Η ρωσική αυτοκρατορική οικογένεια επέδειξε πραγματικό πάθος για τα σπορ και τα χόμπι. Οι τσάροι και αυτοκράτορες της Ρωσίας έπαιζαν σκάκι ή μπιλιάρδο, έκαναν ποδηλασία ακόμη και στις αίθουσες των Χειμερινών Ανακτόρων, ενώ κάποιοι ήταν φανατικοί παίκτες του τένις.
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Για τους τσάρους η δημόσια εικόνα δεν ήταν κάτι το σημαντικό, δεδομένου ότι οι πολίτες τους έβλεπαν πολύ σπάνια. Παρ′ όλα αυτά, ορισμένοι τσάροι ήταν παθιασμένοι με την αθλητισμό, την υγεία και τη διασκέδαση. Πριν από τον Μέγα Πέτρο το αθλητικό παράστημα δεν θεωρούνταν αρετή στη Ρωσία. Τον 17ο αιώνα, κάθε ευγενής, συμπεριλαμβανομένου του τσάρου, έπρεπε να είναι λίγο υπέρβαρος, για να εκπέμπει μήνυμα αφθονίας και πλούτου. Πιθανώς το μόνο σύγχρονο παιχνίδι που έπαιζαν και οι μεσαιωνικοί ηγεμόνες της Ρωσίας ήταν το σκάκι, που ήταν και το αγαπημένο παιχνίδι του πρώτου Ρώσου τσάρου, του Ιβάν του Τρομερού.
Η τελευταία παρτίδα σκάκι του Ιβάν του Τρομερού…
Ο Άγγλος διπλωμάτης, Τζέρομ Χόρσεϊ, ήταν μάρτυρας της τελευταίας παρτίδας σκάκι του τσάρου. Το βράδυ της τελευταίας ημέρας της ζωής του, ο Ιβάν ο Τρομερός κάθισε στο κρεβάτι του για να παίξει σκάκι με έναν από τους βογιάρους του. Πριν ξεκινήσει το παιχνίδι, τοποθέτησε ο ίδιος όλα τα πούλια, εκτός από τον βασιλιά, τον οποίο δεν μπορούσε τον βάλει μόνος του στη θέση του και ζήτησε τη βοήθεια των υπηρετών του. Λίγα λεπτά αργότερα ο Ιβάν λιποθύμησε και ξεψύχησε παίζοντας σκάκι. Το σκάκι ήταν επίσης πολύ δημοφιλές και στη δυναστεία των πρώτων Ρομανόφ. Ο τσάρος Αλέξιος, ο πατέρας του Μεγάλου Πέτρου, είχε παραγγείλει στο εξωτερικό σειρά από όμορφες κι εντυπωσιακές σκακιέρες, έτσι ο γιος του έμαθε το παιχνίδι από μικρός. Ωστόσο, ο Πέτρος, ήταν αυτός που εισήγαγε στη ρωσική βασιλική οικογένεια τον αθλητισμό, ως μέσο ψυχαγωγίας και άσκησης.
Μέγας Πέτρος: Δεινός χειριστής της στέκας του μπιλιάρδου…
Ο Πέτρος ήταν εξοικειωμένος με τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής από τα νεανικά του χρόνια, όταν ακόμη σύχναζε στη γερμανική συνοικία της Μόσχας. Στις γερμανικές ταβέρνες έμαθε να παίζει το παιχνίδι druck-tafel, κάτι μεταξύ μπιλιάρδου και μπόουλινγκ. Αργότερα, όταν πήγε στην Ολλανδία, πήρε ένα τραπέζι μπιλιάρδου, ως δώρο από τον Ολλανδό βασιλιά.
Ο Πέτρος εγκατέστησε το τραπέζι στην αίθουσα αναμονής του για να κρατάει απασχολημένους τους επισκέπτες του και ακολουθώντας το παράδειγμα του Ολλανδού βασιλιά, πολλοί ευγενείς άρχισαν να παίζουν μπιλιάρδο. Το 1718, με διάταγμα του τσάρου το μπιλιάρδο καθιερώθηκε ως υποχρεωτικό παιχνίδι στα πάρτι της αριστοκρατίας ενώ η χαρτοπαιξία απαγορευόταν.
Η κόρη του Πέτρου, Ελισάβετ, που κυβέρνησε τη Ρωσία για 20 χρόνια, ενδιαφερόταν πολύ για τη διατήρηση της φυσικής της ομορφιάς, και προσπαθώντας να παραμείνει νέα και φρέσκια ασκούνταν στην κωπηλασία και την ιππασία, αθλήματα που την βοήθησαν να αποκτήσει ωραίο παράστημα και χαριτωμένο ρυθμό. Η επόμενη αυτοκράτειρα Αικατερίνη η Μεγάλη, ασχολούνταν επίσης σε κάποιο βαθμό με την ιππασία, αλλά ο εγγονός της, ο Νικόλαος Α′ ήταν γεννημένος αθλητής.
