Μια ρομαντική, ιστορική αναδρομή στην νεότερη ιστορία της Ελλάδας, στους Βασιλικούς Γάμους από το 1867 έως και το 1964. Η προβολή και διατήρηση των ιστορικών αυτών στοιχείων, που κινδυνεύουν να χαθούν στον χρόνο, συγκεντρώθηκαν μετά από πολλά χρόνια ερευνών, μέσα από χρονικά, ημερολόγια, βιογραφίες, εφημερίδες εποχής, κρατικά αρχεία της Ελλάδας, της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Αγγλίας και της Γερμανίας, γεμάτα με σπάνιες αναφορές και άγνωστες λεπτομέρειες, ζωντανεύοντας τα ήθη, τα έθιμα και το βασιλικό πρωτόκολλο μιας άλλης εποχής, μίας άλλης Ελλάδας γεμάτη λάμψη με βασιλείς και πρίγκιπες.
Στο πρώτο, από τα έξι μέρη, ο γάμος των βασιλέων Γεωργίου Α′ και Όλγας, στην Αγ. Πετρούπολη στις 27 Οκτωβρίου 1867.
ΑΝΕΠΙΣΗΜΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ
«Η Α.Μ. ο Βασιλεύς αναχωρεί σήμερον εντεύθεν την απουσίαν του Βασιλέως, μεγάλως αισθάνεται εις τας σημερινάς περιστάσεις η Ελλάς· εύχεται δε, ίνα δεχθή αύθις ταχέως αυτόν εις τους κόλπους της φέροντα την Κρήτην, την Ήπειρον και την Θεσσαλίαν και νύμφην αξίαν αυτού τε και του Θρόνου του.»
Επιμέλεια: Ανδρέας Μέγκος
Πόσα δεν κλείνουν οι λίγες αυτές γραμμές των εφημερίδων της 10ης Απριλίου 1867. Ευχές, πόθοι, οραματισμοί, αγωνίες. Η Κρήτη βρισκόταν ήδη, στην ακμή μιας νέας επαναστάσεως της. Λίγους μήνες πριν, οι Κρητικοί είχαν καταλύσει την εξουσία του Σουλτάνου, κήρυξαν την ένωση της νήσου με την Ελλάδα και αναγνώρισαν σαν Βασιλέα τους τον Γεώργιο. Τις αποφάσεις τους αυτές επισφράγιζαν καθημερινά με αιματηρές θυσίες. Το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου είχε συνταράξει την Ευρώπη και είχε σφίξει τις καρδιές των ελεύθερων Ελλήνων.
Ήταν πολύ φυσικό το ταξίδι του Γεωργίου να τους γεμίσει ελπίδες. Ο νεαρός Βασιλεύς είχε δείξει, μέχρι τότε, τόση διπλωματικότητα, τόση πίστη στο έργο του, τόση αφοσίωση στη νέα του πατρίδα. Μήπως αυτός δεν ήταν που απαίτησε την παραχώρηση των Επτανήσων στην Ελλάδα, για να δεχθεί τον θρόνο της; Ασφαλώς και τώρα, με τις γνωριμίες του στις Αυλές στης Ευρώπης θα απαιτούσε ευνοϊκή για την Ελλάδα λύση του ανατολικού ζητήματος. Και φυσικά, πολύτιμο συμπαραστάτη θα είχε την νύφη που θα διάλεγε. Με το συνοικέσιο αυτό η Ελλάδα θα αποκτούσε έναν πολύτιμο σύμμαχο. Θα αποκτούσε και διάδοχο του θρόνου της.
Μέσα σε ευχές και επευφημίες σαλπάρισε το ατμόπλοιο «Πατρίς» με τον Βασιλέα και τους συνοδούς του υποστράτηγο Χ. Χατζηπέτρο, τον υπασπιστή Γ. Μεταξά, τους διαγγελείς Π. Κολοκοτρώνη και Π. Κριεζή και τον οικονόμο των Ανακτόρων Ροδόσταμο. Πρώτος σταθμός το Παρίσι, όπου οι εφημερίδες του ασχολούνταν ήδη με την βασιλική επίσκεψη και περιέγραφαν το επιβατηγό «Πατρίς» σαν φρεγάτα.
Λίγα χρόνια πριν, όταν ο Γεώργιος ερχόταν για πρώτη φορά στην Ελλάδα, οι ίδιες εφημερίδες έγραφαν ότι το «Πατρίς» ήταν κορβέτα. «Εις τρίτον ταξείδιον μετά του Βασιλέως», γράφει ειρωνικά η αθηναϊκή εφημερίδα ΕΘΝΟΦΥΛΑΞ, «Θέλει ευρεθή βεβαίως γάλλος τις δημοσιογράφος έχων την καλωσύνην να μας το κάμη τρίκροτον!».
Δεν πειράζει· οι ειδήσεις αργούσαν τόσο πολύ να φτάσουν στο προορισμό τους, την εποχή εκείνη, ώστε καταντούσε φυσικό να γίνονται στο μεταξύ τους και μερικές τροποποιήσεις.
Στα ανάκτορα του Κεραμεικού ο Αυτοκράτορας Ναπολέων Γ′ δέχθηκε με μεγάλες τιμές και πολύ επισημότητα τον Γεώργιο. Δεν είναι βέβαιο ότι, εξ αιτίας της επισκέψεως αυτής, άλλαξε η πολιτική της Γαλλίας απέναντι της Ελλάδος, γεγονός όμως, είναι ότι στο εξής, οι Γάλλοι ήταν πολύ ευνοϊκότεροι στα αιτήματα μας.
Ένα σύντομο ταξίδι στο Λονδίνο, επιστροφή και πάλι στο Παρίσι και στις 25 Απριλίου οι Αθηναίοι διάβαζαν ενθουσιασμένοι: «Το συνοικέσιον της Α.Μ. του Βασιλέως ημών μετά της θυγατρός του Ρώσου Μεγάλου Δούκος Κωνσταντίνου, Όλγας απεφασίσθη αρθέντος παντός προσκόμματος. Ο Βασιλεύς ανεχώρησεν εκ Παρισίων μετά της μητρός του κατευθυνόμενος δια Βερολίνου εις Πετρούπολιν.»
Αυτό, λοιπόν, ήταν! Βασίλισσα των Ελλήνων μια Ορθόδοξη. Σύμμαχος της Ελλάδος ένας γίγας, άσπονδος εχθρός της Τουρκίας!
Η είδηση της αφίξεως του Γεωργίου στο Βερολίνο έφτασε όταν ο Βασιλεύς ήταν, ήδη, στη Ρωσία. Δεν είχε σημασία. Με υπερηφάνεια διάβαζαν οι Έλληνες πως ο Πρώσος Βασιλεύς υποδέχθηκε τον δικό μας στον σιδηροδρομικό σταθμό, πως ο Γεώργιος επιθεώρησε τους παρατεταγμένους Πρώσους στρατιώτες, και πως παρακάθισε σε επίσημο βασιλικό γεύμα, όπου είχαν παρακαθίσει και άλλοι Πρώσοι υπουργοί «προεξάρχοντος του πολλού Βίσμαρκ».
