Στις 28 Ιουνίου 1914, ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας, διάδοχος του θρόνου της Αυστροουγγαρίας και η γυναίκα του Σοφία, Δούκισσα του Χόχενμπεργκ, δολοφονήθηκαν με πυροβολισμό στο Σεράγεβο, από τον Γκαβρίλο Πρίντσιπ, έναν από την ομάδα των επτά Σερβοβόσνιων δολοφόνων που συντονίζονταν από τον Ντανίλο Ίλιτς. Ο πολιτικός στόχος της δολοφονίας ήταν η απόσπαση των νότιων σλαβικών επαρχιών της Αυστροουγγαρίας έτσι ώστε να μπορέσουν να αποτελέσουν τμήμα της Μεγάλης Σερβίας ή της Γιουγκοσλαβίας. Τα κίνητρα των δολοφόνων σχετίζονταν με το κίνημα που αργότερα έγινε γνωστό ως Νέα Βοσνία. Μέλος αυτού του κινήματος ήταν και ο Κροάτης, Ίβο Άντριτς (1892-1975), που το 1961 έλαβε το βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας.
Η απόδοση ευθυνών για τις βόμβες και τις δολοφονίες της 28ης Ιουνίου είναι σε μεγάλο βαθμό αμφιλεγόμενη επειδή η επίθεση οδήγησε στο ξέσπασμα του Α΄ Παγκόσμιου Πόλεμου ένα μήνα αργότερα.
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ
Τα ξημερώματα της Κυριακής 28 Ιουνίου 1914 ο ήλιος μετά από μια σύντομη βροχή, άρχισε να λάμπει και πάλι στο Σεράγεβο, τα σύννεφα έφυγαν και ο ουρανός έγινε γαλανός. Το Σεράγεβο ήταν τότε πρωτεύουσα της Βοσνίας και της Ερζεγοβίνης, οι οποίες μολονότι ανήκαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία, είχαν προσαρτηθεί βίαια στο άρμα της Αυστροουγγαρίας στις 5 Οκτωβρίου 1908. Η βοσνιακή πρωτεύουσα απλωνόταν άνετα σε μια βαθιά κοιλάδα και ήταν κομμένη στα δύο από έναν μικρό χείμαρρο που ονομαζόταν Μαλιάκας.
Το Σεράγεβο ήταν τότε μια μικρή πόλη με περίπου 50.000 κατοίκους διαφορετικής θρησκευτικής προέλευσης. Ήσαν Ορθόδοξοι Σέρβοι, Καθολικοί Κροάτες, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι. Ο κυριότερος δρόμος ήταν η λεωφόρος Απέλ η οποία εκτεινόταν κατά μήκος του χειμάρρου. Πολλά μικρά δρομάκια απλώνονταν ανάμεσα στα σπίτια και τις χαμηλές σκεπές.
Εκείνη την ημέρα το Σεράγεβο βρισκόταν μέσα σε εορταστική ατμόσφαιρα, γιατί τρεις μέρες νωρίτερα το είχαν επισκεφτεί ο διάδοχος του αυστροουγγρικού θρόνου, Φραγκίσκος Φερδινάνδος (Franz Ferdinand von Österreich-Este, 18 Δεκεμβρίου 1863- 28 Ιουνίου 1914) και η μοργανατική σύζυγός του Σοφία (Sophie Gräfin Chotek von Chotkowa und Wognin, 1 Μαρτίου 1862 – 28 Ιουνίου 1914), δούκισσα του Χόχενμπεργκ. Ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος, επισκεπτόταν το Σεράγεβο ως γενικός επιθεωρητής των στρατιωτικών δυνάμεων της Αυστρίας. Στην προσαρτημένη χώρα θα διεξάγονταν γυμνάσια του αυστριακού στρατού, τα οποία θα τιμούσε ο διάδοχος του θρόνου της Αυστροουγγαρίας. Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος ήταν ψηλός και γεροδεμένος και φορούσε στολή στρατηγού του πεζικού. Η σύζυγός του ήταν επίσης ψηλή, με σκουρόχρωμα μάτια και φορούσε ένα μεγάλο καπέλο εντυπωσιακά στολισμένο. H τελευταία αυτοκρατορική επίσκεψη στο Σεράγεβο είχε πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο του 1910, από τον ίδιο τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ. Και τότε ένας 22χρονος Σέρβος φοιτητής της Ιατρικής από την Ερζεγοβίνη, ο Bogdan Žerajić, είχε σχεδιάσει την δολοφονία του αυτοκράτορα. Είχε αυτοκτονήσει με την τελευταία σφαίρα του όπλου του όταν είδε την αποτυχία των σχεδίων του. Ο ηρωισμός του και η αυτοθυσία του θα γινόντουσαν πηγή θάρρους και έμπνευσης για τον 19χρονο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, ο οποίος θα δολοφονούσε 4 χρόνια αργότερα επιτυχώς τον διάδοχο του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ, αρχιδούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο.
Ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος, όταν ολοκληρώθηκαν τα γυμνάσια του αυστριακού στρατού επιθυμούσε να αναχωρήσει. Την 1η Ιουλίου ήταν η 14η επέτειος των γάμων του με την Σοφία και ήθελαν να την γιορτάσουν μαζί με τα τρία παιδιά τους. Ο στρατηγός Όσκαρ Ποτιόρεκ τους έπεισε να παρατείνουν την επίσκεψή τους στο Σεράγεβο και την Κυριακή 28 Ιουνίου 1914. Ο διάδοχος συνοδευόταν στην διάρκεια της επισήμου επισκέψεως από την σύζυγό του, την οποία οι Σέρβοι τίμησαν εξαιρετικά, σε αντίθεση με την ταπεινωτική συμπεριφορά που δεχόταν η Σοφία στην Βιέννη, από την οικογένεια του άνδρα της. Λόγω του μοργανατικού της γάμου, δεν είχε το δικαίωμα να συνοδεύει τον άνδρα της σε καμία επίσημη εκδήλωση. Όμως η άψογη συμπεριφορά της στην διάρκεια του γάμου της, η θετική επίδρασή της στον δύσκολο χαρακτήρα του συζύγου της, και η ευτυχισμένη οικογένεια που δημιούργησε, είχαν κάνει τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ να αλλάξει την στάση του απέναντί της και να γίνει πιο επιεικής. Της είχε απονείμει το 1909 τον τίτλο της δούκισσας του Χόχενμπεργκ και της είχε επιτραπεί το ίδιο έτος να συνοδεύσει τον σύζυγό της στην επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Ρουμανία. Στην διάρκεια των στρατιωτικών ασκήσεων έμεναν σε ένα ξενοδοχείο στο δυτικό προάστιο Ίλιτζα του Σεράγεβο. Δύο μέρες πριν την δολοφονία τους, είχαν επισκεφτεί την αγορά του Σεράγεβο, στην διάρκεια της οποίας, οι κάτοικοι της πόλης τους υποδέχτηκαν με εγκαρδιότητα. Αυτή η εγκαρδιότητα απέναντί τους και κυρίως απέναντι στην Σοφία, ενθουσίασε τον Φραγκίσκο Φερδινάνδο. Προφανώς θέλησε να προσφέρει την ευκαιρία στην Σοφία να μοιραστεί για ακόμα μία μέρα τις επίσημες εκδηλώσεις και τελετές μαζί της. Αλλά όποια και αν ήταν η αιτία της απόφασής τους να παραμείνουν στο Σεράγεβο και την Κυριακή 28 Ιουνίου, αυτή έγινε η αφορμή να αλλάξει η ιστορία της Ευρώπης.
Στις 9 το πρωί οι υψηλοί επισκέπτες παρακολούθησαν τη Θεία λειτουργία στο τμήμα του ξενοδοχείου το οποίο είχε μεταβληθεί σε παρεκκλήσιο και μετά από 25 λεπτά (στις 09:25), επιβιβάσθηκαν στο τραίνο, για να μεταβούν στο κέντρο της πόλης όπου θα παρακολουθούσαν την παρέλαση.
Το τραίνο έφτασε στο κέντρο του Σεράγεβο έπειτα από ένα σύντομο ταξίδι 15 λεπτών. Τους υψηλούς ξένους υποδέχτηκε ο στρατηγός Ποτιόρεκ, Κυβερνήτης της Βασνίας Ερζεγοβίνης, ένας άνδρας υψηλός και αδύνατος, περίπου 60 ετών. Η τιμητική φρουρά παρουσίασε όπλα και κατόπιν η συντροφιά επιβιβάστηκε στα έξι αυτοκίνητα τα οποία τους περίμεναν. Στο πρώτο αυτοκίνητο επιβιβάσθηκε ο αρχηγός της Αστυνομίας Έντμουντ Γκέρντε και ο δήμαρχος του Σεράγεβο, Κούρτσικ. Στο δεύτερο ένα σπορ αυτοκίνητο Gräf & Stift, κατασκευασμένο στη Βιέννη, ανοικτό στο άνω μέρος, με μαύρα καθίσματα και υψηλό τιμόνι, πήραν θέση οι αρχιδούκες. Η Σοφία κάθισε δεξιά του Φραγκίσκου Φερδινάνδου, και απέναντι, στη μικρή κενή θέση, ο στρατηγός Ποτιόρεκ.
