλγας και να τα μεταφέρει στην Αθήνα. Ευτυχώς το άτομο αυτό ήταν τίμιο και μετέφερε ασφαλώς τα κοσμήματα. Δυστυχώς μερικά χρόνια αργότερα ο Χριστόφορος θα έπεφτε θύμα ενός ανέντιμου ατόμου που εξαφανίστηκε παίρνοντας μαζί του όλη την τεράστια περιουσία που του είχε εμπιστευτεί ο πρίγκιπας.
Ο πρίγκιπας Ανδρέας μετά την δίκη του τον Δεκέμβριο του 1922 , ανεχώρησε αμέσως για το εξωτερικό. Ο Χριστόφορος προσκάλεσε τον Ανδρέα και την Αλίκη στην Αμερική όπου βρισκόταν και ο ίδιος με την σύζυγό του. Τον Ιανουάριο του 1923 και ενώ ήσαν καθ΄οδόν ατμοπλοϊκώς προς την Αμερική , ο Ανδρέας και η Αλίκη πληροφορήθηκαν τον θάνατο του του βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄. Δυστυχώς τόσο ο Ανδρέας όσο και ο Χριστόφορος δεν μπόρεσαν να παρευρεθούν στην κηδεία του αδερφού τους που έγινε στην Ιταλία.
Ο έγγαμος βίος του Χριστοφόρου και της Νάνσυ ήταν σύντομος. Από το 1921 και ενώ διέμενε με τον πρίγκιπα Χριστόφορο στην Αθήνα, η υγεία της παρουσίασε σοβαρά προβλήματα. Αν και επισκέφτηκε τους καλύτερους ιατρούς της Ευρώπης και της Αμερικής, απεβίωσε στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1923. H πριγκίπισσα Νταίζυ του Πλες, με τον αδερφό της οποίας η Νάνσυ είχε δεσμό πριν γνωρίσει τον πρίγκιπα Χριστόφορο, ανέφερε όταν πληροφορήθηκε τον θάνατό της «πέθανε ευτυχισμένη μέσα σ΄όλο το μεγαλείο της».
Ο Χριστόφορος επίσης αναφέρει στο βιβλίο του τον Βασίλειο Ζαχάρωφ, επιχειρηματία και έμπορο όπλων. Σκοτεινή και μυστηριώδης προσωπικότητα ο Ζαχάρωφ, πρωταγωνιστούσε στις πολιτικές υποθέσεις της Ευρώπης και έπαιξε μεγάλο ρόλο στα πολεμικά και πολιτικά δρώμενα της Ελλάδος μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή.«Ο Βασίλειος Ζαχάρωφ υπήρξε πρωτεργάτης της πρότασης να μου παραχωρηθεί ο θρόνος της Πορτογαλίας, η οποία μου έγινε το 1912. Επιθυμούσε ένθερμα να την αποδεχτώ και μου είχε υποσχεθεί άνευ όρων οικονομική στήριξη. Του απάντησα ότι η πρόταση δεν με έβαζε σε πειρασμό. Καταρχήν ο καθαιρεθείς βασιλεύς Μανουήλ ήταν ένας απ΄τους πιο στενούς μου φίλους και διερωτόμουν ενδόμυχα ποια ανάμιξη θα μπορούσε να είχε ο κος Ζαχάρωφ στα επεισόδια που προηγήθηκαν της παραίτησής του. Φημολογείτο ότι ήταν καταλυτικής σημασίας. Εξάλλου για τίποτε στον κόσμο δεν θα δεχόμουνα ένα βασίλειο. Το στέμμα είναι βαριά υπόθεση για να το φορά κανείς ελαφρά τη καρδία. Προορίζεται γι΄ αυτούς που τους διάλεξε εκ γενετής η μοίρα. Μου είναι αδιανόητο να επωμίζεται αβασάνιστα τέτοια ευθύνη ο πρώτος τυχών, ιδιαιτέρως σε ταραγμένους καιρούς, δίχως να του το επιβάλλει ηθικό χρέος. Έκτοτε μου ξανάγινε άλλες δυο φορές πρόταση για κάποιο στέμμα: της Λιθουανίας και της Αλβανίας.» Σε κάποιο άλλο σημείο αναφέρει πως η δεύτερη σύζυγος του Ελευθερίου Βενιζέλου, η πλούσια ομογενής του Λονδίνου, Έλενα Σκυλίτση, την οποία συναναστρεφόταν συχνά στο Λονδίνο, είχε προσπαθήσει στο παρελθόν να παντρευτεί τον αδερφό του, πρίγκιπα Γεώργιο….