Στην Πετρούπολη ο Γεώργιος και η συνοδεία του έφθασαν στις 11 Μαΐου. Στα ανάκτορα του Τσαρκόε – Σέλο, μια ώρα έξω από την ρωσική πρωτεύουσα, τον υποδέχθηκε ο Τσάρος Πασών των Ρωσιών Αλέξανδρος, περιτριγυρισμένος από ολόκληρη την Αυτοκρατορική οικογένεια. Ο Γεώργιος «εκλήθη αρχηγός του πρώτου συντάγματος πεζικού» και κανονιοβολισμοί από το φρούριο της πόλεως ανήγγειλαν ότι οι ανεπίσημοι αρραβώνες ήταν πλέον γεγονός.
Φυσικά δεν έλειψαν και τα κουτσομπολιά. Αν πιστέψει κανείς την παρισινή εφημερίδα «Βέλγικη Ανεξαρτησία», η Όλγα, στην αρχή, δεν φαινόταν – γράφει – πολύ ενθουσιασμένη από το συνοικέσιο αυτό. Μόλις, όμως γνώρισε τον Γεώργιο, της άρεσε τόσο πολύ «ώστε αντήλαξε μετ’ αυτού φωτογραφίαν της, βαθμηδόν δε η προς αλλήλους συμπάθεια και αγάπη των νεαρών μνηστήρων εκρατύνθη».
Στις 6 Μαΐου ο ελληνικός ναός της Πετρουπόλεως γνώρισε μεγάλες δόξες. Μακρά συνοδεία αμαξών με επικεφαλής τις χρυσοστολισμένες άμαξες του Βασιλέως Γεωργίου και της Όλγας, του Τσάρου και της Αυτοκρατορικής Οικογένειας έφθασαν για να παρακολουθήσουν ειδική δοξολογία. Το βράδυ ομοβροντίες από το φρούριο της Πετρουπόλεως ανήγγειλαν ότι ο Τσάρος, σε επίσημο δείπνο, ύψωνε το ποτήρι του ευχόμενος υπέρ των νεαρών υψηλών μνηστευμένων.
Εν τω μεταξύ ο Γεώργιος δεν λησμονούσε τα καθήκοντα του προς την Πατρίδα. Στις 10 Μαΐου τηλεγραφήματα από την Γαλλία ενημέρωναν ότι ο Βασιλεύς απεύθυνε προς τις Αυλές Παρισίων, Βερολίνου και Βιέννης λεπτομερές υπόμνημα για το αιώνιο ανατολικό ζήτημα.
ΠΑΝΗΓΥΡΙΣΜΟΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Η είδηση των – ανεπίσημων έστω – αρραβώνων έφθασε, με αρκετή καθυστέρηση, στην Αθήνα, την Πέμπτη 11 Μαΐου. Ο αντιβασιλιάς Ιωάννης – θείος του Γεωργίου – και η κυβέρνηση δεν θέλησαν να δώσουν μεγάλη επισημότητα στο γεγονός, διότι το θεώρησαν σαν καθαρά οικογενειακή υπόθεση του βασιλέως. Εν τούτοις, βλέποντας τον ενθουσιασμό του λαού αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Οι Αθηναίοι έκλεισαν τα καταστήματα τους, εγκατέλειψαν τα γραφεία τους και μαζί με τις οικογένειες τους άρχισαν να συρρέουν προς την Μητρόπολη, όπου θα γινόταν δοξολογία. Στους δρόμους, άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι, αντάλλασσαν ασπασμούς και συγχαρητήρια, ενώ πυκνά χειροκροτήματα συνόδευαν τις άμαξες των υπουργών, βουλευτών και ξένων διπλωματών που έφθαναν στον Μητροπολιτικό ναό. Οι κανονιοβολισμοί από τον λόφο των Νυμφών επέτειναν ακόμα περισσότερο τον λαϊκό ενθουσιασμό. Και μάτι αδάκρυστο δεν έμεινε καθώς ο Μητροπολίτης Θεόφιλος με συγκίνηση προσπαθούσε να διαβάσει την «προσλαλιά» του:
«Συνελθόντες εν τω ιερώ του Υψίστου ναώ και δοξολογήσαντες την θείαν Αυτού μεγαλειότητα, ευδοκήσασαν αξιώσαι ημάς ίνα ίδωμεν, ότι οι πατέρες ημών δια μεγάλων θυσιών και χειμάρρων ευγενών χριστιανικών αιμάτων επεθύμησαν ιδείν και ουκ είδον, ας ευχαριστήσωμεν από κατανυκτικής καρδιάς και ας είπωμεν συνευχόμενοι: «Χριστέ Βασιλεύ υιέ του προανάρχου Πατρός· Ύψιστε Θεέ, επίβλεψον και επίσκεψας την ορθόδοξον ταύτη άμπελον Σου ην η Θεϊκή Σου δεξιά εφύτευσε και κατάρτισον αυτήν. Επισκίασον, φύλαξονανώτερον πάσης βλάβης τον σεπτόν Βασιλέα ημώνΓεώργιον και την σεπτήν μεγάλην Δούκισσαν Όλγαν Κωνσταντινόβαν, και κράτυνον τον υψηλόν ελληνικόν αυτόν θρόνον. Άπαν δε το ελληνικόν ορθόδοξον έθνος διατήρησον άθικτον, υπό την σκέπην των πτερύγων Σου, ίνα εν χριστιανική αγάπη λέγει αιωνίως ο σεπτός Βασιλεύς Γεώργιος και η μεγάλη Δούκισσα Όλγα Ζήτωσαν! Η μητήρ Ελλάς ζήτω! Το ελληνικόν έθνος ζήτω!»
Η εορταστική ατμόσφαιρα δεν κόπασε ούτε το μεσημέρι, καθώς τρείς στρατιωτικές μουσικές διέσχιζαν τους δρόμους παιανίζοντας συνεχώς πατριωτικά θούρια. Κατά την δύση του ηλίου και νέοι κανονιοβολισμοί σημειώθηκαν από τον λόφο των Νυμφών και την νύχτα πυροτεχνήματα φώτισαν τον ουρανό και όλοι οι δρόμοι των Αθηνών είχαν γενική φωταψία.
Τις χαρμόσυνες εκδηλώσεις υποδαύλιζαν και τα άρθρα των εφημερίδων που, γεμάτα αισιοδοξία μετέτρεπαν του πόθους σε πραγματικότητα. Ακόμη και το Σάββατο 13 Μαΐου, ο «ΕΘΝΟΦΥΛΑΞ» είχε στο πρωτοσέλιδο του:…
«…Μετά τας αλλεπαλλήλους αποτυχίας των σχεδίων της Μεγάλης Αικατερίνης, διατί να μη πιστεύσωμεν ότι οι απόγονοι αυτής επέθησαν ότι η ορθοτέρα και πρακτικωτέρα πολιτική είναι: να ασπασθώσι την αρχήν των εθνικοτήτων, και εν τοιαύτη περιπτώσει δια τι να μη προτιμήσουν τους αυτόχθονας Έλληνας, χριστιανούς μάλιστα, εν Βυζαντίω παρά τους ετεροδόξους κληρονόμους μιάς κτηνώδους κατακτήσεως;…»
Η ηχώ των ενθουσιαστικών εκδηλώσεων έφθασε μέχρι την Πετρούπολη απ’ όπου η Όλγα τηλεγραφούσε προς τον αντιβασιλιά Ιωάννη: «Είμαι βαθέως συγκεκινημένη δια τας ευχάς, τας οποίας μου απευθύνατε. Θέλω προσπαθήσει να αφιερώσω την ζωήν μου ολόκληρον εις το έθνος των Ελλήνων, εις το οποίον υπερηφανεύομαι ότι ανήκω και του οποίου συμμερίζομαι εφεξής τας τύχας.»