Η φάλαγγα προχώρησε προς τους στρατώνες που βρισκόταν κοντά στον σταθμό του τραίνου. Εκεί ο αρχιδούκας κατέβηκε και έκαμε μια σύντομη επιθεώρηση. Στις 10.00 π.μ. τα αυτοκίνητα μπήκαν στη λεωφόρο Απέλ. Στο μεταξύ οι συνωμότες είχαν πάρει τις προκαθορισμένες θέσεις τους. Ο πρώτος, ο Μεχμέτ Μεχμέτμπασιτς, περίμενε μαζί με τον Βάσα Τζουμπρίλοβιτς απέναντι από τον κήπο του καφενείου Μόσταρ. Από την άλλη πλευρά της λεωφόρου, δίπλα στον χαμηλό τοίχο ο οποίος βρισκόταν στην όχθη του ποταμού, είχε πάρει θέση ο Νετζέλκο Γαβρίνοβιτς.
Η πομπή ακολουθούσε την όχθη του ποταμού Μαλιάκα κάτω από τον ήλιο του Ιουνίου ενώ το πλήθος τους ζητωκραύγαζε. Ο αρχιδούκας και η σύζυγός του μπορούσαν να βλέπουν τους μιναρέδες, τα μικρά μαγαζάκια της αγοράς με τους ξύλινους πάγκους τους, τα μπαλκόνια του Σεράγεβο στολισμένα με τα χρώματα της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας, τις κορυφές των βουνών και τα νεκροταφεία από άσπρο μάρμαρο που ακτινοβολούσε από το φως του ήλιου. Από το κάστρο του Σεράγεβο ρίχτηκαν 24 χαιρετιστήριοι κανονιοβολισμοί. Τα αυτοκίνητα πέρασαν μπροστά από την αστυνομική διεύθυνση και έφθασαν στο ύψος του καφενείου Μόσταρ. Ο Μεχμέτμπαστις, όμως, δεν κινήθηκε, γιατί πίσω του βρισκόταν ένας αστυνομικός και φοβήθηκε, αλλά και ο νεαρός Τζουμπρίλοβιτς που είχε πάρει θέση κοντά του, δεν τόλμησε να προβεί σε καμία ενέργεια.
Με το κράνος του που στην κορυφή έφερε φτερά στρουθοκαμήλου, καθισμένος δεξιά του ανοικτού αυτοκινήτου, ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος ήταν εύκολος στόχος. Η πομπή εκινείτο πολύ αργά για να μπορούν οι υψηλοί επισκέπτες να βλέπουν καλύτερα την πόλη.
Τότε ο Νετζέλκο Γαβρίνοβιτς με μια γρήγορη κίνηση άναψε την θρυαλλίδα μιας βόμβας και την πέταξε στο αυτοκίνητο που μετέφερε τον αρχιδούκα και την μοργανατική σύζυγό του. Όμως βιάστηκε να την πετάξει και δεν έγινε η έκρηξη στο αυτοκίνητο του αρχιδούκα και της συζύγου του.
Ο οδηγός βλέποντας την βόμβα να έρχεται προς το μέρος τους επιταχύνει. Η βόμβα έπεσε από την διπλωμένη σκεπή του αυτοκινήτου και κύλησε στο πεζοδρόμιο και τελικά εκπυρσοκρότησε κάτω από το αυτοκίνητο που ακολουθούσε τραυματίζοντας δύο από τους επιβαίνοντες. Η δολοφονική επίθεση του Γαβρίνοβτς είχε αστοχήσει. Όμως ο τραυματισμός του συνταγματάρχη Μερίτσι, που ήταν ένας από τους τραυματίες, θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο στην δολοφονία του αρχιδούκα και της γυναίκας του λίγη ώρα αργότερα.
Ο Γαβρίνοβιτς καταπίνει κυάνιο και πηδά στον ποταμό Μαλιάκα. Για κακή του τύχη το κυάνιο είναι αλλοιωμένο και σε μικρή ποσότητα οπότε επιζεί. Το ποτάμι είναι άνυδρο και πέφτει σε ένα μαλακό όγκο από άμμο όπου και συλλαμβάνεται από το πλήθος.
Ο Αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος της Αυστρίας με απόλυτη ψυχική κυριαρχία σταμάτησε την αυτοκινητοπομπή, κατέβηκε από το αυτοκίνητό του για να πληροφορηθεί και να ελέγξει τα αποτελέσματα της έκρηξης της βόμβας. Έτσι ο Γαβρίνοβιτς αντιλαμβάνεται πως η απόπειρα δολοφονίας του Αρχιδούκα είχε αποτύχει. Η αυτοκινητοπομπή συνέχισε την πορεία της προς το Δημαρχείο, που ήταν ο προορισμός της.