Μετά τον θάνατό της πρώτης συζύγου του ο Χριστόφορος μετακόμισε στην Ρώμη όπου αγόρασε μια υπέροχη έπαυλη που την ονόμασε «Αναστασία». Εκεί διέμενε και η βασίλισσα Όλγα, περιτριγυρισμένη από τις ρωσικές εικόνες της και τα έπιπλα που της είχε στείλει η Ιουλία Καρόλου από την Αθήνα, μέχρι τον θάνατό της το 1926.
Ο Χριστόφορος μετά την χηρεία του επισκεπτόταν συχνά την ανιψιά του Ελένη στην Ρουμανία, η οποία είχε παντρευτεί τον διάδοχο Κάρολο της Ρουμανίας. Στην αγγλική έκδοση των απομνημονευμάτων του ο Χριστόφορος κάνει εκτενή αναφορά στην σχέση του Καρόλου με την Μάγδα Λουπέσκου και αναλύει την άψογη στάση της πριγκίπισσας Ελένης απέναντι σε όλα αυτά τα τραγικά γεγονότα της έγγαμης ζωής της. Μετά την επιστροφή του Καρόλου στην Ρουμανία το 1930, η Ελένη μπορούσε να βλέπει τον γιο της Μιχαήλ μόνο δύο μήνες ετησίως. «Η πριγκίπισσα Ελένη ζει ήρεμα στην Φλωρεντία, στερημένη από το αξίωμα που της ανήκει νομίμως. Είναι ακόμα όμορφη και νέα αλλά η ζωή της έχει καταστραφεί. Και η Ρουμανία στερήθηκε μια εξαιρετική βασίλισσα» αναφέρει πολύ σωστά ο Χριστόφορος.
Στην Ιταλία όπου διέμενε μονίμως ο Χριστόφορος συναντούσε συχνά την δούκισσα Ελένη της Αόστης, που καταγόταν από τον οίκο της Ορλεάνης. Η δούκισσα της Αόστης είχε συμπαρασταθεί πολύ στην ελληνική βασιλική οικογένεια όταν πέθανε ο βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ το 1923 στην Ιταλία. Μέσω αυτής ο Χριστόφορος γνώρισε την ανιψιά της, πριγκίπισσα Φραγκίσκη της Ορλεάνης και την οποία παντρεύτηκε. Ο πρίγκιπας Μιχαήλ στα δικά του απομνημονεύματα αναφέρει: «Ο θρησκευτικός γάμος των γονέων μου τελέσθηκε στο παρεκκλήσι του Παλατίνου, που βρισκόταν μέσα στο παλαιό μεσαιωνικό Βασιλικό Ανάκτορο του Παλέρμο. Δεν θα μπορούσε να ονειρευθεί κανείς ένα περιβάλλον πιο μαγευτικό από το κόσμημα της αρχιτεκτονικής που φεγγοβολεί από τα μωσαϊκά και το μάρμαρο. Δόθηκε μια τεράστια δεξίωση στο ανάκτορο της Ορλεάνης. Ήταν 11 Φεβρουαρίου του 1929, ακριβώς την ημέρα που υπεγράφη η συνθήκη του Λατερανού, η οποία, μετά από δεκαετίες οξύτατων διαμαχών, συμφιλίωνε το Βατικανό με το ιταλικό κράτος. Έτσι, όταν οι γονείς μου εμφανίστηκαν στο μπαλκόνι, το ενθουσιώδες πλήθος ανέμιξε τα πάντα στις ζητωκραυγές του:«Ζήτω ο Πάπας, ζήτω ο Ντούτσε, ζήτω οι νεόνυμφοι!»
Μετά τον γάμο τους το νεόνυμφο ζεύγος εγκαταστάθηκε αρχικώς στην έπαυλη «Αναστασία» του Χριστοφόρου στη Ρώμη. Άρχισαν να αντιμετωπίζουν όμως σοβαρά οικονομικά προβλήματα και για τον λόγο αυτό εγκαταστάθηκαν στο ξενοδοχείο Εξέλσιορ. Στην Ελλάδα είχε γίνει η παλινόρθωση της μοναρχίας και βασίλευε ο ανιψιός του Γεώργιος Β από τον Νοέμβριο του 1935. Ο Χριστόφορος ερχόταν συχνά στην Ελλάδα και παρευρισκόταν σε επίσημες εκδηλώσεις και τελετές. Τον Φεβρουάριο του 1938 ήρθε στην Αθήνα με την σύζυγό του για να παρευρεθεί στους γάμους του τότε διαδόχου και ανιψιού του Παύλου, με την πριγκίπισσα Φρειδερίκη του Ανοβέρου. Η πριγκίπισσα Φραγκίσκη ήταν από τις πιο κομψές παρουσίες στον γάμο αυτό.