ΟΙ ΕΠΙΣΗΜΟΙ ΑΡΡΑΒΩΝΕΣ
«Εν Πετρουπόλει, 8 Ιουλίου.
Αρραβώνες ετελέσθησαν προ ολίγου εν τω ναώ του Τσαρκόε – Σέλο. Ευφρόσυνον εκπληρούμεν καθήκον ανακοινούντες τούτο προς υμάς και προς σύμπαν το έθνος. Ευλογοίη ο Θεός την πατρίδα ημών Ελλάδα.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ, ΟΛΓΑ»
Με το απλό αυτό τηλεγράφημα ο Βασιλεύς ανήγγειλε στον αντιβασιλέα Ιωάννη τους επίσημους αρραβώνες του, ενώ η Όλγα σε ιδιαίτερη επιστολή της έγραφε: «Ευφραίνομαι ότι θα έλθω εις την Ελλάδα και ότι θα διέλθω το μέλλον μου εν τη ωραία ταύτη χώρα».
Ο Γεώργιος μόλις είχε επιστρέψει από ένα σύντομο ταξίδι στην Κοπεγχάγη, όπου είχε μεταβεί για να επισκεφθεί τους γονείς του. Οι Δανοί επιφύλαξαν ενθουσιώδη υποδοχή στον Βασιλέα μας, στολίζοντας τους δρόμους με ελληνικές και δανικές σημαίες, τάπητες και επιγραφές «Ζήτω ο Βασιλεύς Γεώργιος Α΄». ο επίσημος χορός που δόθηκε στα Ανάκτορα αποτέλεσε προσωπική επιτυχία του στρατηγού Χατζηπέτρου, διότι αυτός, με την λαμπρή του στολή και το αθλητικό του παράστημα, υπήρξε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος των παρισταμένων και ιδίως του ωραίου φύλου. Έξω από τα Ανάκτορα είχε συγκεντρωθεί άπειρο πλήθος που με τις ζητωκραυγές του ανάγκαζε, κάθε τόσο, τον Γεώργιο και τους γονείς του να βγαίνουν στους εξώστες και να χαιρετούν.
Από την Κοπεγχάγη παρέλαβε τον Γεώργιο ολόκληρος ρωσικός πολεμικός στολίσκος από τον ναύαρχο Κερν. Μικρή περιπέτεια: Οι πάγοι της βορείου θάλασσας δεν είχα λιώσει ακόμη και έτσι η αποβίβαση έγινε στη Ρίγα αντί του Κρόνσταντ, όπως προέβλεπε το πρόγραμμα.
Εύκολα μπορεί να φανταστεί κανείς και δύσκολα να περιγράψει την μεγαλοπρέπεια που επικράτησε κατά τις ημέρες των αρραβώνων. Σημαντικότερο γεγονός υπήρξε και πάλι η δοξολογία στον ελληνικό ναό της Πετρούπολης. Με συγκίνηση οι Αθηναίοι διάβαζαν πως ο αρχιμανδρίτης Νεόφυτος υποδέχθηκε στην είσοδο του ναού τον Βασιλέα και την μνηστή του, τον Τσάρο και ολόκληρη την αυτοκρατορική οικογένεια. Ο Γεώργιος και ο Τσάρος ασπάστηκαν τον Σταυρό και στη συνέχεια μπήκαν στον ναό, ενώ συγχρόνως «δωδεκάφωνος χορός έμελπεν ελληνιστί το αλληλούϊα.» μετά εψάλη και πολυχρόνιο υπέρ του Βασιλέως Γεωργίου και «της μνηστής αυτού Όλγας Κωνσταντινόβα». Ακολούθησε πολυχρόνιο υπέρ του Τσάρου, ενώ κοντά στην είσοδο του ναού, η Όλγα, ο Μέγας Δούκας Κωνσταντίνος και η Μεγάλη Δούκισσα Αλεξάνδρα δεχόντουσαν τα συγχαρητήρια των επισήμων.
Τους ακατάπαυστους κανονιοβολισμούς της ημέρας διαδέχθηκαν, την νύχτα, λαμπρή φωταψία της Πετρούπολης, του Τσαρκόε – Σέλο και της Παυλόβσκης. Απαραίτητο συμπλήρωμα υπήρξε και η προκήρυξη του Τσάρου, με την οποία καλούσε τον ρωσικό λαό να συμμεριστεί την ευτυχία της αυτοκρατορικής οικογένειας:
«Η ημετέρα προσφιλής, ανεψιά, Μεγάλη Δούκισσα Όλγα, τη συναινέσει των γονέων της, του προσφιλούς αδελφού ημών Μεγάλου Δούκος Κωνσταντίνου Νικολάεβιτς και της προσφιλούς ημών νύμφης επ’ αδελφώ, Μεγάλης Δουκίσσης Αλεξάνδρας Ιωσηφόβας, συνομολογεί γάμον μετά της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Α’. Χορηγούντες πλήρη την συγκατάθεσιν ημών εις την σύζευξιν ταύτην και επικαλούμενοι υπέρ αυτής τα ευλογίας του Θεού, εμνηστεύσαμεν σήμερον πανηγυρικώς το τοσούτον προσφιλές ημίν τούτο ζεύγος εν τω ναώ των ανακτόρων του Τσαρκόε – Σέλο κατά την ιεροτελεστίαν της ορθοδόξου ημών εκκλησίας ενώπιον ομηγύρεως κληρικών και λαϊκών. Αναγγέλλοντες το τη καρδιά ημών ποθεινάτατον τούτο συμβάν, πεποίθαμεν πληρέστατα ότι οι πιστοί ημών υπήκοοι θα μετάσχωσι της ευφροσύνης, ην αισθανόμεθα και ημείς, μετά της εφ’ ης διαπρέπουσι πάντοτε ακραδάντου αφοσιώσεως προς ημάς και προς άπαντα τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ»
Μετά τους αρραβώνες του, ο Γεώργιος έσπευσε στην Κοπεγχάγη προκειμένου να υποδεχθεί εκεί και να γνωρίσει στους γονείς του, την μέλλουσα σύζυγό του. Η Όλγα και ο πατέρας της έφθασαν στην δανική πρωτεύουσα στις 17 Ιουλίου. Αν και δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες, φαίνεται πάντως ότι το διάστημα αυτό της μνηστείας δεν υπήρξε πολύ ανώφελο για τον βασιλέα μας. «Πληροφορούμεθα -γράφουν στις 8 Ιουλίου οι αθηναϊκές εφημερίδες – ότι διάφορα υπομνήματα υπεβλήθησαν εντεύθεν προς την Α.Μ. τον βασιλέα περί της ελεεινής καταστάσεως εν τη οποία διατελεί το κράτος του. Είναι λυπηρόν τω όντι ότι εις τοσούτο σπουδαίας και κρισίμους περιστλασεις ο βασιλεύς αναγκάζεται να ευρίσκεται μακράν του τόπου, του οποίου άρχει».