Στο Δημαρχείο ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος όταν ακούει στον λόγο που του απευθύνει ο Δήμαρχος, Fehim Effendi Curcic, και που δεν είχε τον χρόνο να διορθώσει, να αναφέρει: «οι κάτοικοι του Σεράγεβο υποδέχονται την Υψηλότητά σας με μεγάλο ενθουσιασμό» του απαντά χάνοντας για μοναδική φορά την αυτοκυριαρχία του : « Ήρθα εδώ ως καλεσμένος σας και εσείς με αποδεχθήκατε με βόμβες!»
Επιβλητικός, ατάραχος, καθησυχαστικός προς την γυναίκα του, ο διάδοχος του θρόνου της Αυστροουγγαρίας, αρνείται την ματαίωση της συνέχισης της επισήμου επισκέψεώς του.
Διαθέτοντας φιλελεύθερο πνεύμα ο Αρχιδούκας, επιθυμεί να αποδείξει πως οι Βόσνιοι αποδέχονται την πρόσφατη προσάρτησή τους στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία, πως οι ταραχές των Σέρβων εθνικιστών είναι περιθωριακές ενώ αυτός είναι φίλος με τους πολίτες του Σεράγεβο.
Επίσης η ματαίωση της συνέχισης της επισκέψεως του πιθανώς να ερμηνευόταν ως μία πράξη δειλίας από αυτούς που δεν επιθυμούσαν η Βοσνία και η Ερζεγοβίνη να κυβερνιούνται από τους Αυστριακούς. Αλλά οι αρχές του τόπου έπρεπε να τον προφυλάξουν από το ενδεχόμενο μιας επόμενης δολοφονικής επίθεσης και να τον πληροφορήσουν πως στις 28 Ιουνίου, ημέρα της θρησκευτικής εορτής του Αγίου Βίτου, ήταν η επέτειος της ήττας των Σέρβων από τους Τούρκους «στο πεδίο των κοτσυφιών» στη Μάχη του Κοσσυφοπεδίου, το 1389. Στην μάχη αυτή οι Σέρβοι δολοφόνησαν τον σουλτάνο Μουράτ Α΄ αλλά κατακτήθηκαν από τους Τούρκους. Επομένως η παρουσία του διαδόχου των Αψβούργων την ημέρα αυτής της θλιβερής επετείου, ήταν άκρως προκλητική για τους κατοίκους της περιοχής.
Η προγραμματισμένη επίσκεψη μετά την υποδοχή τους στο Δημαρχείο, ήταν η επίσκεψη στο Εθνικό Μουσείο, επίσκεψη στην οποία δεν θα τον ακολουθούσε η Σοφία. Όμως ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος θέλησε να επισκεφτεί τους τραυματίες της βομβιστικής επίθεσης στο νοσοκομείο και η σύζυγός του επέμεινε να τον συνοδεύσει.
Οι αρχές της Βιέννης. πριν πραγματοποιηθεί η επίσκεψη του διαδόχου στο Σεράγεβο είχαν πληροφορηθεί πως Σέρβοι εθνικιστές σχεδίαζαν την δολοφονία του αρχιδούκα. Αγνόησαν όμως εντελώς αυτές τις έγκυρες, απ΄ότι αποδείχθηκε, πληροφορίες. Τα μέτρα ασφαλείας στους δρόμους ήταν πολύ ελλιπή και μόνο 120 αστυνομικοί φρουρούσαν τους δρόμους, χωρίς καθόλου την παρουσία του στρατού.
Η πομπή αναχωρεί από το Δημαρχείο. Δεν θα έστριβαν στην οδό Φραγκίσκου Ιωσήφ όπως αρχικώς είχε προγραμματιστεί, γιατί ενδεχομένως και άλλοι συνωμότες θα καιροφυλακτούσαν, αλλά θα συνέχιζαν παράλληλα με την όχθη του ποταμού Μαλιάκα με προορισμό το νοσοκομείο, για να επισκεφτούν τους τραυματίες της βομβιστικής επιθέσεως. Για λόγους ασφαλείας ο κόμης Harrach κάθεται δίπλα στον οδηγό του αυτοκινήτου που μεταφέρει τους υψηλούς καλεσμένους.