Το 7 Ιανουαρίου 1939, δέκα χρόνια μετά τον γάμο τους, γεννήθηκε ο γιος τους, πρίγκιπας Μιχαήλ. Ο Χριστόφορος πέθανε αναπάντεχα στις 21 Ιανουαρίου του 1940 από βαριά ασθένεια των πνευμόνων ενώ βρισκόταν στην Αθήνα. Ο γιος του είχε γίνει ενός έτους λίγες ημέρες νωρίτερα.
Ο πρίγκιπας Χριστόφορος ήταν ένας πρίγκιπας μιας εποχής που έχει παρέλθει. Στις σελίδες του βιβλίου του παρελαύνει όλη η αριστοκρατία της εποχής του. Ονόματα και πρόσωπα άγνωστα στους περισσότερους σήμερα αλλά που πρωταγωνιστούσαν τότε στα σαλόνια της Ευρώπης. Πίστευε στον πνευματισμό και στην μοίρα. Ερμήνευε κάποια γεγονότα με τον δικό του τρόπο. Είχε ένα χαρακτήρα αγαθό και καλόκαρδο, που ίσως στις μέρες μας να φαινόταν γραφικός. Πέθανε ενώ βασίλευε ο αγαπημένος του ανιψιός Γεώργιος Β΄ στην Ελλάδα. Δεν άργησε να τον ακολουθήσει στον θάνατο και ο ίδιος λίγα χρόνια αργότερα… Ο θάνατος απάλλαξε τον Χριστόφορο από τα δεινά μια ακόμη εξορίας που δυστυχώς έζησε – χήρα πια – η σύζυγός του Φραγκίσκη. Του στέρησε όμως τον γιο του. Λόγω των συνθηκών της ζωής του, ο Μιχαήλ μεγαλώνοντας έγινε ένας γνήσιος απόγονος του οίκου της Ορλεάνης, αγάπησε όμως – και αγαπά – πραγματικά την χώρα του πατέρα του. Έγραψε και ο ίδιος τα δικά του απομνημονεύματα που είναι από τα πιο ενδιαφέροντα και διαχρονικά που έχουν ποτέ γραφτεί από μέλος βασιλικής οικογένειας. Σίγουρα θα καμαρώνει ο κοσμοπολίτης πρίγκιπας…
(1) Ιστορικές πηγές αναφέρουν πως η πρόταση έγινε προς την πρώτη του ξαδέρφη, Όλγα Αλεξάνδροβνα (1882-1960), κόρη του Τσάρου Αλεξάνδρου Γ΄. Την δική μου πληροφορία για την μεγάλη δούκισσα Όλγα Νικολάιεβνα (1895-1918), πρωτότοκη κόρη του τσάρου Νικολάου Β΄, την πήρα από το βιβλίο «My dear Marquis» σελ. 127. Η συγγραφέας του βιβλίου Βaroness de Stoeckl ζούσε στο περιβάλλον της αδερφής του Χριστοφόρου, μεγάλης δούκισσας Γεωργίου της Ρωσίας, αφού ο σύζυγός της ήταν αυλάρχης της Μαρίας και περιγράφει λεπτομερώς την αποτυχημένη πρόταση γάμου του Χριστοφόρου προς την μεγάλη δούκισσα Όλγα Νικολάιεβνα της Ρωσίας.
(2) Μεταφέρω την ημερομηνία που αναφέρει ο ίδιος ο Χριστόφορος στο βιβλίο του και όχι αυτή που έχει επικρατήσει στα ιστορικά κείμενα που είναι η 1η Ιανουαρίου 1920.
(3) Ο Νικόλαος Τάντζος στο βιβλίο του «Οι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου», σελ. 272, αναφέρει πως ότι η Νάνσυ Ληντς διέθεσε 85.οοο.οοο δολάρια, τα οποία διοχετεύτηκαν στην Ελλάδα με σκοπό να αποδυναμώσουν την κυβέρνηση και να την εξαναγκάσουν να κάνει εκλογές.
Ευχαριστώ θερμά τους υπεύθυνους των εκδόσεων Φερενίκη που μου επέτρεψαν να αντιγράψω αποσπάσματα από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του πρίγκιπος Χριστοφόρου.
Επιμέλεια κειμένου: Τέπη Πιστοφίδου
Βιβλιογραφία:
- ΑPAPA, King Christian of Denmark and His Descendants, by Arturo Béeche qnd Coryne Hall, Eurohistory.com
- Xριστόφορος, Ο κοσμοπολίτης Πρίγκιπας, Εκδόσεις Φερενίκη,2011
- Μemoirs of H.R.H. Prince Christopher of Greece, The Right Book Club,London, 1938
- Michel de Grèce, Απομνημονεύματα, Εκδόσεις Φερενίκη,2005
- Τhe Inheritors of Alexander the Great, Nicholas Tantzos
- My dear Marquis, Baroness de Stoeckl