Και όμως, ο Γεώργιος υπήρξε συνταγματικός βασιλεύς. Μπορεί να «ήρχε» αλλά δεν θα έπρεπε να κυβερνά. Η διακυβέρνηση είχε ανατεθεί στους πολιτικούς άνδρες της χώρας. Πλην, εκείνοι, ενώ ήξεραν να επιβάλουν συντάγματα και περιορισμούς εξουσιών, για την διακυβέρνηση είχαν και τότε, όπως και μεταγενέστερα, ανάγκη χειραγωγίας.
Στην Κοπεγχάγη η Όλγα έλαβε επιστολή της κυρίας Φωτεινής Π. Μαυρομιχάλη, προϊστάμενη της Ηπειροθεσσαλικής Επιτροπής Κυριών, που αγωνιζόταν να περιθάλψει τους πρόσφυγες από τις σκλαβωμένες ακόμη βόρειες περιοχές της Ελλάδος.
«Υψηλοτάτη,
Μετ’ ενθουσιώδους χαράς σύμπασα η Ελλάς ήκουσε την έκτακτον αγγελίαν του εις τον θρόνον αυτής αισίου προορισμού σου και πάσα γλώσσα και καρδιά μια φωνή εχαιρέτησε την όσον ούπω σεπτήν βασίλισσαν της Ελλάδος…
… Αλλ’ ενώ σύμπασα η Ελλάς πανηγυρίζει, Άνασσα, το θεοπρόβλητον ύψος σου και ύμνος αντηχεί χαράς πανταχόθεν, εκεί πλησίον, παρά τα όρια της Ελλάδος, πικρός ακούεται θρήνος και χιλιάδες ψυχών εκπνέουν εις την γύμνωσιν και την πείναν… Είναι τα θ’υματα ανηλεούς τυραννίας, οι εξ Ηπείρου και Θεσσαλίας πολυπαθείς ημών αδελφοί… Ολίγον άρτον ζητούσι ή έναν τάφον πλησίον μας…»
Υπόδειγμα ύφους της εποχής· αλλά και πόση τραγική αλήθεια!
Τελικά, η επιστολή κατέληγε με την προσφορά στην Όλγα της Επίτιμου Προεδρίας της επιτροπής Κυριών.
Η μνηστή του βασιλέως δεν άργησε να απαντήσει και με ζωηρότατη συγκίνηση και βαθειά ικανοποίηση διάβαζαν στις 31 Ιουλίου οι Αθηναίοι στις εφημερίδες του:
«προς την Κυρίαν Φωτεινήν Π. Μαυρομιχάλη, προισταμένην της επ’ ονόματι της υπεραγίας Θεοτόκου Επιτροπής Κυριών.
Κυρία,
Η Αυτής Αυτοκρατορική Υψηλότης η Μεγάλη Δούκισσα Όλγα Κωνσταντινόβα μου αναθέτει να γνωστοποιήσω υμίν, ότι έλαβε μετά ζωηροτάτης αγαλλιάσεως την προς αυτήν διαβιβασθείσαν παρ’ υμών πράξιν της επ’ ονόματι της υπεραγίας Θεοτόκου Επιτροπής Κυριών, εξαιτουμένης παρά της Αυτής Αυτοκρατορικής Υψηλότητος να δεχθή την επίτιμον προεδρείαν της Επιτροπής ταύτης.
Η Μεγάλη Δούκισσα συνεκινήθη βαθέως επί τω τεκμηρίω τούτω της προς αυτήν εμπιστοσύνης και αγάπης και σας παροικαλεί, Κυρία, να ευχαριστήσετε επ’ ονόματι της τας Κυρίας της Επιτροπής δια την εμπνευθείσαν αυταίς ιδέαν του να προσφέρωσιν εις την Αυτής Αυτοκρατορικήν Υψηλότητα την επίτιμον Προεδρείαν ην προθύμως αποδέχεται.
Η Αυτής Υψηλότης λογίζεται ευτυχής δυναμένη ούτω να συμμεθέξη έργου τοσούτον φιλανθρώπου όσον και πατριωτικού… Θεωρεί ευτύχημα προσφέρουσα εις τας Κυρίας της Επιτροπής την σύμπραξιν της, όπως ανακουφίση όσον οιόντε τοσούτα παθήματα και σκληράς οδύνας και συγχαίρει εαυτήν διότι επί τω τίτλω τούτω της επιτίμου προεδρείας, τα πρώτα βήματα της εις την νέαν αυτής Πατρίδα, την τοσούτον εις την καρδιάν της προσφιλή, θέλουσι καθοδήγηση υπό της αγαθοεργίας και του ελέους…
ΤΕΓΚΟΜΠΟΡΣΙ, αυλάρχης
της Αυτού Αυτοκρατορικής Υψηλότητος
του Μεγάλου Δούκος Κωνσταντίνου.»
Εν τω μεταξύ, ο βασιλεύς δεν έμενε αργός. Και ενώ η Όλγα επέστρεφε στην Πετρούπολη, εκείνος έπαιρνε τον μακρινό δρόμο για το Παρίσι και το Λονδίνο, όπου τον δέχθηκε με μεγάλη χαρά η βασίλισσα Βικτωρία. Επαφές, απειλές, παρακλήσεις. Η Κρητική επανάσταση ανέβαινε στον Γολγοθά της.