Όμως οι αντιπρόσωποι των Αυστριακών έχουν αποδιοργανωθεί. Τους διαφεύγει να ενημερώσουν τον οδηγό του αυτοκινήτου του Φραγκίσκου Φερδινάνδου για την αλλαγή του δρομολογίου. Ο τραυματισμένος συνταγματάρχης Μερίτσι είχε την αρμοδιότητα του συντονισμού όλων των λεπτομερειών της επισκέψεως. Αυτός όμως απουσίαζε λόγω του τραυματισμού του από την βομβιστική επίθεση. Αυτό το κενό στην ενημέρωση του οδηγού απέβη μοιραία. Στο ύψος της Λατινικής γέφυρας, o οδηγός του αυτοκινήτου του αρχιδούκα, που είναι το δεύτερο της πομπής, στρίβει δεξιά στην πιο στενή οδό Φραγκίσκου Ιωσήφ.
Ο στρατηγός Ποτιόρεκ που επιβαίνει του αυτοκινήτου του αρχιδούκα, διατάσσει τον οδηγό να επιστρέψει πίσω, οπότε το αυτοκίνητο σταματά. Μη διαθέτοντας πίσω κίνηση, το σπρώχνουν για να επιστρέψει στην λεωφόρο. Στην σκιά ενός μικρού στεγάστρου, ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ, περίμενε- πιστεύοντας μάταια -τον αρχιδούκα στην οδό Φραγκίσκου-Ιωσήφ. Μια άλλη εκδοχή αναφέρει πως έπασχε από διαβήτη και η ένταση της ημέρας του είχε δημιουργήσει υπογλυκαιμία. Μπήκε για να πάρει κάτι να φάει από ένα φούρνο που βρισκόταν στην οδό Φραγκίσκου Ιωσήφ. Βγαίνοντας από το κατάστημα αντιλαμβάνεται πως η τύχη ήταν με το μέρος του όταν είδε το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος με την δούκισσα του Χόχενμπεργκ, σταματημένο ακριβώς μπροστά του. Όρμησε προς το αυτοκίνητο του Φραγκίσκου Φερδινάνδου και πυροβόλησε δύο φορές.
Η πρώτη σφαίρα κτύπησε την Σοφία στην κοιλιά, η δεύτερη κόβει την έξω σφαγίτιδα φλέβα στο λαιμό του αρχιδούκα.
«Σοφία, Σοφία μην πεθάνεις!» ψιθύρισε ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος στην σύζυγό του. «Επέζησε για τα παιδιά μας». Ο κόμης Harrach τον ρωτάει αν υποφέρει. «Δεν είναι τίποτα σοβαρό», του απαντά και καταρρέει.
Η Σοφία πεσμένη στα γόνατα του συζύγου της ψυχορραγεί. Μετά από δέκα λεπτά θα πεθάνει και ο Φραγκίσκος Φερδινάνδος.
Ο Γκαβρίλο Πρίντσιπ ομολόγησε στην δίκη του πως δεν επιθυμούσε να δολοφονήσει την Σοφία φον Τσότεκ, αλλά τον στρατηγό Όσκαρ Ποτιόρεκ. Δεν καταδικάστηκε σε εκτέλεση γιατί δεν είχε συμπληρώσει το εικοστό έτος της ηλικίας του, σύμφωνα με τον νόμο της εποχής στην Αυστρία. Πέθανε λίγα χρόνια αργότερα από φυματίωση στην φυλακή.
Όταν είχαν ρωτήσει τον αρχιδούκα για τον κίνδυνο που διέτρεχε να δεχτεί μια δολοφονική επίθεση είχε απαντήσει: «Όλα είναι πιθανά αλλά δεν θα μπω σε μια γυάλα. Οι ζωές μας είναι πάντα σε κίνδυνο. Πρέπει να εμπιστευόμαστε τον Θεό.»
Ένα μήνα μετά η Ευρώπη ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Με την λήξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου δεν θα υπήρχαν πια οι αυτοκρατορίες της Ρωσίας, της Αυστροουγγαρίας, της Γερμανίας και των Οθωμανών.
Εκτός από τα δεινά του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου που αιματοκύλισε την Ευρώπη, τα παιδιά του δολοφονημένου ζεύγους ήταν τα πιο αθώα θύματα. Από την απόλυτη οικογενειακή ευτυχία που ζούσαν και ασφάλεια, γνώρισαν την απόλυτη αδιαφορία και εγκατάλειψη από τους ευγενείς συγγενείς τους.
Κείμενο : Τέπη Πιστοφίδου.
Βιβλιογραφία: Ιωάννη Παπανδριανού, Η δολοφονία στο Σεράγεβο, περιοδικό «Ιστορικά Θέματα,2003.
The European Royal History Journal, Issues of February 1998 and June 2014.