Οι τσάροι ποδηλάτες…
Ο αυτοκράτορας Νικόλαος Α′ είχε ύψος 1.89 ήταν εξαιρετικά δυνατός, και συνήθιζε να παίρνει μέρος σε διαγωνισμούς με προέλευση από τα μεσαιωνικά τουρνουά ιπποτών. Κατά τη διάρκειά τους, ο Νικόλαος φορούσε μια πανοπλία τόσο βαριά που μια φορά η μύτη του άρχισε να αιμορραγεί από την υψηλή πίεση και το μεγάλο στρες. Ο Νικόλαος κατάλαβε τη σημασία των σπορ για τους νέους και γι′ αυτό οργάνωσε εγκαταστάσεις γυμναστικής για τα παιδιά του στην παραλία του κτήματος στο Πέτερχοφ.
Ο μεγαλύτερος γιος του Νικόλαου, και επόμενος αυτοκράτορας, ο Αλέξανδρος Β′ ήταν ο πρώτος ρώσος βασιλιάς που έκανε ποδήλατο. Απέκτησε το πρώτο του ποδήλατο το 1867 στο Παρίσι. Μπορεί για ένα 50χρονο τσάρο να ήταν ένα απλό παιχνίδι, αλλά οι έφηβοι γιοι του, πρίγκιπες Σεργκέι και Παύλος ανέπτυξαν πραγματικό πάθος με την ποδηλασία. Έκαναν ποδηλασία ακόμα και το χειμώνα στις αίθουσες των Χειμερινών Ανακτόρων, με τα συμπαγή ελαστικά των ποδηλάτων τους να προκαλούν μεγάλο θόρυβο, αλλά κανείς δεν μπορούσε να εμποδίσει τη διασκέδαση των πριγκίπων. Μέχρι το τέλος του αιώνα, σχεδόν κάθε μέλος της βασιλικής οικογένειας είχε ένα ποδήλατο, και οι μεγάλες ποδηλατικές βόλτες έγιναν το αγαπημένο χόμπι.
Ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Γ′ είχε επίσης ποδήλατο αλλά εξαιτίας του γιγαντιαίου αναστήματος και της μεγάλης σωματικής διάπλασης προτιμούσε ένα πιο στατικό και στοχαστικό είδος άθλησης… το ψάρεμα. Μια φορά, όταν ο αυτοκράτορας ψάρευε στο εξοχικό του κτήμα, τον πλησίασε ο υπουργός των Εξωτερικών Γκιρς να του μιλήσει για μια συνάντηση σχετικά με τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, αλλά ο Αλέξανδρος τον σταμάτησε, λέγοντας ότι «η Ευρώπη μπορεί να περιμένει όταν ο Ρώσος τσάρος ψαρεύει!»
Φανατικός τενίστας ο Νικόλαος Β′…
Ο τελευταίος αυτοκράτορας της Ρωσίας, Νικόλαος Β′ ήταν η πιο παθιασμένος αθλητής από όλους τους τσάρους. Ξεκίνησε την ποδηλασία πολύ μικρός και όπως φαίνεται από τους λογαριασμούς του, συντηρούσε και επισκεύαζε τα ποδήλατά του πολύ τακτικά. Αλλά το μεγάλο πάθος του Νικόλαου ήταν να παίζει τένις. Πήρε μια πρώτη γεύση του παιχνιδιού κατά τις επισκέψεις του στην Αγγλία το 1890, και σύντομα άρχισε να παίζει σχεδόν κάθε μέρα. Είχε φτιάξει πέντε γήπεδα τένις σε διάφορα βασιλικά κτήματα, και το αγαπημένο παιχνίδι του τσάρου σύντομα έγινε ευρέως δημοφιλές ανάμεσα στους ευγενείς.
Ένας από τους βασικούς συμπαίκτες του τσάρου στο τένις ήταν ο Φελιξ Γιουσούποφ, ο οποίος αργότερο έγινε γνωστός, ως ένας από τους δολοφόνους του Ρασπούτιν. Ο Γιουσούποφ εκπαιδεύτηκε στο τένις στο γρασίδι της Οξφόρδης και ο μεγαλύτερος αδελφός του ήταν ένας από τους κορυφαίους παίκτες της Ρωσίας, οπότε έπαιζε καλύτερα από τον Νικόλαο. Πάντως, ο Φέλιξ φρόντισε με έξυπνο τρόπο να χάσει μερικά παιχνίδια, ευχαριστώντας έτσι τον αυτοκράτορα και κερδίζοντας παράλληλα ένα γάμο με την ανιψιά του Νικόλαου.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, ο Νικόλαος συνέχισε να παίζει τένις και να κάνει ποδηλασία, γεγονός που μάλλον τον βοηθούσε μπροστά στην τεράστια πίεση εκείνης της εποχής. Ο τελευταίος λογαριασμός του υπογράφτηκε σε έναν επισκευαστή ποδηλάτων ήταν στις 10 Μαΐου 1917 και τα τελευταία παιχνίδια του τένις χρονολογούνται τον ίδιο μήνα, αλλά ακόμη και μετά την παραίτησή του από αυτοκράτορας, ο Νικόλαος παρέμεινε δεινός αθλητής.