ΟΙ ΓΑΜΟΙ
Η αναμονή της ειδήσεως των γάμων είχε φέρει σε μεγάλο εκνευρισμό του Έλληνες. Στις 14 Οκτωβρίου πληροφορήθηκαν ότι οι γάμοι «που έμελλον τελεσθώσι χθες, θα γίνουν αύριον Κυριακήν, ένεκεν μικράς αδιαθεσίας της Όλγας.» στις 17 Οκτωβρίου διάβαζαν ότι «μέχρις ώρας ουδέν έφθασε τηλεγράφημα περί των γάμων». Στις 18 ότι, «ουδεμία είδησις περί γάμων.» στις 19 ότι «ως φαίνεται οι Τούρκοι κατακρατούν εν Κωνσταντινουπόλει το τηλεγράφημα των γάμων του βασιλέως.» την Παρασκευή 20 Οκτωβρίου, η εφημερίδα «Παλιγγενεσία» πληροφορούσε τους αναγνώστες της πως ο μεταξύ Αθηνών και Κωνσταντινουπόλεως τηλέγραφος είναι κομμένος. Οι εφημερίδες όμως της Κωνσταντινούπολης έγραφαν ότι «οι γάμοι του βασιλεώς Γεωργίου και της Όλγας ετελέσθησαν τη 11 ώρα π.μ. της 15 Οκτωβρίου, ο δε εν Κωνσταντινουπόλει πρέσβυς της Ελλάδος συνεχάρη τους βασιλείς τηλεγραφικώς. Ίσως σήμερον ή αύριον θα έχωμεν εν Αθήναις τελετήν και δοξολογίαν.» την ίδια ημέρα, όμως, κατέπλευσε στον Πειραιά το γαλλικό ατμόπλοιο της γραμμής Κωνσταντινουπόλεως, με το οποίο έφτασε και το τηλεγράφημα του βασιλέως Γεωργίου:
«Πετρούπολις 28 Οκτωβρίου. Χθες Κυριακήν κατά την ώραν 8 της εσπέρας ετελέσθησαν οι γάμοι ημών. Είθε ο Θεός ευδοκήσας ευλογήση αυτούς και εισακούσηται των ευχών, ας απευθύνομεν αυτώ υπέρ της Ελλάδος και του έθνους των Ελλήνων. ΓΕΩΡΓΙΟΣ – ΟΛΓΑ»
Το ίδιο βράδυ γινόταν στη Βουλή η επίσημη αναγγελία και την επόμενη 21 κανονιοβολισμοί σημείωναν την ανατολή του ηλίου. Στις 11 π.μ. ο αντιβασιλιάς Ιωάννης, η Κυβέρνηση, οι βουλευτές, το Διπλωματικό Σώμα και χιλιάδες λαού κατέκλυσαν την Μητρόπολη και τους γύρω χώρους για να ψάλλουν μαζί με τον Μητροπολίτη το «Πολυχρόνιο» προσθέτοντας «και τη ευσεβεστάτη βασιλίσση ημών Όλγα.» πυκνές ζητωκραυγές κάλυπταν τον λόγο του Μητροπολίτη: «Αυτή η ημέρα Κυρίου· αυτή, Έλληνες, είναι η ημέρα την οποίαν οι ένδοξοι πατέρες σας, δι’ ενδόξων μεν, αλλά μεγάλων θυσιών και αιμάτων καθιέρωσαν και ην επεθύμησαν ιδείν και ουκ είδον…» Η φωνή του προέδρου της Βουλής, που έλαβε αμέσως μετά τον λόγο, μόλις ακουγόταν. Εν μέσω των συνεχών ζητωκραυγών, υψώνοντας τον τόνο της φωνής του, ξεχώρισε ένα μέρος του λόγου του… «εύχεται δε εις το σεπτόν αυτών ζεύγος μακροβιότητα, ευτεκνίαν, ευημερίαν και παν αγαθόν, και προς εκπλήρωσιν των ευχών του έθνους.»
Από την ημέρα εκείνη η Αθήνα ενέτεινε τις προσπάθειες της να ετοιμαστεί για την υποδοχή του βασιλικού ζεύγους. Εν τω μεταξύ, κατέφθαναν και οι περιγραφές των διαφόρων τελετών, που είχαν γίνει στην Πετρούπολη. Ακόμα και σήμερα, μετά από σχεδόν 140 χρόνια, δεν μπορεί κανείς να μη συγκινηθεί διαβάζοντας τες παρακάτω. Ούτε και να μη θαυμάσει την μεγαλοπρέπεια του πρωτοκόλλου της ρωσικής Αυλής.
Ο Γεώργιος έφθασε μέσω Φραγκφούρτης και Βερολίνου στο Eydt Ruhnen, στα ρωσικά σύνορα στις 5 Οκτωβρίου. Στον σιδηροδρομικό σταθμό τάγμα Ρώσων στρατιωτών απέδιδε τιμές, ενώ στρατιωτική μουσική ανέκρουε τον ελληνικό Εθνικό Ύμνο και πολύτιμοι τάπητες ξετυλίγονταν μέχρι την σκάλα του βασιλικού οχήματος.
Στην μεγάλη αίθουσα του σταθμού δόθηκε δεξίωση και μετά, η αναμένουσα αυτοκρατορική αμαξοστοιχία, παρέλαβε τον βασιλέα και την ακολουθία του και κατευθύνθηκαν ολοταχώς προς την Πετρούπολη. Σε κάθε σταθμό απέδιδαν τιμές παρατεταγμένα στρατιωτικά τμήματα ενώ μουσικές ανέκρουαν πάντοτε τον Εθνικό μας ύμνο. Στα θερινά ανάκτορα Τσαρκόε – Σέλο οι δυο ηγεμόνες, ο Τσάρος και ο Γεώργιος αντάλλαξαν ασπασμούς και όρισαν τους γάμους για την 14 Οκτωβρίου. Τελικά έγιναν την Κυριακή 15/27 Οκτωβρίου.
Οι κάτοικοι της Πετρούπολης ξύπνησαν την ημέρα εκείνη με πέντε βολές τηλεβόλου από το φρούριο, που ειδοποιούσαν ότι τα πάντα ήταν έτοιμα. Από νωρίς το απόγευμα είχαν φθάσει στο παρεκκλήσι των χειμερινών Ανακτόρων τα μέλη της Αγίας Συνόδου της Ρωσίας, ο κλήρος της Αυλής, τα μέλη του συμβουλίου της αυτοκρατορίας, οι γερουσιαστές, οι αξιωματούχοι της Αυλής, το Διπλωματικό Σώμα, η ακολουθία του Γεωργίου και του πρίγκιπα – διαδόχου της Δανίας, ανώτεροι στρατιωτικοί και πολιτικοί υπάλληλοι και πολλοί άλλοι επίσημοι καλεσμένοι. Λίγο πριν από τις 8 μ.μ. σειρά 101 κανονιοβολισμών ανήγγειλε ότι πλησιάζει η συνοδεία της υψηλής μελλόνυμφου. Προηγείτο έφιππος ο αρχιιπποκόμος. Ακολουθούσαν τέσσερεις, έφιπποι επίσης, ιπποκόμοι. Στη συνέχεια η χρυσή άμαξα του αυλάρχη και του υπασπιστή του Μεγάλου Δούκα Κωνσταντίνου. Οι μεγάλοι δούκες Κωνσταντίνος, Αλεξάνδρα και Νικόλαος πλαισίωναν την Όλγα μέσα σε ένα μεγαλοπρεπές χρυσό αμάξι που έσερναν 6 άλογα. Την πομπή έκλειναν άλλες χρυσές άμαξες με τις Μεγάλες Κυρίες των Τιμών.
Στην είσοδο των ανακτόρων ανέμενε ο Αυτοκράτορας Αλέξανδρος που υποδέχθηκε την νύφη και την παρέδωσε στον βασιλιά Γεώργιο. Ολόκληρη η μεγαλοπρεπής αυτή συνοδεία εισήλθε αργά στο παρεκκλήσι των ανακτόρων, προηγουμένων του βασιλέως Γεωργίου και της Όλγας της οποίας τις άκρες του μανδύα της, από βυσσινί βελούδο, κρατούσαν τέσσερεις θαλαμηπόλοι.
Η γαμήλιος ακολουθία άρχισε να εκτυλίσσεται με μεγαλοπρέπεια. Χρυσοφορεμένοι αρχιερείς και πειθαρχημένες χορωδίες ανέπεμπαν τους ύμνους. Μετά την ανάγνωση του Ευαγγελίου, εψάλη Πολυχρόνιο υπέρ της αυτοκρατορικής οικογένειας και της «βασιλίσσης των Ελλήνων Όλγας και του συζύγου αυτής.» Ήδη, η ακολουθία είχε τελειώσει και οι επίσημοι έσπευδαν να συγχαρούν τους νεόνυμφους και τους γονείς της Όλγας και αμέσως μετά να μεταβούν στην αίθουσα Αγίου Αλεξάνδρου, όπου είχε ετοιμαστεί λουθηρανικός βωμός. Στην αίθουσα αυτή επαναλήφθηκε η γαμήλιος ακολουθία κατά το λουθηρανικό δόγμα.
Ο χορός που ακολούθησε, στις αίθουσες Οικοσήμων και Αγίου Γεωργίου, ήταν από τους επιβλητικότερους που έγιναν ποτέ στα Ανάκτορα της Πετρούπολης.
Κοντά στα μεσάνυχτα, όταν η αυτοκρατορική οικογένεια, με επικεφαλής τον Τσάρο, συνόδευσε, εν πομπή, το ζεύγος των νεόνυμφων μέχρι το ιδιαίτερο δωμάτιο τους, εκεί, στην είσοδο του διαμερίσματος, ανέμενε ο Μεγάλος Δούκας και η σύζυγος του και πρόσφεραν στον Γεώργιο και στην Όλγα ένα εικόνισμα, τεμάχιο άρτου και λίγο αλάτι. Παλαιά βυζαντινή παράδοση.
Την επόμενη, οι καμπάνες όλων των εκκλησιών της ρωσικής πρωτεύουσας καλούσαν τους πιστούς σε δοξολογία, όπου αναγνώστηκε και η προκήρυξη του Τσάρου:
«Διά της ημετέρας προκηρύξεως της 26 Ιουνίου ενεστώτος έτους, ανηγγείλαμεν εις το έθνος την τέλεσιν των αρραβώνων της προσφιλούς ημίν ανεψιάς Μεγάλης Δουκίσσης Όλγας Κωνσταντινόβας μετά της Α.Μ. του βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Α’. σήμερον, επί παρουσία ημών εγένετο εν τω μεγάλω ναώ των ανακτόρων, εν μέσω ομηγύρεως κληρικών και λαϊκών, η τελετή της ενώσεως του τοσούτον προσφιλούς ημίν ζεύγους τούτου. Επικαλούμενοι τα ς ευλογίας του Κυρίου υπέρ των νεονύμφων πεποίθαμεν ότι άπαντες οι πιστοί ημών υπήκοοι θα εκπέμψωσιν εκ βάθους της καρδίας των την αυτήν ευχήν προς τον παντοδύναμον και παντελεήμονα Θεόν.
Εν Πετρουπόλει, 15/27 Οκτωβρίου 1867
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ.»
Το επίσημο δείπνο που παρατέθηκε το απόγευμα της ημέρας εκείνης στα ανάκτορα ήταν από εκείνα που, σήμερα, μόνο στον κινηματογράφο μπορεί να δει κανείς. Οι καλεσμένοι έφθασαν εν πομπή και πήραν τις θέσεις τους στο απέραντο τραπέζι, ενώ πίσω από τον καθένα στεκόταν ένας θαλαμηπόλος και ένας οινοχόος. Ο αρχιοινοχόος των ανακτόρων εξυπηρετούσε αποκλειστικά τον Αυτοκράτορα. Τέλος, ήρθε η στιγμή των προπόσεων. Πρώτη πρόποση υπέρ του αυτοκράτορα, ενώ 51 βολές τηλεβόλων του φρουρίου δονούσαν την ατμόσφαιρα. Δεύτερη πρόποση υπέρ των νεόνυμφων και δεύτερη σειρά 51 βολών από το φρούριο. Πριν ακόμη ηρεμήσει η ατμόσφαιρα, η Τρίτη σειρά 51 κανονιοβολισμών: οι καλεσμένοι ύψωναν τα κύπελλα υπέρ των Δανών βασιλέων. Σχεδόν αμέσως τα κύπελλα υψώθηκαν και πάλι υπέρ των Δουκών της αυτοκρατορίας και ακολούθησαν 31 βολές από το φρούριο. Τέλος άλλες 31 βολές από το φρούριο και οι καλεσμένοι έπιναν υπέρ του Κλήρου και των υπηκόων των χωρών τους.
Η 17 Οκτωβρίου, τελευταία ημέρα των επίσημων τελετών στην Πετρούπολη, ήταν ίσως και η πιο λαμπρή. Ήταν η ημέρα του χειροφιλήματος. Θα παρουσιάζονταν στους βασιλείς μας το Διπλωματικό σώμα και όλες οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές της Αυτοκρατορίας.
Το Διπλωματικό σώμα και οι πολιτικές αρχές είχαν παραταχθεί στην τεράστια αίθουσα του Αγίου Γεωργίου. Οι διπλωμάτες φορώντας στολή των χωρών τους και παράσημα, είχαν πίσω τους και τους ανώτερους υπάλληλους των πρεσβειών. Οι κυρίες, σε άλλη παράταξη στέκονταν απέναντι από τους άνδρες.
Ξαφνικά, ανοίχθηκαν οι πύλες της αίθουσας και εισήλθαν οι βασιλείς μας, ενώ οι κυρίες γονάτιζαν και οι άνδρες έκλιναν το κεφάλι. Ο Γεώργιος και η Όλγα πέρασαν μπροστά από όλους, αντάλλαξαν με τον καθένα μερικές λέξεις και ύστερα στάθηκαν στο μέσο της αίθουσας, ενώ όλοι οι άνδρες και γυναίκες, έπαιρναν θέση πίσω τους. Αμέσως άνοιξαν πάλι οι πύλες και άρχισε η παρέλαση των Κληρικών, των στρατιωτικών, των αρχηγών μονάδων, διοικητών μεγάλων μονάδων και διαφόρων σωμάτων. Όλοι χαιρετούσαν στρατιωτικά τον Γεώργιο και ασπάζονταν το δεξί χέρι της Όλγας. Των ναυτικών δυνάμεων της Ρωσίας αρχηγός ήταν ο Μεγάλος Δούκας Κωνσταντίνος, πατέρας της Όλγας. Προπορευόταν, λοιπόν, των Ναυτικών, χαιρέτησε τον Γεώργιο, ασπάστηκε το χέρι της κόρης του Όλγας και την αγκάλιασε. Όταν ήρθε η σειρά της Ανακτορικής Φρουράς, πρώτος μπήκε στην αίθουσα ο Τσάρος, χαιρέτησε τον Γεώργιο και, συγκινημένος, αγκάλιασε και φίλησε την Όλγα.
Μνημειώδης έμεινε και η παράσταση που δόθηκε το βράδυ της ίδια ημέρας στο μεγαλύτερο και πλουσιότερο θέατρο της ρωσικής πρωτεύουσας. Η αφρόκρεμα της αυτοκρατορίας είχε συγκεντρωθεί εκείνο το βράδυ εκεί. Στρατηγοί με λαμπρές στολές, σπαθιά, παράσημα, μεγαλόσταυρους αναμειγνύονταν στα θεωρεία με πολύχρωμες βελούδινες και μεταξωτές τουαλέτες κυριών.
Στις 8 ακριβώς προσήλθαν ο Γεώργιος και η Όλγα, ενώ το θέατρο σειόταν από τα χειροκροτήματα και η ορχήστρα ανέκρουε τον Εθνικό μας Ύμνο. Αμέσως μετά προσήλθε ο Τσάρος ενώ η ορχήστρα συνέχισε, μετά τον ελληνικό, με το ρωσικό εθνικό ύμνο.
Για την παράσταση δεν μάθαμε, δυστυχώς, τίποτα περισσότερο από το ότι «παρεστάθη ρωσικόν τι μελόδραμα “La vie pour le Czar” και κατόπιν ωραιότατο μπαλλέ». Κατά πάσα πιθανότητα πρόκειται για το αριστούργημα του Γκλίνκα «Μία Ζωή για τον Τσάρο».
Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η Αθήνα βρίσκετε σε κατάσταση συναγερμού. Για την υποδοχή του βασιλικού ζεύγους προετοιμαζόταν όχι μόνο το επίσημο κράτος, αλλά και οι κάτοικοι της πρωτεύουσας, και ιδίως όσοι κατοικούσαν στους δρόμους όπου θα διερχόταν η βασιλική συνοδεία. Παμπάλαια και ετοιμόρροπα σπίτια ανακαινίζονταν και βάφονταν πυρετωδώς. Τάπητες, κιλίμια, χράμια, κουρτίνες και κουρελούδες τινάζονταν και πλένονταν εσπευσμένα. Οι άνδρες έβγαλαν από τα μπαούλα τις καλές τους φορεσιές. Οι γυναίκες έραβαν ή μεταποιούσαν βιαστικά τα καλά τους φουστάνια και έσπευδαν να προμηθευτούν καινούργια φτερά για τα ηλιοκαμένα καπέλα τους. Οι κατασκευαστές σημαιών έκαναν χρυσές δουλειές. Το ίδιο και οι ξενοδόχοι. Φουστανελοφόροι επαρχιώτες και βρακοφόροι νησιώτες δήμαρχοι συνωστίζονταν στα καλντερίμια και στις τρεις λεωφόρους των Αθηνών.
Εν τω μεταξύ, επισπεύτηκαν και οι πρόβες της «Αντιγόνης» που ανέλαβαν να παρουσιάσουν προς τιμήν των βασιλέων στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, μερικοί φοιτητές. Ήδη, από μήνες πριν, με τις συμβουλές «ειδημόνων περί τα αρχαιολογικά» – όπως έγραφαν οι εφημερίδες – είχαν ανακατασκευάσει την σκηνή του θεάτρου «κατά τον αρχαίον τύπον».
Επειδή, όμως, οι κερκίδες ήταν σε κακό χάλι, ειδικό συνεργείο ανέλαβε να συμπληρώσει τα χάσματα με σανίδες. Πυρετωδώς προετοιμάζονταν και τα στρατιωτικά σώματα που θα λάμβαναν μέρος στην προ των βασιλέων παρέλαση. Το ίδιο και η Εθνοφρουρά των Αθηνών. Οι εφημερίδες μάλιστα, μας πληροφορούν ότι «των απόρων εθνοφυλάκων κατασκευάσθησαν ικαναί στολαί δια γενικής συνδρομής, ώστε τα τάγματα θα είναι πλήρη, ομοιομόρφως δε ενδεδυμένοι οι εθνοφύλακες.»
Τις ημέρες εκείνες και ενώ οι βασιλείς κατευθύνονταν σιδηροδρομικώς, μέσω Βιέννης και Βενετίας, στο Πρίντεζι, κατέφθασαν στον Πειραιά 40 κιβώτια με προσωπικά είδη της βασίλισσας Όλγας. Οι βασιλείς είχαν ξεκινήσει από την Πετρούπολη στις 28 Οκτωβρίου και στις 8 Νοεμβρίου έπρεπε να βρίσκονται στην Κέρκυρα. Οι Αθηναίοι, όμως, είχαν ανησυχήσει, διότι σύμφωνα με τις πληροφορίες των εφημερίδων «κατά την κάθοδον των εις Ελλάδα αι Α.Α.Μ.Μ. οι Βασιλείς θέλουσι υποστή εις τα εξοχικά ανάκτορα Κερκύρας κάθαρσιν πενταήμερον ή ενδεκαήμερον, καθόσον η τελευταία προέλευσις αυτών ήθελεν είσθαι ευ υπόπτου ή επιχολέρου μέρους.» Μια τόσο μεγάλη καθυστέρηση δεν θα ήταν υποφερτή.
Στις 11 Νοεμβρίου αναγγέλθηκε ότι «αύριον περί την 9 πρωϊνήν, ο ατμοδρόμων ο φέρων τους βασιλείς θέλει αναχωρήσει εκ Καλαμακίου Κορινθίας και την μεσημβρίαν θα καταπλεύση εν Πειραιεί.»
Η Κυριακή, 12 Νοεμβρίου 1867 βρήκε την πρωτεύουσα άυπνη και γεμάτη αγωνία για την άφιξη του βασιλικού ζεύγους. Από την πλατεία Ευεργετών μέχρι την Μητρόπολη είχαν παραταχθεί εθνοφύλακες και από την Μητρόπολη μέχρι τα ανάκτορα τα πλήθη συγκρατούσε αλυσίδα στρατιωτικών. Δυο πυροβολαρχίες, η μια στην πλατεία Τραπέζης και η άλλη στον λόφο Νυμφών, περίμεναν ανυπόμονα να βροντήξουν τους χαιρετισμούς τους.
Επιτέλους, στις 9 π.μ. τρεις βολές των τηλεβόλων του λόφου Νυμφών ανήγγειλαν ότι ο ατμοδρόμων είχε ξεκινήσει από το Καλαμάκι. Σάλπιγγες και τύμπανα προσπαθούν να καλύψουν το βουητό του πλήθους. Στις 10:30 π.μ. με τρείς βολές το πολεμικό «Μεσολόγγι» αναγγέλλει την εμφάνιση του ατμοδρόμωνα. Τα ξένα πολεμικά σκάφη, που από ημέρες πριν είχαν καταπλεύσει, παρατάσσονται σε δυο στοίχους, ενώ πολύχρωμες σημαίες και σινιάλα ανεμίζουν στα ξάρτια τους. Είχαν έρθει μια αγγλική φρεγάτα, τρία γαλλικά πολεμικά, τέσσερα ρωσικά, ένα πρώσικο, τρία αυστριακά και ένα νορβηγικό. Στους τρείς ιστούς της αγγλικής φρεγάτας είχαν αναρτηθεί τεράστια ελληνικά στέμματα.
Ώρα 11:30 π.μ. και το «Μεσολόγγι» με 21 κανονιοβολισμούς χαιρετά την προσέγγιση του βασιλικού σκάφους. Την ίδια στιγμή οι καμπάνες όλων των εκκλησιών του Πειραιά άρχισαν να κρούουν χαρμόσυνα. Λίγο μετά το μεσημέρι, ο ατμοδρόμων εισέπλευσε μεγαλοπρεπώς στον λιμένα.
Πρώτοι ανέβηκαν στο σκάφος να υποβάλλουν τα σέβη τους οι κυβερνήτες των ξένων πολεμικών πλοίων. Σε λίγο πλευρίζει στο σκάφος και η μεγαλοπρεπής λέμβος του αντιβασιλιά Ιωάννη. Δεν είχε προφτάσει να πατήσει το κατάστρωμα του πλοίου, ο αντιβασιλιάς, όταν έγινε υποστολή της βασιλικής σημαίας της λέμβου του διότι «από στιγμής αυτής παύει η εξουσία του.» Τον Ιωάννη ακολουθεί ολόκληρη η κυβέρνηση Αλεξ. Κουμουνδούρου.
Η αποβίβαση των βασιλέων έγινε στις 2 μ.μ. ενώ 21 βολές από τον ατμοδρόμωνα ειδοποίησαν ότι την στιγμή εκείνη η βασίλισσα των Ελλήνων Όλγα πατούσε, επισήμως, για πρώτη φορά σε χώμα ελληνικό.
«Η Α.Μ. η χαριτόβρυτος βασίλισσα των Ελλήνων Όλγα φέρει έσθητα μεταξωτήν χρώματος λευκού μετά ραβδώσεων κυανών, επενδύτην και πιλίδιον λευκά.» έγραφαν οι εφημερίδες της επόμενης ημέρας.
Ο μοναδικός χαρακτηρισμός που ταιριάζει για την μετάβαση της βασιλικής συνοδείας από τον Πειραιά μέχρι την Αθήνα είναι «Αποθέωσις». Προηγείτο ίλη έφιππης χωροφυλακής και ίλη ιππικού. Ακολουθούσαν η βασιλική άμαξα και οι άμαξες των επισήμων και τελευταία άλλη ίλη ιππικού ενώ οι ζητωκραυγές του πλήθους αντηχούσαν συνεχώς και ακατάπαυστα.
Τάπητες, κλαδιά δάφνης και άνθη στρώνονταν στον δρόμο από από τα πλήθη. Ανθοπέταλα, κουφέτα και ρύζι έρραιναν τους βασιλείς. Κάτω από μια αψίδα στην πλατεία Ευεργετών, ο δήμαρχος Αθηναίων ευχήθηκε ευημερία, μακροβιότητα και προπαντός ευτεκνία. Ο ρεπόρτερ της εφημερίδας «Παλιγγενεσία» βρήκε την ευκαιρία να παρατηρήσει καλά την βασίλισσα και να γράψει στο άρθρο του την επόμενη μέρα: «Ουδεμία των εικόνων όσας είδομεν έχει ομοιότητα προς την βασίλισσαν, ήτις είναι πολύ ωραιοτέρα από τας εικόνας. Έχει ανάστημα αποκλίνον εις το υψηλόν και είναι ωραιότητος σπάνιας, λευκή και ευειδής την όψιν, αξία των Ελλήνων βασίλισσα. Εφόρει ένδυμα μεταξωτόν απλούν. Ήτο λιτή και αυτάρκης το ένδυμα κι επί της κεφαλής της εφορεί πίλον λευκόν.»
Μετά την προσφώνηση του δημάρχου, η βασιλική συνοδεία κατευθύνθηκε στην Μητρόπολη, όπου ο Θεόφιλος και άλλοι αρχιερείς ανέμεναν παρατεταγμένοι στα προπύλαια. Η σύντομη δοξολογία που ακολούθησε ήταν αρκετή για αν γεμίσει με υπερηφάνεια του Έλληνες όταν είδαν την νέα βασίλισσα να κάνει το σημείο του Σταυρού κατά τον Ορθόδοξο τρόπο.
Μετά την δοξολογία και αφού η Όλγα δέχθηκε ένα στεφάνι από άνθη που της πρόσφεραν κοπέλες του Παρθεναγωγείου «Χιλλ», οι βασιλείς δια των οδών Ευαγγελιστρίας, Ερμού και της Πλατείας Συντάγματος, έφτασαν στα ανάκτορα, απ’ όπου θα παρακολουθούσαν: «…μεγάλην στρατιωτικήν παρέλασιν, ήτις διήρκεσαν επί 45 ολόκληρα λεπτά της ώρας.» Κατά την παρέλασιν, μετά τα τάγματα του τακτικού στρατού ακολούθησεν και η εθνοφυλακή. «…Το πέμπτον τάγμα της εθνοφυλακής ήτο πλήρες και διεκρίνετο των άλλων κατά τα κινήσεις, τον ιματισμόν και το βάδισμα, Ωσαύτως και το πρώτον ήτο καλώς και συγκροτημένον. Δυο λόχων στρατιώται του α’ τάγματος είχον το ένδυμα το ελληνικόν και ως στρατιώται τακτικοί και γεγυμνασμένοι εκινούντο οι άνδρες του. Ήσαν όλοι γεωργοί εκ της συνοικίας της Πλάκας!!!» Την εποχή εκείνη υπήρχαν στο κέντρο της Αθήνας, όχι μόνο χωράφια αλλά και γεωργοί που κατοικούσαν στο κεντρικότερο σημείο της πρωτεύουσας.
«…Η ημέραν ην ψυχροτάτη δύσαντος του ηλίου το ψύχος επηύξησεν εντούτοις τα πλήθη επλήρουν τα οδούς και τας πλατείας» έγραφε ο «Εθνοφύλαξ», και συνέχιζε: «…Το πλήθος αυτό δεν ηρκείτο εις την φωταψία της πόλεως, τις λαμπαδηδρομίες και τα βεγγαλικά. ήθελε να ιδή τους βασιλείς, και πράγματι, με ανοιχτά αμάξιαν και χωρίς σταρτιωτικήν συνοδείαν, οι βαασιλείς ήρχισαν να περιέρχωνται τας οδούς Ερμού, Αιόλου, Σταδίου, Πανεπιστημίου, την παλτείαν Συντάγματος και την Ομόνοιαν. Μέχρι το μεσονύκτιο η Αθήνα αντηχούσε από τα τραγούδια του ενθουσιασμένου πλήθους.»
Τίποτα δεν παρέλειψε ο ελληνικός λαός για να δείξει την αγάπη του προς τον βασιλιά Γεώργιο και την εμπιστοσύνη του προς την βασίλισσα Όλγα.
Τα σχόλια των εφημερίδων τελείωναν με την καθημερινά επαναλαμβανόμενη επωδό των ημερών εκείνων: «Είθε αι ημέραι του βασιλικού ζεύγους να διαρρεύσωσιν ηδείαι ως εαριναί του Μαΐου ώραι»
♦ Απαγορεύεται ρητά η αντιγραφή του παρόντος άρθρου ολόκληρου ή μέρους αυτού καθώς και η αναδημοσίευση του με οποιοδήποτε τρόπο ή μέσον!